Πόπλιος Βαλέριος Ποπλικόλας
Ο Πόπλιος Βαλέριος Ποπλικόλας, λατιν.: Publius Valerius Poplicola ή Publicola (απεβ. το 503 π.Χ.) ήταν ένας από τους τέσσερις Ρωμαίους αριστοκράτες, που ηγήθηκαν της ανατροπής της μοναρχίας και έγινε Ρωμαίος ύπατος, συνάδελφος του Λευκίου Ιουνίου Βρούτου το 509 π.Χ., που παραδοσιακά θεωρείται το πρώτο έτος της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας.
Πόπλιος Βαλέριος Ποπλικόλας | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | P.Valerius Vol.f. Poplicola (Λατινικά) |
Γέννηση | 6ος αιώνας π.Χ. |
Θάνατος | 503 π.Χ.[1] Ρώμη |
Χώρα πολιτογράφησης | Αρχαία Ρώμη[1] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | Ρωμαίος πολιτικός Ρωμαίος στρατιωτικός |
Οικογένεια | |
Τέκνα | Publius Valerius Poplicola[2][1] Marcus Valerius[2] Valeria[2][1] Marcus Valerius[1] |
Γονείς | Volusus Valerius[2][1] |
Αδέλφια | Marcus Valerius Volusus[2][1] Manius Valerius Maximus[2][1] Valeria[2][1] |
Οικογένεια | Valerii Publicolae |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Ρωμαίος συγκλητικός (άγνωστη τιμή–503 π.Χ.)[3] consul suffectus (509 π.Χ.)[3][1] Ύπατος στην αρχαία Ρώμη (508 π.Χ.)[3][1] Ύπατος στην αρχαία Ρώμη (507 π.Χ.)[3][1] Ύπατος στην αρχαία Ρώμη (506 π.Χ.)[1] Ύπατος στην αρχαία Ρώμη (504 π.Χ.)[3][1] |
Βραβεύσεις | Ρωμαϊκός θρίαμβος (509 π.Χ.)[1] Ρωμαϊκός θρίαμβος (504 π.Χ.)[1] |
Σχετικά πολυμέσα | |
Πρώιμη ζωή
ΕπεξεργασίαΣύμφωνα με τον Λίβιο και τον Πλούταρχο, το γένος των Βαλερίων ήταν Σαβινικής καταγωγής, αλλά εγκαταστάθηκαν στη Ρώμη κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Τίτου Τάτιου, σύγχρονου του Ρωμύλου, και εργάστηκαν για την ειρηνική ένωση και των δύο λαών.[4]
Ο Π. Βαλέριος καταγόταν από πλούσια οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν ο Βόλεσος Βαλέριος και τα αδέλφια του ήταν ο Mάρκος Βαλέριος Βόλουσος και ο Mάνιος Βαλέριος Βόλουσος Μάξιμος. Είχε μία κόρη, τη Βαλερία, και πιθανώς έναν γιο ή εγγονό, που ονομαζόταν επίσης Πόπλιος Βαλέριος Ποπλικόλας, που υπηρέτησε ως ύπατος το 475 π.Χ. και το 460 π.Χ. Πριν αναλάβει δημόσιο αξίωμα, ο Βαλέριος είχε μιλήσει για την υπεράσπιση των πληβείων, του απλού λαού της Ρώμης.[4][5]
Η επανάσταση
ΕπεξεργασίαΤο 509 π.Χ. ο Βαλέριος ήταν ένας από τους ηγέτες της Ρωμαϊκής επανάστασης, μαζί με τον Λεύκιο Ιούνιο Βρούτο, τον Λεύκιο Ταρκύνιο Κολατίνο και τον Σπούριο Λουκρήτιο Τρικιπιτίνο. Κερδίζοντας την κοινή γνώμη ενώ ο βασιλιάς εκστράτευε μακριά από την πόλη, καθαίρεσαν και έδιωξαν τον Λεύκιο Ταρκύνιο Σουπέρμπο, τον 7ο και τελευταίο βασιλιά της Ρώμης. Στη θέση της μοναρχίας, ίδρυσαν μία δημοκρατία, μαζί με το αξίωμα των δύο υπάτων. Πρώτοι ύπατοι εξελέγησαν ο Λ. Ι. Βρούτος και ο Λ. Τ. Κολλατίνος.
Από την εξορία, οι Tαρκύνιος σχεδίασαν τη δολοφονία των υπάτων, μαζί με ορισμένα δυσαρεστημένα μέλη των Aκουιλίων και Βιτελίων, που είχαν ωφεληθεί από το εκτοπισμένο καθεστώς. Ο Βαλέριος ενημερώθηκε για το σχέδιο από έναν σκλάβο, τον Βινδίκιο. Ερεύνησε προσωπικά τη συνωμοσία, εισχωρώντας κρυφά στο κτήμα των Aκουιλίων και βρίσκοντας ενοχοποιητικά στοιχεία, βάσει των οποίων οι ύπατοι έκαναν δημόσια δίκη. Οι συνωμότες, μεταξύ των οποίων και δύο από τους γιους του Λ. Ι. Βρούτου, κρίθηκαν ένοχοι και εκτελέστηκαν. Ο Βαλέριος έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στη δίκη.[4]
Εκλογή υπάτου και μάχη της Σίλβας Αρσίας
ΕπεξεργασίαΜετά τη δίκη, ο Bρούτος απαίτησε από τον συνάδελφό του Κολλατίνο, να παραιτηθεί από την υπατεία και να πάει στην εξορία, ως μέλος της μισητής βασιλικής οικογένειας, την οποία ο κόσμος δεν μπορούσε να εμπιστευτεί. Ο Κολλατίνος έμεινε έκπληκτος από αυτή την προδοσία, καθώς ήταν ένας από τους ηγέτες της εξέγερσης μετά τον θάνατο της συζύγου του Λουκρητίας, στα χέρια τού Σέξτου Ταρκυνίου, γιου του βασιλιά. Ωστόσο, παραιτήθηκε και ο Βαλέριος εξελέγη για να τον αντικαταστήσει.[4][6]
«Προσθέτουν παράξενα περιστατικά σε αυτή τη μάχη: ότι στη σιωπή της επόμενης νύχτας ακούστηκε μία δυνατή φωνή από το αρσιανό ξύλο· ότι πιστεύεται πως ήταν η φωνή του Σιλβάνου. Αυτά τα λόγια ειπώθηκαν: «ότι περισσότεροι Ετρούσκοι είχαν πέσει στη μάχη· ότι οι Ρωμαίοι ήταν νικητής στον πόλεμο». Ασφαλώς οι Ρωμαίοι έφυγαν από εκεί ως νικητές, οι Ετρούσκοι ως ηττημένοι». |
Ιστορία της Ρώμης. Βιβλίο 2. Κεφάλαιο 7, από τον Tίτο Λίβιο .[5] |
Εν τω μεταξύ, ο Tαρκύνιος, του οποίου η οικογένεια ήταν ετρουσκικής καταγωγής, έλαβε την υποστήριξη των ετρουσκικών πόλεων Tαρκυνίας και Βηίων. Επικεφαλής ενός ετρουσκικού στρατού, ο Ταρκίνος πολέμησε τους υπάτους Βρούτο και Βαλέριο στη μάχη της Σίλβα Αρσία. Ο Βαλέριος διοικούσε το ρωμαϊκό πεζικό, ενώ ο Βρούτος ηγήθηκε του ιππικού. Ο Aρρούνς Ταρκύνιος, ο γιος του βασιλιά, απεβίωσε στη μάχη με τον Βρούτο, ο οποίος επίσης τραυματίστηκε θανάσιμα, αλλά οι Ρωμαίοι ήταν τελικά νικητές. Ο Βαλέριος μάζεψε τα λάφυρα της μάχης και επέστρεψε στη Ρώμη, όπου πανηγύρισε έναν θρίαμβο την 1η Μαρτίου 509 π.Χ. Το τέθριππο άρμα του έγινε στη συνέχεια το παραδοσιακό όχημα για έναν νικητή Ρωμαίο στρατηγό. Στη συνέχεια, ο Βαλέριος έκανε μία μεγαλειώδη κηδεία για τον Βρούτο και έδωσε μία αξιομνημόνευτη ομιλία.[4][7][8]
Ο Λίβιος έγραψε, ότι ο Βαλέριος πολέμησε ξανά τους Βηίους την ίδια χρονιά, αν και ο λόγος δεν αναφέρεται.[9]
Πρώτη υπατεία
ΕπεξεργασίαΜετά το τέλος τού Βρούτου, ο Βαλέριος ήταν ο μοναδικός επιζών ύπατος. Ο Σπούριος Λουκρήτιος επιλέχθηκε στη θέση του Βρούτου, αλλά απεβίωσε μετά από λίγες ημέρες και τον ακολούθησε ο Μάρκος Οράτιος Πουλβίλλος. Όταν ο Βαλέριος ξεκίνησε την κατασκευή μίας νέας οικίας στην κορυφή του Βελίου λόφου, το οποίο θα ήταν ευδιάκρητο από το κτήριο της Συγκλήτου (Curia), άρχισε να κυκλοφορεί μία φήμη, ότι σκόπευε να αποκαταστήσει τη μοναρχία, με τον εαυτό του ως βασιλιά. Αμέσως, ο Βαλέριος σταμάτησε να κτίζει και κατεδάφισε την κατασκευή μέσα σε μία νύχτα.[10] Απευθυνόμενος σε μία συνέλευση του λαού, έκανε τους ραβδούχους (lictores) του να χαμηλώσουν τα δέσμες ράβδων τους (fasces) ως ένδειξη ταπεινότητας και να αφαιρέσουν τους πελέκεις από αυτές μέσα στην πόλη. «Μόλις απελευθέρωσα τη Ρώμη, γενναία, αλλά τώρα με συκοφαντούν, σαν να είμαι ένας Ακύλλιος ή ένας Βιτέλιος. Είμαι ο πιο πικρός εχθρός των πρώην βασιλέων, επομένως δεν μπορεί να κατηγορηθώ, ότι θέλω να γίνω βασιλιάς» [4][5] Για να εκδιώξει τις υποψίες, έκανε το σπίτι του να κτιστεί στους πρόποδες του λόφου, παρά στην κορυφή του. Σε μεταγενέστερους χρόνους, ο Ναός της Νίκης βρισκόταν στη θέση αυτή.[11]
Για τις πράξεις του και τον σεβασμό του προς τον λαό της Ρώμης, ο Βαλέριος έλαβε το επώνυμο Poplicola, που σημαίνει «αυτός που περιποιείται τον λαό». Πριν από τις επικείμενες εκλογές, ο Βαλέριος συμπλήρωσε τις τάξεις της Συγκλήτου, οι οποίες είχαν μειωθεί σοβαρά ως αποτέλεσμα της επανάστασης και τού πολέμου που ακολούθησε. Ως ύπατος εξέδωσε επίσης νέους νόμους, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος έφεσης (provocation) από τις αποφάσεις ενός αξιωματούχου και απαιτώντας τη στέρηση όλων των δικαιωμάτων οποιουδήποτε καταδικάστηκε για συνωμοσία με σκοπό την αποκατάσταση της βασιλείας.[4]
Τέσσερις υπατείες
ΕπεξεργασίαΟ Ποπλικόλας εξελέγη ύπατος άλλες τρεις φορές, το 508, το 507 και το 504 π.Χ. Ο Οράτιος ήταν συνάδελφός του ξανά το 507, ενώ συνάδελφός του το 508 και το 504 ήταν ο Τίτος Λουκρήτιος Τρικιπιτίνος.[4][12][13] Ήταν ο πρώτος ύπατος που επανεξελέγη.
Πόλεμος με το Κλούσιον
ΕπεξεργασίαΤο 508 π.Χ., ο Λαρς Πορσένα βασιλιάς του Κλουσίου, επιτέθηκε στη Ρώμη κατόπιν εντολής τού Ταρκινίου. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, τόσο ο Ποπλικόλας, όσο και ο συνάδελφός του Λουκρήτιος τραυματίστηκαν βαριά κατά τη διάρκεια της μάχης.[4] Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας, ο Ποπλικόλας εκτέλεσε μία επιτυχημένη έξοδο, νικώντας μία ομάδα επιδρομέων από Κλουσιανούς.[14] Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, ο Ποπλικόλας διαπραγματεύτηκε μία συνθήκη με τον Πορσένα, τερματίζοντας τον πόλεμο. Έδωσε ομήρους στον βασιλιά, συμπεριλαμβανομένης της κόρης του Βαλερίας, την οποία ο Πορσένα προστάτευε από τους Ταρκινίους.[4]
Πόλεμος με τους Σαβίνους
ΕπεξεργασίαΤο 506, όταν ο αδελφός του Μάρκος ήταν ύπατος, οι Σαβίνοι επιτέθηκαν στη Ρώμη. Ο Ποπλικόλας συμμετείχε σε δύο ρωμαϊκές νίκες, αποκρούοντας την εισβολή. Ο λαός αντάμειψε τον Ποπλικόλα με μία οικία στον Παλατίνο λόφο.[4]
Το 505 ο Λατινική Ομοσπονδία και οι Σαβίνοι απείλησαν τη Ρώμη με μεγάλο στρατό. Αν και οι διπλωματικές διαπραγματεύσεις σταμάτησαν, ο Ποπλικόλας ανακατεύτηκε με την πολιτική των Σαβίνων, βοηθώντας τον Άττιο Κλάουσο, ο οποίος μετακόμισε στη Ρώμη με πεντακόσιους οπαδούς. Ο Κλάουσος έγινε Ρωμαίος πολίτης με το όνομα Άπιος Κλαύδιος: ήταν ο ιδρυτής τού Κλαυδίου γένους. Όταν οι Σαβίνοι προσπάθησαν να πολιορκήσουν τη Ρώμη, ο Ποπλικόλας διέταξε επιτυχώς τον στρατό, προβλέποντας τις κινήσεις τους και ματαιώνοντας τα σχέδιά τους. Εξελέγη ύπατος για τέταρτη φορά το 504 π.Χ. και νίκησε για άλλη μία φορά τους Σαβίνους. Πανηγύρισε έναν θρίαμβο τον Μάιο του ίδιου έτους.[4][5]
Ο Π. Β. Ποπλικόλας απεβίωσε το 503 π.Χ., λίγο αφότου πέρασε το υπατικό λειτούργημα στους διαδόχους του Aγρίππα Μενένιο Λανάτο και Πόπλιο Ποστούμιο Τουβέρτο. Ο Λίβιος καταγράφει, ότι τη στιγμή του θανάτου του θεωρείτο «με καθολική συγκατάθεση ως ο ικανότερος άνθρωπος στη Ρώμη, στην τέχνη της ειρήνης, όσο και του πολέμου». Είχε λίγα χρήματα, και έτσι τάφηκε με δημόσια δαπάνη, και τον θρήνησαν οι Ρωμαίοι, όπως είχε γίνει για τον Βρούτο πριν από αυτόν.[15]
Με διάταγμα, κάθε πολίτης πρόσφερε ένα τέταρτο ασσαρίου (quadrans) για την κηδεία. Η σορός του Ποπλικόλα τάφηκε στην πόλη της Ρώμης, στον Βέλιο λόφο. Το τέλος του θρηνήθηκε για έναν ολόκληρο χρόνο. Μετά τον Ποπλικόλα, πολλά αξιόλογα μέλη του Βαλερίου γένους τάφηκαν κοντά στο ίδιο σημείο.[16]
Ο λίθος της πόλης Σάτρικον
ΕπεξεργασίαΤο 1977 ανακαλύφθηκε μία επιγραφή στα ερείπια της αρχαίας πόλης Σάτρικον (Satricum). Το lapis Satricanus χρονολογείται από τα τέλη του 6ου έως τις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ.[17] και φέρει το όνομα Poplios Valesios, το οποίο θα αποδιδόταν στα κλασικά λατινικά ως Publius Valerius. Αυτό δεν αποδεικνύει την ιστορικότητα της αφήγησης, που δόθηκε από μεταγενέστερους Ρωμαίους ιστορικούς, αλλά καταδεικνύει ότι τουλάχιστον ένα εξέχον άτομο έφερε πράγματι το όνομα στα τέλη του 6ου αι.
Υστεροφημία
ΕπεξεργασίαΣτα Ομοσπονδιακά έγγραφα, μία συλλογή από 85 δοκίμια, που προωθούν την υιοθέτηση τού Συντάγματος των Η.Π.Α., που γράφτηκαν από τους Aλεξάντερ Χάμιλτον, Τζέιμς Μάντισον και Τζον Τζέυ το 1787–1788, οι τρεις πολιτικοί χρησιμοποίησαν το όνομα «Publius» προς τιμήν του ρόλου του Ποπλικόλα στην ίδρυση της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας.
Μετά τον Ισπανο-αμερικανικό Πόλεμο, ένα κείμενο με τίτλο «Το καθήκον του αμερικανικού λαού ως προς τις Φιλιππίνες» δημοσιεύτηκε με το ψευδώνυμο «Publicola».[18] Ο συγγραφέας συνιστούσε την ανάπτυξη των Φιλιππίνων για τη βελτίωση της ζωής του λαού των Φιλιππίνων, καθώς και για την προώθηση των αμερικανικών εμπορικών συμφερόντων στην Ανατολή.
Δείτε επίσης
ΕπεξεργασίαΒιβλιογραφικές αναφορές
Επεξεργασία- ↑ 1,00 1,01 1,02 1,03 1,04 1,05 1,06 1,07 1,08 1,09 1,10 1,11 1,12 1,13 1,14 1,15 1,16 «Digital Prosopography of the Roman Republic» (Αγγλικά) 3. Ανακτήθηκε στις 8 Ιανουαρίου 2021.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 2,5 2,6 2,7 www
.strachan .dk /family /valerius .htm. - ↑ 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 Thomas Robert Shannon Broughton: «The Magistrates of the Roman Republic» (Αγγλικά) Αμερικανική Φιλολογική Εταιρεία. 1951. ISBN-10 0-89130-812-1.
- ↑ 4,00 4,01 4,02 4,03 4,04 4,05 4,06 4,07 4,08 4,09 4,10 4,11 Plutarch, Lives. Life of Poplicola. Wikisource
- ↑ 5,0 5,1 5,2 5,3 Livy, Ab urbe condita 1:58, 2:20. History of Rome, books 1 and 2. Project Gutenberg
- ↑ Livy, Ab urbe condita 2.2
- ↑ Livy, Ab urbe condita, 2.6-7
- ↑ Fasti Triumphales
- ↑ Livy, Ab urbe condita 2.8
- ↑ Chisholm, Hugh, επιμ.. (1911) «Valerius, Publius» Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα 27 (11η έκδοση) Cambridge University Press, σελ. 859Chisholm, Hugh, ed. (1911). . Encyclopædia Britannica. Vol. 27 (11th ed.). Cambridge University Press. p. 859.
- ↑ Livy, Ab urbe condita, 2.7
- ↑ Fasti Consulares
- ↑ Livy, Ab urbe condita, 2.8
- ↑ Livy, Ab urbe condita, 2.11
- ↑ Livy, Ab urbe condita, 2:16
- ↑ Plutarch (1914). The Parallel Lives. Loeb Classical Library. σελ. 565.
- ↑ Stibbe, C. M. (1980). Lapis Satricanus. Recreatie en Maatschappelijk Werk. ISBN 978-90-12-02951-3.
- ↑ The duty of the American people as to the Philippines. 1898.
Περαιτέρω ανάγνωση
Επεξεργασία- Jan Bremmer, «The Suodales of Poplios Valesios», στο Zeitschrift für Papyrologie und Epigraphik, τόμ. 47, σσ. 133–147 (1982), .
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Επεξεργασία- Πλούταρχος, Οι βίοι των ευγενών Ελλήνων και Ρωμαίων, σε συνδυασμό με τον Σόλωνα, στο "Poplicola"
- Livius.org: Publius Valerius Publicola Αρχειοθετήθηκε 2013-09-20 στο Wayback Machine.