Σαπωνοποίηση ονομάζεται η διαδικασία της υδρόλυσης ενός εστέρα ανώτερων λιπαρών οξέων, με αλκαλική βάση NaOH ή KOH για να σχηματίσει μία αλκοόλη και το άλας ενός οξέος. Ο όρος είναι γνωστός για την περιγραφή της αντίδρασης μίας αλκαλικής βάσης και λίπους, για τον τελικό σχηματισμό του σαπουνιού. Με την χρήση NaOH παρασκευάζονται κυρίως σκληρά σαπούνια, ενώ με τη χρήση KOH παρασκευάζονται κυρίως τα υγρά σαπούνια.

Η σαπωνοποίηση είναι κατά βάση αυθόρμητη αντίδραση. Κάθε "σούπα" που περιέχει νερό, NaOH και λάδια μπορεί να παραγάγει στερεό σαπούνι.

Οι αντιδράσεις

Επεξεργασία

Το ΝaOH είναι βάση, που σημαίνει ότι διασπάται σε ιόντα όταν βρίσκεται σε υδατικά διαλύματα. Τα μόρια του νερού, ως πολικά, υπερνικούν την ελκτική δύναμη μεταξύ του ατόμου Na και του υδροξυλίου. Κατά συνέπεια, τα άτομα Na και τα υδροξύλια κυκλοφορούν ελεύθερα ως φορτισμένα αντικείμενα (ιόντα), περιτρυγιρισμένα από μόρια νερού. Παράλληλα, απελευθερώνεται θερμότητα (εξώθερμη αντίδραση) και αέριο υδρογόνο.

Αν στο παραπάνω διάλυμα προστεθεί ένα οξύ, ακόμα και ασθενές όπως το λάδι, το πολύ επιθετικό και αντιδραστικό ιόν του νατρίου θα αρχίσει να κολλάει πάνω στη μοριακή αλυσίδα του οξέος. Τελικά θα ενωθούν και θα δημιουργήσουν νερό και ένα νέο ουδέτερο μόριο, το αλάτι (σαπούνι).

Η αντίδραση σαπωνοποίησης συνεχίζεται αυθόρμητα μετά τη μίξη των υλικών και μπορεί να διαρκέσει από αρκετές ώρες μέχρι λίγους μήνες. Το μείγμα σιγά σιγά στερεοποιείται ενώ ταυτόχρονα χάνει νερό μέσω εξάτμισης.

Τα τελικά προϊόντα της σαπωνοποίησης είναι το στερεό σαπούνι και μια παχύρρευστη ουσιά, η γλυκερίνη ή γλυκερόλη. Κατά τη βιομηχανική σαπωνοποίηση, η γλυκερόλη συνήθως αφαιρείται με βρασμό του μείγματος για να μεταπωληθεί ή για να χρησιμοποιηθεί σε άλλες εφαρμογές.