Μυωπία
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Η μυωπία είναι διαθλαστική ανωμαλία του ματιού, κατά την οποία οι ακτίνες του φωτός δεν συγκεντρώνονται στον αμφιβληστροειδή, όπως είναι το φυσιολογικό, αλλά σε κάποιο σημείο μπροστά από αυτόν. Για αυτόν το λόγο, ο μύωπας (αρχ. μύωψ) αδυνατεί να δει καθαρά τα αντικείμενα που βρίσκονται μακριά και μισοκλείνει τα μάτια για να το καταφέρει καλύτερα — αυτό φαίνεται και από την ετυμολογία της λέξης μύωψ [<μύω (=κλείνω ελαφρώς τα μάτια) + ὢψ (=βλέμμα, όψη)].
Μυωπία | |
---|---|
Στο πάνω μέρος της εικόνας φαίνεται ότι οι ακτίνες φωτός στο μάτι του μύωπα εστιάζουν μπροστά από τον αμφιβληστροειδή. Στο κάτω μέρος βλέπουμε ότι ο φακός διορθώνει την πάθηση. | |
Ειδικότητα | οπτομετρία |
Ταξινόμηση | |
ICD-10 | H52.1 |
ICD-9 | 367.1 |
DiseasesDB | 8729 |
MeSH | D009216 |
Γενικά
ΕπεξεργασίαΗ μυωπία είναι συχνή διαθλαστική ανωμαλία του ματιού, που οφείλεται σε ανατομική δυσαναλογία του. Εξ αιτίας αυτής, οι ακτίνες του φωτός (το "είδωλο" που σχηματίζεται) δεν συγκεντρώνονται στον αμφιβληστροειδή, όπως είναι το φυσιολογικό, αλλά σε κάποιο σημείο μπροστά από αυτόν. Για αυτόν το λόγο, ο μύωπας δεν μπορεί να δει καθαρά τα αντικείμενα που βρίσκονται μακριά, ενώ δεν έχει πρόβλημα στα αντικείμενα που βρίσκονται κοντά. Είναι το ακριβώς αντίθετο από την πρεσβυωπία.
Η μυωπία στις περισσότερες περιπτώσεις οφείλεται στο ότι ο βολβός του ματιού είναι πιο επιμηκυμένος από το κανονικό σφαιροειδές σχήμα. Διακρίνεται σε απλή και παθολογική. Η απλή μυωπία μπορεί να εμφανιστεί από την παιδική ηλικία, συνήθως ανάμεσα στα 5 και 12 χρόνια [1] και είναι είτε κληρονομική είτε οφείλεται σε εσφαλμένο τρόπο θέασης (ανάγνωση με κακό φωτισμό, από πολύ κοντά κτλ). Η παθολογική μυωπία εμφανίζεται στην εφηβεία και επιδεινώνεται αργότερα. Η μυωπία διορθώνεται με τη χρησιμοποίηση αποκλινόντων φακών (γυαλιά), φακών επαφής (διαφόρων τύπων: σκληρών, μαλακών, ημερήσιων, μηνιαίων, κλπ), με ορθοκερατολογία, δηλαδή φακούς που επιπεδώνουν το κεντρικό τμήμα του κερατοειδή και αντισταθμίζουν το μυωπικό σφάλμα (μέχρι περίπου 4 με 4.50D) ή και εγχείρηση με τη χρήση ακτίνων λέιζερ PRK για όσους έχουν ήπια ή μέτρια μυωπία και LASIK για όσους έχουν μεγάλη μυωπία.
Συνήθως η μυωπία μετριέται σε διοπτρίες και διακρίνεται σε:
- ήπια μυωπία, μέχρι τρεις διοπτρίες
- μέτρια, από τρεις ως έξι διοπτρίες,
- μεγάλη, από έξι διοπτρίες και πάνω. Όσοι έχουν μεγάλη μυωπία, είναι περισσότερο πιθανό να υποστούν αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς ή να εμφανίσουν και άλλα συμπτώματα, όπως φευγαλέες σκιές (σαν «μυγάκια»).
Διάγνωση
ΕπεξεργασίαΗ διάγνωση της μυωπίας συνήθως γίνεται μέσω μιας οφθαλμολογικής εξέτασης η οποία πραγματοποιείται από έναν οφθαλμίατρο.[2] Συνήθως ένα διαθλασίμετρο ή ένα σκιοσκόπιο χρησιμοποιείται για να δώσει μια αρχική αντικειμενική εκτίμηση της διαθλαστικής κατάστασης κάθε ματιού, και στη συνέχεια χρησιμοποιείται ένα phoropter, ώστε να καθορίσουμε τους βαθμούς της μυωπίας του κάθε ματιού.
Ποσοστά στην Ευρώπη και Ελλάδα
ΕπεξεργασίαΜια πρόσφατη έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε πρωτοετείς φοιτητές στο Ηνωμένο Βασίλειο βρήκε ότι το 50% των Βρετανών λευκών και το 53,4% των Βρετανών με καταγωγή από την Ασία έχουν μυωπία.[3]
Στην Ελλάδα, η μυωπία σε μαθητές ηλικιών 15 με 18 βρέθηκε στο 36,8%.[4]
Μια πρόσφατη έρευνα για τα ποσοστά μυωπίας στην Ευρώπη κατέληξε ότι το 26,6% των δυτικών Ευρωπαίων με ηλικία μεγαλύτερη των 40 ετών έχουν τουλάχιστον −1.00 διόπτρα μυωπία και το 4,6% έχει τουλάχιστον −5.00 διόπτρες.
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ Χρονόπουλος, Γιώργος (3 Μαρτίου 2009). «Μυωπία». Δρ. Γ. Χρονόπουλος. Ανακτήθηκε στις 3 Μαρτίου 2009.
- ↑ «Orthoptists and Prescribing in NSW, VIC and SA». The Royal Australian and New Zealand College of Ophthalmologists. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Σεπτεμβρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 29 Ιουλίου 2010.
- ↑ Logan NS, Davies LN, Mallen EA, Gilmartin B (April 2005). «Ametropia and ocular biometry in a U.K. university student population». Optom Vis Sci 82 (4): 261–6. doi: . PMID 15829853.
- ↑ Mavracanas TA, Mandalos A, Peios D, et al. (2000). «Prevalence of myopia in a sample of Greek students». Acta Ophthalmol Scand 78 (6): 656–9. doi: . PMID 11167226.
Αυτό το λήμμα σχετικά με την Ιατρική χρειάζεται επέκταση. Μπορείτε να βοηθήσετε την Βικιπαίδεια επεκτείνοντάς το. |