Ο Μέγας Λογοθέτης [α] ήταν ένας αξιωματούχος, που υπηρετούσε ως αποτελεσματικός υπουργός Εξωτερικών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, την περίοδο από το π. 1250 έως π. 1350, μετά την οποία ο τίτλος διατηρήθηκε ως τιμητική διάκριση. Το αξίωμα εξελίχθηκε από τους λογοθέτες των Σεκρέτων των γραμματέων της εποχής των Κομνηνών και ιδρύθηκε κατά την Αυτοκρατορία της Νίκαιας. Οι κάτοχοί του ήταν συχνά διακεκριμένοι λόγιοι, οι οποίοι έπαιζαν εξέχοντα ρόλο στις πολιτικές και στρατιωτικές υποθέσεις της εποχής τους. Τρεις από τους κατόχους του υπηρέτησαν επίσης ταυτόχρονα ως επικεφαλής της πολιτικής διοίκησης και αποτελεσματικοί πρωθυπουργοί (μεσάζοντες) της Αυτοκρατορίας. Ο τίτλος χρησιμοποιήθηκε και στην Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης υιοθετήθηκε στα Παραδουνάβια Πριγκιπάτα ως τιμητικός τίτλος για λαϊκούς στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.

Ιστορία και λειτουργίες

Επεξεργασία

Η θέση προήλθε ως ο λογοθέτης των Σεκρέτων, που καθιέρωσε ο Αυτοκράτορας Αλέξιος Α΄ Κομνηνός (βασ. 1081–1118 ) σε μία προσπάθεια βελτίωσης τού συντονισμού των διαφόρων δημοσιονομικών τμημάτων (σεκρέτων) [2] [3] Στα τέλη τού 12ου αι., ο λογοθέτης των σεκρέτων είχε κατακτήσει εξέχουσα θέση μεταξύ των πολιτικών διοικητών και ονομαζόταν όλο και περισσότερο μέγας λογοθέτης, για να το υποδείξει αυτό. [4] Ο παντοδύναμος λογοθέτης των σεκρέτων Θεόδωρος Κασταμονίτης, εκ μητρός θείος και de facto αντιβασιλιάς της Αυτοκρατορίας κατά την πρώιμη βασιλεία τού Ισαάκιου Β΄ Αγγέλου (βασ. 1185–1195, 1203–1204), ήταν ο πρώτος, που ονομάστηκε επίσημα μέγας λογοθέτης σε ένα χρυσόβουλο τού 1192, αν και ως τιμητικός -παρά ως πραγματικός- νέος τίτλος. [3]

Ο λογοθέτης των σεκρέτων δεν αντικαταστάθηκε επίσημα από τον προσδιορισμό μέγας λογοθέτης παρά μετά το 1204, στην Αυτοκρατορία της Νίκαιας (1204–1261) και υπό την αναζωογονημένη Βυζαντινή Αυτοκρατορία επί της δυναστείας των Παλαιολόγων (1261–1453). [3] Όπως φαίνεται στην περίπτωση τού πρώτου γνωστού μεγάλου λογοθέτη, Στρατηγόπουλου, περί το 1217, η θέση προφανώς διατήρησε τον προηγούμενο ρόλο της: ο Στρατηγόπουλος αναφέρεται ως πρόεδρος τού αυτοκρατορικού δικαστηρίου, προφανώς το ίδιο όργανο που μαρτυρείται το 1196 υπό την προεδρία τού λογοθέτη των σεκρέτων. [5] [6]

Μέχρι τα μέσα τού 13ου αι., ωστόσο, οι λειτουργίες του είχαν εξελιχθεί, για να γίνουν εντελώς διαφορετικές από τις προηγούμενες: ο μέγας λογοθέτης ανέλαβε τη διεύθυνση των εξωτερικών υποθέσεων και ηγήθηκε της κυβέρνησης, που ασχολούνταν με τη διπλωματική αλληλογραφία, που προηγουμένως ήταν αρμοδιότητα τού λογοθέτη του Δρόμου. [6] [7] [3] Ο μέγας Λογοθέτης ήταν επομένως μοναδικός μεταξύ των λογοθετών, διατηρώντας τόσο την εξέχουσα θέση του, όσο και μία ενεργό λειτουργία κατά την πρώιμη Παλαιολόγεια περίοδο: το Βιβλίο των Αξιωμάτων του ψευδο-Κωδινού, μία από τις κύριες πηγές για την υστεροβυζαντινή Αυλή και διοίκηση, καταγράφει τους λογοθέτες τού Γενικού, λογοθέτες τού Δρόμου, λογοθέτες τού Στρατιωτικού και λογοθέτες των Αγελών ως αμιγώς τιμητικούς τίτλους, χωρίς λειτούργημα. Ο ψευδο-Κωδινός έγραψε λίγο μετά τα μέσα του 14ου αι., αλλά η κατάσταση που καταγράφει είναι πιθανότατα ακόμη πιο παλαιά. [8]

 
Ο μέγας Λογοθέτης Θεόδωρος Μετοχίτης (υπηρέτησε το διάστημα 1321–1328) παρουσιάζει το πρότυπο της ανακαινισμένης εκκλησίας της Χώρας στον Χριστό Παντοκράτορα.

Από τη δημοσίευση της μελέτης του Καρόλου Ντηλ για τον λογοθέτη των Σεκρέτων το 1933, μία γενιά μελετητών θεώρησε τους μεγάλους Λογοθέτες ως τον de facto κύριο υπουργό της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας της εποχής των Παλαιολόγων. [9] Αυτή η άποψη, ωστόσο, έχει αποδειχτεί ως εσφαλμένη από μεταγενέστερες μελέτες: πολλές πηγές δείχνουν ότι η θέση του πρωθυπουργού εκείνη την περίοδο προσδιοριζόταν από τον τίτλο τού μεσάζοντος, ενός αξιώματος που επέβλεπε την αυτοκρατορική κυβέρνηση και ήταν επικεφαλής της κρατικής διοίκησης και δικαιοσύνης. [7] [10] [11] Πράγματι, ο ψευδο-Κωδινός επισημαίνει ρητά ότι η «κατάλληλη λειτουργία» τού μεγάλου Λογοθέτη ήταν να επιβλέπει «τα προστάγματα και τα χρυσόβουλα, που έστελνε ο Αυτοκράτορας σε όλους τους βασιλείς, τους σουλτάνους και τους τοπάρχες », ενώ το μεσατίκιον (η λειτουργία τού μεσάζοντος) «εκτελείται από όποιον διατάζει ο Αυτοκράτορας». [12] Μόνο τρεις μεγάλοι λογοθέτες είναι γνωστό ότι κατείχαν το μεσατίκιον —οι Θεόδωρος Μουζάλων, Θεόδωρος Μετοχίτης και Ιωάννης Γαβαλάς— και όντως φαίνεται ότι διορίστηκαν ως μεσάζοντες προτού προαχθούν σε μεγάλους Λογοθέτες, καταδεικνύοντας έτσι την ξεχωριστή φύση των δύο τίτλων . [9] [13] Ήδη από την εποχή τού ψευδο-Κωδινού, ωστόσο, η αρμοδιότητα των εξωτερικών υποθέσεων είχε μεταφερθεί στον μεσάζοντα και ο μέγας Λογοθέτης περιορίστηκε στη συνέχεια σε μία κατά κύριο λόγο τιμητική θέση. Ο συγγραφέας των αρχών τού 15ου αι. Μάζαρης την περιγράφει ως γέρας (βραβείο) χωρίς ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. [6]

Στο Μελέτες για την υστεροβυζαντινή συνταγματική και οικονομική ιστορία, ο Γερμανός λόγιος Ερνστ Στάιν πρότεινε ότι στις αρχές τού 14ου αι., οι μεγάλοι Λογοθέτες ασκούσαν επίσης τα καθήκοντα τού πρώην επάρχου Κωνσταντινουπόλεως στην επίβλεψη της πρωτεύουσας, μέχρι τον Ανδρόνικο Γ΄ (βασ. 1328–1341), που επιδιώκοντας να εξασφαλίσει τον θρόνο του μετά τη νίκη στον εμφύλιο πόλεμο των ετών 1321–1328, ανέθεσε τα καθήκοντα αυτά στον πρωτοστράτορα. Η υπόθεση του Στάιν στηρίζεται στην ανάγνωση του mesastikion στο απόσπασμα του Ψευδο-Κοδινού ως σύνθετο που δηλώνει τη λεωφόρο Mese (την οποία ο Στάιν θεωρούσε το κέντρο της διοίκησης της πρωτεύουσας) και την υπόλοιπη πόλη, αντί να το συσχετίσει με το γραφείο του mesazon . Η ερμηνεία του Stein έχει διαψευσθεί από μελετητές όπως ο Hans-Georg Beck και ο Léon-Pierre Raybaud. [14] [15]

Αρχικά, ο τίτλος κατείχε τη 12η θέση στη γενική ιεραρχία τού ανακτόρου, μεταξύ τού μεγάλου κοντοσταύλου και τού πρωτοσεβαστού, αλλά τον Μάρτιο/Απρίλιο τού 1321 ο Αυτοκράτορας Ανδρόνικος Β΄ Παλαιολόγος (βασ. 1282–1328 ), θέλοντας να εξάρει τον αγαπημένο του Θεόδωρο Μετοχίτη, τον προήγαγε από λογοθέτη τού Γενικού και ανέβασε τον βαθμό περαιτέρω στην 9η θέση, επάνω από τον μεγάλο στρατοπεδάρχη και κάτω από τον πρωτοστράτορα. Φαίνεται ότι ο βαθμός διατήρησε αυτή την υψηλή θέση για το υπόλοιπο της ύπαρξης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. [3] [16]

Σύμφωνα με τον ψευδο-Κωδινό, τα διακριτικά τού αξιώματος ήταν ένα πλούσιο μεταξωτό καββάδιον (χιτώνας σαν καφτάνι), ένας χρυσοκόκκινος πίλος με γείσο (σκιάδιον) διακοσμημένο με κεντήματα σε στυλ κλαπωτού, χωρίς πέπλο, ή ένα καπέλο σκαρακίνικον ημισφαιρικό, πάλι. σε κόκκινο και χρυσό και διακοσμημένο με χρυσό σύρμα, με ένα πορτρέτο τού Αυτοκράτορα να βρίσκεται μπροστά, και ένα άλλο να βρίσκεται στο πίσω μέρος. Σε αντίθεση με τους περισσότερους αξιωματούχους της Αυλής, δεν είχε ράβδο (δικανίκιον). [17]

Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, ο τίτλος χρησιμοποιήθηκε στα παραδουνάβια πριγκιπάτα της Μολδαβίας και της Βλαχίας. Στην πρώτη, ο μεγάλος Λογοθέτης (mare logofăt) ήταν ο επικεφαλής υπουργός τού πρίγκιπα και επικεφαλής της κυβέρνησης, ενώ στη Βλαχία, ήταν το δεύτερο υψηλότερο μέλος τού πριγκηπικού συμβουλίου, μετά την απαγόρευση. Μέχρι σήμερα, ο ηγετικός βαθμός μεταξύ των λαϊκών αρχόντων τού Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως φέρει τον τίτλο τού «Μεγάλου Λογοθέτη». [18]

Κατάλογος γνωστών μεγάλων Λογοθετών

Επεξεργασία

Αυτοκρατορία της Νίκαιας και Παλαιολόγεια περίοδος

Επεξεργασία
Όνομα Διάρκεια Διορίστηκε από Σημειώσεις Αναφορές
Στρατηγόπουλος π. 1217 Θεόδωρος Α΄ Λάσκαρης Ο σεβαστός και μέγας λογοθέτης Στρατηγόπουλος (μας είναι άγνωστο το μικρό του όνομα) πιστοποιείται ως προεδρεύων σε μία αυλική απόφαση σε μία διαφωνία μεταξύ δύο κοινοτήτων στην περιοχή της Μιλήτου. Το δικαστήριο ήταν προφανώς το ίδιο που προήδρευε ο λογοθέτης των Σεκρέτων το 1196, αποδεικνύοντας την εξέλιξη τού αξιώματος. [5]
Γεώργιος Ακροπολίτης 1255–1282 Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρης

Μιχαήλ Η´ Παλαιολόγος
Λόγιος και ιστορικός, ο Ακροπολίτης είχε μία γρήγορη άνοδο στην αυτοκρατορική γραφειοκρατία, γενόμενος λογοθέτης τού Γενικού ως το 1246. Ως προστατευόμενος τού Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρης, προβιβάστηκε σε μεγάλο Λογοθέτη το 1255. Υπό αυτή την ιδιότητα, έπαιξε σημαντικό ρόλο στις πολιτικές και στρατιωτικές υποθέσεις, μέχρι τη σύλληψή του κατά τη διάρκεια εκστρατείας κατά τού Μιχαήλ Β΄ της Ηπείρου το 1257. Απελευθερώθηκε το 1260. Μετά την ανάκτηση της Κωνσταντινόπολις το 1261, ζήτησε από τον Αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο να τον απαλλάξει από τα πολιτικά του καθήκοντα, ώστε να μπορέσει να αφοσιωθεί στην αναβίωση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στην αυτοκρατορική πρωτεύουσα. Μέχρι το τέλος του το 1282, υπηρέτησε τον Μιχαήλ Η' σε μία σειρά από διπλωματικές αποστολές. [3][2][19]
Θεόδωρος Μουζάλων 1282–1294 Μιχαήλ Η´ Παλαιολόγος

Ανδρόνικος Β΄ Παλαιολόγος
Ένας πολύ καλά μορφωμένος άνθρωπος, ο Μουζάλων ονομάστηκε μέγας Λογοθέτης μετά το τέλος τού Ακροπολίτη, λίγο πριν το τέλος τού ίδιου τού Μιχαήλ Η'. Ο Μουζάλων άσκησε μεγάλη επιρροή στον νέον Αυτοκράτορα Ανδρόνικο Β΄. Όχι μόνο υπηρέτησε ως αποτελεσματικός πρωθυπουργός, αλλά τού επιτράπηκε ακόμη και να φορέσει ένα χρυσοκέντητο κόκκινο καπέλο, παρόμοιο με αυτό που έφεραν οι αυτοκρατορικοί πρίγκιπες. Το 1291 ο Ανδρόνικος Β΄ τον ανέδειξε επίσης στο βαθμό τού πρωτοβεστιαρίου και αργότερα νύμφευσε τον γιο του Κωνσταντίνο Παλαιολόγο με την κόρη τού Μουζάλωνα. Μετά την εμφάνιση της ασθένειας που θα οδηγούσε στο τέλος του τον Μάρτιο τού 1294, ο Μουζάλων ζήτησε να απαλλαγεί από τα διοικητικά του καθήκοντα. Κατόπιν συμβουλής του, ο Αυτοκράτορας τα παρέδωσε στον Νικηφόρο Χούμνο. [3][19]
Κωνσταντίνος Ακροπολίτης π. 1305/06–1321 Ανδρόνικος Β΄ Παλαιολόγος Πρωτότοκος γιος τού Γεωργίου Ακροπολίτη και λόγιος ο ίδιος, ονομάστηκε λογοθέτης τού Γενικού από το 1282, θέση που διατήρησε τουλάχιστον μέχρι το 1294. Η ακριβής ημερομηνία τού διορισμού του ως μεγάλου Λογοθέτη είναι αβέβαιη. Ο τίτλος ήταν ως επί το πλείστον τιμητικός, καθώς η διεξαγωγή των υποθέσεων παρέμενε στα χέρια τού μεσάζοντος Νικηφόρου Χούμνου και στη συνέχεια τού Θεόδωρου Μετοχίτη. [3][2][19]
Θεόδωρος Μετοχίτης 1321–1328 Andronikos II Palaiologos Ένας γνωστός λόγιος, ο Μετοχίτης προχώρησε διαδοχικά από λογοθέτες των Αγελών (1290) σε λογοθέτης των Οικιακών (1295/96), λογοθέτης τού Γενικού (1305), και τέλος μέγας Λογοθέτης το 1321, αν και είχε αντικαταστήσει τον Νικηφόρο Χούμνο ως "de facto" μεσάζοντα (πρωθυπουργό) από το 1305. Μετά την παραίτηση του Ανδρόνικου Β' στο τέλος τού εμφύλιου πολέμου των ετών 1321–1328, ο Μετοχίτης απολύθηκε και εξορίστηκε, τελειώνοντας τις μέρες του ως μοναχός. [3][2][19]
Ιωάννης Γαβαλάς 1343–1344 Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος Αρχικά οπαδός τού Ιωάννη ΣΤ΄ Καντακουζηνού, ο μέγας Δρουγκάριος Ιωάννης Γαβαλάς αυτομόλησε στην αντιβασιλεία τού Ιωάννη Ε' κατά τη διάρκεια τού εμφυλίου πολέμου των ετών 133 –1347. Προήχθη σε πρωτοσεβαστό και τελικά σε μεγάλο Λογοθέτη, πριν διαφωνίσει με τον επικεφαλής της αντιβασιλείας Αλέξιο Απόκαυκο και φυλακιστεί. [3][19]
Ιωάννης Παλαιολόγος Ραούλ 1344 Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος Ο θείος τού Ιωάννη Ε', βεβαιωμένος ως μέγας λογοθέτης σε δύο πράξεις σχετικά με τις μονές Ζωγράφου και Φιλοθέου τον Οκτώβριο–Νοέμβριο 1344. Ο Γκυλάν τον θεωρεί πανομοιότυπο με τον Ιωάννη Γαβαλά. [3][19]
Nικηφόρος Λάσκαρις Μετοχίτης π. 1355–1357 Ιωάννης ΣΤ΄ Καντακουζηνός

Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος
Γιος τού Θεοδώρου Μετοχίτη, οπαδός τού Aνδρόνικου Γ΄ Παλαιολόγου κατά τον εμφύλιο πόλεμο των ετών 1321–1328, και τού Ιωάννη ΣΤ΄ Καντακουζηνού κατά τον εμφύλιο των ετών 1341-1347. Πιστοποιείται ως μέγας Λογοθέτης το 1355–1357, αλλά τελικά διορίστηκε από τον Ιωάννη ΣΤ΄ και, μετά από την παραίτηση τού Καντακουζηνού το 1354, διατηρήθηκε από τον Ιωάννη Ε΄. [20][19]
Γεώργιος Σφραντζής 1451/52–1453 Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος Μετά από μία διαδοχή πολιτικών και διπλωματικών αξιωμάτων υπό τον Mανουήλ Β΄ Παλαιολόγο και τον Κωνσταντίνο ΙΑ΄ Παλαιολόγο, όπως κυβερνήτης της Πάτρας, τού Μυστρά και της Σηλυμβρίας, ο Σφραντζής διορίστηκε ως ο (τελευταίος) μεγάλος Λογοθέτης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Κατά τη διάρκεια της Πτώσης της Κωνσταντινούπολης αιχμαλωτίστηκε, αλλά εξαγοράστηκε και συνέχισε να ταξιδεύει στα Βαλκάνια και την Ιταλία. Έγραψε το Μικρό Χρονικόν, βασιζμένο στο ημερολόγιό του, και καλύπτει τα συμβάντα των ετών 1413–1477. [3][19][2]

Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας

Επεξεργασία
Όνομα Κατοχή Διορίστηκε από Σημειώσεις Αναφορές
Γιώργος Σχολάριος π. 1363 Αλέξιος Γ΄ Μέγας Κομνηνός Μαρτυρείται σε πραγματεία τού Γεωργίου Γεμιστού ("Πλήθωνα"). [19]
Γεώργιος Αμιρούτζης π. 1458 – 1461 Δαυίδ Μέγας Κομνηνός Καταξιωμένος φιλόσοφος και θεολόγος, διετέλεσε ο τελευταίος πρωθυπουργός της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας, με τους τίτλους τού μεγάλου λογοθέτη και τού πρωτοβεστιαρίου. Θεωρούμενος φιλότουρκος από τους συγχρόνους του, κατηγορείται ότι έπεισε τον Αυτοκράτορα Δαυίδ να παραδοθεί στους Οθωμανούς κατά την πολιορκία της Τραπεζούντας (1461). Πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του ως διδάσκαλος φιλοσοφίας τού Οθωμανού σουλτάνου Μεχμέτ Β΄. [19] [2]

Σημειώσεις

Επεξεργασία
  1. Logothetes means "one who accounts, calculates or ratiocinates", literally "αυτός που θέτει τον λόγο". Originally designating junior officials, mostly charged with fiscal duties, it became applied to the heads of the fiscal departments of the central government in the 7th century.[1]

Βιβλιογραφικές αναφορές

Επεξεργασία
  1. ODB, "Logothetes" (A. Kazhdan), p. 1247.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 2,5 ODB.
  3. 3,00 3,01 3,02 3,03 3,04 3,05 3,06 3,07 3,08 3,09 3,10 3,11 Guilland 1971.
  4. Guilland 1971, σελ. 78.
  5. 5,0 5,1 Guilland 1971, σελ. 104.
  6. 6,0 6,1 6,2 Oikonomidès 1985, σελ. 169.
  7. 7,0 7,1 Loenertz 1960.
  8. Guilland 1971, σελ. 102.
  9. 9,0 9,1 Beck 1955, σελ. 316.
  10. Beck 1955.
  11. Verpeaux 1955.
  12. Verpeaux 1966, σελ. 174.
  13. Raybaud 1968.
  14. Beck 1955, σελ. 315.
  15. Raybaud 1968, σελ. 204.
  16. Verpeaux 1966, σελ. 137.
  17. Verpeaux 1966, σελ. 154.
  18. «Offikion - Archon Titles». Order of St. Andrew the Apostle: Archons of the Ecumenical Patriarchate. 2011. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Ιουλίου 2018. 
  19. 19,00 19,01 19,02 19,03 19,04 19,05 19,06 19,07 19,08 19,09 PLP.
  20. Guilland 1971, σελ. 114.