Ο Πάπας Φορμόζος (816 - 4 Απριλίου 896) ήταν Πάπας της Ρώμης και κυβερνήτης στα Παπικά Κράτη (6 Οκτωβρίου 891 - 4 Απριλίου 896). Η ταραγμένη Παποσύνη του χαρακτηρίστηκε από τις έντονες παρεμβάσεις του στις συγκρούσεις που είχαν ξεσπάσει ανάμεσα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, την Δυτική Φραγκία και την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Μετά τον θάνατο του η Πτωματική Σύνοδος αποφάσισε την εκταφή των οστών του και την καταδίκη του επειδή είχε ταχθεί στο πλευρό του Αρνούλφου της Καρινθίας απέναντι στον Λαμβέρτο Β΄ του Σπολέτο.

Πάπας
Φορμόζος
Από6 Οκτωβρίου 891
Έως4 Απριλίου 896
ΠροκάτοχοςΣτέφανος Ε΄
ΔιάδοχοςΒονιφάτιος ΣΤ΄

Πρώτα χρόνια

Επεξεργασία

Ο Φορμόζος γεννήθηκε στην Ρώμη γύρω στο 816.[1] Η εκκλησιαστική του σταδιοδρομία ξεκίνησε ως Καρδινάλιος-επίσκοπος του Πόρτο (864).[2] Ο Πάπας Νικόλαος Α΄ τον διόρισε Λεγάτο στην Βουλγαρία (866) και του ανέθεσε διπλωματικές αποστολές στην Γαλλία (869, 872).[1][3] Όταν πέθανε πρόωρα ο Λουδοβίκος Β΄ της Ιταλίας (875) οι ευγενείς επέλεξαν νέο αυτοκράτορα τον θείο του Κάρολο τον Φαλακρό. Ο Πάπας Ιωάννης Η΄ κάλεσε με απεσταλμένο τον Φορμόζο τον Κάρολο τον Φαλακρό να έρθει στην Ρώμη για να τον στέψει. Ο Κάρολος ο Φαλακρός κατέβηκε στην Ιταλία, μετέβη πρώτα στην Παβία και κατόπιν στην Ρώμη όπου έλαβε τα αυτοκρατορικά διακριτικά (29 Δεκεμβρίου 875). Οι οπαδοί του άλλου θείου του Λουδοβίκου Β΄ Λουδοβίκου του Γερμανικού και της συζύγου του Ενγκελμπέργκας αντέδρασαν στην στέψη, δραπέτευσαν από την Ρώμη κρυφά για να αποφύγουν τα αντίποινα. Ο Φορμόζος δραπέτευσε για την Τουρ αφού λεηλάτησε πρώτα τα μοναστήρια της Ρώμης.[4] Ο Ιωάννης Η΄ συγκάλεσε Σύνοδο (19 Απριλίου 876) στην οποία διέταξε τον Φορμόζο και όλους τους εξόριστους να επιστρέψουν για να παραστούν. Ο Φορμόζος αρνήθηκε, απομακρύνθηκε από τον κλήρο και αφορίστηκε με την αιτιολογία ότι εγκατέλειψε την επισκοπή του και είχε φιλοδοξίες να γίνει επίσκοπος Βουλγαρίας. Οι κατηγορίες διατυπώθηκαν ως εξής "Συνωμότησε με άδικους άνδρες και γυναίκες για την καταστροφή της Αγίας Έδρας, λεηλάτησε και τα μοναστήρια της Ρώμης".[4] Η καταδίκη ανακοινώθηκε στον Φορμόζο τον Ιούλιο του 876.[5] Αργότερα (878) η ποινή αποσύρθηκε αφού πρώτα υποσχέθηκε ότι δεν θα επιστρέψει ποτέ στην Ρώμη και δεν θα ασκήσει ξανά τα ιερατικά του καθήκοντα.[6] Την εποχή που υπηρετούσε στην Βουλγαρική αυλή (867) ο Βόρις Α΄ της Βουλγαρίας πρότεινε να οριστεί ο Φορμόζος αρχιεπίσκοπος Βουλγαρίας, το αίτημα απορρίφθηκε αφού είχε οριστεί σε άλλη επισκοπή.[1] Αργότερα (872) ήταν ήδη υποψήφιος για τον Παπικό θρόνο, σύμφωνα με τον Τζοχάν Πίτερ Κιρς ήταν ο επικρατέστερος υποψήφιος.[5] Ο διάδοχος του Ιωάννη Η΄ Πάπας Μαρίνος Α΄ αποκατέστησε τον Φορμόζο στην επισκοπή του Πόρτο. Μετά τον Μαρίνο Α΄ ακολούθησαν ο Πάπας Αδριανός Γ΄ (884–885) και ο Πάπας Στέφανος Ε΄ (885–891), κατόπιν εξελέγη ομόφωνα Πάπας ο ίδιος ο Φορμόζος (6 Οκτωβρίου 891).[4]

Παποσύνη

Επεξεργασία
 
Η μεταθανάτια δίκη του Πάπα Φορμόζου, Jean-Paul Laurens, 1870

Αμέσως μετά την άνοδο του στον παπικό θρόνο ο Φορμόζος προχώρησε σε επέμβαση όπου ο πατριάρχης Άγιος Φώτιος ο Μέγας εκδιώχθηκε, τον αντικατέστησε ο γιος του αυτοκράτορα Βασιλείου Α΄ του Μακεδόνα Πατριάρχης Στέφανος Α΄. Ο Φορμόζος αρνήθηκε να επαναφέρει τους ιερείς που είχαν χειροτονηθεί από τον Φώτιο αφού είχε ακυρώσει όλες τις χειροτονίες ο προκάτοχος του Στέφανος Ε΄. Οι επίσκοποι της ανατολής αγνόησαν ωστόσο τον Φορμόζο και επανάφεραν τους χειροτονημένους ιερείς του Φωτίου. Την ίδια εποχή ξέσπασε διαμάχη για τον Γαλλικό θρόνο ανάμεσα στον Εύδη Α΄ της Γαλλίας και τον Κάρολο τον Απλό, ο Φορμόζος υποστήριζε τον Κάρολο, προσπάθησε να πείσει τον Εύδη να παραιτηθεί αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Ο Φορμόζος ήταν άκρως καχύποπτος απέναντι στον αυτοκράτορα Γουίδων Γ΄ του Σπολέτο και στράφηκε εναντίον του.[6] Ο Γουίδων αναγνώρισε ότι βρέθηκε σε κίνδυνο και έστεψε Συναυτοκράτορα τον Απρίλιο του 892 τον γιο του Λαμβέρτο. Την επόμενη χρονιά ο Αρνούλφος της Καρινθίας με έκκληση του Φορμόζου βάδισε στην Ρώμη με στόχο να ανατρέψει τον Γουίδων και να απελευθερώσει την Ιταλία από την εξουσία του. Ο στρατός του Αρνούλφου κατέλαβε ολόκληρη την Ιταλία νότια του Πάδου. Ο Γουίδων πέθανε εν τω μεταξύ και τον διαδέχθηκε ο ανήλικος γιος του Λαμβέρτος υπό την κηδεμονία της μητέρας του Αγελτρούδης, αντίπαλο στην Δυναστεία των Καρολιδών. Στην δεύτερη εκστρατεία του στην Ιταλία το φθινόπωρο του 895 ο Αρνούλφος βάδισε στην ίδια την Ρώμη, την κατέλαβε με την βία από την Αγελτρούδη (21 Φεβρουαρίου 896). Την επόμενη χρονιά ο Φορμόζος έστεψε τον Αρνούλφο νέο αυτοκράτορα στην Βασιλική του Αγίου Πέτρου. Ο νέος αυτοκράτορας βάδισε εναντίον του Σπολέτο, στον δρόμο έπαθε ωστόσο Παράλυση και διέκοψε την εκστρατεία. Την εποχή της Παποσύνης του ο Φορμόζος αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει τους Σαρακηνούς που επιτέθηκαν στο Λάτιο.[7] Ο Φορμόζος πέθανε υπέργηρος (4 Απριλίου 896), τον διαδέχθηκε ο Πάπας Βονιφάτιος ΣΤ΄ που ηγεμόνευσε μόνο 15 μέρες.[8]

Η μεταθανάτια καταδίκη

Επεξεργασία

Ο διάδοχος του Βονιφάτιου ΣΤ΄ Πάπας Στέφανος ΣΤ΄ έντονα επηρεασμένος από τον μικρό Λαμβέρτο και την μητέρα του Αγελτρούδη συγκάλεσε την Πτωματική Σύνοδο για την μεταθανάτια κρίση του Φορμόζου. Το πτώμα του βγήκε από τον τάφο μαζί με τα παπικά άμφια, τοποθετήθηκε στον θρόνο του για να αντιμετωπίσει τις εναντίον του κατηγορίες ότι ήταν ανάξιος να φέρει τον τίτλο του Πάπα. Ο νεκρός Φορμόζος καταδικάστηκε σύμφωνα με το Damnatio memoriae ως ντροπή για την Παποσύνη, όλα τα μέτρα και οι αποφάσεις του ακυρώθηκαν. Τα άμφια του σκίστηκαν, τα δάκτυλα με τα οποία ευλογούσε τους πιστούς κόπηκαν και το πτώμα του ρίχτηκε στον Τίβερη, το συνέλεξε αργότερα ένας μοναχός. Με τον θάνατο του Στεφάνου ΣΤ΄ το σώμα του Φορμόζου ενταφιάστηκε ξανά στην Βασιλική του Αγίου Πέτρου, οι μεταθανάτιες δίκες απαγορεύτηκαν και ο Πάπας Σέργιος Γ΄ (904–911) επανάφερε τις αποφάσεις του Φορμόζου. Οι επίσκοποι που είχε χειροτονήσει ο Φορμόζος χειροτονήθηκαν ξανά, αυτό προκάλεσε μεγάλη σύγχυση επειδή και εκείνοι με την σειρά τους είχαν χειροτονήσει πολλούς άλλους, η μνήμη του αποκαταστάθηκε πλήρως. Η απόφαση του Σέργιου Γ΄ είχε ελάχιστο αντίκτυπο στην Ρωμαιοκαθολική εκκλησία αφού η καταδίκη του δεν είχε εκληφθεί στα σοβαρά, έγινε για πολιτικούς λόγους και όχι για θρησκευτικούς.

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 1,2 Kirsch 1909, σ. 139
  2. Kirsch 1909, σ. 139; Mann 1910, σ. 46
  3. Kirsch 1909, σσ. 139–140
  4. 4,0 4,1 4,2 Kirsch 1909
  5. 5,0 5,1 Kirsch 1909, σ. 140
  6. Mann 1906, σ. 357
  7. Wickham 2014, σ. 22
  8. Kirsch 1909, σ. 141
  • Brusher, Joseph (1959). "Sergius III". Popes Through the Ages. Neff-Kane. Archived from the original on 1 February 2008.
  • Darras, Joseph-Epiphane (1898). A General History of the Catholic Church. Vol. 2. New York: Excelsior Catholic Publishing House.
  • Gregorovius, Ferdinand (1903). The History of the City of Rome in the Middle Ages. Τομ. 3 (2nd ed.). London: George Bell & Sons.
  • Kirsch, Johann Peter (1909). "Pope Formosus" . In Herbermann, Charles G.; Pace, Edward A.; Pallen, Condé B.; Shahan, Thomas J.; Wynne, John J. (eds.). Catholic Encyclopedia. Τομ. 6. New York: Encyclopedia Press (published 1913). σσ. 139–141.
  • Mann, Horace K. (1906). The Lives of the Popes In The Early Middle Ages. Vol. 3. London: Keegan Paul, Trench, Trübner & Co.
  • Miley, John (1850). The History of the Papal States From Their Origin to the Present Day. Vol. 2. London: T.C. Newby. Retrieved 1 February 2018.
  • Milman, Henry Hart (1867). History of Latin Christianity. Vol. 3 (4th ed.). London: John Murray.
  • Mosheim, Johann Lorenz von (1852). Institutes of Ecclesiastical History, Ancient and Modern. Vol. 2. Translated by Murdock, James (5th ed.). New York: Stanford and Swords.
  • Platina, B. (1479). The Lives of the Popes from the Time of Our Saviour Jesus Christ to the Accession of Gregory VII. Τομ. 1. London: Griffith Farran & Co.
  • Wickham, Chris (2014). Medieval Rome: Stability and Crisis of a City, 900–1150. Oxford: Oxford University Press.
Πάπας Φορμόζος
Γέννηση: 816 Θάνατος: 4 Απριλίου 896
Προκάτοχος
Στέφανος Ε΄
Πάπας
6 Οκτωβρίου 891 - 4 Απριλίου 896
Διάδοχος
Βονιφάτιος ΣΤ΄