Σιλδεναφίλη
Η σιλδεναφίλη (αγγλ. Sildenafil) είναι δραστική χημική ουσία, που αναπτύχθηκε ως αναστολέας της φωσφοδιεστεράσης 5 (PDE5) και η οποία πωλείται ως φάρμακο με την ονομασία Viagra, μεταξύ άλλων, κυρίως για τη θεραπεία της στυτικής δυσλειτουργίας, καθώς επίσης και της πνευμονικής αρτηριακής υπέρτασης.[1] Δεν είναι ξεκάθαρο εάν είναι αποτελεσματικό στην αντιμετώπιση της σεξουαλικής δυσλειτουργίας στις γυναίκες.[1]Λαμβάνεται από το στόμα ή με ενδοφλέβια ένεση σε φλέβα.[1] Η έναρξη είναι συνήθως εντός 20 λεπτών και διαρκεί περίπου 2 ώρες .[1] Η ανακάλυψή της έγινε στην Ουαλία με εντελώς τυχαίο τρόπο.[2]
Ονομασία IUPAC | |
---|---|
5-{2-Ethoxy-5-[(4-methylpiperazin-1-yl)sulfonyl]phenyl}-1-methyl-3-propyl-1,6-dihydro-6H-pyrazolo[4,3-d]pyrimidin-7-one | |
Κλινικά δεδομένα | |
Εμπορικές ονομασίες | Viagra, Revatio, άλλες |
AHFS/Drugs.com | Monograph |
MedlinePlus | a699015 |
Κατηγορία ασφαλείας κύησης |
|
Οδοί χορήγησης | Από το στόμα, ενδοφλέβια, υπογλώσσια |
Φαρμακοκινητική | |
Βιοδιαθεσιμότητα | 41% |
Πρωτεϊνική σύνδεση | ~96% |
Μεταβολισμός | Συκώτι: CYP3A4 (κύρια οδός), CYP2C9 (δευτερεύουσα οδός) |
Μεταβολίτες | N-desmethylsildenafil (~50% δραστικότητα για PDE5) |
Έναρξη δράση | 20 λεπτά |
Βιολογικός χρόνος ημιζωής | 3-4 ώρες |
Απέκκριση | Περιττώματα (~80%), ούρα (~13%) |
Κωδικοί | |
Αριθμός CAS | 139755-83-2 |
PubChem | CID 135398744 |
DrugBank | DB00203 |
ChemSpider | 5023 |
UNII | 3M7OB98Y7H |
KEGG | D08514 |
ChEBI | CHEBI:9139 |
ChEMBL | CHEMBL192 |
PDB ID | VIA (PDBe, RCSB PDB) |
Χημικά στοιχεία | |
Χημικός τύπος | C22H30N6O4S |
Μοριακή μάζα | 474.58 g·mol−1 |
CCCC1=NN(C2=C1N=C(NC2=O)C3=C(C=CC(=C3)S(=O)(=O)N4CCN(CC4)C)OCC)C |
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Φαρμακολογική δράση
ΕπεξεργασίαΤο φάρμακο αποκαθιστά την κανονική αντίδραση στη σεξουαλική διέγερση. Ο φυσιολογικός μηχανισμός, που εξασφαλίζει στύση, είναι αδύνατος χωρίς απομόνωση του μονοξειδίου του αζώτου στα σηραγγώδη σώματα κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής διέγερσης. Το ΝΟ ενεργοποιεί ένα ειδικό ένζυμο που ονομάζεται γουανυλική κυκλάση, με αποτέλεσμα την αύξηση του επιπέδου της cGMP (κυκλικής μονοφωσφορικής γουανοσίνης), χαλάρωση των μυών του σηραγγώδους σώματος και αύξηση της ροής αίματος στα γεννητικά όργανα. Το βιάγκρα περιέχει την δραστική ουσία Σιλδεναφίλη – ένας ισχυρός εκλεκτικός αναστολέας της PDE5 (φωσφοδιεστεράσης τύπου 5), η οποία είναι υπεύθυνη για την διάσπαση της cGMP στα σηραγγώδη σώμα. Το φάρμακο δρα στα αγγεία του πέους, προκαλώντας την στύση. Στα αξιοσημείωτα, ότι η σιλδεναφίλη δεν χαλαρώνει τα σηραγγώδη σώματα άμεσα, αλλά χρησιμοποιεί την χαλαρωτική λειτουργία του οξειδίου του αζώτου. Είναι γνωστό ότι για μια χρήσιμη φαρμακολογική δράση του φαρμάκου είναι απαραίτητη η σεξουαλική διέγερση.
Το φάρμακο είναι καλά ανεκτό σε υγιείς εθελοντές, στην περίπτωση λήψης εφάπαξ δόσης και η ποσότητα να μην υπερβαίνει τα 100 mg, δεν προκάλεσε κλινικά σημαντικές ανωμαλίες.
Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
ΕπεξεργασίαΤα δισκία πρέπει να λαμβάνονται από το στόμα περίπου μια ώρα πριν από την προγραμματισμένη σεξουαλική πράξη. Η βέλτιστη εφάπαξ δόση για ενήλικες είναι 50mg μία φορά την ημέρα. Λαμβάνοντας υπόψη την ατομική ανεκτικότητα και την αποτελεσματικότητα του φαρμάκου, η δόση μπορεί να μειωθεί έως 25mg ή να αυξηθεί έως 100mg. Η μέγιστη εφάπαξ δόση είναι 100mg ανά ημέρα.
Δεν απαιτείται η αλλαγή της πρότυπης δοσολογίας στους ηλικιωμένους.
Εγκυμοσύνη
ΕπεξεργασίαΑυτό το φάρμακο δεν ενδείκνυται για γυναίκες. Διεξήχθησαν πειράματα αναπαραγωγής σε κουνέλια και αρουραίους, οι μελέτες δεν αποκάλυψαν τερατογόνο δράση του Βιάγκρα. Το έμβρυο αναπτύχτηκε χωρίς παρεκκλίσεις και ανωμαλίες. Επίσης διερευνήθηκε η μορφολογία και η δραστηριότητα των σπερματοζωαρίων σε εθελοντές σε εφάπαξ δόση. Δεν διαπιστώθηκαν ανωμαλίες.
Συνθήκες αποθήκευσης
ΕπεξεργασίαΤο Βιάγκρα θα πρέπει να αποθηκεύεται σε ξηρό μέρος, απρόσιτο για τα παιδιά σε θερμοκρασία που δεν υπερβαίνει τους +30 βαθμούς. Διάρκεια ζωής του είναι 2 χρόνια.
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 «Sildenafil Citrate». The American Society of Health-System Pharmacists. Ανακτήθηκε στις 1 Δεκεμβρίου 2014.
- ↑ J. M. Berg· J. L. Tymoczko· G. J. Gatto· L. Stryer (2017). Βιοχημεία. Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης. σελ. 1082. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Ιουλίου 2021. Ανακτήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 2021.