Πόλεμος εναντίον του Νάβιδος
Ο Λακωνικός Πόλεμος του 195 π.Χ. διεξήχθη μεταξύ της ελληνικής πόλης-κράτους της Σπάρτης και ενός συνασπισμού, που αποτελούνταν από τη Ρώμη, την Αχαϊκή Συμμαχία, την Πέργαμο, τη Ρόδο και τη Μακεδονία.
Κατά τον Β΄ Μακεδονικό Πόλεμο (200–196 π.Χ.), η Μακεδονία είχε δώσει στη Σπάρτη τον έλεγχο του Άργους, μιας σημαντικής πόλης στις ακτές του Αιγαίου της Πελοποννήσου. Η συνεχιζόμενη κατοχή του Άργους από τη Σπάρτη στο τέλος του πολέμου χρησιμοποιήθηκε ως πρόσχημα για τη Ρώμη και τους συμμάχους της, ώστε να κηρύξουν τον πόλεμο. Ο αντισπαρτιατικός συνασπισμός πολιόρκησε το Άργος, κατέλαβε τη σπαρτιατική ναυτική βάση στο Γύθειο και σύντομα απέκλεισε και πολιόρκησε την ίδια τη Σπάρτη. Τελικά, οι διαπραγματεύσεις οδήγησαν σε ειρήνη με τους όρους της Ρώμης, βάσει των οποίων το Άργος και οι παραθαλάσσιες πόλεις της Λακωνίας χωρίστηκαν από τη Σπάρτη, και οι Σπαρτιάτες αναγκάστηκαν να καταβάλουν πολεμική αποζημίωση στη Ρώμη τα επόμενα οκτώ χρόνια. Το Άργος εντάχθηκε στην Αχαϊκή Συμμαχία και οι Λακωνικές πόλεις τέθηκαν υπό την προστασία των Αχαιών.
Ως αποτέλεσμα του πολέμου, η Σπάρτη έχασε τη θέση της ως μεγάλης δύναμης στην Ελλάδα. Οι επακόλουθες σπαρτιατικές προσπάθειες να ανακτήσουν τις απώλειες απέτυχαν και ο Nάβις, ο τελευταίος κυρίαρχος ηγεμόνας, τελικά δολοφονήθηκε. Αμέσως μετά, η Σπάρτη έγινε αναγκαστικά μέλος του πρώην αντιπάλου της, της Αχαϊκής Συμπολιτείας, τερματίζοντας αρκετούς αιώνες σκληρής πολιτικής ανεξαρτησίας.
Ιστορικό
ΕπεξεργασίαΜετά το τέλος του Σπαρτιάτη αντιβασιλέα Μαχανίδα το 207 π.Χ. σε μάχη κατά της Αχαϊκής Συμπολιτείας, ο Νάβις ανέτρεψε τον βασιλιά Πέλοπα [Note 1] με την υποστήριξη μισθοφορικού στρατού, και τοποθετήθηκε στον θρόνο, ισχυριζόμενος ότι κατάγεται από τον Ευρυποντίδη βασιλιά Δημάρατο . [Note 2] [2] Μέχρι τότε, το παραδοσιακό σύνταγμα του Λυκούργου είχε ήδη χάσει το νόημά του, και στη Σπάρτη κυριαρχούσε μια ομάδα πρώην μισθοφόρων της. Ο Πολύβιος περιέγραψε τη δύναμη του Nάβιδος ως «ένα πλήθος δολοφόνων, διαρρηκτών, κλεπτών και ληστών των δρόμων». [3] Το 205 π.Χ., ο Νάβις υπέγραψε συνθήκη ειρήνης με τη Ρώμη, αλλά το 201 π.Χ. επιτέθηκε στο έδαφος της Μεσσήνης, τότε σύμμαχος και των δύο μερών, την οποία η Σπάρτη είχε κυβερνήσει μέχρι τα μέσα του 4ου αι. π.Χ. Οι Σπαρτιάτες κατέλαβαν τη Μεσσήνη, αλλά σύντομα αναγκάστηκαν να την εγκαταλείψουν, όταν έφτασε ο στρατός της Μεγαλόπολης υπό τη διοίκηση του Φιλοποίμενος. Αργότερα, ηττήθηκαν αποφασιστικά στην Τεγέα και ο Νάβις αναγκάστηκε να ελέγξει τις επεκτατικές του φιλοδοξίες για την εποχή. [4]
Κατά τη διάρκεια του Β' Μακεδονικού Πολέμου, ο Νάβις είχε άλλη δυνατότητα επέκτασης. Ο Φίλιππος Ε΄ της Μακεδονίας του πρόσφερε την πόλη του Άργους, με αντάλλαγμα να αυτομολήσει η Σπάρτη από τον ρωμαϊκό συνασπισμό και να ενταχθεί στη μακεδονική συμμαχία. [5] Ο Νάβις δέχτηκε, και έλαβε τον έλεγχο του Άργους. Όταν όμως ο πόλεμος στράφηκε εναντίον της Μακεδονίας, εντάχθηκε ξανά στον ρωμαϊκό συνασπισμό και έστειλε 600 Κρήτες [Note 3] μισθοφόρους, για να υποστηρίξουν τον ρωμαϊκό στρατό. [7] [8] Ο Φίλιππος Ε΄ αργότερα ηττήθηκε αποφασιστικά από τους Ρωμαίους στη μάχη των Κυνός Κεφαλών [9], αλλά η Σπάρτη διατήρησε στον έλεγχο του Άργους. Μετά τον πόλεμο, ο ρωμαϊκός στρατός δεν αποχώρησε από την Ελλάδα, αλλά έστειλε φρουρές σε διάφορες στρατηγικές τοποθεσίες σε όλη την Ελλάδα, για να εξασφαλίσει τα συμφέροντά του. [10]
Οι μεταρρυθμίσεις του Nάβιδος
ΕπεξεργασίαΣε αντάλλαγμα για τη βοήθειά του στον πόλεμο, η Ρώμη αποδέχθηκε την κατοχή της πόλης του Άργους από τον Νάβι. Ενώ ο Νάβις ήταν ήδη βασιλιάς της Σπάρτης, έκανε τη σύζυγό του Απία κυρίαρχη της γενέτειράς της Άργους. Στη συνέχεια, η Aπία και ο Nάβις οργάνωσαν ένα οικονομικό πραξικόπημα, κατάσχοντας μεγάλα ποσά περιουσίας από τις πλούσιες οικογένειες αυτών των πόλεων, και βασανίζοντας όσους τους αντιστέκονταν. Μεγάλο μέρος της κατασχεθείσας γης αναδιανεμήθηκε σε απελευθερωμένους είλωτες, πιστούς στον Nάβι. [7] Αφού αύξησε την επικράτεια και τον πλούτο του με την προαναφερθείσα μέθοδο, ο Νάβις άρχισε να μετατρέπει το λιμάνι του Γυθείου σε μεγάλο ναύσταθμο και οχύρωσε την πόλη της Σπάρτης. [2] Οι Κρήτες σύμμαχοί του είχαν ήδη επιτραπεί να έχουν ναυτικές βάσεις στη σπαρτιατική επικράτεια, και από αυτές τολμούσαν να κάνουν πειρατικές πράξεις. [Note 4] Η ναυτική του δύναμη πρόσφερε την ευκαιρία ακόμη και στους πολύ φτωχούς να συμμετάσχουν, ως κωπηλάτες, στην κερδοφόρα απασχόληση. Ωστόσο, η επέκταση των ναυτικών δυνατοτήτων στο Γύθειο δυσαρέστησε πολύ τα γειτονικά κράτη του Αιγαίου και τη Ρωμαϊκή Δημοκρατία.
Η κυριαρχία του Νάβιδος βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στις κοινωνικές του μεταρρυθμίσεις, και στην ανοικοδόμηση των ενόπλων δυνάμεων της Σπάρτης. Ο στρατός της Λακεδαίμονος, στη Σπάρτη, βασιζόταν παραδοσιακά σε συμμετοχή πλήρων πολιτών και περιοίκων (μια από τις ελεύθερες ομάδες μη πολιτών της Λακεδαίμονας), οι οποίοι υποστηριζόταν από ελαφρά οπλισμένους είλωτες. Από πολλές χιλιάδες την εποχή των Ελληνο-Περσικών Πολέμων, ο αριθμός των πλήρων πολιτών Σπαρτιατών είχε μειωθεί σε μερικές εκατοντάδες την εποχή του Κλεομένη Γ'. Υπήρχαν πιθανώς διάφοροι λόγοι για τη μείωση του αριθμού, ένας από τους οποίους ήταν, ότι κάθε Σπαρτιάτης που δεν μπορούσε να πληρώσει το μερίδιό του στη συσσιτεία (κοινό γεύμα για τους άνδρες στις δωρικές κοινωνίες) έχανε την πλήρη υπηκοότητά του, αν και αυτό δεν απέκλειε τους απογόνους του από συμμετοχή στην αγωγή (παραδοσιακό σπαρτιατικό καθεστώς εκπαίδευσης και κατάρτισης). Ως αποτέλεσμα, η στρατολόγηση ενός αξιοσέβαστου οπλιτικού στρατού χωρίς μισθοφόρους ή απελευθερωμένους είλωτες ήταν δύσκολη. Ο Κλεομένης Γ΄ αύξησε ξανά τον αριθμό των πλήρων πολιτών και έκανε τον σπαρτιατικό στρατό να λειτουργεί με αυξημένη εξάρτηση από πιο ελαφρά θωρακισμένους φαλαγγίτες μακεδονικού τύπου. [12] Ωστόσο, πολλοί από αυτούς τους αποκατεστημένους πολίτες σκοτώθηκαν στη μάχη της Σελλασίας και η πολιτική του Nάβιδος οδήγησε τους υπόλοιπους στην εξορία. Κατά συνέπεια, τα βαριά στρατεύματα δεν ήταν πλέον διαθέσιμα σε επαρκή αριθμό. Αυτό οδήγησε σε σοβαρή παρακμή της στρατιωτικής ισχύος της Σπάρτης και ο στόχος των μεταρρυθμίσεων του Nάβιδος ήταν να αποκατασταθεί μια τάξη πιστών υπηκόων, ικανών να υπηρετήσουν ως καλά εξοπλισμένοι φαλαγγίτες (που λειτουργούσαν σε στενό και βαθύ σχηματισμό, με μακρύτερο δόρυ από τους οπλίτες). Η απελευθέρωση των σκλαβωμένων είλωτων από τον Νάβι ήταν μια από τις πιο εξαιρετικές πράξεις στη σπαρτιατική ιστορία. Με αυτή την ενέργεια, ο Nάβις εξάλειψε έναν κεντρικό ιδεολογικό πυλώνα του παλαιού σπαρτιατικού κοινωνικού συστήματος, και τον κύριο λόγο αντίρρησης για τη σπαρτιατική επέκταση από τους γύρω πόλεις(-κράτη). Η προστασία από την εξέγερση των ειλώτων ήταν, μέχρι εκείνη τη στιγμή, το κεντρικό μέλημα της σπαρτιατικής εσωτερικής πολιτικής και η ανάγκη προστασίας από την εσωτερική εξέγερση είχε περιορίσει τον τυχοδιωκτισμό στο εξωτερικό. Η δράση του Nάβιδος κατάργησε αυτή την ανησυχία με μία μόνο κίνηση. Οι απελευθερωμένοι είλωτές του έλαβαν γη από αυτόν, και παντρεύτηκαν πλούσιες γυναίκες των εξόριστων Σπαρτιατών δημοτών (όλοι πρώην πλήρεις πολίτες) και χήρες της πλούσιας ελίτ, των οποίων οι σύζυγοι είχαν σκοτωθεί με εντολή του. [2]
Προετοιμασίες
ΕπεξεργασίαΗ Αχαϊκή Συμμαχία αναστατώθηκε, που ένα από τα μέλη της είχε παραμείνει υπό σπαρτιατική κατοχή, και έπεισε τους Ρωμαίους να επανεξετάσουν την απόφασή τους να αφήσουν ανέπαφα τα εδαφικά κέρδη της Σπάρτης. Οι Ρωμαίοι συμφώνησαν με τους Αχαιούς, καθώς δεν ήθελαν μια ισχυρή και αναδιοργανωμένη Σπάρτη, που προκαλεί προβλήματα μετά την αποχώρηση των Ρωμαίων από την Ελλάδα. [13]
Το 195 π.Χ. ο Τίτος Κουίνκτιος Φλαμινίνος, ο Ρωμαίος διοικητής στην Ελλάδα, κάλεσε ένα συμβούλιο των ελληνικών κρατών στην Κόρινθο για να συζητήσουν εάν θα κηρύξουν ή όχι τον πόλεμο στον Νάβι. Μεταξύ των κρατών των οποίων οι εκπρόσωποι συμμετείχαν, ήταν η Αιτωλική Συμπολιτεία, η Μακεδονία, η Ρώμη, η Πέργαμος, η Ρόδος, η Θεσσαλία και η Αχαϊκή Συμπολιτεία. [14] Όλα τα κράτη που εκπροσωπήθηκαν, ευνοούσαν τον πόλεμο, εκτός από την Αιτωλική Συμπολιτεία και τη Θεσσαλία, που και οι δύο ήθελαν να εγκαταλείψουν αμέσως οι Ρωμαίοι την Ελλάδα. [14] [15] Αυτά τα δύο κράτη προσφέρθηκαν να αντιμετωπίσουν τα ίδια τον Νάβι, αλλά συνάντησαν την αντίθεση από την Αχαϊκή Συμπολιτεία, η οποία αντιτασσόταν σε οποιαδήποτε πιθανή ανάπτυξη της ισχύος της Αιτωλικής Συμμαχίας. [15] Ο σύγχρονος ιστορικός Έριχ Γκρούεν έχει προτείνει, ότι οι Ρωμαίοι μπορεί να χρησιμοποίησαν τον πόλεμο ως δικαιολογία, για να σταθμεύσουν μερικές λεγεώνες στην Ελλάδα, ώστε να αποτρέψουν τους Σπαρτιάτες και την Αιτωλική Συμμαχία από το να ενωθούν με τον βασιλιά των Σελευκιδών Αντίοχο Γ', εάν αυτός εισέβαλε στην Ελλάδα. [16]
Ο Φλαμινίνος έστειλε πρώτα απεσταλμένο στη Σπάρτη, απαιτώντας από τον Νάβι είτε να παραδώσει το Άργος στην Αχαϊκή Συμμαχία, είτε να αντιμετωπίσει πόλεμο με τη Ρώμη και τους Έλληνες συμμάχους της. [17] Ο Νάβις αρνήθηκε να συμμορφωθεί με το τελεσίγραφο του Φλαμινίνου, και έτσι 40.000 Ρωμαίοι στρατιώτες και οι Έλληνες σύμμαχοί τους προέλασαν προς την Πελοπόννησο. [17] Μπαίνοντας στην Πελοπόννησο, ο Φλαμινίνος ένωσε τη δύναμή του με εκείνη του Αχαιού διοικητή Αρισταίνου, ο οποίος είχε 10.000 πεζούς και 1.000 ιππείς στις Κλεωνές. Μαζί προχώρησαν προς το Άργος. [17]
Ο Νάβις είχε διορίσει τον κουνιάδο του, τον Αργείο Πυθαγόρα, διοικητή της φρουράς του από 15.000 άνδρες στο Άργος. [18] Καθώς οι Ρωμαίοι και η Αχαϊκή Συμπολιτεία προχωρούσαν προς την πόλη, ένας νεαρός Αργείος ονόματι Δαμοκλής προσπάθησε να ξεσηκώσει επανάσταση κατά της σπαρτιατικής φρουράς. Με λίγους οπαδούς, στάθηκε στην αγορά της πόλης και φώναξε στους Αργείους, προτρέποντάς τους να ξεσηκωθούν. Ωστόσο, καμία μαζική εξέγερση δεν υλοποιήθηκε και ο Δαμοκλής και οι περισσότεροι οπαδοί του περικυκλώθηκαν και σκοτώθηκαν από τη σπαρτιατική φρουρά. [18]
Λίγοι επιζώντες από την ομάδα του Δαμοκλή διέφυγαν από την πόλη, και πήγαν στο στρατόπεδο του Φλαμινίνου. Πρότειναν στον Φλαμινίνο ότι, αν μετέφερε το στρατόπεδό του πιο κοντά στις πύλες της πόλης, οι Αργείοι θα επαναστατούσαν εναντίον των Σπαρτιατών. [18]
Ο Ρωμαίος διοικητής έστειλε το ελαφρύ πεζικό και το ιππικό του για να βρουν θέση για το νέο στρατόπεδο. [18] Μόλις εντόπισαν τη μικρή ομάδα των Ρωμαίων στρατιωτών, μια ομάδα Σπαρτιατών στρατευμάτων βγήκε από τις πύλες και συγκρούστηκε με τους Ρωμαίους περίπου 300 βήματα από τα τείχη της πόλης. Οι Ρωμαίοι ανάγκασαν τους Σπαρτιάτες να υποχωρήσουν πίσω στην πόλη. [18]
Ο Φλαμινίνος μετέφερε το στρατόπεδό του στη θέση, όπου είχε γίνει η αψιμαχία. Για μια ημέρα περίμενε να του επιτεθούν οι Σπαρτιάτες, αλλά, όταν δεν έγινε επίθεση, κάλεσε ένα πολεμικό συμβούλιο για να συζητήσουν, εάν θα κάνουν ή όχι την πολιορκία. Όλοι οι Έλληνες ηγέτες, εκτός από τον Αρισταίο, πίστευαν ότι έπρεπε να επιτεθούν στην πόλη, καθώς η κατάληψή της ήταν ο πρωταρχικός τους στόχος για τον πόλεμο. [18] Ο Αρισταίος, από την άλλη, υποστήριξε ότι θα έπρεπε αντ' αυτού να χτυπήσουν απευθείας τη Σπάρτη και τη Λακωνία. Ο Φλαμινίνος συμφώνησε με τον Αρισταίο, και ο στρατός βάδισε στην Τεγέα της Αρκαδίας. Την επόμενη μέρα, ο Φλαμινίνος προχώρησε στις Καρυές, όπου περίμενε συμμάχικά βοηθητικά στρατεύματα, για να τον ενισχύσουν. Αυτές οι δυνάμεις έφτασαν σύντομα, και ενώθηκαν με τους Ρωμαίους: αποτελούνταν από μια ομάδα Σπαρτιατών εξόριστων με αρχηγό τον Αγησίπολη, τον νόμιμο βασιλιά της Σπάρτης, που είχε ανατραπεί από τον πρώτο τύραννο της Σπάρτης, Λυκούργο, είκοσι χρόνια νωρίτερα, και 1.500 Μακεδόνες με 400 Θεσσαλούς ιππείς, που έστειλε ο Φίλιππος Ε΄. [13] [18] [19] Έφτασε επίσης η είδηση στους συμμάχους, ότι αρκετοί στόλοι είχαν φτάσει στα ανοιχτά της Λακωνικής ακτής: ένας ρωμαϊκός στόλος υπό τον Λεύκιο Κουίνκτιο με σαράντα πλοία. ένας Ροδιακός στόλος με δεκαοκτώ πλοία, με αρχηγό τον Σωσίλα, ελπίζοντας ότι η ήττα του Νάβιδος θα σταματούσε τους πειρατές που μάστιζαν τα πλοία τους, και έναν περγαμηνό στόλο σαράντα πλοίων υπό τον βασιλιά Ευμένη Β' της Περγάμου, ο οποίος ήλπιζε να κερδίσει περισσότερη εύνοια από τη Ρώμη και τη Ρωμαϊκή υποστήριξη, εάν ο Αντίοχος Γ΄ εισέβαλε. [13] [18] [20]
Λακωνική εκστρατεία
ΕπεξεργασίαΟ Νάβις κάλεσε 10.000 πολίτες στον στρατό του και προσέλαβε 3.000 επιπλέον μισθοφόρους. Οι Κρήτες σύμμαχοι του Νάβι, που επωφελήθηκαν από τις ναυτικές βάσεις στην επικράτειά του, έστειλαν 1.000 ειδικά επιλεγμένους πολεμιστές για να αυξήσουν τους 1.000, που είχαν ήδη στείλει στη Σπάρτη. [21] Ο Nάβις, φοβούμενος ότι η ρωμαϊκή προσέγγιση θα μπορούσε να ενθαρρύνει τους υπηκόους του να επαναστατήσουν, αποφάσισε να τους τρομοκρατήσει, διατάζοντας την εκτέλεση ογδόντα επιφανών πολιτών. Ο Φλαμινίνος άφησε τη βάση του και κατέβηκε στη Σελλασία, και ενώ οι Ρωμαίοι στρατοπέδευαν, τα βοηθητικά στρατεύματα του Νάβιδος τους επιτέθηκαν. [22] Η ξαφνική αιφνιδιαστική επίθεση έριξε για λίγο τους συμμάχους σε κατάσταση σύγχυσης, αλλά οι Σπαρτιάτες υποχώρησαν πίσω στην πόλη, όταν έφτασε το κύριο σώμα των λεγεωνάριων. [22] Καθώς οι Ρωμαίοι περνούσαν μπροστά από τη Σπάρτη στο δρόμο τους προς το όρος Μενέλαος, οι μισθοφόροι του Νάβιδος επιτέθηκαν στα μετόπισθεν των συμμάχων. Ο Άππιος Κλαύδιος, διοικητής της οπισθοφυλακής, συγκέντρωσε τα στρατεύματά του και ανάγκασε τους μισθοφόρους να υποχωρήσουν πίσω από τα τείχη της πόλης, προκαλώντας τους βαριές απώλειες στη συμπλοκή. [22]
Στη συνέχεια ο στρατός του συνασπισμού προχώρησε στις Αμύκλες, από όπου λεηλάτησαν τη γύρω ύπαιθρο. Ο Λεύκιος Κουίνκτιος, εν τω μεταξύ, έλαβε την οικειοθελή παράδοση πολλών παραθαλάσσιων πόλεων της Λακωνίας. [21] [22] Στη συνέχεια, οι σύμμαχοι προέλασαν στη μεγαλύτερη πόλη της περιοχής, το λιμάνι της Σπάρτης και τον ναύσταθμο στο Γύθειο. Καθώς οι χερσαίες δυνάμεις άρχισαν να αποκλείουν στην πόλη, έφτασε το συμμαχικό ναυτικό. Οι ναύτες από τους τρεις στόλους ετοιμάστηκαν να κατασκευάσουν πολιορκητικές μηχανές μέσα σε λίγες μέρες. [21] Αν και αυτά τα μηχανήματα είχαν καταστροφική επίδραση στα τείχη της πόλης, η φρουρά άντεξε με επιτυχία. [21]
Τελικά, ο Δεξαγορίδας, ένας από τους δύο διοικητές της φρουράς, έστειλε μήνυμα στον Ρωμαίο λεγάτο ότι ήταν πρόθυμος να παραδώσει την πόλη. [21] Αυτό το σχέδιο έπαυσε, όταν το έμαθε ο Γοργόπας, ο άλλος διοικητής: σκότωσε με τα ίδια του τα χέρια τον Δεξαγορίδα. [21] Ο Γοργόπας συνέχισε να αντιστέκεται λυσσαλέα, μέχρι που έφτασε ο Φλαμινίνος με 4.000 επιπλέον στρατεύματα, που είχε πρόσφατα στρατολογήσει. [21] Οι Ρωμαίοι ανανέωσαν την επίθεσή τους, και ο Γοργόπας αναγκάστηκε να παραδοθεί, αν και εξασφάλισε την προϋπόθεση, ότι αυτός και η φρουρά του θα μπορούσαν να φύγουν σώοι και να επιστρέψουν στη Σπάρτη. [21]
Πολιορκία της Σπάρτης
ΕπεξεργασίαΚατά τη διάρκεια της πολιορκίας στο Γύθειο, ο Πυθαγόρας είχε ενωθεί με τον Νάβι στη Σπάρτη, φέρνοντας μαζί του 3.000 άνδρες από το Άργος. [21] Όταν ο Nάβις ανακάλυψε ότι ο Γύθειον είχε παραδοθεί, αποφάσισε να στείλει έναν απεσταλμένο στον Φλαμινίνο, για να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις σχετικά με τους όρους μιας ειρήνης. [20] Ο Νάβις προσφέρθηκε να αποσύρει την υπόλοιπη φρουρά του από το Άργος, και να παραδώσει στους Ρωμαίους τυχόν λιποτάκτες και αιχμαλώτους. [23] Ο Φλαμινίνος κάλεσε ένα άλλο πολεμικό συμβούλιο. Το μεγαλύτερο μέρος του συμβουλίου θεώρησε ότι έπρεπε να καταλάβουν τη Σπάρτη, και να ανατρέψουν τον Νάμπι. [24]
Ο Φλαμινίνος απάντησε στον Νάβι προτείνοντας τους δικούς του όρους, σύμφωνα με τους οποίους η Σπάρτη και η Ρώμη θα σύναπταν μια εξάμηνη εκεχειρία, εάν ο Νάβις παρέδιδε το Άργος με όλες τις φρουρές του από την Αργολίδα. Να δώσει αυτονομία στις παραθαλάσσιες Λακωνικές πόλεις, και να τους δώσει τον στόλο του∙ να πληρώσει πολεμική αποζημίωση για τα επόμενα οκτώ χρόνια, και να μη συνάψει συμμαχίες με κάποια πόλη της Κρήτης. [19] [25] Ο Nάβις απέρριψε αυτή την προσφορά, ισχυριζόμενος ότι είχε αρκετά εφόδια για να αντέξει μια πολιορκία. [26] Ο Φλαμινίνος λοιπόν οδήγησε τη δύναμή του από 50.000 άνδρες στη Σπάρτη και, αφού νίκησε τους Σπαρτιάτες σε μια μάχη έξω από την πόλη, άρχισε να περικυκλώνει την πόλη. [27] Ο Φλαμινίνος αποφάσισε να μην πολιορκήσει τακτικά την πόλη, αλλά να προσπαθήσει να την καταβάλει. [28] Οι Σπαρτιάτες αρχικά άντεξαν εναντίον των συμμάχων, αλλά η αντίστασή τους παρεμποδίστηκε από το γεγονός ότι οι μεγάλες ασπίδες των Ρωμαίων έκαναν τις επιθέσεις με βλήματα μάταιες. [24]
Οι Ρωμαίοι εξαπέλυσαν επίθεση στη Σπάρτη, και κατέλαβαν τα τείχη, αλλά η προέλασή τους αρχικά εμποδίστηκε από τη στενότητα των δρόμων στα περίχωρα της πόλης. Ωστόσο, οι δρόμοι μεγάλωναν καθώς προχωρούσαν στο κέντρο της πόλης, και οι Σπαρτιάτες αναγκάζονταν να υποχωρούν όλο και πιο πίσω. [24] Ο Νάβις, βλέποντας την άμυνά του να καταρρέει, προσπάθησε να τραπεί σε φυγή, αλλά ο Πυθαγόρας συγκέντρωσε τους στρατιώτες, και τους διέταξε να βάλουν φωτιά στα κτίρια, που ήταν πιο κοντά στα τείχη. [24] Καμένα συντρίμμια πετάγονταν στους στρατιώτες του συνασπισμού που εισέρχονταν στην πόλη, προκαλώντας πολλά θύματα. Παρατηρώντας αυτό, ο Φλαμινίνος διέταξε τις δυνάμεις του να αποσυρθούν στη βάση τους. [24] Όταν η επίθεση ανανεώθηκε αργότερα, οι Σπαρτιάτες κατάφεραν να συγκρατήσουν τις ρωμαϊκές επιθέσεις για τρεις ημέρες, πριν ο Νάβις, βλέποντας ότι η κατάσταση ήταν απελπιστική, αποφάσισε να στείλει με τον Πυθαγόρα μια προσφορά παράδοσης. [29] Στην αρχή, ο Φλαμίνιος αρνήθηκε να τον δει, αλλά όταν ο Πυθαγόρας ήρθε στο ρωμαϊκό στρατόπεδο για δεύτερη φορά, ο Φλαμινίνος δέχτηκε την παράδοση, με τους όρους της συνθήκης να είναι οι ίδιοι που είχε προτείνει προηγουμένως ο Φλαμινίνος. [29] Η συνθήκη επικυρώθηκε αργότερα από τη Γερουσία.
Οι Αργείοι εξεγέρθηκαν, όταν άκουσαν ότι η Σπάρτη ήταν υπό πολιορκία. Υπό τον Αργείο Αρχίππα, επιτέθηκαν στη φρουρά που διοικούσε ο Τιμοκράτης της Πελλήνης. [29] Ο Τιμοκράτης παρέδωσε την ακρόπολη, υπό τον όρο ότι θα μπορούσαν να φύγουν σώοι ο ίδιος και οι άνδρες του. [29] Σε αντάλλαγμα, όλοι οι Αργείοι που υπηρετούσαν στον στρατό του Νάβιδος επετράπη να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. [29]
Συνέπεια
ΕπεξεργασίαΜετά τον πόλεμο ο Φλαμινίνος επισκέφτηκε τους Αγώνες Νέμεα στο Άργος, και κήρυξε την πόλη ελεύθερη. [28] [30] Οι Αργείοι αποφάσισαν αμέσως να επανενταχθούν στην Αχαϊκή Συμπολιτεία. Ο Φλαμινίνος επίσης χώρισε όλες τις παραθαλάσσιες πόλεις της Λακωνίας από τη Σπαρτιατική κυριαρχία, και τις έθεσε υπό την προστασία των Αχαιών. [28] Τα υπολείμματα του στόλου της Σπάρτης τέθηκαν υπό τη φύλαξη αυτών των παράκτιων πόλεων. [28] Ο Νάβις έπρεπε επίσης να αποσύρει τις φρουρές του από τις κρητικές πόλεις, και να ανακαλέσει αρκετές κοινωνικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις, που είχαν ενισχύσει τις στρατιωτικές δυνατότητες της Σπάρτης. [25] [31] Οι Ρωμαίοι, ωστόσο, δεν απομάκρυναν τον Νάβι από τον σπαρτιατικό θρόνο. Παρόλο που η Σπάρτη ήταν ένα στεριανό και ουσιαστικά ανίσχυρο κράτος, οι Ρωμαίοι ήθελαν μια ανεξάρτητη Σπάρτη να λειτουργεί ως αντίβαρο, ενάντια στην αυξανόμενη Αχαϊκή Συμπολιτεία. Η πίστη του Nάβιδος εξασφαλίστηκε από το γεγονός, ότι έπρεπε να παραδώσει πέντε ομήρους, ανάμεσά τους και τον γιο του, Αρμενά. [25] Οι Ρωμαίοι δεν αποκατέστησαν τους εξόριστους, θέλοντας να αποφύγουν τις εσωτερικές διαμάχες στη Σπάρτη. Ωστόσο, επέτρεψαν σε κάθε γυναίκα που ήταν παντρεμένη με πρώην είλωτα, αλλά της οποίας ο σύζυγος ήταν εξόριστος, να πάει αυτή μαζί του. [28] [25] [31]
Αφού οι λεγεώνες υπό τον Φλαμινίνο επέστρεψαν στην Ιταλία, τα ελληνικά κράτη ήταν και πάλι μόνα τους. Οι κυρίαρχες δυνάμεις στην περιοχή αυτή την εποχή ήταν το βασίλειο της Μακεδονίας, το οποίο είχε χάσει πρόσφατα έναν πόλεμο εναντίον της Ρώμης, οι Αιτωλοί, η ενισχυμένη Αχαϊκή Συμπολιτεία και η μειωμένη Σπάρτη. Οι Αιτωλοί, που είχαν αντιταχθεί στη ρωμαϊκή επέμβαση στις ελληνικές υποθέσεις, υποκίνησαν τον Νάβι να ανακαταλάβει τα προηγούμενα εδάφη, και τη θέση του μεταξύ των ελληνικών δυνάμεων. Το 192 ο Nάβις, που είχε κατασκευάσει νέο στόλο και ενίσχυσε τον στρατό του, πολιόρκησε το Γύθειο. Οι Αχαιοί απάντησαν στέλνοντας απεσταλμένο στη Ρώμη με αίτημα βοήθειας. Σε απάντηση, η Σύγκλητος έστειλε τον πραίτορα Ατίλιο με ναυτικό, για να νικήσει το ναυτικό του Νάβιδος, καθώς και μια πρεσβεία με επικεφαλής τον Φλαμινίνο. Αντί να περιμένουν την άφιξη του ρωμαϊκού στόλου, ο Αχαϊκός στρατός και το ναυτικό κατευθύνθηκαν προς το Γύθειο υπό τη διοίκηση του Φιλοποίμενος. Ο Αχαϊκός στόλος ηττήθηκε από τον πρόσφατα κατασκευασμένο Σπαρτιατικό στόλο, με τη ναυαρχίδα των Αχαιών να έγινε κομμάτια στην πρώτη επίθεση εμβολισμού. Και στην ξηρά οι Αχαιοί δεν μπόρεσαν να νικήσουν τις σπαρτιατικές δυνάμεις έξω από το Γύθειο, και ο Φιλοποίμην υποχώρησε στην Τεγέα. Όταν ο Φιλοποίμην ξαναμπήκε στη Λακωνία για δεύτερη απόπειρα, οι δυνάμεις του δέχτηκαν ενέδρα από τον Νάβι, αλλά παρ' όλα αυτά κατάφερε να κερδίσει. Οι Αχαιοί θα μπορούσαν τώρα να λεηλατήσουν τη Λακωνία για τριάντα ημέρες χωρίς αντίπαλο, ενώ τα Σπαρτιατικά στρατεύματα παρέμεναν στην οχυρή πόλη τους. Τα σχέδια για την κατάληψη της ίδιας της Σπάρτης είχαν τεθεί, όταν έφτασε ο Ρωμαίος απεσταλμένος Φλαμινίνος και έπεισε τον Αχαιό στρατηγό Φιλοποίμενα να τη γλιτώσει. Προς το παρόν, ο Nάβις αποφάσισε να αποδεχτεί το status quo ως αντάλλαγμα, και να παραδοθεί υπό τους ίδιους όρους όπως η τελευταία συνθήκη. [31]
Επειδή ο στρατός της Σπάρτης ήταν πλέον αποδυναμωμένος, ο Νάβις έκανε έκκληση στους Αιτωλούς για βοήθεια. Έστειλαν στη Σπάρτη 1.000 ιππείς υπό τη διοίκηση του Αλεξαμένου. Η ιστορία λέει, ότι ενώ ο Νάβις παρακολουθούσε τις ασκήσεις τού στρατού του, ο Αιτωλός διοικητής Αλεξαμενός τού επιτέθηκε, και τον σκότωσε με τη λόγχη του. [32] Στη συνέχεια τα Αιτωλικά στρατεύματα κατέλαβαν το παλάτι, και ξεκίνησαν να λεηλατήσουν την πόλη, αλλά η Σπάρτη μπόρεσε να συσπειρωθεί, και να τους διώξει από τη Σπάρτη. [32] Καθώς η Σπάρτη βρισκόταν σε αναταραχή, ο Φιλοποίμην μπήκε στην πόλη με τον Αχαϊκό στρατό, και έκανε τη Σπάρτη κράτος μέλος της Συμμαχίας. Στην πόλη της Σπάρτης επετράπη να διατηρήσει τους νόμους και την επικράτειά της, αλλά οι εξόριστοι και η κυριαρχία τους επί των Σπαρτιατών πολεμιστών δημοτών δεν αποκαταστάθηκαν. [33]
Το 189 π.Χ. οι όμηροι που είχε συλλάβει η Ρώμη -εξαιρουμένου του γιου του Νάβιδος, που αρρώστησε και απεβίωσε- επετράπη να επιστρέψουν στη Σπάρτη. [34] [35] Στερούμενοι ακόμη από οποιοδήποτε λιμάνι, και υποφέροντας από πολιτικά και οικονομικά προβλήματα με το να έχουν τους εχθρικούς εξόριστους κοντά, και να μην έχουν πρόσβαση στη θάλασσα, οι Σπαρτιάτες κατέλαβαν την πόλη Λας, που ήταν το σπίτι πολλών εξόριστων και μέλος της Ένωσης Ελεύθερων Λακώνων. [34] [36] Οι Αχαιοί το υιοθέτησαν επίσημα ως αφορμή, για να τελειώσουν οριστικά την ανεξαρτησία της Σπάρτης. Ζήτησαν την παράδοση των υπευθύνων για την επίθεση. [34] Οι ένοχοι απάντησαν δολοφονώντας τριάντα υπέρ-των-Αχαιών πολίτες, αποσχιζόμενοι από την Ένωση και ζητώντας ρωμαϊκή κηδεμονία. [34] Οι Ρωμαίοι, που ήθελαν να δουν διχασμό στην Ένωση, δεν έκαναν κάτι για την κατάσταση. [34] Το 188, ο Φιλοποίμην μπήκε στη βόρεια Λακωνία με στρατό και τους Σπαρτιάτες εξόριστους, που επέμεναν να επιστρέψουν στη Σπάρτη. Πρώτα έσφαξε ογδόντα κατά-των-Αχαιών στο Κομπάσιον, και στη συνέχεια κατεδάφισε το τείχος που έκτισε ο Νάβις γύρω από τη Σπάρτη. Στη συνέχεια ο Φιλοποίμην αποκατέστησε τους εξόριστους, και κατήργησε τον σπαρτιατικό νόμο, εισάγοντας στη θέση του το Αχαϊκό δίκαιο. [34] Έτσι έληξε ο ρόλος της Σπάρτης ως μεγάλης δύναμης στην Ελλάδα, ενώ η Αχαΐα έγινε κυρίαρχη σε όλη την Πελοπόννησο. [37]
Σημειώσεις
Επεξεργασία- ↑ Παραδοσιακά, η Σπάρτη διοικούνταν από δύο βασιλείς, έναν του γένους των Ευρυποντιδών και έναν του γένους των Αγιαδών. Ωστόσο, δεκαετίες πριν αναλάβει την εξουσία ο Νάβις με στρατιωτικό πραξικόπημα, το παραδοσιακό σπαρτιατικό σύνταγμα είχε ήδη καταρρεύσει. Το 227 π.Χ. ο βασιλιάς Κλεομένης Γ΄ των Αγιαδών σκότωσε τέσσερις από τους πέντε εφόρους (εκλεγμένους επιμελητές του συντάγματος) και καθαίρεσε, ίσως δολοφόνησε, τον βασιλιά Αρχίδαμο Ε΄ των Ευρυποντιδών. Ο νέος συγκυβερνήτης του έγινε ο αδελφός του Ευκλείδας, επίσης μέλος του γένους των Αγιαδών, αλλά στη θέση ενός Ευρυποντίδη. Οι δύο τους ανέλαβαν κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και έλαβαν επιδοτήσεις από την Πτολεμαϊκή Αίγυπτο, με τη φιλοδοξία να μεταρρυθμίσουν και να ενισχύσουν τον σπαρτιατικό στρατό με μακεδονικό τρόπο. Αυτή η πιθανή απειλή για τη μακεδονική ηγεμονία στην Ελλάδα συντρίφθηκε από τους Αντιγονίδες στη Μάχη της Σελλασίας, και οι Πτολεμαίοι διέκοψαν την οικονομική τους υποστήριξη. Από την επακόλουθη εξορία του Κλεομένη Γ' το 222 π.Χ., έως το 219 π.Χ., η Σπάρτη ήταν μια δημοκρατία χωρίς βασιλείς. Το 219 π.Χ. ο Αγησίπολις Γ΄ των Αγιαδών και ο Λυκούργος των Ευρυποντιδών έγιναν βασιλείς.[1] Ο Λυκούργος καθαίρεσε την Αγησίπολη το 215 π.Χ.,[1] αν και ο τελευταίος πέρασε χρόνια προσπαθώντας να ανακτήσει τον θρόνο του και ηγήθηκε μιας δύναμης Σπαρτιατών εξόριστων στον Ρωμαιοσπαρτιατικό πόλεμο.[1] Ο Λυκούργος βασίλεψε μόνος του μέχρι το θάνατό του το 210 π.Χ. Διάδοχοί του ήταν ο γιος του Πέλοπας, ως βασιλιάς του Ευρυποντίδη, και ο τύραννος Μαχανίδας, ο οποίος δεν ισχυριζόταν βασιλική καταγωγή. Βασίλεψαν μαζί μέχρι το 207 π.Χ., όταν ο Μαχανίδας σκοτώθηκε από τον Φιλοποίμην στη Μάχη της Μαντινείας. Μετά το θάνατο του Μαχανίδα, ο Ναμπής κατέλαβε τον θρόνο με πραξικόπημα και έβαλε τον Πέλοπα να δολοφονήσει.
- ↑ Ο σωστός τίτλος για τη θέση του Nάβιδος είναι διφορούμενος. Ο ίδιος υποστήριξε την καταγωγή του από τον Ευρυποντίδη Σπαρτιάτη βασιλιά Δημάρατο, και παρουσιάζεται με τον τίτλο βασιλεύς σε νομίσματα.[4] Από την άλλη, ιστορικοί όπως ο Λίβιος και ο Πολύβιος τον αναφέρουν με τον τίτλο του τυράννου, επειδή είχε ανατρέψει την παλαιά κυβέρνηση της Σπάρτης. Οι χώρες καταγωγής και των δύο συγγραφέων, η Ρώμη και η Αχαϊκή Συμμαχία, ενεπλάκησαν σε αυτή τη σύγκρουση, και εξέτασαν μια πιθανή αποκατάσταση μιας από τις κυβερνήσεις, που ανατράπηκαν κατά τη διάρκεια αυτού του πολέμου.
- ↑ Κρητικός σε αυτό το πλαίσιο μπορεί να σημαίνει κάποιον από το νησί της Κρήτης, αλλά σήμαινε επίσης ένα μαχητικό στυλ τοξοτών, που μπορούσαν εναλλάξ να πολεμούν με σπαθί και ασπίδα. Αυτή η τεχνική εισήχθη από τους κατοίκους της Κρήτης, αλλά τα στρατεύματα που αναφέρονται ως "Κρήτες" ή "Κρήτες τοξότες" δεν ήταν καθόλου Κρήτες, ιδιαίτερα στις μισθοφορικές δυνάμεις.[9].[6]
- ↑ Η πειρατεία περιλάμβανε όχι μόνο θαλάσσιες επιχειρήσεις εναντίον εμπορικών πλοίων, αλλά και αμφίβιες επιχειρήσεις εναντίον παράκτιων οικισμών με στόχο τη σύλληψη κατοίκων και την πώλησή τους ως σκλάβους. Ο Πλαύτος, ένας Ρωμαίος θεατρικός συγγραφέας αυτής της εποχής, περιέγραψε το αποτέλεσμα μιας τέτοιας επιδρομής στο έργο του Ποίνουλος.[11]
Αναφορές
Επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 1,2 Smith [ https://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus%3Atext%3A1999.04.0104&redirect=true]
- ↑ 2,0 2,1 2,2 Green, Alexander to Actium: The Historical Evolution of the Hellenistic Age, 302
- ↑ Polybius 13.6
- ↑ Polybius 16.13
- ↑ Livy 32.39
- ↑ Appian. «§32». History of Rome: The Syrian Wars. Ανακτήθηκε στις 14 Ιανουαρίου 2007.[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ 7,0 7,1 Cartledge and Spawforth, Hellenistic and Roman Sparta: A tale of two Cities, 74
- ↑ Livy 32.40
- ↑ Livy 33.10
- ↑ Livy 33.31
- ↑ Plautus. «Poenulus». Ανακτήθηκε στις 12 Ιανουαρίου 2007.
- ↑ Warfare in the Classical World, p. 73 (Macedonian infantry) on the equipment of the Macedonian phalangites
- ↑ 13,0 13,1 13,2 Holleaux, Rome and the Mediterranean; 218–133 B.C., 190
- ↑ 14,0 14,1 Cartledge and Spawforth, Hellenistic and Roman Sparta:A tale of two Cities, 75
- ↑ 15,0 15,1 Livy 34.24
- ↑ Gruen, The Hellenistic World and the Coming of Rome, 450
- ↑ 17,0 17,1 17,2 Livy 34.25
- ↑ 18,0 18,1 18,2 18,3 18,4 18,5 18,6 18,7 Livy 34.26
- ↑ 19,0 19,1 Green, Alexander to Actium: The Historical Evolution of the Hellenistic Age, 415
- ↑ 20,0 20,1 Livy 34.30
- ↑ 21,0 21,1 21,2 21,3 21,4 21,5 21,6 21,7 21,8 Livy 34.29
- ↑ 22,0 22,1 22,2 22,3 Livy 34.28
- ↑ Livy 34.33
- ↑ 24,0 24,1 24,2 24,3 24,4 Livy 34.39
- ↑ 25,0 25,1 25,2 25,3 Livy 34.35
- ↑ Livy 34.37
- ↑ Livy 34.38
- ↑ 28,0 28,1 28,2 28,3 28,4 Holleaux, Rome and the Mediterranean; 218–133 B.C., 191
- ↑ 29,0 29,1 29,2 29,3 29,4 Livy 34.40
- ↑ Livy 34.41
- ↑ 31,0 31,1 31,2 Cartledge and Spawforth, Hellenistic and Roman Sparta:A tale of two Cities, 76
- ↑ 32,0 32,1 Livy 35.35
- ↑ Cartledge and Spawforth, Hellenistic and Roman Sparta:A tale of two Cities, 77
- ↑ 34,0 34,1 34,2 34,3 34,4 34,5 Cartledge and Spawforth, Hellenistic and Roman Sparta:A tale of two Cities, 78
- ↑ Polybius 21.2
- ↑ Green, Alexander to Actium: The Historical Evolution of the Hellenistic Age, 423
- ↑ Cartledge and Spawforth, Hellenistic and Roman Sparta:A tale of two Cities, 79
- ↑ «Ancient coins of Peloponnesus». Digital Historia Numorum. Ανακτήθηκε στις 12 Ιανουαρίου 2006.
Βιβλιογραφικές αναφορές
ΕπεξεργασίαΠρωταρχικές πηγές
Επεξεργασία- Livy, μετάφραση Henry Bettison, (1976). Ρώμη και Μεσόγειος . Λονδίνο: Penguin Classics. ISBN 0-14-044318-5 .
- Polybius, μετάφραση Ian Scott-Kilvert και εισαγωγή Frank W. Walbank (1979). Η άνοδος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας . Νέα Υόρκη: Penguin Classics. ISBN 0-14-044362-2 .
Δευτερεύουσες πηγές
Επεξεργασία- Ernst Baltrusch, (1998). Σπάρτη . Μόναχο: CH Beck.(ISBN 3-406-41883-X)ISBN 3-406-41883-Χ
- Paul Cartledge και Antony Spawforth, (2002). Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Σπάρτη: Μια ιστορία δύο πόλεων . Λονδίνο: Routledge.(ISBN 0-415-26277-1)ISBN 0-415-26277-1
- Peter Green, (1990). Alexander to Actium: The Historical Evolution of the Hellenistic Age, (2η έκδοση) . Λος Άντζελες: University of California Press.(ISBN 0-500-01485-X)ISBN 0-500-01485-X .
- Erich Gruen, (1984). Ο ελληνιστικός κόσμος και ο ερχομός της Ρώμης. Λος Άντζελες: University of California Press .(ISBN 0-520-05737-6)ISBN 0-520-05737-6
- Maurice Holleaux, (1930). Cambridge Ancient History: Ρώμη και Μεσόγειος; 218–133 π.Χ., (1η έκδοση) Τόμος VIII . Λος Άντζελες: Cambridge University Press.
- William Smith, (1873). Λεξικό Ελληνικής και Ρωμαϊκής Βιογραφίας και Μυθολογίας . Λονδίνο: Τζον Μάρεϊ.
- John Warry (1995, έκδοση 2006). Warfare in the Classical World London (UK), University of Oklahoma Press, Norman Publishing Division of the University κατόπιν ειδικής συμφωνίας με τη Salamander Books Ltd.(ISBN 0-8061-2794-5)