Αυτοκρατορία των Καρολιδών
Η Αυτοκρατορία των Καρολιδών (ή και Καρολίγγεια Αυτοκρατορία) (800–888) ήταν μία μεγάλη αυτοκρατορία στη δυτική και κεντρική Ευρώπη κατά τις αρχές του Μεσαίωνα. Ήταν το τελικό στάδιο στην ιστορία του βασιλείου των Φράγκων του Πρώιμου Μεσαίωνα, το οποίο κυβερνούσε η Δυναστεία των Καρολιδών. Το μέγεθος της αυτοκρατορίας στο απόγειό της περίπου το 800, ήταν 1.112.000 χλμ2, με πληθυσμό μεταξύ 10 και 20 εκατομμυρίων[1].
Αυτοκρατορία των Καρολιδών (800 - 888) | |
---|---|
Μετς, Άαχεν | |
Μοναρχία | |
Ιστορική εποχή Στέψη του Καρλομάγνου Διαίρεση Θάνατος του Καρόλου του Παχύ | Μεσαίωνας 800 843 888 |
• Σύνολο | 1.112.000 km2 |
Πληθυσμός • Εκτίμηση 800 • Πυκνότητα | 15.000.000 13,5 κατ./km2 |
Με τη διάσπασή της το 843, αντιπροσωπεύει επίσης τα πρώτα στάδια της ιστορίας του Βασιλείου της Γαλλίας και του Βασιλείου της Γερμανίας, τα οποία κατά τον Ύστερο Μεσαίωνα θα αναδεικνυόταν ως οι ισχυρές μοναρχίες της ηπειρωτικής Ευρώπης, Η Γαλλία υπό τη Δυναστεία των Καπετιδών και η Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, και κατ’ επέκταση οι πρόδρομοι των σύγχρονων κρατών της Γαλλίας και Γερμανίας. Η αρχή της Καρολίγγειας εποχής σηματοδοτείται από τη στέψη του Καρλομάγνου, ή Κάρολος ο Μέγας, από τον Πάπα Λέοντα Γ΄ τα Χριστούγεννα του 800, και το τέλος της με το θάνατο του Κάρολου του Παχύ[2]. Καθώς ο Καρλομάγνος και οι πρόγονοί του υπήρξαν ηγεμόνες του Φραγκικού βασιλείου παλιότερα (ο παππούς του Κάρολος Μαρτέλος ουσιαστικά είχε ιδρύσει την αυτοκρατορία κατά τη διάρκεια της ζωής του, και ο πατέρας του, Πεπίνος ο Βραχύς ήταν ο πρώτος Βασιλιάς των Φράγκων), η στέψη δεν εγκαθίδρυε ουσιαστικά μια νέα αυτοκρατορία "Φραγκικά Βασίλεια" ή "Φραγκικό Στέμμα" για να αναφερθούν στις περιοχές της σημερινής Γαλλίας και Γερμανίας μεταξύ του 5ου και 9ου αιώνα.
Εγκαθίδρυση και υπεράσπιση του Φραγκικού Βασιλείου
ΕπεξεργασίαΕνώ ο Κάρολος Μαρτέλος επέλεξε να μην πάρει τον τίτλο του Βασιλιά όπως θα έκανε ο γιος του Πεπίνος Γ΄ ο Βραχύς, ή του Αυτοκράτορα, τίτλο που θα έπαιρνε ο εγγονός του Καρλομάγνος, ήταν ο απόλυτος μονάρχης ουσιαστικά όλης της σημερινής ηπειρωτικής Δυτικής Ευρώπης βόρεια των Πυρηναίων. Μόνο τα υπόλοιπα Σαξονικά βασίλεια, τα οποία είχε μερικώς κατακτήσει, η Λομβαρδία, και η Ισπανική Μαρκιωνία ήταν οι μόνες σημαντικές προσθήκες στο Φραγκικό βασίλειο μετά το θάνατό του
Ο Μαρτέλος ήταν επίσης ο ιδρυτής όλων των φεουδαρχικών συστημάτων και της οργάνωσης της αριστοκρατίας που χαρακτήρισαν την Καρολίγγεια Αυτοκρατορία και την Ευρώπη γενικότερα κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, παρόλο που οι γιοι και οι εγγονοί του θα πιστωνόταν τις καινοτομίες του. Παραπέρα, ο Μαρτέλος πήρε μια θέση στην Ιστορία με την υπεράσπιση της Χριστιανικής Ευρώπης εναντίον του Μουσουλμανικού στρατού στη Μάχη της Τουρ το 732. Οι Σαρακηνοί της Ιβηρικής Χερσονήσου είχαν συνδυάσει το ελαφρύ ιππικό των Βέρβερων με το βαρύ ιππικό των Αράβων, δημιουργώντας ένα φοβερό στρατό ο οποίος δεν είχε σχεδόν ποτέ νικηθεί. Οι Χριστιανικές Ευρωπαϊκές δυνάμεις δεν είχαν στο μεταξύ στη διάθεσή τους το ισχυρό εργαλείο του αναβολέα. Στη νίκη του αυτή, ο Κάρολος κέρδισε το προσωνύμιο Martel ("το Σφυρί"). Ο Έντουαρντ Γκίμπον, ο ιστορικός της Ρώμης και της επόμενης εποχής, αποκάλεσε τον Κάρολο Μαρτέλο "ανυπέρβλητο πρίγκιπα της εποχής του."
Ο Πεπίνος Γ΄ δέχτηκε την ονομασία του σε βασιλιά από τον Πάπα Ζαχαρία περίπου το 751. Η βασιλεία του Καρλομάγνου άρχισε με το θάνατο του Πεπίνου του 768. Προχώρησε στην ανάληψη του ελέγχου του βασιλείου με το θάνατο του αδελφού του, συν-κληρονόμου του Πεπίνου. Το 800 ο Καρλομάγνος στέφτηκε Αυτοκράτορας των Ρωμαίων[3].
Η Αυτοκρατορία κατά τη βασιλεία του Καρλομάγνου (768–814)
ΕπεξεργασίαΗ Αυτοκρατορία των Καρολιδών κατά τη βασιλεία του Καρλομάγνου συμπεριλάμβανε όλη τη Δυτική Ευρώπη, όπως κάποτε η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Αντίθετα από τους Ρωμαίους που έκαναν επιχειρήσεις πέρα από το Ρήνο μόνο για αντεκδίκηση μετά την καταστροφή στη Μάχη του Τευτοβούργιου δρυμού (9 μ.Χ.), ο Καρλομάγνος συνέτριψε αποφασιστικά όλη την αντίσταση των γερμανικών φυλών, και επέκτεινε το βασίλειό στον Έλβα, επηρεάζοντας γεγονότα σχεδόν μέχρι τις Ρωσικές Στέπες.
Πριν το θάνατο του Καρλομάγνου, η Αυτοκρατορία μοιράστηκε μεταξύ διάφορων μελών της Δυναστείας των Καρολιδών. Μεταξύ αυτών, ο γιος του Κάρολος ο Νεότερος ο οποίος πήρε τη Νευστρία, ο βασιλιάς Λουδοβίκος ο Ευσεβής ο οποίος πήρε την Ακουιτανία, και ο βασιλιάς Πεπίνος την Ιταλία. Ο Πεπίνος πέθανε με έναν νόθο γιο, τον Βερνάρδο της Ιταλίας το 810, ενώ ο Κάρολος ο Νεότερος χωρίς απογόνους το 811. Παρόλο που ο Βερνάρδος διαδέχτηκε τον Πεπίνο ως βασιλιάς της Ιταλίας, π Λουδοβίκος έγινε συν-αυτοκράτορας το 813, και όλη η Αυτοκρατορία πέρασε σ’ αυτόν με το θάνατο του Καρλομάγνου το χειμώνα του 814[4].
Η Αυτοκρατορία μέχρι τη Συνθήκη του Βερντέν (814–840)
ΕπεξεργασίαΟ Λουδοβίκος ο Ευσεβής χρειαζόταν συχνά να μάχεται για τον έλεγχο της Αυτοκρατορίας. Ο Βασιλιάς Βερνάρδος της Ιταλίας πέθανε το 818 στη φυλακή, αφού είχε επαναστατήσει τον προηγούμενο χρόνο, και η Ιταλία επέστρεψε ξανά στον έλεγχο της Αυτοκρατορίας. Η εκδήλωση μεταμέλειας του Λουδοβίκου το 822 για το θάνατο του Βερνάρδου, μείωσε σε μεγάλο βαθμό το γόητρό του ως Αυτοκράτορα στα μάτια της αριστοκρατίας. Εν τω μεταξύ το 817, ο Λουδοβίκος είχε ιδρύσει τρία νέα Καρολίγγεια Βασίλεια για τους γιους του από τον πρώτο γάμο: ο Λοθάριος Α΄ έγινε Βασιλιάς της Ιταλίας και συν-Αυτοκράτορας, ο Πεπίνος Α΄ έγινε Βασιλιάς της Ακουιτανίας, και ο Λουδοβίκος ο Γερμανικός έγινε Βασιλιάς της Βαυαρίας. Οι προσπάθειές του το 823 να βάλει στη διαθήκη τον τέταρτο γιο του από τον δεύτερο γάμο του, Κάρολο τον Φαλακρό, συνάντησαν την αντίδραση των μεγαλύτερων γιων του, και τα τελευταία χρόνια της βασιλιάς του Λουδοβίκου του Ευσεβή μάστισε ο εμφύλιος πόλεμος.
Από τον Λοθάριο αφαιρέθηκε η συν-βασιλεία ως αυτοκράτορα το 829 και εκδιώχθηκε από την Ιταλία, αλλά την επόμενη χρονιά οι γιοι του επιτέθηκαν στην Αυτοκρατορία του Λουδοβίκου και τον εκθρόνισαν για να πάρει τη θέση του ο Λοθάριος. Την επόμενη χρονιά ο Λουδοβίκος επιτέθηκε στα βασίλεια των γιων του, αφαίρεσε από τον Λοθάριο τον αυτοκρατορικό τίτλο, και έδωσε το Βασίλειο της Ιταλίας (μαζί με τον τίτλο) στον Κάρολο. Ο Πεπίνος και ο Λουδοβίκος ο Γερμανικός επαναστάτησαν το 832, ακολουθούμενοι από το Λοθάριο το 833, και μαζί φυλάκισαν τον Λουδοβίκο τον Ευσεβή και τον Κάρολο. Το 835 έγινε ειρήνη μεταξύ της οικογένειας, και ο Λουδοβίκος επανήρθε στον αυτοκρατορικό θρόνο. Όταν πέθανε ο Πεπίνος το 838, ο Λουδοβίκος έστεψε βασιλιά της Ακουιτανίας τον Κάρολο, ενώ η αριστοκρατία εξέλεξε τον γιο του Πεπίνο, Πεπίνος Β΄, διαμάχη που δεν λύθηκε μέχρι το θάνατο του Πεπίνου. Όταν τελικά ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής πέθανε το 840, ο Λοθάριος διεκδίκησε ολόκληρη την αυτοκρατορία ανεξάρτητα από τους διαχωρισμούς που είχαν γίνει.
Ως συνέπεια, ο Κάρολος και ο Λουδοβίκος ο Γερμανικός άρχισαν πόλεμο εναντίον του Λοθάριου. Αφού έχασε τη Μάχη του Φοντενουά το 814, ο Λοθάριος διέφυγε στην πρωτεύουσά του, το Άαχεν, και συγκέντρωσε νέο στρατό, ο οποίος ήταν υποδεέστερος από αυτόν των μικρότερων αδελφών του. Στους Όρκους του Στρασβούργου το 842 ο Κάρολος και ο Λουδοβίκος συμφώνησαν να κηρύξουν το Λοθάριο ακατάλληλο για τον αυτοκρατορικό θρόνο. Αυτό σηματοδότησε το Ανατολικό-Δυτικό διαχωρισμό της Αυτοκρατορίας μεταξύ του Λουδοβίκου και του Κάρολου μέχρι τη Συνθήκη του Βερντέν. Θεωρούμενοι ως ορόσημο στην Ευρωπαϊκή ιστορία, οι Όρκοι του Στρασβούργου συμβολίζουν τη γέννηση της και της Γαλλίας και της Γερμανίας[5]. Ο διαχωρισμός της Αυτοκρατορίας των Καρολιδών τελικά διευθετήθηκε το 843 από και μεταξύ των τριών γιων του Λουδοβίκου του Ευσεβή με τη Συνθήκη του Βερντέν[6].
Η Αυτοκρατορία μετά τη Συνθήκη του Βερντέν (843–877)
ΕπεξεργασίαΟ Λοθάριος πήρε τον Αυτοκρατορικό τίτλο, το Βασίλειο της Ιταλίας, και της περιοχές μεταξύ των ποταμών Ρήνου και Ροδανού, επονομαζόμενα όλα μαζί Μέση Φραγκία (ή Μέσο Φραγκικό Βασίλειο). Στο Λουδοβίκο δόθηκε η βασιλεία όλων των εδαφών ανατολικά του Ρήνου και εκείνων βόρεια και ανατολικά της Ιταλίας, που ονομάστηκαν Ανατολική Φραγκία (ή Ανατολικό Φραγκικό Βασίλειο), και που ήταν ο πρόδρομος της σύγχρονης Γερμανίας. Ο Κάρολος έλαβε όλα τα εδάφη δυτικά του Ροδανού, που αποκαλέστηκαν Δυτική Φραγκία (ή Δυτικό Φραγκικό Βασίλειο).
Ο Λοθάριος αποσύρθηκε στην Ιταλία στον μεγαλύτερο γιο του Λουδοβίκο Β΄ το 844, ορίζοντάς τον συν-αυτοκράτορα το 850. Ο Λοθάριος πέθανε το 855, χωρίζοντας το βασίλειο του σε τρία μέρη: η περιοχή που κατείχε ήδη ο Λουδοβίκος παρέμεινε δική του, η περιοχή του πρώην βασιλείου της Βουργουνδίας δόθηκε στον τρίτο γιο του Κάρολο της Προβηγκίας, και οι υπόλοιπες περιοχές για τις οποίες δεν υπήρχε κάποιο χαρακτηριστικό όνομα, δόθηκαν στον δεύτερο γιο του, Λοθάριο Β΄, το οποίου το βασίλειο που τις περιελάμβανε ονομάστηκε Λοθαριγγία.
Ο Λουδοβίκος Β΄ δυσαρεστημένος που δεν πήρε επιπλέον εδάφη από αυτά που είχε, συμμάχησε με το θείο του Λουδοβίκο τον Γερμανικό εναντίον του αδελφού του Λοθάριου και του θείου του Καρόλου του Φαλακρού το 858. Ο Λοθάριος συμφιλιώθηκε με τον αδελφό του και το θείο του λίγο πιο μετά. Ο Κάρολος ήταν τόσο μη δημοφιλής που δεν μπορούσε να φτιάξει στρατό για να αποκρούσει την εισβολή, και έτσι κατέφυγε στη Βουργουνδία. Σώθηκε μόνο όταν αρνήθηκαν να στέψουν τον Λουδοβίκο Γερμανό Βασιλιά. Το 860 ο Κάρολος ο Φαλακρός εισέβαλε στο Βασίλειο της Βουργουνδίας του Κάρολου της Βουργουνδίας αλλά απωθήθηκε. Ο Λοθάριος Β΄ παραχώρησε εδάφη στον Λουδοβίκο Β΄ το 862 για την υποστήριξη στο διαζύγιο από τη γυναίκα του, διαζύγιο το οποίο προκάλεσε επανειλημμένες διαμάχες με τους θείους του και τον Πάπα. Ο Κάρολος της Βουργουνδίας πέθανε το 863, και το Βασίλειό του το κληρονόμησε ο Λουδοβίκος Β΄.
Ο Λοθάριος Β΄ πέθανε το 869 χωρίς νόμιμους κληρονόμους, και το Βασίλειό του χωρίστηκε μεταξύ του Κάρολου του Φαλακρού και του Λουδοβίκου του Γερμανικού το 870 με τη Συνθήκη του Μέρσεν. Στο μεταξύ, ο Λουδοβίκος ο Γερμανικός ήταν σε διαμάχη με τους τρεις γιους του. Ο Λουδοβίκος Β΄ πέθανε το 875, και ονόμασε διάδοχό του τον μεγαλύτερο γιο του Λουδοβίκου του Γερμανικού, Καρλομάν της Βαυαρίας. Ο Κάρολος ο Φαλακρός έχοντας την υποστήριξη του Πάπα, στέφτηκε και Βασιλιάς της Ιταλίας, και Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Την επόμενη χρονιά πέθανε ο Λουδοβίκος ο Γερμανικός. Ο Κάρολος προσπάθησε να προσαρτήσει το βασίλειό του, αλλά υπέστη αποφασιστική ήττα στη Μάχη του Άντερναχ, και η Ανατολική Φραγκία μοιράστηκε μεταξύ του Λουδοβίκου του Νεότερου, του Καρλομάν της Βαυαρίας, και του Κάρολου του Παχύ.
Παρακμή της Αυτοκρατορίας (877–888)
ΕπεξεργασίαΗ Αυτοκρατορία μετά το θάνατο του Κάρολου του Φαλακρού δεχόταν επίθεση στα βόρεια α και τα δυτικά από τους Βίκινγκς, και ταρασσόταν από εσωτερικές διαμάχες από την Ιταλία μέχρι τη Βαλτική, και από την Ουγγαρία στα ανατολικά μέχρι την Ακουιτανία στα Δυτικά. Ο Κάρολος ο Φαλακρός πέθανε το 877 και τον διαδέχτηκε ο γιος του, Λουδοβίκος ο Τραυλός ως βασιλιάς της Δυτικής Φραγκίας, αλλά ο τίτλος του Αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας χήρευε. Ο Λουδοβίκος ο Τραυλός ήταν φιλάσθενος, και πέθανε δύο χρόνια αργότερα, και το βασίλειό του μοιράστηκε μεταξύ τον δύο μεγαλύτερων γιων του: ο Λουδοβίκος Γ΄ πήρε τη Νευστρία και τη Φραγκία, και ο Καρλομάν Β΄ την Ακουιτανία και τη Βουργουνδία. Το Βασίλειο της Ιταλίας δόθηκε τελικά στον Βασιλιά Καρλομάν της Βαυαρίας, αλλά ένα εγκεφαλικό τον ανάγκασε να το παραχωρήσει στον αδελφό του Κάρολο τον Παχύ, και τη Βαυαρία στον Λουδοβίκο της Σαξονίας. Επίσης το 879, ο Μπόζο της Βουργουνδίας ίδρυσε το Βασίλειο της Κάτω Βουργουνδίας στην Προβηγκία.
Το 881 ο Κάρολος ο Παχύς στέφτηκε Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ενώ ο Λουδοβίκος Γ΄ της Σαξονίας και ο Λουδοβίκος Γ΄ της Φραγκίας πέθαναν την επόμενη χρονιά. Η Σαξονία και η Βαυαρία ενώθηκαν με το βασίλειο του Καρόλου του Παχύ, και η Φραγκία και η Νευστρία δόθηκαν στον Καρλομάν της Ακουιτανίας, ο οποίος κατέκτησε επίσης και την Κάτω Βουργουνδία. Ο Καρλομάν σκοτώθηκε σε κυνηγητικό ατύχημα 884 μετά από ταραχώδη και αναποτελεσματική βασιλεία, και τα εδάφη του κληρονομήθηκαν από το τον Κάρολο τον Παχύ, σχηματίζοντας ουσιαστικά ξανά την Αυτοκρατορία του Καρλομάγνου.
Ο Κάρολος, που έπασχε, πιστεύεται, από επιληψία, δεν μπορούσε να ασφαλίσει το βασίλειο από τις επιδρομές των Βίκινγκς, και αφού εξαγόρασε την αποχώρησή τους από το Παρίσι το 886, χαρακτηρίστηκε από την Αυλή ως δειλός και ανίκανος. Την επόμενη χρονιά, ο ανιψιός του, ο Αρνούλφος της Καρινθίας, νόθος γιος του Καρλομάν της Βαυαρίας, επαναστάτησε. Αντί να πολεμήσει την επανάσταση, ο Κάρολος διέφυγε και πέθανε το 888, αφήνοντας την επικράτειά του διχασμένη και τη διαδοχή σε χάος.
Διαχωρισμός της Αυτοκρατορίας το 887
ΕπεξεργασίαΗ Αυτοκρατορία των Καρολιδών διαμοιράστηκε: ο Αρνούφλος διατήρησε το Δουκάτο της Καρινθίας, τη Βαυαρία, τη Λωρραίνη, και τα εδάφη της σύγχρονης Γερμανίας. Ο Κόμης του Παρισιού Όντο εκλέχτηκε Βασιλιά της Δυτικής Φραγκίας, ο Ρανούλφ Β΄ έγινε Βασιλιάς της Ακουιτανίας, η Ιταλία πήγε στον Κόμη Βερεγγάριος Α΄, η Άνω Βουργουνδία στον Ροδόλφο Α΄ της Βουργουνδίας, και η Κάτω Βουργουνδία στον Λουδοβίκο τον Τυφλό, γιο του Μπόζο της Αρλ, Βασιλιά της Κάτω Βουργουνδίας και εγγονό του Αυτοκράτορα Λουδοβίκου Β΄ από τη μεριά της μητέρας του. Το υπόλοιπο μέρος της Λοθαριγγίας έγινε το Δουκάτο της Βουργουνδίας[7].
Χαρακτηριστικά στρατού
ΕπεξεργασίαΓια καιρό θεωρούταν ότι η επικράτηση του Καρολίγγειου στρατού βασιζόταν στην "επανάσταση του ιππικού" του Κάρολου Μαρτέλου τη δεκαετία του 730. Όμως, ο αναβολέας, που καθιστούσε δυνατή την 'επίθεση αστραπή' του ιππικού με δόρατα, δεν ήρθε στο Φραγκικό βασίλειο μέχρι τα τέλη του 8ου αιώνα[8]. Αντίθετα, η επιτυχία της Καρολίγγειας στρατιωτικής μηχανής βασιζόταν κυρίως στις καινοτόμες τεχνολογίες της πολιορκίας, και στην άριστη οργάνωση και υπολογισμό των προετοιμασιών[9]. Όμως, μεγάλος αριθμός αλόγων χρησιμοποιήθηκαν στο Φραγκικό στρατό κατά τα χρόνια του Καρλομάγνου, καθώς αυτά παρείχαν γρήγορη μεταφορά στρατευμάτων σε μεγάλες αποστάσεις, κάτι που ήταν σημαντικότατο για το δημιουργία και τη διατήρηση μιας τέτοιας μεγάλης αυτοκρατορίας[8].
Δημογραφικά
ΕπεξεργασίαΟι μεγαλύτερες πόλεις στην Αυτοκρατορία του Καρλομάγνου περίπου το 800 μ.Χ. ήταν:
Ρώμη 50.000, Παρίσι 25.000, Ρέγκενσμπουρκ 25.000, Μετς 25.000, Μάιντς 20.000, Σπάιερ 20.000, Τουρ 20.000, Τριρ 15.000, Κολονία 15.000, Λυών 12.000, Βορμς 10.000, Πουατιέ 10.000, Προβέν 10.000, Ρεν 10.000, Ρουέν 10.000[10][11][12].
Σύγχρονες χώρες στην επικράτεια της Φραγκικής Αυτοκρατορίας
ΕπεξεργασίαΠαρακάτω είναι ο κατάλογος των σύγχρονων χωρών που βρισκόταν όλες ή μέρος τους στη Φραγκική Αυτοκρατορία στο απόγειό της ακριβώς πριν τη Συνθήκη του Βερντέν το 843.
|
| |
|
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ Post-Roman towns, trade and settlement in Europe and Byzantium – Joachim Henning – Google Břger. Books.google.dk. Ανακτήθηκε στις 26 Μαρτίου 2013.
- ↑ «Carolingian Empire». A Dictionary of World History. Ανακτήθηκε στις 7 Απριλίου 2008.
- ↑ Rosamond McKitterick, Charlemagne: The Formation of a European Identity, Cambridge University Press, 2008 ISBN 978-0-521-88672-7
- ↑ Joanna Story, Charlemagne: Empire and Society, Manchester University Press, 2005 ISBN 978-0-7190-7089-1
- ↑ «Die Geburt zweier Staaten – Die Straßburger Eide vom 14. Februar 842 | Wir Europäer | DW.DE | 21.07.2009». Dw-world.de. 21 Ιουλίου 2009. Ανακτήθηκε στις 26 Μαρτίου 2013.
- ↑ Eric Joseph Goldberg, Struggle for Empire: Kingship and Conflict Under Louis the German, 817–876, Cornell University Press, 2006 ISBN 978-0-8014-3890-5
- ↑ Simon MacLean, Kingship and Politics in the Late Ninth Century: Charles the Fat and the End of the Carolingian Empire, Cambridge University Press, 2003 ISBN 978-0-521-81945-9
- ↑ 8,0 8,1 Hooper, Nicholas / Bennett, Matthew. The Cambridge Illustrated Atlas of Warfare: the Middle Ages Cambridge University Press, 1996, pg. 12–13 ISBN 0-521-44049-1, ISBN 978-0-521-44049-3
- ↑ Bowlus, Charles R. The Battle of Lechfeld and its Aftermath, August 955: The End of the Age of Migrations in the Latin West Ashgate Publishing, Ltd., 2006, pg. 49 ISBN 0-7546-5470-2, ISBN 978-0-7546-5470-4
- ↑ Bachrach. B. (2013). Charlemagne's Early Campaigns (768-777): A Diplomatic and Military Analysis. Brill. σελ. 67. ISBN 9789004244771. Ανακτήθηκε στις 6 Οκτωβρίου 2014.
- ↑ Dudley. L. (2008). Information Revolutions in the History of the West. Edward Elgar. σελ. 26. ISBN 9781848442801. Ανακτήθηκε στις 6 Οκτωβρίου 2014.
- ↑ «The Rebirth of a Communications Network: Europe at the Time of the Carolingians». papyrus.bib.umontreal.ca. Ανακτήθηκε στις 6 Οκτωβρίου 2014.