Η φυσιολογική ακουστική (physiological acoustics) αποτελεί κλάδο της ακουστικής και της ιατρικής που μελετά τη φυσιολογία (μηχανισμούς και λειτουργίες) της ανθρώπινης ακοής και ομιλίας.

Ειδικότερα, ασχολείται με το σύνολο των υποκειμενικών φυσικοακουστικών μετρήσεων, που εκτελούνται πειραματικά σε ανθρώπους με κανονική ακοή (αντίθετα από την παθολογική ακουστική, που ασχολείται με ασθενείς), με σκοπό να καθοριστούν τα διάφορα χαρακτηριστικά των ακουστικών αισθημάτων (ύψος, αίσθηση έντασης, διαφορικά κατώφλια) και τα διάφορα επακόλουθά τους (προσδιορισμός θέσης στο χώρο κ.ά.).

Ασχολείται επίσης με τη μελέτη της φωνής, δίνοντας ιδιαίτερη βαρύτητα στα χαρακτηριστικά της ανθρώπινης φωνής από οργανική άποψη, δηλαδή στο στενότερα πειραματικό μέρος της φωνητικής (αποκαλούμενο και πειραματική φωνητική), και των σχετικών συσκευών και μεθόδων ανάλυσης και σύνθεσης.


Οι φυσιολογικοί ήχοι της ομιλίας παράγονται με τη ρύθμιση της ροής του εκπνεόμενου αέρα. Για την παραγωγή των περισσοτέρων από τους ήχους οι πνεύμονες παρέχουν ρεύμα αέρα, το οποίο περνά μέσω των φωνητικών χορδών (πτυχών), από τη σχισμή της γλωττίδας, προκαλώντας την ταλάντωσή τους, με αποτέλεσμα τη ρύθμιση της ροής του αέρα. Ο αέρας στη συνέχεια διέρχεται από κοιλότητες των φωνητικών οργάνων, πριν βγει από το σώμα, από το στόμα και σε μικρό βαθμό από τη μύτη. Οι ήχοι που παράγονται με αυτόν τον τρόπο είναι τα φωνήεντα (φωνήεις ήχος, φωνήεντες ήχοι), ενώ οι ήχοι που παράγονται στη στοματική κοιλότητα, χωρίς τη χρήση των φωνητικών χορδών, ονομάζονται άφωνοι ήχοι και αντιστοιχούν στα σύμφωνα.