Τσανγκσά

πρωτεύουσα της κινεζικής επαρχίας Χουνάν

Συντεταγμένες: 28°11′46″N 112°58′20″E / 28.19611°N 112.97222°E / 28.19611; 112.97222

Το Τσανγκσά (κινεζικά: 長沙, απλοποιημένα κινεζικά: 长沙, πιν-γιν: Chángshā) είναι η πρωτεύουσα της κινεζικής επαρχίας Χουνάν στη νότια-κεντρική Κίνα. Η πόλη βρίσκεται στο κατώτερο τμήμα του ρου του ποταμού Σιανγκ, ενός παραποτάμου του Γιανγκτσέ, σε υψόμετρο 63 μέτρων. Σύμφωνα με την απογραφή του 2010, το Τσανγκσά έχει 7.044.118 κατοίκους, από τους οποίους οι 3.617.469 είναι αστικός πληθυσμός.

Τσανγκσά
Άποψη της πόλης Τσανγκσά με το στάδιο Χελόνγκ σε πρώτο πλάνο
Τοποθεσία στο χάρτη
Τοποθεσία στο χάρτη
Τσανγκσά
28°11′55″N 112°58′15″E
ΧώραΛαϊκή Δημοκρατία της Κίνας
Διοικητική υπαγωγήΧουνάν
 • Μέλος του/τηςΠαγκόσμια Ομοσπονδία Τουριστικών Πόλεων[1]
Έκταση11.815,96 km²
Υψόμετρο63 μέτρα
Πληθυσμός7.044.118
Ταχ. κωδ.410000–410999
Τηλ. κωδ.0731
Ζώνη ώραςUTC+8
ΙστότοποςΕπίσημος ιστότοπος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Το Τσανγκσά ήταν σημαντική από την εποχή της δυναστείας Τσιν (3ος αιώνα π.Χ.). Την περίοδο 750-1100 μ.Χ., το Τσανγκσά ήταν μείζον εμπορικό κέντρο και ο πληθυσμός του αυξήθηκε πολύ. Υπό τη δυναστεία Τσινγκ (1644 - 1912), έγινε πρωτεύουσα της επαρχίας Χουνάν και μεγάλη αγορά ρυζιού. Πολιορκήθηκε κατά τη διάρκεια της εξέγερση των Ταϊπίνγκ αλλά δεν κατακτήθηκε. Το Τσανγκσά ήταν το μέρος όπου ο Μάο Τσετούνγκ έγινε κομμουνιστής. Κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Σινοϊαπωνικού Πολέμου (1937-1945) κατελήφθη για σύντομο χρονικό διάστημα από τους Ιάπωνες. Η πόλη ξανακτίστηκε μετά το 1949 και σήμερα είναι κύριο λιμάνι στην ενδοχώρα, καθώς και εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο.

Ανατολικά της πόλης ιδρύθηκε το 1992 η Εθνική Ζώνη Οικονομικής και Τεχνολογικής Ανάπτυξης του Τσανγκσά. Οι κύριες βιομηχανίες της ασχολούνται με την υψηλή τεχνολογία, βιοτεχνολογία και νέα υλικά. Το αεροδρόμιο της πόλης, το Διεθνές Αεροδρόμιο Τσανγκσά Χουνγουά, απέχει από τη Ζώνη 8 χιλιόμετρα.[2] Στο Τσανγκσά άρχισε να κατασκευάζεται τον Ιούλιο του 2013 ο ουρανοξύστης Sky City (Σκάι Σίτυ), ο οποίος έχει σχεδιαστεί να έχει ύψος 838 μέτρα και 220 ορόφους, όντας ψηλότερος από το σημερινό ψηλότερο κτήριο στη Γη, το Μπουρτζ Χαλίφα.[3]

Κατά τη διάρκεια της 1ης χιλιετίας π.Χ., το Τσανγκσά ήταν το κέντρο του κράτους των Τσου στο νότιο τμήμα της κοιλάδας του ποταμού Γιανγκτσέ. Η πόλη κάποιες φορές αναφερόταν ως Τσινγκγιάνγκ σε κείμενα της Περιόδου των Εμπόλεμων Κρατών.

Υπό τη Δυναστεία Τσιν (221–206 π.Χ.) αποτέλεσε βάση για τις εκστρατείες των Τσιν στην επαρχία Κουανγκντόνγκ. Το 202 π.Χ. ήταν ήδη μια οχυρωμένη πόλη. Κατά τη διάρκεια της Δυναστείας Χαν (206 π.Χ.–220 μ.Χ.) αποτέλεσε την πρωτεύουσα του Βασιλείου της Τσανγκσά, αυτοκρατορικού φέουδου της Αυτοκρατορίας των Χαν.

Από την εποχή της Δυναστείας Χαν ονομάστηκε Κομητεία Λινξιάνγκ και ήταν έδρα της διοικητικής περιφέρειας του Τσανγκσά. Κατά τη διάρκεια της περιόδου των Τριών Βασιλείων (220-280 μ.Χ.), η Τσανγκσά αποτέλεσε εμπόλεμη ζώνη.

Η κομητεία μετονομάστηκε σε Τσανγκσά το 589, όταν έγινε έδρα της διοικητικής περιφέρειας Ταν. Την ίδια περίοδο παρόλα αυτά, απώλεσε λίγη από τη σημασία της, επειδή η διακίνηση του εμπορίου και ανθρώπων από την επαρχία Κουανγκντόνγκ άλλαξε δρόμο και κατευθυνόταν πλέον μέσω της κοιλάδας του ποταμού Γκαν στο Τζιανγκσί.

Την περίοδο της Δυναστείας Σουί (581-618), ήταν κομητεία, ενώ υπό τη Δυναστεία Τανγκ (618-907), η πόλη ήταν γνωστή ως Ταντσόου. Μετά την πτώση της Δυναστείας Τανγκ, το Τσανγκσά έγινε πρωτεύουσα του ανεξάρτητου κράτους των Τσου, ενώ αργότερα πέρασε στην εξουσία της Ύστερης Δυναστείας Τανγκ (923–937). Μεταξύ του 750 και 1100, καθώς η πόλη εξελίχθηκε σε σημαντικό εμπορικό σταθμό, ο πληθυσμός της περιοχής δεκαπλασιάστηκε.

Υπό τη Δυναστεία Μινγκ (1368–1644) και τη Δυναστεία Τσινγκ (1644–1911/12), αποτέλεσε ευρύτερη διοικητική περιφέρεια και από το 1664 ήταν η πρωτεύουσα της επαρχίας Χουνάν, ευημερώντας ως μία από τις κύριες αγορές ρυζιού της Κίνας.

Κατά τη διάρκεια της Εξέγερσης των Ταϊπίνγκ (1850-1864), πολιορκήθηκε από τους αντάρτες (1854) αλλά δεν έπεσε. Κατόπιν αποτέλεσε την κύρια βάση του αυτοκρατορικού στρατού των Τσινγκ για την καταστολή της εξέγερσης.

Το 1903, με τη Συνθήκη της Σανγκάης μεταξύ των Τσινγκ και της Ιαπωνίας, η πόλη άνοιξε τις πύλες της στο διεθνές εμπόριο. Ως αποτέλεσμα, κατασκευάστηκαν εργοστάσια, εκκλησίες και σχολεία. Μετά το άνοιγμα της σιδηροδρομικής γραμμής για το Χανκόου της επαρχίας Χουμπέι το 1918, η οποία αργότερα επεκτάθηκε στην Κουανγκτσόου (Καντόνα) της επαρχίας Κουανγκντόνγκ το 1936, ακολούθησε μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη. Παρότι όμως ο πληθυσμός αυξήθηκε, η πόλη παρέμεινε κυρίως εμπορική σε χαρακτήρα και πριν το 1937 είχε μικρή βιομηχανική ανάπτυξη, εκτός από γυαλί, βαμβάκι, και χειροποίητα αντικείμενα.

Ο Μάο Τσε-τουνγκ, ιδρυτής της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, άρχισε την πολιτική του καριέρα στο Τσανγκσά. Ήταν μαθητής στην Παιδαγωγική Σχολή του Χουνάν που βρισκόταν στο Τσανγκσά, από το 1913 έως το 1918. Αργότερα επέστρεψε ως δάσκαλος και διευθυντής δημοτικού σχολείου από το 1920 μέχρι το 1922. Η σχολή καταστράφηκε κατά τη διάρκεια του Κινεζικού Εμφυλίου Πολέμου αλλά κατόπιν αποκαταστάθηκε.

Μέχρι τον Μάιο του 1927, η κομμουνιστική επιρροή στο Τσανγκσά παρέμεινε ισχυρή, πριν εξαπολυθεί σφαγή από τη δεξιά φατρία του Εθνικιστικού Κόμματος (KMT). Η φατρία αυτή είχε δηλώσει την υποστήριξή της στον Τσιανγκ Κάι-σεκ, επιτιθέμενη εναντίον της αριστερής φατρίας του κόμματος των Εθνικιστών, που είχε αρχηγό τον Ουάνγκ Τζινγκ-ουέι, που ήταν τότε στενός σύμμαχος του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας. Ο διωγμός των κομμουνιστών και συμπαθούντων αυτών αποτέλεσε τμήμα της στρατηγικής του Τσιανγκ Κάι-σεκ για τη σταθεροποίηση της εξουσίας του στο Εθνικιστικό Κόμμα, εξασθενώντας τον έλεγχο του Ουάνγκ Τζινγκ-ουέι. Σε περίοδο είκοσι ημερών, οι δυνάμεις του Τσιανγκ εξολόθρευσαν περισσότερους από 10.000 ανθρώπους στο Τσανγκσά και τα περίχωρά του.

Κατά τη διάρκεια του Β΄ Σινοϊαπωνικού Πολέμου (1937-45) η στρατηγική περιοχή του Τσανγκσά αποτέλεσε το κέντρο τεσσάρων εκστρατειών από τους Ιάπωνες για να την καταλάβουν από τις δυνάμεις των Εθνικιστών. Η πόλη κατάφερε να αποκρούσει τις πρώτες τρεις εκστρατείες, χάρη στην ηγεσία του Ξιουέ Γιουέ, αλλά τελικώς έπεσε στα γιαπωνέζικα χέρια το 1944 για ένα χρόνο, μέχρι την ήττα των Ιαπώνων σε μια αντεπίθεσή τους και τη συνακόλουθη παράδοσή τους. Πριν τις ιαπωνικές εκστρατείες, η πόλη ήδη είχε σχεδόν καταστραφεί από την πυρκαγιά του 1938, η οποία ήταν σκόπιμη ενέργεια κατόπιν διαταγής των ηγετών της Κουομιντάγκ (Εθνικιστές), σε συνέχεια σχετικής πρότασης του Τσιανγκ Κάι-σεκ, επειδή φοβήθηκαν ότι η πόλη θα έπεφτε στα χέρια των Ιαπώνων.

Η πόλη αργότερα αποτέλεσε τμήμα της επικράτειας του τότε επεκτεινόμενου Κομμουνιστικού Κόμματος, το οποίο ολοκλήρωσε την κατάκτηση της Κίνας το 1949 με την εκδίωξη των Εθνικιστών στην Ταϊβάν.

Γεωγραφία

Επεξεργασία

Η πόλη βρίσκεται στο βορειοκεντρικό τμήμα της επαρχίας Χουνάν και περιβάλλεται από τους μεγάλους ποταμούς Σιανγκτζιάνγκ, Λιουγιάνγκ, Ουεϊσούι, Λονγκουανγκγκάνγκ, Λαοτάου. Τα πλοία σε αυτούς μεταφέρουν κυρίως αγαθά από το λιμάνι του Σιανίνγκ που βρίσκεται στο βόρειο τμήμα του Τσανγκσά.

Παραπομπές

Επεξεργασία