Απ' όταν έφυγες

Αμερικανική επική δραματική ταινία
(Ανακατεύθυνση από Απ' Όταν Έφυγες)

Το Απ' όταν έφυγες (αγγλικά: Since You Went Away) είναι Αμερικανική επική δραματική ταινία του 1944, σε σκηνοθεσία Τζον Κρόμγουελ. Την παραγωγή της ταινίας την έκανε ο Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ, παραγωγός επίσης των ταινιών Όσα Παίρνει ο Άνεμος (Gone With the Wind, 1939) και Ρεβέκκα (Rebecca, 1940). Πρωταγωνιστούν οι Κλοντέτ Κολμπέρ, Τζένιφερ Τζόουνς, Τζόζεφ Κότεν, Σίρλεϊ Τεμπλ και Λάιονελ Μπάριμορ. Η ταινία προτάθηκε για 9 βραβεία Όσκαρ, μεταξύ των οποίων και για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, και βραβεύτηκε με Όσκαρ Μουσικής Επιμέλειας.

Απ' όταν έφυγες
(Since You Went Away)
Το εξώφυλλο του DVD της ταινίας.
ΣκηνοθεσίαΤζον Κρόμγουελ
ΠαραγωγήΝτέιβιντ Ο. Σέλζνικ
ΣενάριοΝτέιβιντ Ο. Σέλζνικ
Βασισμένο σεΜυθιστόρημα, της Μάγκαρετ Μπιουλ Γουάιλντερ, Since You Went Away: Letters to a Soldier from His Wife (1943)
ΠρωταγωνιστέςΚλοντέτ Κολμπέρ[1][2], Τζένιφερ Τζόουνς[1], Σίρλεϊ Τέμπλ[1], Τζόζεφ Κότεν[1], Monty Woolley[1], Λάιονελ Μπάριμορ[1], Ρόμπερτ Γουόκερ[1], Χάτι ΜακΝτάνιελ[1], Άγκνες Μούρχεντ[1], Alla Nazimova[1], Adeline De Walt Reynolds[1], Γκάι Μάντισον[1], Κίναν Γουίν[1], Κρεγκ Στίβενς[1], Albert Bassermann[1], Aileen Pringle[1], Ντόροθι Άνταμς[1], Dorothy Dandridge[1], Φλόρενς Μπέιτς[1], Ίρβινγκ Μπέικον[1], Τζον Ντέρεκ[1], Lloyd Corrigan[1], Ρόντα Φλέμινγκ[1], Τέρι Μουρ[1], Τέοντορ φον Ελτζ[1], Άντριου ΜακΛάγκλιν[3], Ρουθ Ρομάν[3], Τζόναθαν Χέιλ[3], Γουόρεν Χάιμερ[3], Άντισον Ρίτσαρντς[3], Ουόλτερ Μπάλντγουιν[3], William B. Davidson[3], Τζέιμς Βέστερφιλντ[3], Χάρι Χάιντεν[3], Τζορτζ Τσάντλερ[3], Charles Williams[3], Peggy Maley[3], Μπάρμπαρα Πέπερ[3] και Ann Gillis[3]
ΜουσικήΜαξ Στάινερ
ΦωτογραφίαΣτάνλι Κορτέζ
Λι Γκαρμς
ΜοντάζΤζον Ντ. Φάουρ
Άρθουρ Φέλοουζ
Γουέιλαντ Μ. Χέντρι[4]
Εταιρεία παραγωγήςSelznick International Pictures
Vanguard Films
ΔιανομήUnited Artists
Πρώτη προβολή20 Ιουλίου 1944 (ΗΠΑ)
Διάρκεια172 λεπτά
ΠροέλευσηΗνωμένες Πολιτείες Αμερικής
ΓλώσσαΑγγλικά
Προϋπολογισμός$3.257.000[5]
Ακαθάριστα έσοδα$7 εκατομμύρια+[5]

Η ταινία διαδραματίζεται στο εσωτερικό μέτωπο των ΗΠΑ και ειδικότερα σε μια μεσαίου μεγέθους αμερικανική πόλη κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, όπου οι άνθρωποι με αγαπημένα πρόσωπα στις ένοπλες δυνάμεις προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τις μεταβαλλόμενες συνθήκες τους και να κάνουν τη δική τους συμβολή στην πολεμική προσπάθεια. Η πόλη βρίσκεται κοντά σε μια στρατιωτική βάση και μερικοί από τους χαρακτήρες είναι σε στρατεύματα που υπηρετούν τη θητεία τους.

Αν και συναισθηματικό σε ορισμένα σημεία, το Since You Went Away είναι μερικές φορές ζοφερό για τις επιπτώσεις του πολέμου στους απλούς καθημερινούς ανθρώπους. Μερικοί χαρακτήρες στο εσωτερικό μέτωπο αντιμετωπίζουν θλίψη, μοναξιά ή φόβο για το μέλλον. Τραυματίες και ανάπηροι στρατιώτες εμφανίζονται στις σκηνές του νοσοκομείου.

Η ταινία ξεκινάει με την πρόταση «Αυτή είναι η ιστορία του Ακατανίκητου Φρουρίου: του Αμερικανικού Σπιτιού... 1943».

Τον Ιανουάριο του 1943, η Άννα Χίλτον (Κλοντέτ Κολμπέρ) είναι μια νοικοκυρά της ανώτερης μεσαίας τάξης που ζει σε μια μεσαίου μεγέθους αμερικανική πόλη στις Μεσοδυτικές Ηνωμένες Πολιτείες, κοντά σε μια στρατιωτική βάση, και είναι σύζυγος του επιχειρηματία Τομ Χίλτον (ο οποίος δεν εμφανίζεται ποτέ αυτοπροσώπως στην ταινία), ο οποίος έχει προσφερθεί εθελοντικά για τον στρατό των Ηνωμένων Πολιτειών και έχει μόλις αποχαιρετήσει την οικογένειά του. Μετά την αναχώρησή του, στις 12 Ιανουαρίου 1943, η Άννα επιστρέφει στο σπίτι και αναμένει με αγωνία την επιστροφή του συζύγου της από το μέτωπο, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να σταθεί ως μάνα στις δυο τις κόρες, Τζέιν (Τζένιφερ Τζόουνς) και Μπρίτζετ (Σίρλεϊ Τεμπλ), οι οποίες βρίσκονται στην εφηβεία και ήδη αισθάνονται τα πρώτα σκιρτήματα του έρωτα. Η νοικοκυρά προσπαθεί τα πάντα για να κάνει τη ζωή των θυγατέρων της να φαίνεται όσο το δυνατόν πιο φυσιολογική χωρίς πατέρα.

Λόγω του πολέμου, υπάρχει υψηλός πληθωρισμός, ο οικογενειακός προϋπολογισμός είναι σοβαρά περιορισμένος και πολλά προϊόντα είναι σε έλλειψη, με αποτέλεσμα τη διανομή τροφίμων με δελτίο. Παράλληλα κυριαρχεί η αγωνία για την τύχη του πατέρα και συζύγου, και η Άννα διαβάζει η ίδια τα γράμματά του στις κόρες της. Η ίδια προσπαθεί να ξεπεράσει τα οικονομικά προβλήματα, νοικιάζοντας ένα δωμάτιο από τον συνταγματάρχη Γουίλιαμ Σμόλετ (Monty Woolley). Σύντομα όμως, ανησυχεί σοβαρά όταν μαθαίνει ότι η μεγαλύτερη κόρη της, Τζέιν, έχει σχέση με τον εγγονό του συνταγματάρχη, τον δεκανέα Γουίλιαμ «Μπιλ» Σμόλετ (Ρόμπερτ Γουόκερ). Η σχέση του Μπιλ και της Τζέιν αναπτύσσεται και οι δυο τους αρραβωνιάζονται, αλλά ο Μπιλ πείθει την Τζέιν να περιμένει έως τη λήξη του πολέμου για να παντρευτούν, καθώς σύντομα θα αναχωρήσει για τον πόλεμο. Ο Μπιλ στέλνεται στο εξωτερικό για να πολεμήσει και η Τζέιν στον σιδηροδρομικό σταθμό κλαίει κατά την αναχώρηση του τρένου ενώ τον αποχαιρετάει τρέχοντας πίσω από το τρένο, με δυνατές κραυγές συναισθηματικής φόρτισης (κλασική σκηνή).

Η Τζέιν είναι αποφασισμένη να κάνει περισσότερα για την πολεμική προσπάθεια και αρχίζει να εργάζεται εθελοντικά ως βοηθός νοσοκόμας στο κοντινό στρατιωτικό νοσοκομείο, όπου στέλνονται βετεράνοι που επιστρέφουν με σωματικά και ψυχικά τραύματα για να αναρρώσουν. Η οικογένεια μαθαίνει μέσω τηλεγραφήματος ότι ο Τιμ Χίλτον αγνοείται σε δράση στον νοτιοδυτικό Ειρηνικό και η αγωνία τους τότε φτάνει στο μέγιστο, ενώ λίγο καιρό αργότερα λαμβάνουν την είδηση ότι ο Μπιλ σκοτώθηκε σε δράση στο Σαλέρνο κατά τη διάρκεια της Συμμαχικής εισβολής στην Ιταλία τον Σεπτέμβριο του 1943. Οι Χίλτον και ο συνταγματάρχης θρηνούν για τη θλιβερή κατάληξη του Μπιλ. Η Άννα πιστεύει ότι πρέπει να κάνει περισσότερα μόνη της και τελικά αρχίζει να εργάζεται ως συγκολλητής για αμυντικές εργασίες σε ένα ναυπηγείο.

Κατά τις λίγες μέρες πριν από τα Χριστούγεννα του 1943, οι Χίλτον γιορτάζουν τις ημέρες των εορτών μαζί με νέους φίλους, συμπεριλαμβανομένου του στρατιώτη Ντάνι Γουίλιαμς (Κρεγκ Στίβενς), τον οποίο η Τζέιν γνώρισε έκτοτε στο νοσοκομείο, αλλά η αγωνία πάντα βαραίνει. Ευτυχώς, η Άννα λαμβάνει την Παραμονή των Χριστουγέννων του 1943 ένα τηλεγράφημα που την ενημερώνει ότι ο Τομ Χίλτον είναι ζωντανός και στο δρόμο για την επιστροφή στο σπίτι. Η ίδια και οι κόρες της αντιδρούν χαρούμενα και η ταινία τελειώνει με την πρόταση: «Να έχετε καλό θάρρος, και Αυτός θα ενισχύσει την καρδιά σας, όλες εσείς που ελπίζετε στον Κύριο» (Βίβλος, Ψαλμός 31:24).

Πληροφορίες

Επεξεργασία

Με την είσοδο των Ηνωμένων Πολιτειών στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο στις αρχές του 1942, καθιερώθηκαν γρήγορα στις ΗΠΑ διαφορετικά είδη κινηματογράφου που απεικόνιζαν τα τρέχοντα γεγονότα από διαφορετικές οπτικές γωνίες. Εκτός από τις καθαρές πολεμικές ταινίες, οι οποίες περισσότερο ή λιγότερο αυθεντικά έφεραν τις μάχες και τις συγκρούσεις στην οθόνη, υπήρξαν τότε και πολλές ταινίες που επικεντρώθηκαν στα προβλήματα και τις ανησυχίες των οικογενειών στο εσωτερικό μέτωπο, οι οποίες παρακολούθησαν τον πόνο και τους φόβους εκείνων που έμειναν πίσω για τους αγαπημένους τους με πάθος και πολύ συναίσθημα.

Στα πλαίσια αυτά, η ταινία Since You Went Away σχεδιάστηκε και γυρίστηκε ως αντιπροσωπευτικό δείγμα του τότε σκηνικού. Ήταν επική κινηματογραφική παραγωγή του τιτάνα της Χρυσής Εποχής του Χόλιγουντ Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ, και βασίστηκε στο μυθιστόρημα της συγγραφέως Μάργκαρετ Μπιουλ Γουάιλντερ (Margaret Buell Wilder) Since You Went Away: Letters to a Soldier from His Wife (Απ' όταν έφυγες μακριά: Γράμματα σε έναν στρατιώτη από τη σύζυγό του), την οποία δημοσίευσε στην Dayton Journal Herald από τα μέσα του 1942 και στην Ladies Home Journal από τον Ιούνιο του 1943. Οι φανταστικές επιστολές της συγγραφέως προς τον σύζυγό της, ο οποίος βρίσκεται στο πολεμικό πεδίο, περιγράφουν τα γεγονότα στην οικογένεια, την ανάπτυξη των δύο θυγατέρων και κάθε είδους συναισθηματικές εμπειρίες από την καθημερινή ζωή της οικογένειας.

Τον Ιούνιο του 1942, ο Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ ανακοίνωσε επίσημα ότι ήθελε να κάνει στον κινηματογράφο ένα πολεμικό δράμα. Αφού ξεκίνησε ο ίδιος μια σχετική έρευνα, σύντομα αποφάσισε να προσαρμόσει την ιστορία Since You Went Away: Letters to a Soldier from His Wife σε ταινία και στα τέλη του 1942 αγόρασε τα δικαιώματα του μυθιστορήματος για το χαμηλό ποσό των 30.000 δολαρίων. Λίγο καιρό μετά την εξαγορά, άρχισε να σχεδιάζει μια κινηματογραφική προσαρμογή. Αρχικά σχεδίαζε να σκηνοθετήσει ο ίδιος την ταινία, αλλά αργότερα αποφάσισε να αφήσει σε κάποιον άλλο βετεράνο τον ρόλο του σκηνοθέτη της ταινίας.

Τα γυρίσματα ξεκίνησαν στις 16 Σεπτεμβρίου 1943, αφού προηγουμένως ο Σέλζνικ είχε ξοδέψει πολύ χρόνο και ενέργεια στο κάστινγκ, και διήρκεσαν έως τις 15 Φεβρουαρίου 1944, με συνολικά 127 ημέρες γυρισμάτων. Ένας λόγος για τις καθυστερήσεις ήταν οι διαρκείς παρεμβάσεις του Σέλζνικ, οι οποίες ήταν διαχρονικά γνωστές στην κινηματογραφική βιομηχανία, καθώς σε κάθε ταινία του ο ίδιος βομβάρδιζε συνέχεια το αρμόδιο συνεργείο με σελίδες σημειώσεων και τηλεγραφημάτων κάθε μέρα.

Όπως προαναφέρθηκε, η ταινία αποτελεί τρανό παράδειγμα των μελοδραμάτων της περιόδου του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, που είχαν ως σκοπό να ενημερώσουν όλους εκείνους που είχαν μείνει στα σπίτια τους για το τι συνέβαινε στο μέτωπο, αλλά και να δώσουν κουράγιο στις γυναίκες που περίμεναν την επιστροφή των συζύγων τους. Ως αποτέλεσμα, η αναμονή του αγαπημένου από το μέτωπο και ο πόνος του αποχωρισμού είναι τα θέματα το οποία πραγματεύεται το φιλμ, το οποίο εκείνη την περίοδο, με διάρκεια 172 λεπτά (αφού έγιναν κάποιες μειώσεις και προσαρμογές στη χρονική διάρκεια), ήταν η μεγαλύτερη σε διάρκεια παραγωγή του Χόλυγουντ μετά το Όσα Παίρνει ο Άνεμος (Gone With the Wind, 1939), που είχε διάρκεια 238 λεπτά, επίσης σε παραγωγή του Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ. Ήταν επίσης η πρώτη ταινία της οποίας έκανε την παραγωγή ο Σέλζνικ μετά το Ρεβέκκα (Rebecca, 1940) σε παραγωγή του Άλφρεντ Χίτσκοκ, και το Απ' όταν έφυγες σηματοδότησε τη δυναμική επιστροφή του Σέλζνικ ως παραγωγός ταινιών και μάλιστα με νέα επική ταινία. Όπως μάλιστα ανέφερε συχνά ο ίδιος ο Σέλζνικ, δεν ήθελε να τον θυμούνται στο μέλλον αποκλειστικά και μόνο ως τον παραγωγό της ταινίας Όσα Παίρνει ο Άνεμος και για τον λόγο αυτό, για μεγάλο διάστημα της ζωής του μετά, επεδίωκε να δημιουργήσει έστω ακόμα ένα κινηματογραφικό έργο που να καταφέρει να την ξεπεράσει ή έστω να θεωρηθεί ισοδύναμο με την ταινία αυτή.

Στα πλαίσια αυτής της προσπάθειας, μαζί και με την τεράστια οικονομική επένδυση για το κόστος της ταινίας, ο Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ συγκέντρωσε ένα μεγαλειώδες καστ το οποίο απαρτίζεται από μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα της περιόδου: Κλοντέτ Κολμπέρ, Τζένιφερ Τζόουνς, Σίρλεϊ Τεμπλ, Τζόζεφ Κότεν, Λάιονελ Μπάριμορ, Άγκνες Μούρχεντ, Χάτι ΜακΝτάνιελ και Ρόμπερτ Γουόκερ. Έχοντας προϋπολογισμό 3.257.000 δολαρίων, έγινε η μεγαλύτερη σε χρονική διάρκεια και η ακριβότερη παραγωγή της τότε χρονικής περιόδου μετά το Όσα Παίρνει ο Άνεμος, που είχε κοστίσει 3,85 εκατομμύρια δολάρια,[6] αν και η διαφορά αυτή πρακτικώς οφείλεται στο ότι η ταινία Όσα Παίρνει ο Άνεμος γυρίστηκε έγχρωμη, ενώ η ταινία Απ' όταν έφυγες γυρίστηκε ασπρόμαυρη, καθώς το έγχρωμο φιλμ ήταν τότε εξαιρετικά ακριβό. Ο λόγος, ωστόσο, που η ταινία Απ' όταν έφυγες γυρίστηκε ασπρόμαυρη, ήταν η απεικόνιση της σκοτεινής ατμόσφαιρας του τότε τρέχοντος πολέμου, καθώς η νοοτροπία της τότε εποχής ήταν ότι μόνο οι ταινίες με ανάλαφρη θεματολογία, όπως κωμωδίες και μιούζικαλ, έπρεπε να γυρίζονται έγχρωμες, ενώ οι ταινίες με σοβαρή θεματολογία έπρεπε να γυρίζονται ασπρόμαυρες, και πρακτικώς αν μια ταινία με τόσο σκοτεινό και καταθλιπτικό περιεχόμενο γυριζόταν τότε έγχρωμη, και μάλιστα εν καιρώ πολέμου, θα εθεωρείτο σκανδαλώδης (όπως και θεωρήθηκαν τότε κάποιες έγχρωμες με πολεμικό περιεχόμενο που γυρίστηκαν την τότε εποχή).

Η Κλοντέτ Κολμπέρ αρχικά δεν ήθελε να παίξει τον ρόλο της Άννα Χίλτον, καθώς δεν της άρεσε η ιδέα του να υποδυθεί γυναίκα που έχει ήδη δυο κόρες στην εφηβεία. Ο Σέλζνικ με τη βοήθεια της αρθρογράφου (και προηγουμένως ηθοποιού) Χέντα Χόπερ, καθώς και με μια μεγάλη χρηματική αμοιβή που της προσέφερε, κατάφεραν και την έκαναν να αλλάξει γνώμη, καθώς την έπεισαν ότι θα ήταν ο κατάλληλος ρόλος γι' αυτήν. Μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις, η Κλοντέτ Κολμπέρ τελικά δέχτηκε το ρόλο έναντι αμοιβής 250.000 δολαρίων και το δικαίωμα να κάνει δύο ημέρες αμειβόμενων διακοπών το μήνα.[7] Η εργάσιμη ημέρα τελείωνε για την ηθοποιό κάθε μέρα στις 5 μ.μ. απότομα, ενώ κοντινά πλάνα επιτρέπονταν μόνο τις πρωινές ώρες. Η Κάθριν Κορνέλ είχε διαβάσει το σχετικό μυθιστόρημα της Γουάιλντερ και ενδιαφέρθηκε επίσης για το ρόλο της Άννα, ενώ επίσης και η Αϊρίν Νταν, η Έλεν Χέιζ και η Ρόζαλιντ Ράσελ ήταν όλες πιθανές υποψήφιες για τον ίδιο ρόλο, αλλά ο Σέλζνικ προτίμησε να αναθέσει το ρόλο στην Κολμπέρ.

Ο ρόλος της μεγάλης κόρης της Άννα, της Τζέιν Ντέμπορα Χίλτον, δόθηκε στην Τζένιφερ Τζόουνς, η οποία κέρδισε λίγο μετά το Όσκαρ Α' Γυναικείου Ρόλου στις 2 Μαρτίου 1944 (και μάλιστα την ημέρα των 25-ων γενεθλίων της) για την ερμηνεία της στην ταινία Ουράνια Οπτασία (The Song of Bernadette) του 1943, καθώς και Χρυσή Σφαίρα, λίγο νωρίτερα, στις 20 Ιανουαρίου 1944, για την ίδια ταινία. Η Τζόουνς και ο Σέλζνικ, είχαν ερωτική σχέση από το 1943, ενώ εκείνη ήταν παντρεμένη, και ένας από τους λόγους για τους οποίους ο Σέλζνικ ήθελε να μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το μυθιστόρημα της Γουάιλντερ, ήταν επειδή πίστευε ότι ο ρόλος της Τζέιν ήταν κατάλληλος για την Τζόουνς (ο άλλος λόγος ήταν ότι με αυτή την ταινία ο παραγωγός ήθελε να δείξει την συμπαράστασή του στον αγώνα κατά του φασισμού). Παραδόξως για τον ρόλο του νεαρού δεκανέα Μπιλ Σμόλετ επελέγη ο πρώτος σύζυγος της Τζόουνς, Ρόμπερτ Γουόκερ, με τον οποίο η ηθοποιός βρισκόταν ήδη στα χωρίσματα. Κατά μια ιστορική ειρωνεία, οι δυο εν διαστάσει σύζυγοι υποδύθηκαν στην ταινία αυτή τους ερωτευμένους. Στις 3 Μαρτίου 1944, μόλις λίγες μέρες μετά τη λήξη των γυρισμάτων και μόλις ξημέρωσε η επόμενη μέρα μετά το βράδυ της κατάκτησης του Όσκαρ της, η Τζόουνς υπέβαλε αίτηση διαζυγίου από τον Γουόκερ (σε μια αυθόρμητη, μετά την νίκη της, κίνηση που σχολιάστηκε τότε έντονα από τον Τύπο), διαζύγιο που τελικώς εκδόθηκε το 1945, και το 1949 η ίδια παντρεύτηκε τον Σέλζνικ.

Η Σίρλεϊ Τεμπλ, το κορίτσι-θαύμα του Χόλυγουντ, ήταν στην παιδική της ηλικία ένα από τα αστέρια με τις υψηλότερες εισπράξεις στο Χόλυγουντ τη δεκαετία του 1930, και χαρακτηρίστηκε τότε ως παιδί-θαύμα και για την Τεμπλ είχε μιλήσει δημόσια ακόμα και ο τότε Πρόεδρος των ΗΠΑ Φραγκλίνος Ρούζβελτ. Στη συνέχεια όμως, τα πράγματα άλλαξαν με τον ηγετικό ρόλο της στην ταινία Miss Annie Rooney του 1942, όπου έπαιξε για πρώτη φορά σε εφηβικό ρόλο, καθώς ήταν 14 ετών πλέον. Η ταινία αυτή θεωρήθηκε ανεπιτυχής, καθώς η ίδια δεν κατάφερε να πείσει σε ρόλο εφηβικής κουλτούρας, και τότε, λόγω της πίκρας της, σταμάτησε προσωρινά κάθε συμμετοχή στα κινηματογραφικά δρώμενα. Τελικώς όμως, ο Σέλζνικ την έπεισε να δεχτεί το ρόλο της μικρότερης κόρης της Άννα, της Μπρίτζετ «Μπριγκ» Χίλτον, με αποτέλεσμα η ίδια να καταφέρει μια δυναμική επάνοδο στη μεγάλη οθόνη μετά από δυο χρόνια αποχής.

Τη σκηνοθεσία της ταινίας έλαβε ο βετεράνος Τζον Κρόμγουελ, ενώ ο Σέλζνικ και ο Τάι Γκαρνέτ τον αντικατέστησαν στο σκηνοθετικό τιμόνι τις ημέρες που δεν ήταν διαθέσιμος. Οι κινηματογραφιστές της ταινίας ήταν οι Στάνλι Κορτέζ, Λι Γκαρμς, Τζορτζ Μπαρνς και Ρόμπερτ Μπρους, αν και οι τίτλοι της ταινίας δεν αναφέρουν τους δύο τελευταίους.

Κριτικές

Επεξεργασία

Η ταινία έλαβε θετικές κριτικές, κάποιοι όμως (όπως ο Μπόσλεϊ Κράουδερ των New York Times) στάθηκαν στο έντονο μελοδραματικό της ύφος, θεωρώντας ότι σε κάποιες σκηνές ήταν εξωπραγματικό και μη ρεαλιστικό, και στην υπερβολικά μεγάλη χρονική της διάρκεια, στα 172 λεπτά, τονίζοντας ότι τα ίδια γεγονότα θα μπορούσαν να είχαν αποτυπωθεί σε πολύ λιγότερο χρόνο στην οθόνη και αυτό θα είχε δώσει στην ταινία εντονότερη πλοκή.[8] Όλοι οι κριτικοί συμφώνησαν όμως ότι οι ερμηνείες των ηθοποιών ήταν εξαιρετικές, ενώ τόνισαν και την παράμετρο ότι η ταινία είχε και έντονες πατριωτικές τάσεις.

Βραβεύσεις

Επεξεργασία

Η ταινία προτάθηκε για 9 βραβεία Όσκαρ, μεταξύ των οποίων και για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, το οποίο έχασε από την ταινία Ο Δρόμος της Αγάπης (Going My Way, 1944). Η Κολμπέρ υποψήφια για Όσκαρ Α' Γυναικείου Ρόλου έχασε το βραβείο από την Ίνγκριντ Μπέργκμαν για την ταινία Εφιάλτης (Gaslight, 1944), η Τζένιφερ Τζόουνς υποψήφια για Όσκαρ Β' Γυναικείου Ρόλου έχασε το βραβείο από την Έθελ Μπάριμορ για την ταινία Στο Διάβα της Ζωής (None But the Lonely Heart, 1944) και ο Μόντι Γούλι έχασε το Όσκαρ Β' Ανδρικού Ρόλου από τον Μπάρι Φιτζέραλντ για την ταινία Ο Δρόμος της Αγάπης. Τελικώς, η ταινία κέρδισε μόνο το Όσκαρ για τη μουσική επένδυση του Μαξ Στάινερ.[9]

Βράβευση:

Υποψηφιότητα:

  • Καλύτερης Ταινίας - Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ
  • Α’ Γυναικείου Ρόλου – Κλοντέτ Κολμπέρ
  • Β’ Γυναικείου Ρόλου – Τζένιφερ Τζόουνς
  • Β’ Ανδρικού Ρόλου – Μόντι Γούλι
  • Οπτικών Εφέ - Τζακ Γκοσγρόουβ
  • Φωτογραφίας σε ασπρόμαυρη ταινία – Λι Γκραμς
  • Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης - Μαρκ Λι Κερκ και Βίκτωρ Γκέιντζλιν
  • Μοντάζ - Χαλ Κερν και Τζέιμς Νιούκομ

Ενδιαφέροντα στοιχεία

Επεξεργασία
  • Στην ταινία, η Τζέιν Ντέμπορα Χίλτον εκδηλώνει ενδιαφέρον για να προσφέρει εν καιρώ πολέμου και γίνεται βοηθός νοσοκόμας στο κοντινότερο στρατιωτικό νοσοκομείο. Το ιστορικά ενδιαφέρον είναι ότι και η ίδια η Τζένιφερ Τζόουνς που ενσάρκωσε τον ρόλο της Τζέιν, παράλληλα με την καριέρα της ως ηθοποιός, ξεκινώντας από τον Ιανουάριο του 1943 παρακολούθησε εκπαιδευτική σειρά μαθημάτων νοσηλευτικής στο νοσοκομείο Los Angeles County Hospital και στις 13 Αυγούστου 1943 αποφοίτησε και έγινε αναγνωρισμένη πτυχιούχος βοηθός νοσοκόμας, επάγγελμα που άσκησε στις ΗΠΑ βοηθώντας τους Αμερικανούς τραυματίες στρατιώτες κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και μεταγενέστερα στην Ιαπωνία και στη Νότια Κορέα το 1951 στον Πόλεμο της Κορέας, επίσης βοηθώντας τους Αμερικανούς τραυματίες στρατιώτες. Μεταγενέστερα, άσκησε το επάγγελμα αυτό, παράλληλα με την καριέρα της ως ηθοποιός, και άλλες φορές που είχε ελεύθερο χρόνο, τόσο κατά την τότε χρονική περίοδο, στη νεανική της ηλικία, όσο και στα μετέπειτα χρόνια, σε μεγαλύτερες ηλικίες.
  • Η επιλογή να γυριστεί μια ταινία σχετική με το εσωτερικό πολεμικό μέτωπο των ΗΠΑ έγινε επειδή ο Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ ήθελε να κάνει μια ταινία που να δείχνει την υποστήριξή του στην πολεμική προσπάθεια της αμερικανικής κοινής γνώμης. Σκόπιμα όμως, δεν ήθελε να κάνει μια παραδοσιακή πολεμική ταινία.
  • Αρχικά, επρόκειτο να εμφανιστεί στην ταινία και ο Νηλ Χάμιλτον, στον ρόλο του συζύγου της Άννα Χίλτον (Κλοντέτ Κολμπέρ), του επιχειρηματία Τομ Χίλτον, ο οποίος θα εμφανιζόταν σε σκηνές αναμνήσεων (κοινώς, σκηνές flashback) που υποτίθεται ότι διεδραματίστηκαν πριν ο ίδιος καταταχθεί εθελοντικά στον στρατό των Ηνωμένων Πολιτειών. Τελικώς όμως, οι σκηνές αυτές κόπηκαν και, ως αποτέλεσμα ο χαρακτήρας του Τομ Χίλτον δεν εμφανίζεται ποτέ αυτοπροσώπως στην ταινία. Η μοναδική απεικόνιση του ηθοποιού, είναι σε μια κορνίζα σε ένα υπνοδωμάτιο.
  • Με συνολική χρονική διάρκεια 1 ώρα, 15 λεπτά και 38 δευτερόλεπτα, η ερμηνεία της Τζένιφερ Τζόουνς σε αυτή την ταινία είναι η μεγαλύτερη σε χρονική διάρκεια που προτάθηκε ποτέ για Όσκαρ Β´ Γυναικείου Ρόλου, αντί για Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου.
  • Για την ακρίβεια, σε αυτή την ταινία, η 25χρονη Τζένιφερ Τζόουνς παίζει μια 17χρονη τελειόφοιτο γυμνασίου που αγαπάει τον Τζόζεφ Κότεν, καθώς εδώ ο Κότεν είναι στενός φίλος της οικογένειας της Τζόουνς και ονομάζεται απλώς θείος Τόνι. Την επόμενη χρονιά, στην ταινία Ερωτικά γράμματα (Love Letters, 1945), η Τζένιφερ υποδύεται μια 22χρονη την οποία ερωτεύεται ο Κότεν και μάλιστα έλαβε υποψηφιότητα για Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου για την ερμηνεία της.
  • Παραδόξως μάλιστα, και παρά το ότι προτάθηκε για Όσκαρ, αναφέρθηκε τότε ότι η Τζόουνς δεν ικανοποιήθηκε αρκετά με την ερμηνεία της, και υπήρξε μια αναφορά ότι ένας λόγος για αυτό, ήταν ότι η ίδια αισθάνθηκε ότι ήταν αρκετά μεγάλη σε ηλικία για τον ρόλο.
  • Αν και ο Λάιονελ Μπάριμορ εμφανίζεται έκτος στη σειρά των τίτλων, η συνολική του εμφάνιση σε ολόκληρη την ταινία διαρκεί λιγότερο από 90 δευτερόλεπτα.
  • Η εισαγωγή της ταινίας απεικονίζει έναν σκύλο μέσα στο σπίτι της οικογένειας Χίλτον. Αρχικά ο σκύλος ήταν αρσενικός, αλλά δεδομένου ότι τα γεννητικά του όργανα καταγράφονταν με μεγάλη ευκρίνεια στη φωτογραφία, θεωρήθηκε ότι κάτι τέτοιο θα ήταν σκανδαλώδες και αντικαταστάθηκε με έναν θηλυκό. Ωστόσο, η προσωπική κόπια που διατήρησε ο Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ διατήρησε την αρχική εκδοχή.
  • Μια συντομότερη εκδοχή της ταινίας επαναπροβλήθηκε το 1949, με διάρκεια 130 λεπτά, έναντι 172 λεπτών της αυθεντικής εκδοχής του 1944.
  • Στην κωμική ταινία παρωδίας Μια Απίθανη... Απίθανη Πτήση (Airplane!) του 1980 υπάρχει μια σκηνή παρωδίας της κλασικής σκηνής στην ταινία του 1944 όπου η Jane Deborah Hilton (Τζένιφερ Τζόουνς) αποχαιρετάει με δυνατές κραυγές συναισθηματικής φόρτισης τον δεκανέα Bill Smollett (Ρόμπερτ Γουόκερ) καθώς φεύγει για τον πόλεμο, τρέχοντας η ίδια πίσω από το τρένο ενώ αυτό ξεκινάει στον σιδηροδρομικό σταθμό. Μάλιστα ήταν το ίδιο σετ σιδηροδρομικού σταθμού που χρησιμοποιήθηκε στην ταινία Όσα Παίρνει ο Άνεμος του 1939, επίσης σε παραγωγή του Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ. Αντιθέτως, η σκηνή της παρωδίας διεδραματίζεται με αεροπλάνο που ξεκινάει σε αεροδρόμιο, λίγο πριν την απογείωση.

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. 1,00 1,01 1,02 1,03 1,04 1,05 1,06 1,07 1,08 1,09 1,10 1,11 1,12 1,13 1,14 1,15 1,16 1,17 1,18 1,19 1,20 1,21 1,22 1,23 1,24 www.imdb.com/title/tt0037280/fullcredits. Ανακτήθηκε στις 18  Μαΐου 2016.
  2. www.filmaffinity.com/en/film140281.html. Ανακτήθηκε στις 18  Μαΐου 2016.
  3. 3,00 3,01 3,02 3,03 3,04 3,05 3,06 3,07 3,08 3,09 3,10 3,11 3,12 3,13 (Τσεχικά) Česko-Slovenská filmová databáze. 2001.
  4. «Since You Went Away: Full Credits». Turner Classic Movies. Ανακτήθηκε στις 17 Μαΐου 2014. 
  5. 5,0 5,1 Thomson, David (1993). Showman: The Life of David O. Selznick. Abacus, p. 418.
  6. Cinema: New Picture, Jul. 17, 1944 Αρχειοθετήθηκε 2012-09-14 στο Wayback Machine. from Time magazine.
  7. Green, Paul (2011). Jennifer Jones: The Life and Films. Jefferson, North Carolina: McFarland. ISBN 978-0-786-48583-3, page 44.
  8. Since You Went Away, a Film of Wartime Domestic Life, With Claudette Colbert and Others, Opens at the Capitol, a July 21, 1944 review from The New York Times.
  9. «NY Times: Since You Went Away». The New York Times. Ανακτήθηκε στις 19 Δεκεμβρίου 2008. 

Βιβλιογραφία

Επεξεργασία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία