Για την ομώνυμη ελληνική ταινία, δείτε: Κυνόδοντας (ταινία).


Ο κυνόδοντας είναι είδος δοντιών των θηλαστικών ανάμεσα στους κοπτήρες και τους γομφίους. Χρησιμοποιούνται για την εξαγωγή τροφίμων από τα αρπακτικά ζώα (π.χ. γάτες). Οι κυνόδοντες έχουν πάρει το όνομά τους από τη αρχαία ελληνική λέξη κύων, ο σκύλος.

Οι κυνόδοντες ενός σκύλου κάνουν κατανοητό γιατί συσχετίζονται με τους κυνίδες.

Οι κυνόδοντες έχουν έναν πολύ σημαντικό ρόλο. Αυτά τα δόντια είναι πολύ γερά, με ρίζα πολύ βαθιά (μέχρι 3 εκατοστά). Ο ρόλος τους είναι ζωτικής σημασίας κρατώντας σταθερή την τροφή κατά τις μασητικές κινήσεις στην κατανάλωση κρέατος και περιστασιακά ως όπλα. Συχνά τα μεγαλύτερα δόντια στο στόμα των θηλαστικών. Τα περισσότερα είδη που τους έχουν αναπτυχθεί κανονικά τέσσερις κατ'άτομο, δύο στην πάνω γνάθο και δύο στην κάτω και χωρίζονται σε κάθε γνάθο από τους κοπτήρες, όπως για παράδειγμα στους ανθρώπους και τα σκυλιά. Στα περισσότερα ζώα, κυνόδοντες είναι τα περισσότερο πρόσθια δόντια στο οστό της άνω γνάθου.