Βασίλειο της Γαλλίας

πολιτικό καθεστώς της Γαλλίας από το 987 έως το 1791

Το Βασίλειο της Γαλλίας (γαλλικά: Royaume de France‎‎) είναι το όνομα του πολιτικού καθεστώτος της Γαλλίας την περίοδο της δυναστείας των Καπετιδών, η οποία διατήρησε την εξουσία κατά τη διάρκεια ενός τμήματος του Μεσαίωνα και στις αρχές της σύγχρονης εποχής - με αυτή την τελευταία εποχή να αντιστοιχεί στην επανομαζόμενη περίοδο του Παλαιού Καθεστώτος. Τη διαδέχθηκε το Βασίλειο της Γαλλίας με συνταγματική μοναρχία.

Βασίλειο της Γαλλίας
9874  Σεπτεμβρίου 1791

Σημαία

Έμβλημα
Ύμνος: "Vive Henry IV"
ΧώραΒασίλειο της Γαλλίας
ΠρωτεύουσαΠαρίσι, Βερσαλλίες και Παρίσι
Ίδρυση987
ΓλώσσεςΓαλλικά
ΘρησκείαΚαθολικισμός
ΠολίτευμαΑπόλυτη μοναρχία, συνταγματική μοναρχία, monarchie aristocratique, δυαδική μοναρχία και Γαλλική Συνταγματική Μοναρχία
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Το βασίλειο της Γαλλίας προέκυψε από τη διαίρεση του βασιλείου των Φράγκων το 843. Το δυτικό βασίλειο, αποτελώντας τμήμα αυτής της διαίρεσης, απόσπάσθηκε πλήρως από τα άλλα δύο βασίλεια, το κεντρικό και το ανατολικό. Από το 911 και μετά, ο βασιλιάς Κάρολος Γ' απαίτησε την κληρονομιά των Φράγκων και χρησιμοποιούσε τον τίτλο του Βασιλιά τον Φράγκων, τίτλο που είχε εγκαταλειφθεί από την εποχή του Καρλομάγνου και που σύντομα θα γινόταν ο ιδιαίτερος τίτλος του μοναδικού βασιλιά της Δύσης, ο οποίος κατείχε περιοχές που αποτελούσαν τμήμα του βασιλείου του Κλοβί, συμπεριλαμβανομένων του Τουρναί, της Ρενς και του Παρισιού.

Η πρώτη αναφορά του ονόματος Γαλλία για τον προσδιορισμό του δυτικού βασιλείου των Φράγκων στο σύνολό του (μερικές φορές αναφερόμενο και ως Δυτική Φραγκία από ορισμένους ιστορικούς) βρίσκεται σε ένα δίπλωμα του βασιλιά Λουδοβίκου Δ' με ημερομηνία το 946, αναφερόμενο στη στιγμή όπου "ο βασιλιάς ανέκτησε τη Γαλλία"[1].

Αλλά το 1204, υπό τη βασιλεία του Φίλιππου Αυγούστου για πρώτη φορά ο βασιλιάς προσφωνήθηκε βασιλιάς της Γαλλίας αντί για βασιλιάς των Φράγκων. Η χρήση αυτού του τίτλου γενικεύτηκε σταδιακά το επόμενο διάστημα.

Οι Καπετίδες βασιλείς άρχισαν σταδιακά να αντικαθιστούν το σύστημα της φεουδαλικής μοναρχίας με την εφαρμογή του συστήματος της απόλυτης μοναρχίας, το οποίο έφθασε στο απόγειό του τον 17ο και τον 18ο αιώνα. Η Γαλλία είναι σίγουρο πως έφτασε στο απόγειό της στη διεθνή σκηνή υπό αυτό το καθεστώς. Ούτως, από την εποχή του Φίλιππου Αυγούστου, το βασίλειο φαινόταν πως αποτελούσε την πλέον σημαντική ευρωπαϊκή δύναμη αλλά κυρίως κατά τη διάρκεια του καθεστώτος της απόλυτης μοναρχίας, απέναντι σε αρκετές αντίπαλες ευρωπαϊκές συμμαχίες, η Γαλλία αναδύθηκε ως η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή δύναμη στη διάρκεια της περιόδου από το δεύτερο ήμισυ του 16ου αιώνα και μέχρι το τέλος του 18ου αιώνα.

Το 1791 το σύστημα της απόλυτης μοναρχίας επίσημα καταργήθηκε και το Βασίλειο της Γαλλίας εισήλθε στο καθεστώς της συνταγματικής μοναρχίας. Λιγότερο από έναν χρόνο αργότερα, με τη διακήρυξη της κατάργησης της βασιλείας στη Γαλλία στις 21 Σεπτεμβρίου 1792, το Βασίλειο της Γαλλίας παραχώρησε τη θέση του στην Πρώτη Γαλλική Δημοκρατία και στη συνέχεια στην Πρώτη Αυτοκρατορία πριν αποκατασταθεί το 1814 και για μια ακόμη φορά το 1815 έχοντας διακοπεί στο μεσοδιάστημα από τις Εκατό Ημέρες. Το βασίλειο της Γαλλίας εξαφανίσθηκε οριστικά με την Επανάσταση του 1848.

Διάφορες μορφές στη διάρκεια της ιστορίας

Επεξεργασία

Η ημερομηνία γέννησης του βασιλείου της Γαλλίας αποτελεί αντικείμενο διαφορετικών ερμηνειών. Μετά την κατάληψη της Γαλατίας από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, τα εδάφη της σημερινής Γαλλίας γνώρισαν την επονομαζόμενη περίοδο της Ρωμαϊκής Γαλατίας. Η πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και οι βαρβαρικές επιδρομές συνοδεύθηκαν από την περίοδο της Αυτοκρατορίας της Γαλατίας.

 
Εξέλιξη των εδαφών της μητροπολιτικής Γαλλίας από το 985 μέχρι το 1947

Τα φραγκικά βασίλεια από τον 5ο μέχρι τον 9ο αιώνα

Επεξεργασία

Μετά τον αφανισμό της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας το 476, διάφορα βασίλεια επονομαζόμενα "βαρβαρικά" συγκροτήθηκαν σε ανεξάρτητα κράτη, όπου οι Γερμανοί άρχοντες κυβερνούσαν τόσο τους Γαλλο-ρωμαίους όσο και τους ίδιους τους πολεμιστές τους. Μετά τη νίκη των Φράγκων επί των Γαλλορωμαίων του Συάγριου και στη συνέχεια επί των υπόλοιπων γερμανικών λαών (Βησιγότθοι, Αλεμάνοι, Θουρίγγιοι, Βουργουνδοί), τα φραγκικά βασίλεια έλεγχαν το μεγαλύτερο τμήμα των παλαιών ρωμαϊκών επαρχιών της Γαλατίας, όπως και μεγάλες σε έκταση γερμανικές περιοχές. Ορισμένες παραδόσεις χρονολογούν τη γέννηση της γαλλικής μοναρχίας στη βάπτιση του Κλοβίς Α'. Από τα τέλη του Μεσαίωνα, οι Βασιλείς της Γαλλίας καταγράφονται παραδοσιακά από την εποχή των Μεροβιγγίων.

Το φραγκικό βασίλειο από τον 9ο στον 11ο αιώνα

Επεξεργασία

Οι Καρολίδες διαδέχθηκαν τους Μεροβίγγειους στην εξουσία με πρώτο εκπρόσωπό τους τον Πεπίνο τον Βραχύ ο οποίος επέβαλε τη νόμιμη ανάρρησή του αποτελώντας τον πρώτο εστεμμένο βασιλιά της Γαλλίας. Ο γιος του Καρλομάγνος στέφθηκε το 800 Αυτοκράτορας της Δύσης, δημιουργώντας έτσι την Αυτοκρατορία των Καρολιδών (ή και Καρολίγγεια Αυτοκρατορία). Από τις αρχές του 9ου αιώνα έγιναν πιο συγκεκριμένα τα χαρακτηριστικά του φεουδαλισμού με τη δημιουργία ισχυρών αγροτικών φέουδων και τη δυνατότητα κληροδότησης των τίτλων, των εδαφών, αλλά και των υπόλοιπων προνομίων. Μετά τη βασιλεία του Λουδοβίκου του Ευσεβή, τα εδάφη του αρχικού βασιλείου των Φράγκων έγιναν γνωστά υπό το όνομα Φραγκία.

Το 843 το Συνθήκη του Βερντέν διαμέλισε την Καρολίγγεια Αυτοκρατορία στους εγγονούς του Καρλομάγνου. Ο Λουδοβίκος ο Γερμανικός έλαβε την Ανατολική Φραγκία (περιοχές της σημερινής Γερμανίας) ενώ ο Κάρολος ο Φαλακρός και ο Λοθάριος έλαβαν τη Δυτική Φραγκία και τη Μέση Φραγκία αντίστοιχα. Στο δυτικό τμήμα της πρώην αυτοκρατορίας η φεουδαρχική αποδιάρθρωση αποδείχθηκε σύντομη και ο Κάρολος ο Φαλακρός έχασε σύντομα κάθε δικαιοδοσία πέραν του Λίγηρα. Η Καρολίγγεια αυτοκρατορία επανενώθηκε για τελευταία φορά υπό τον Κάρολο τον Παχύ (885-887).

Η εξασθένηση των Καρολιδών εντάθηκε λόγω της διαμάχής τους με τους Βίκινγκ, στους οποίους ο Κάρολος ο Απλός παραχώρησε με τη συνθήκη του Σαιν-Κλαιρ-συρ-Επτ μια περιοχή που επρόκειτο να αποτελέσει το Δουκάτο της Νορμανδίας. Οι Ροβερτιανοί σταδιακά αντικατέστησαν τους Καρολίδες και το 987 ο Ούγος Καπέτος διαδέχθηκε το τελευταίο μέλος της Δυανστείας των Καρολιδών, τον Λουδοβίκο Ε'.

Το βασίλειο της Γαλλίας

Επεξεργασία

Οι απευθείας Καπετίδες

Επεξεργασία
 
Πορτραίτο του Ούγου Καπέτου

Με την άνοδο στον θρόνο του Ούγου Καπέτου και στη συνέχεια του γιου του Ροβέρτου, η Καρολιγγιανή δυναστεία εξαφανίζεται και ταυτοχρόνως οι πενιχρές πιθανότητες που είχαν απομείνει για την επανένωση της παλαιάς αυτοκρατορίας του Καρλομάγνου. Η Δυτική Φραγκία με αυτό τον τρόπο αποκόπηκε οριστικά από την Αυτοκρατορία των Οθωνιδών. Αυτό οδήγησε μερικές φορές στο να θεωρηθεί η βασιλεία του, μαζί με τη βάπτιση του Κλοβίς, ως ένα από τα γεγονότα που απέφεραν τη γέννηση της Γαλλίας. Αποτέλεσε τη γέννηση μιας εθνικής δυναστείας η οποία θα αντικαθιστούσε την αυστρασιακή δυναστεία των Καρολιδών. Αυτή η άποψη αναπτύχθηκε ιδιαιτέρως στη διάρκεια του 19ου αιώνα κατά τη συγγραφή των βιβλίων της ιστορίας της χώρας. Ο Ούγος Καπέτος εγκαινίασε το έθιμο να στέφει ο μονάρχης τον μεγαλύτερο υιό του όσο αυτός ζει, προσδίδοντας έτσι στη γαλλική μοναρχία μια νομιμοφάνεια και μια συνέχεια που ήταν εντελώς καινοτόμες έννοιες. Τα βασιλικά εδάφη αυξήθηκαν αλλά οι διάδοχοι του Ούγου Καπέτου στάθηκαν τις περισσότερες φορές ανίκανοι να αντιδράσουν μπροστά στην απειθαρχία των τοπικών αρχόντων και διαδραμάτισαν ήσσονα ρόλο στα μεγάλα γεγονότα της εποχής τους, όπως η Νορμανδική κατάκτηση της Αγγλίας ή η Α' Σταυροφορία. Τελικά την περίοδο του Λουδοβίκου τον Παχέος που η γαλλική μοναρχία βίωσε μια αφύπνιση που σταθεροποίησε και αύξησε τη βασιλική εξουσία. Ο Λουδοβίκος Ζ', νυμφευόμενος την Ελεονώρα της Ακουιτανίας, δημιουργεί νέους δεσμούς ανάμεσα στη μοναρχία και το νότιο τμήμα της Γαλλίας. Αλλά ο τερματισμός αυτού του γάμου οδηγεί σε έναν νέο γάμο της Ελεονώρας, αυτή τη φορά με τον κόμη του Ανζού Ερρίκο Πλανταγενέτη, που στη συνέχεια γίνεται βασιλιάς της Αγγλίας υπό το όνομα Ερρίκος Β'. Ο βασιλιάς της Αγγλίας βρίσκεται λοιπόν να είναι επίσης ένας εξαιρετικά ισχυρός βασάλος, έχοντας στην κατοχή του μια ένωση όλων των ηγεμονιών που εκτείνονταν από τη Νορμανδία στην Ακουιτανία. Αυτό, όμως, δεν τον εμποδίζει από το να αποδίδει τις πρέπουσες τιμές στον βασιλιά της Γαλλίας.

Ο Φίλιππος Β' Αύγουστος, γιος του Λουδοβίκου Ζ' αποτελεί τον πρώτο άρχοντα που να φέρει τον τίτλο του βασιλιά της Γαλλίας. Ο γάμος του με την κόρη του κόμη της Φλάνδρας του δίνει τη δυνατότητα να αυξήσει σε σημαντικό βαθμό τα βασιλικά εδάφη. Στη συνέχεια έρχεται σε αντιπαράθεση με την ανδεγαυινή « αυτοκρατορία » των Πλανταγενετών. Εκμεταλλευόμενος τα λάθη του Ιωάννη του Ακτήμονα, αποσπά από τους Άγγλους τη Νορμανδία, το Μαιν, το Ανζού, το Πουατού και την Τουραίν. Η μάχη του Μπουβίν αποτελεί μια σημαντική επιτυχία για τη Γαλλία.

Οι κατακτήσεις και η αποτελεσματική διοίκηση του Φιλίππου Αυγούστου αναπτύσσουν το μοναρχικό Κράτος, μέσω μιας πολιτικής κεντρικοποίησης βασιζόμενη στην αστική τάξη και την ανώτερη τάξη, ενάντια στα συμφέροντα των ισχυρότερων βασάλων του βασιλείου. Οι βασιλικοί αξιωματούχοι, βάιλοι (ή ταξίαρχοι) διαχειρίζονται τις επεκτάσεις των βασιλικών εδαφών.
Η μεσαιωνική γαλλική μοναρχία κατορθώνει να έχει μια ισχυρή επιρροή σε διεθνές επίπεδο : ο Λουδοβίκος Θ' (Άγιος Λουδοβίκος) τερματίζει την αγγλογαλλική διαμάχη με το σύμφωνο του Παρισιού το 1259 και βλέπει τον εαυτό του να αναλαμβάνει "διαιτητικό" ρόλο στις διεθνείς αντιπαραθέσεις.

Οι βασιλείες των Φίλιππου Γ' του Τολμηρού και Φίλιππου Δ' του Ωραίου σταθεροποιούν ακόμη περισσότερο το Βασίλειο της Γαλλίας. Ο Φίλιππος ο Ωραίος αναλαμβάνει την ανάπτυξη του Κράτους στηριζόμενος σε νόμους εμπνευσμένους από το Ρωμαϊκό Δίκαιο και, επιθυμώντας να δείξει την ενότητα ολόκληρου του βασιλείου γύρω από το πρόσωπό του, συγκαλεί για πρώτη φορά την Εθνοσυνέλευση το 1302. Ο βασιλιάς συνεχίζει να αυξάνει τα βασιλικά εδάφη μέσω της επαναπροσάρτησης της Καμπανίας, γίνεται βασιλιάς της Ναβάρρας, και καταφέρνει να επιτύχει την εκλογή Γάλλου Πάπα, του Κλήμη Ε', που έρχεται να εγκατασταθεί στην Αβινιόν.

Μετά τον θάνατο του Φίλιππου του Ωραίου το 1314, οι τρεις γιοί του Λουδοβίκος Ι' ο Ουτέν (του οποίου ο γιος Ιωάννης Α' ο Μεταθάνατον δεν έζησε παρά μερικές μέρες), Φίλιππος Ε' ο Μακρύς και Κάρολος Δ' ο Ωραίος τον διαδέχονται. Με τον θάνατο, χωρίς αρσενικούς απογόνους, του Καρόλου Δ' σβήνει η δυναστεία των επονομαζόμενων "άμεσων Καπετιδών".

Οι Βαλουά

Επεξεργασία
 
Ο Λουδοβίκος ΙΑ'
 
Έμβλημα του βασιλείου της Γαλλίας κατά την περίοδο βασιλείας του Καρόλου ΣΤ΄
 
Σημαία με τους κρίνους-έμβλημα των Γάλλων βασιλέων
 
Ο Φραγκίσκος Α'

Με τον θάνατο του Καρόλου Δ' η κρίση της διαδοχής έλαβε τέλος όταν ο Φίλιππος του Βαλουά, εξάδελφος του αποθανόντα βασιλιά, έγινε βασιλιάς της Γαλλίας με το όνομα Φίλιππος ΣΤ΄. Ο εξάδελφος του τελευταίου, Εδουάρδος Γ' της Αγγλίας, διεκδίκησε τον γαλλικό θρόνο αλλά το δικαίωμά του στη διαδοχή τέθηκε υπό αμφισβήτηση καθώς ήταν διάδοχος από τη θηλυκή γραμμή διαδοχής και ερχόταν σε αντίθεση με ένα άρθρο του Σαλικού νόμου (loi salique), ο οποίος απαγόρευε την ανάρρηση γυναικών στον θρόνο, που ενεργοποιήθηκε εκ νέου ειδικά για τη συγκεκριμένη περίπτωση. Ο Εκατονταετής Πόλεμος, ο οποίος προέκυψε από τις αγγλικές διεκδικήσεις στον γαλλικό θρόνο, αποδείχθηκε ιδιαίτερα δυσχερής για το βασίλειο της Γαλλίας το οποίο βίωσε μια σειρά μεγάλων στρατιωτικών αποτυχιών. Το 1346, οι Άγγλοι συνέτριψαν τους Γάλλους στη μάχη του Κρεσύ, ενώ το 1356 κατά τη διάρκεια της μάχης του Πουατιέ ο Ιωάννης ο Καλός αιχμαλωτίσθηκε. Ο γιος του, Δελφίνος (dauphin, διάδοχος) Κάρολος ο οποίος ήταν αντιβασιλέας, και μελλοντικός Κάρολος Ε', βρέθηκε αντιμέτωπος με μια σοβαρή πρόκληση. Αυτή συνίστατο στο ότι ο Ετιέν Μαρσέλ προσπάθησε με το μεγάλο διάταγμα του 1357 να μειώσει τη βασιλική εξουσία. Η απόπειρά του τελικά απέτυχε. Το 1358 οι περιοχές που βρίσκονταν στα βόρεια του Σηκουάνα έγιναν θέατρο του Grande Jacquerie, ενός λαϊκού κινήματος ενάντια στη βασιλική εξουσία. Παρόλα αυτά, η Γαλλία γνώρισε υπό τη βασιλεία του Καρόλου Ε' μια στρατιωτική ανάκαμψη. Αλλά οι συντριβές επανήλθαν λόγω της ψυχικής αστάθειας του Καρόλου ΣΤ', ενώ η Γαλλία επλήγη από τον Μαύρο Θάνατο μετά το 1347. Το 1415 η Γαλλία ηττήθηκε από τους Άγγλους υπό τον Ερρίκο Ε' της Αγγλίας στη μάχη του Αζενκούρ. Το 1420 ο τελευταίος ολοκλήρωσε τη στρατιωτική και πολιτική του υπεροχή επιτυγχάνοντας, μέσω μιας συμμαχίας με τον δούκα Φίλιππο της Βουργουνδίας, να αναγνωριστεί από το σύμφωνο της Τρουά ως ο διάδοχος του Καρόλου ΣΤ' εις βάρος του διαδόχου Καρόλου. Αλλά ο θάνατος του Ερρίκου Ε', που έλαβε χώρα λίγο καιρό πριν από αυτόν του Καρόλου ΣΤ', έθεσε σε κίνδυνο την αγγλική επιτυχία, επειδή το 1429 και μετά τη γαλλική επιτυχία στη μάχη του Παταί ο διάδοχος πείσθηκε από τη Ζαν ντ' Αρκ να στεφτεί βασιλιάς στη Ρενς. Ο Εκατονταετής Πόλεμος έληξε επίσημα το 1453 με τη νίκη των Γάλλων, προς όφελος του Καρόλου Ζ' (γνωστού ως Νικηφόρου ή ωφελημένου. Ο πόλεμος ταυτόχρονα συενπικούρησε στη γέννηση ενός αισθήματος εθνικής ενότητας[2][3] και ενδυνάμωσε ουσιαστικά τον θεσμό της βασιλείας. Η Νομική Κύρωση της Μπουρζ το 1438 περιόρισε τη δκαιοδοσία του Πάπα στα ζητήματα του βασιλείου· ο βασιλιάς ορίσθηκε μοναδικός φύλακας της Εκκλησίας της Γαλλίας. Το 1475 το σύμφωνο του Πικινύ ανάμεσα στον Λουδοβίκο ΙΑ΄ και τον Εδουάρδο Δ΄ της Αγγλίας έθεσε και επίσημα πλέον τέλος στον πόλεμο, θέτοντας την ίδια στιγμή τέρμα στις βλέψεις του δούκα της Βουργουνδίας Καρόλου του Τολμηρού ο οποίος προσπαθούσε να αναζωογονήσει την αντιπαράθεση συμμαχώντας με τον Εδουάρδο Δ΄.

Ο Λουδοβίκος ΙΑ΄, γιος και διάδοχος του Καρόλου Ζ΄, ανέλαβε να διαλύσει τη συμμαχία των μεγάλων φεουδαρχών νικώντας το 1465 την εξέγερση της Λίγκας του Κοινού Καλού, εξουδετέρωσε τον Κάρολο τον Τολμηρό το 1477, διέλυσε τις αξιώσεις του Οίκου των Αρμανιάκ και αύξησε περαιτέρω τα εδάφη του βασιλείου. Η χώρα μετά τον πόλεμο γνώρισε μια μεγάλη δημογραφική αύξηση κατά τη διάρκεια του 15ου αιώνα,[4] και η γαλλική μοναρχία συνέχισε τη μετεξέλιξή της σε μια απολυταρχική μορφή στο κατώφλι της σύγχρονης εποχής. Οι Πόλεμοι της Ιταλίας ενάντια στους Αψβούργους, που ξεκίνησαν υπό τη βασιλεία του Καρόλου Η' και συνεχίσθηκαν υπό τον Λουδοβίκο ΙΒ', τον Φραγκίσκο Α' και τον Ερρίκο Β', αντικατοπτρίζουν την πολιτική και στρατιωτική αναγέννηση της Γαλλίας μετά τον Εκατονταετή Πόλεμο. Ο Κάρολος Η' και ο Λουδοβίκος ΙΒ' ενίσχυσαν την εικόνα του βασιλιά-δικαστή με την έκδοση νόμων σχετικά με τη δικαιοσύνη το 1493, το 1499 και το 1510[5]. Με την ένωση με τη Βρετάνη και την κατάσχεση των εδαφών του connétable του Μπουρμπόν, τα βασιλικά εδάφη αντιστοιχούσαν υπό τη βασιλεία του Φραγκίσκου Α΄ σχεδόν στα εδάφη της σημερινής Γαλλίας. Η Γαλλία γνώρισε μια οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη κατά την οποία οι πόλεις αποτελέσαν τους πόλους της ανάπτυξης της οικονομίας και της διανόησης[6]. Ο Φραγκίσκος Α' προσπάθησε να εκλεγεί στον θρόνο της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας αλλά τελικά εκλέχθηκε το 1519 ο Κάρολος Α΄ της Ισπανίας. Η βασιλεία του σηματοδοτήθηκς από την αντιπαλότητα με τον Οίκο της Αυστρίας, την ευρωπαϊκή κυριαρχία του οποίου προσπάθησε να θέσει εν αμφιβόλω[7]. Το Κονκορδάτο της Μπολόνια που συμφωνήθηκε με τον Πάπα το 1516 έθεσε τέλος στη Νομική Κύρωση της Μπουρζ επιτρέποντας πάντως τη βασιλική εξουσία να ελέγχει τα μεγάλα εκκλησιαστικά έσοδα. Ούτως ο βασιλιάς εδύνατο να ελέγχει τις μεγάλες αριστοκρατικές οικογένειες καθώς όλοι οι διορισμοί στις εκκλησιαστικές θέσεις απαιτούσαν μια βασιλική πρόταση[8]. Ο Φραγκίσκος Α' ανέλαβε επίσης να εκσυγχρονίσει τη διοίκηση του βασιλείου δημιουργώντας θέσεις υπουργών και ελέγχοντας ταυτόχρονα τις επαρχίες μέσω επιτρόπων. Η πολυτελής ζωή της αυλής βοήθησε ταυτόχρονα τον μονάρχη να έχει καλές σχέσεις με τους υψηλόβαθμους ευγενείς. Το 1539 το διάταγμα του Βιγιέ-Κοτρέ όρισε τη γαλλική ως επίσημη γλώσσα του βασιλείου. Για να καλυφθούν τα οικονομικά ανοίγματα οι βασιλείς αναγκάσθηκαν να αναπτύξουν την τακτική της δωροληψία κατά τη διάρκεια των εκκλησιαστικών τελετών, κάτι που βοήθησε στην ανάδεξη της αστικής τάξης.

Με τον πρόωρο θάνατο του Ερρίκου Β΄ οι τρεις γιοι του, ο Φραγκίσκος Β΄, ο Κάρολος Θ΄ και ο Ερρίκος Γ΄ ανέβηκαν στον θρόνο ο ένας μετά τον άλλον. Η ανάπτυξη της κρατικής διοίκησης που ξεκίνησε υπό τον Φραγκίσκο Α' συνεχίσθηκε, με σημαντικότερο γεγονός τη δημιουργία το 1563 ενός συμβουλίου επί των οικονομικών με σκοπό την επίλυση των προβλημάτων που δημιουργήθηκαν λόγω του υπερβολικού δανεισμού και της υπερχρέωσης κατά τους Ιταλικούς Πολέμους[9].Η μητέρα των προηγουμένων, Αικατερίνη των Μεδίκων, ανέλαβε την αντιβασιλεία κατά την ανηλικιότητα των δύο πρώτων της γιών. Από το 1562 το βασίλειο είχε να αντιμετωπίσει τους Θρησκευτικούς Πολέμους, οι οποίοι αποδείχθηκαν ιδιαίτερα αιματηροί με κορυφαίο γεγονός τη νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου το 1572. Ο Ερρίκος Γ΄ πέθανε το 1589 χωρίς διάδοχο και ούτως ο Ερρίκος, βασιλιάς της Ναβάρρας και εν διαστάσει σύζυγος της αδελφής του Καρόλου, Μαργαρίτας του Βαλουά, τον διαδέχθηκε ως Ερρίκος Δ΄.

Οι Βουρβόνοι

Επεξεργασία
 
Σημαία με κρίνους, που χρησιμοποιούνταν κατά την παρουσία μελών της βασιλικής οικογένειας
 
Ο Ερρίκος Δ΄
 
Η βασιλική σημαία, που χρησιμοποιείτο κατά την παρουσία του βασιλιά

Η βασιλεία του Ερρίκου Δ΄, ο οποίος απαρνήθηκε τον Καθολικισμό και εγκαινίασε την Καθολική Λίγκα, σηματοδότησε την απαρχή της δυναστείας των Βουρβόνων και το τέλος των θρησκευτικών πολέμων, στους οποίους έθεσε τέλος το έδικτο της Νάντης το οποίο υπογράφηκε στις 30 Απριλίου 1598. Στις 2 Μαΐου 1598 ο Ερρίκος Δ' υπέγραψε τη Συνθήκη Ειρήνης του Βερβάν θέτοντας τέλος στη διαμάχη με την Ισπανία. Στηριζόμενος στις αστικές ελίτ, των οποίων η σημασία αυξήθηκε λόγω της απληστίας της ανάληψης αξιωμάτων με κληρονομική διαδοχή, ο Ερρίκος Δ' ενδυνάμωσε τη βασιλική ισχύ και έθεσε σε τάξη ένα βασίλειο που υπέφερε από τους πολυετείς πολέμους. Σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξε ο υπουργός οικονομικών Συλλύ. Το 1610 η Γαλλία επανήλθε το επίπεδο της αγροτικής παραγωγής όπως ήταν περίπου το 1560. Ο Ερρίκος Δ' προώθησε ταυτόχρονα την εγκατάσταση αποίκων στην Αμερική και την ανάπτυξη της Νέας Γαλλίας. Η πόλη του Κεμπέκ ιδρύθηκε το 1608 από τον Σαμουήλ ντε Σαμπλέν.

Όταν ο Ερρίκος Δ' δολοφονήθηκε στις 14 Μαΐου 1610, ο γιος του Λουδοβίκος ΙΓ' ήταν μόλις εννέα ετών. Το βασιλικό θησαυροφυλάκιο έχει εν μέρει επιλέξει ως αντιβασιλέα τον στρατάρχη της Γαλλίας και εκλεκτό της βασιλομήτορος και αντιβασίλισσας Μαρίας των Μεδίκων, τον Κονσίνο Κονσίνι. Στις 24 Απριλίου 1617 ο βασιλιάς διέταξε τη δολοφονία του Κονσίνι και οδήγησε στην εξορία τη μητέρα του. Η ανάκτηση του ελέγχου του βασιλείου από τον Λουδοβίκο ΙΓ' ακολουθήθηκε από την αναζωογόνηση των κρατικών υποθέσεων υπό τον Καρδινάλιο του Ρισελιέ, ο οποίος εισήλθε στο Βασιλικό Συμβούλιο το 1624. Ο Ρισελιέ ανέλαβε να υποτάξει την ταραγμένη αριστοκρατία και να αφοπλίσει τους Προτεστάντες, οι οποίοι εξοντώθηκαν κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Λα Ροσέλ. Υπό την υπουργική του θητεία η Γαλλία έλαβε μέρος στον Τριακονταετή Πόλεμο, ο οποίος ήταν μακροχρόνιος και δαπανηρός αλλά έδωσε την ευκαιρία στη χώρα να επεκτείνει αρκετά τα σύνορά της και να ενισχύσει την πολιτική της θέση στην Ευρώπη. Αυτή η διαμάχη επιμηκύνθηκε από τον Γαλλοϊσπανικό Πόλεμο ο οποίος κατέληξε στη σημαντική αποδυνάμωση της Ισπανίας και ανύψωσε τη Γαλλία ως μέγιστη ευρωπαϊκή δύναμη.


Η απόλυτη μοναρχία στο απόγειό της
Επεξεργασία
 
Ο Λουδοβίκος ΙΔ'.
 
Βασιλικό λάβαρο του Λουδοβίκου ΙΔ'

Κατά τον θάνατο του Λουδοβίκου ΙΓ', ο γιος του Λουδοβίκος ΙΔ' ήταν μόλις τεσσάρων ετών και ούτως την αντιβασιλεία ανέλαβε η βασιλομήτωρ Άννα της Αυστρίας, και τη διακυβέρνηση ο καρδινάλιος Μαζαρέν. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του ανήλικου μονάρχη η εξέγερση της Σφενδόνης έθεσε σε δοκιμασία τη μοναρχική εξουσία, αλλά τελικά είναι οι μοναρχικοί νίκησαν εκείνη τη διαμάχη. Με τη Συνθήκη των Πυρηναίων του 1659, η Γαλλία έθεσε ένα τέλος στη διαμάχη της με την Ισπανία και αναδείχθηκε μια από τις ισχυρότερες ευρωπαϊκές δυνάμεις. Ο 17ος αιώνας αποτεέλεσε το αποκορύφωμα της γαλλικής πολιτικής υπεροχής, κάτι που απέφερε την ονομασία Grand Siècle (Μεγάλος Αιώνας). Το 1661, μετά τον θάνατο του Μαζαρέν, ο Λουδοβίκος ΙΔ' ξεκίνησε την προσωπική του βασιλεία και κατέστησε τη γαλλική βασιλεία υπόδειγμα απόλυτης μοναρχίας. Ο Ζαν-Μπατίστ Κολμπέρ συνεισέφερε στην οικονομική αναγέννηση του βασιλείου. Ο βασιλιάς είχε υπό στενό έλεγχο την αριστοκρατία και ήταν ο απόλυτος άρχοντας του βασιλείου, συγκεντρώνοντας στο πρόσωπό του όλες τις εξουσίες. Η κεντρική κυβέρνηση διαμοιράσθηκε ανάμεσα στο Conseil du Roi, τον Καγκελάριο της Γαλλίας και τέσσερις κρατικούς γραμματείς. Η Εθνοσυνέλευση δεν συγκλήθηκε ξανά και από το 1673, τα κοινοβούλια περιορίσθηκαν στην καταγραφή των βασιλικών διαταγμάτων. Το 1667 η αστυνομία αναδιοργανώθηκε υπό την εξουσία ενός υπολοχαγού της αστυνομίας. Ο απολυταρχισμός αφορούσε ταυτόχρονα και την Εκκλησία και η ανακοίνωση των Τεσσάρων Άρθρων αποτελεί μια επίσημη χάρτα του Γαλλικανισμού. Η ανοικοδόμηση του παλατιού των Βερσαλλιών το οποίο έγινε μόνιμη έδρα του βασιλιά και της αυλής από το 1682, αποτέλεσε το συμβολικό απόγειο του προσωπικού κύρους του Λουδοβίκου ΙΔ'.

Η εξωτερική πολιτική παρέμεινε το πεδίο που ανήκε αποκλειστικά στον ίδιο τον βασιλιά και οδήγησε τη Γαλλία σε μια διαδικασία δαπανηρών πολέμων, αλλά πρωτίστως νικηφόρων που έδωσαν τη δυνατότητα της αύξησης των εδαφών του βασιλείου. Ο Γαλλοολλανδικός Πόλεμος (1672-1678) απέφερε στη Γαλλία τη Φρανς-Κοντέ μέσω της Συνθήκης του Ναϊμέγκεν. Η ανάκληση του Διατάγματος της Νάντης το 1685 επιδείνωσε ακόμη περισσότερο, ενδιάμεσα, τις σχέσεις της Γαλλίας με τα γερμανικά κράτη, οδηγώντας ταυτόχρονα στην εξορία αρκετούς Ουγενότους. Ο Πόλεμος της Ένωσης του Άουγκσμπουργκ (1688-1697) έδωσε τη δυνατότητα στη Γαλλία μέσω της συνθήκης του Ράισβαϊκ να προσαρτήσει το Σάαρ και τα τέσσερα πέμπτα της Αλσατίας.

 
Ο Λουδοβίκος ΙΕ'

Ο Πόλεμος της Ισπανικής Διαδοχής (1701-1714) παρότι ήταν δαπανηρός, έθεσε τελικά ένα τέρμα στην πολιτική της γαλλικής κυριαρχίας στην Ευρώπη. Αν και ένας από τους εγγονούς του Λουδοβίκου ΙΔ' αναγνωρίσθηκε τελικά ως βασιλιάς της Ισπανίας υπό το όνομα Φίλιππος Ε', η Συνθήκη της Ουτρέχτης του επέβαλει να παραιτηθεί από τα δικαιώματά του επί του γαλλικού θρόνου. Παράλληλα, μέσα σε λίγα χρόνια η βασιλική οικογένεια, εντός της οποίας η διαδοχή φάνταζε σίγουρη, αποδεκατίσθηκε. Ο Μεγάλος Δελφίνος, γιος του Λουδοβίκου ΙΔ', πέθανε το 1711, ακολουθούμενος το 1712 και το 1714 από τους γιους του, τον δούκα της Βουργουνδίας και τον δούκα του Μπερρύ.

Με τον θάνατο του Λουδοβίκου ΙΔ', τον διαδέχθηκε ο δισέγγονός του Λουδοβίκος ΙΕ' σε ηλικία πέντε ετών. Στη διάρκεια της επανομαζόμενης περιόδου της Αντιβασιλείας, υπό την εξουσία του δούκα Φίλιππου της Ορλεάνης, η Γαλλία βίωσε μια χαλάρωση της πολιτικής της, αλλά και μια σοβαρή οικονομική κρίση με την κατάρρευση του συστήματος του Λω. Η κρίση υπό το καθεστώς της αντιβασιλείας ήταν επίσης διπλωματική, εφόσον η Γαλλία βρέθηκε απομονωμένη στην Ευρώπη απέναντι στις ναυτιλιακές μεγάλες δυνάμεις, και τη διαμάχη μεταξύ Βουρβόνων και Αψβούργων, ενώ η εξαθλίωση ενός μέρους του αγροτικού πληθυσμού και οι ταραχές με τους Ουγενότων συνέβαλαν στο κοινωνικό και πνευματικό πεδίο των δυσκολιών της χώρας[10].

Μετά τον θάνατο του καρδινάλιου του Φλερύ ο Λουδοβίκος ΙΕ' επιθύμησε να κυβερνήσει ο ίδιος, αλλά σύντομα κουράσθηκε και εγκατέλειψε τη διαχείριση της εξουσίας στις αντιμαχόμενες πλευρές. Το βασιλικό κύρος κλονίσθηκε, αλλά η βασιλεία του Λουδοβίκου ΙΕ' είναι εξίσου γνωστή για την ενίσχυση της βασιλικής και της περιφερειακής διοίκησης, και έναν εξωραϊσμό των πόλεων μέσω μιας πολιτικής μεγάλων έργων. Τα θεσμικά όργανα του βασιλείου παρέμειναν παρόλα αυτά πίσω σε σχέση με την οικονομική πραγματικότητα, και η κοινωνία διακατεχόταν από εντάσεις που οφείλονταν στην αντιπαλότητα μεταξύ των κοινωνικών τάξεων. Οι ιδέες του Διαφωτισμού οδήγησαν στη δυσφήμιση παραδοσιακών θεσμικών οργάνων και της βασιλικής εξουσίας. Με τον Επταετή Πόλεμο η Γαλλία έχασε με τη συνθήκη του Παρισιού, τα έσοδα ενός μεγάλου τμήματος των πρώτων γαλλικών αποικιακών εδαφών, εφόσον η Νέα Γαλλία κυρίως διαμελίσθηκε ανάμεσα στο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και στο Βασίλειο της Ισπανίας.

Το τέλος της μοναρχίας
Επεξεργασία
 
Ο Λουδοβίκος ΙΣΤ'

Όταν ο Λουδοβίκος ΙΣΤ' διαδέχθηκε το 1774 τον παππού του Λουδοβίκο ΙΕ', κληρονόμησε μια χώρα πολιτικά ισχυρή αλλά χρήζουσαι βαθιάς οικονομικής και κοινωνικής μεταρρύθμισης. Η συμμετοχή της Γαλλίας στον πόλεμο της αμερικάνικης ανεξαρτησίας, που αποδείχθηκε ιδιαίτερα δαπανηρός, κατέρριψε τις προσπάθειες που είχαν ξεκινήσει από τον Τυργκό κατά τη βασιλεία του Λουδοβίκου ΙΕ'. Το κράτος, το οποίο φαινόταν να έχει παραλύσει από τη σκλήρυνση των θεσμικών του οργάνων, δεν κατόρθωσε να επιλύσει την πολιτική, διοικητική και οικονομική κρίση[11][12]. Ο Λουδοβίκος ΙΣΤ' συγκάλεσε τα κοινοβούλια, τα οποία όμως τάχθηκαν με το μέρος των συντηρητικών.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1780 η χώρα βρισκόταν στα όρια της χρεοκοπίας. Ο Λουδοβίκος ΙΣΤ' συγκάλεσε τότε τη Συνέλευση των Τάξεων η οποία άρχισε τις εργασίες της στις 5 Μαΐου 1789 στο Παλάτι των Βερσαλλιών. Αλλά ο έλεγχος της κατάστασης ξέφυγε ταχύτατα από τον βασιλιά και στις: στις 17 Ιουνίου η τρίτη τάξη αυτοανακηρύχθηκε Εθνική Συνέλευση, δηλώνοντας ότι εκπροσωπεί το 98% των Γάλλων. Η κατάληψη της Βαστίλλης στις 14 Ιουλίου 1789 θεωρείται ως το πραγματικό σημείο εκκίνησης της Γαλλικής Επανάστασης. Σύντομα, έχοντας ξεπεραστεί από τα μέτρα της Εθνικής Συνέλευσης, ο βασιλιάς εξέτασε το ενδεχόμενο να εγκαταλείψει τη χώρα αλλά αναγνωρίσθηκε και επέστρεψε αναγκαστικά στο Παρίσι. Το επεισόδιο αυτό έγινε γνωστό ως φυγή στη Βαρέν και κατέστρεψε την εναπομείνασα δημοφιλία του θεσμού. Στις 3 Σεπτεμβρίου 1791 υιοθετήθηκε το πρώτο Σύνταγμα της Γαλλίας το οποίο έθεσε τέλος στη μοναρχία ελέω Θεού. Το καθεστώς της συνταγματικής μοναρχίας την αντικατέστησε αλλά διάρκεσε λιγότερο από έναν χρόνο και η κατάληψη των Ανακτόρων του Κεραμεικού τον Αύγουστο του 1792 κατέλυσε οριστικά τη μοναρχία, η οποία καταργήθηκε επίσημα στις 21 Σεπτεμβρίου. Αφότου δικάσθηκε με την κατηγορία της προδοσίας σε βάρος της πατρίδας, ο Λουδοβίκος ΙΣΤ' εκτελέστηκε στις 21 Ιανουαρίου 1793.

Μετά το τέλος της περιόδου της επανάστασης και της Πρώτης Αυτοκρατορίας η Γαλλία απέκτησε πάλι το 1814 το επίσημο όνομα Βασίλειο της Γαλλίας κατά την παλινόρθωση του Οίκου των Βουρβόνων, αλλά υπό καθεστώς Συνταγματικής Μοναρχίας. Μετά από τις Τρεις Ένδοξες του 1830 η Γαλλία επέστρεψε και πάλι στο καθεστώς της μοναρχίας υπό τη μορφή της Ιουλιανής μοναρχίας. Σε αυτό το καθεστώς τον θρόνο κατείχε ο Οίκος της Ορλεάνης και ο Λουδοβίκος Φίλιππος Α΄, ο οποίος ανακηρύχθηκε βασιλιάς των Γάλλων (1830-1848).

Το κύρος του βασιλείου των Φράγκων και μετέπειτα της Γαλλίας

Επεξεργασία

Από την ίδρυση του βασιλείου των Φράγκων, αυτό απολάμβανε μεγάλου κύρους, κυρίως από τον Πάπα. Οι Φράγκοι και στη συνέχεια οι Γάλλοι υπήρξαν ιδιαίτερα ευαίσθητοι στην αναγνώριση από τους Πάπες του κύρους των βασιλέων τους και των βασιλείων τους.

  • Ο Πάπας Άγιος Γρηγόριος Α' ο Μέγας έγραψε στον Χιλδεβέρτο Β', βασιλιά των Φράγκων στην Αυστρασία[13] : "Όσο η βασιλική αξιοπρέπεια τον υψώνει (τον βασιλιά) πάνω από τους συνανθρώπους του, τόσο η φράγκικη βασιλική αξιοπρέπειά σας σας υψώνει πάνω από τους βασιλείς των άλλων εθνών".
  • Ο Πάπας Παύλος Α' ανέφερε σε μία επιστολή του προς του κληρικούς και λαϊκούς ηγέτες του βασιλείου των Φράγκων, τον πρόλογο της Loi salique, που συγγράφηκε ανάμεσα στο 757 και το 766, που εξυμνεί[14] μακροσκελώς "το λαμπρό έθνος των Φράγκων, που έχει τον Θεό για ιδρυτή".
  • Οι Πάπες απέδωσαν στον Κάρολο Μαρτέλο το επίθετο "très chrétien" (πολύ χριστιανός), και τακτικά στους απογόνους του βασιλείς των Φράγκων της δυναστείας των Καρολιγγιανών και των Καπετιδών[15], μέχρι αυτός ο τίτλος από τη βασιλεία του Καρόλου Ε' αναφέρεται στον μοναδικό βασιλιά της Γαλλίας.
  • Το κύρος του βασιλείου των Φράγκων και στη συνέχεια του βασιλείου της Γαλλίας προέρχεται από το γεγονός πως οι βασιλείς του είναι άμεσοι διάδοχοι του Κλοβίς Α', πρώτου Βάρβαρου βασιλιά που βαπτίστηκε Καθολικός και αναγνωρίστηκαν από τους Πάπες[16][17] μεγαλύτερα τέκνα της Εκκλησίας (fils aînés de l'Eglise).
  • Ο Πάπας Γρηγόριος Θ' έγραψε στον Λουδοβίκο Θ' της Γαλλίας στη βούλα Dei Filius Cujus : "Ο γιος του Θεού στις διαταγές του οποίου όλο το σύμπαν υπακούει, στην απόλαυση αυτών που υπηρετούν στον στρατό των ουρανών, συγκρότησε ως ένδειξη θεϊκής ισχύος, τα διάφορα βασίλεια σύμφωνα με τις διακρίσεις σε γλώσσα και σε φυλή, διέταξε τα διάφορα καθεστώτα των λαών στην υπηρεσία των ουράνιων εντολών. Ανάμεσά τους, όπως η φυλή του Ιούδα μεγαλώνει ανάμεσα στα τέκνα του Πατριάρχη (Ιακώβ) με δώρο μια ιδιαίτερη ευλογία, παρομοίως το βασίλειο της Γαλλίας αναγνωρίζεται από τον Κύριο ανάμεσα σε όλους του λαούς μέσω ενός προνομίου τιμής και χάρης."

Το κύρος του βασιλείου των Φράγκων ήταν αναγνωρισμένο ακόμη και από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία της Ανατολής (ή Βυζαντινή Αυτοκρατορία). Έτσι, ο Κωνσταντίνος Η' ο Πορφυρογέννητος αναφέρει[18][19] πως ένα διάταγμα που είχε συνταχθεί στον καθεδρικό της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη και που αποδιδόταν στον Κωνσταντίνο Α' όριζε πως "ένας Ρωμαίος Αυτοκράτορας απαγορευόταν δια παντός να ενωθεί με τα δεσμά του γάμου με μια γυναίκα που δεν ήταν Ρωμαία, με μοναδική εξαίρεση τους Φράγκους..." Αυτό το κύρος των Φράγκων πιθανώς να προερχόταν από τις μεγάλες καριέρες που έκαναν στον ρωμαϊκό κόσμο αρκετοί Φράγκοι αρχηγοί και τις συγγένειες που αναπτύχθηκαν ανάμεσα σε Φράγκους και Ρωμαίους, κυρίως με τον γάμο το 395 του αυτοκράτορα Αρκαδίου με την Ευδοξία, κόρη του Φράγκου πρίγκηπα Μπότο.

Παραπομπές και σημειώσεις

Επεξεργασία
  1. a et b Hervé Pinoteau, La symbolique royale française, Ve - XVIIIe siècle, P.S.R. éditions, 2004, p. 85 et 127.
  2. Encyclopaedia universalis, Volume 16, 1990, page 7
  3. Guerre de Cent Ans (1337-1453) sur Larousse.fr
  4. Janine Garrisson, Royauté Renaissance et Réforme, Seuil, 1991, page 13
  5. Janine Garrisson, Royauté Renaissance et Réforme, Seuil, 1991, page 112
  6. Janine Garrisson, Royauté Renaissance et Réforme, Seuil, 1991, pages 28-19
  7. Janine Garrisson, Royauté Renaissance et Réforme, Seuil, 1991, page 134
  8. Guy Saupin, La France à l'époque moderne, Armand Colin, 2000, page 136
  9. Guy Saupin, La France à l'époque moderne, Armand Colin, 2000, page 86
  10. Daniel Roche, La France des Lumières, Fayard, 1993, pages 407-408
  11. Jacques Bainville, Histoire de France, édition de 1996, pages 264-268
  12. Daniel Roche, La France des Lumières, Fayard, 1993, pages 417-132
  13. Hervé Pinoteau, La symbolique royale française, V × 10{{{1}}} - XVIII × 10{{{1}}} siècle, P.S.R. éditions, 2004, p. 55.
  14. Hervé Pinoteau, La symbolique royale française, V × 10{{{1}}} - XVIII × 10{{{1}}} siècle, P.S.R. éditions, 2004, p. 83.
  15. Hervé Pinoteau, La symbolique royale française, V × 10{{{1}}} - XVIII × 10{{{1}}} siècle, P.S.R. éditions, 2004, p. 125.
  16. Joseph Leclerc, Le roi de France, "fils aîné de l'Eglise". Essai historique, in : Etudes, Paris, 1933, t. 214, p. 21-36.
  17. Cardinal Paul Poupard, La France fille aînée de l'Eglise, in : Revue des deux mondes, Paris, juillet 1986, p. 37-45 et août 1986, p. 273-280.
  18. Hervé Pinoteau, La symbolique royale française, V × 10{{{1}}} - XVIII × 10{{{1}}} siècle, P.S.R. éditions, 2004, p. 64.
  19. Constantin VII Porphyrogénète, De administrando imperio, Budapest, 1949, éd., tradi Gy Moravckik, R.J.H. Jenkins, p.70-71.

Δείτε επίσης

Επεξεργασία

Βιβλιογραφία

Επεξεργασία
  • Jacques Bainville, Histoire de France, Éd. Arthème Fayard, 1924
  • Georges Duby, Histoire de la France des origines à nos jours, Larousse
  • Pierre Goubert et Daniel Roche, Les Français et l'Ancien Régime, Armand Colin, 1984
  • Marcel Marion, Dictionnaire des institutions de France XVIIe XVIIIe siècle, Picard, 1923
  • Hubert Méthivier, Le siècle de Louis XIV, PUF collection Que-sais-je, 1988