Διώρυγα του Παναμά

διώρυγα που συνδέει τον Ατλαντικό με τον Ειρηνικό Ωκεανό

Συντεταγμένες: 9°7′12″N 79°45′0″W / 9.12000°N 79.75000°W / 9.12000; -79.75000

Η διώρυγα του Παναμά (ισπ. Canal de Panamá) είναι τεχνητός δίαυλος μήκους 82 χιλιομέτρων (51 ναυτικών μιλίων) στον Παναμά, ο οποίος ενώνει τον Ατλαντικό με τον Ειρηνικό ωκεανό. Είναι η δεύτερη σε ναυτιλιακή σπουδαιότητα από την άποψη των θαλάσσιων μεταφορών στον κόσμο, μετά τη Διώρυγα Σουέζ. Ενώνει την επί του Ατλαντικού βόρεια ακτή με εκείνη του Ειρηνικού στα νότια, χρησιμοποιώντας υδατοφράκτες με δεξαμενές, που ανυψώνουν τα πλοία στα 26 μέτρα (85 πόδια) πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, που είναι το επίπεδο της τεχνητής Λίμνης Γκατούν και τα χαμηλώνουν πάλι στην άλλη πλευρά στο ύψος της θάλασσας.

Διώρυγα του Παναμά
Όψη της διώρυγας προς τον Ατλαντικό
Προδιαγραφές
Φράγματα3 υδατοφράκτες πάνω, 3 κάτω ανά διέλευση και οι τρεις λωρίδες
(3 λωρίδες υδατοφρακτών)
ΚατάστασηΑνοικτή, η επέκταση άνοιξε στις 26 Ιουνίου 2016
Ναυτιλιακή διοίκησηPanama Canal Authority
Ιστορία
Αρχικός ιδιοκτήτηςLa Société internationale du Canal
Πρώτος μηχανικόςΤζον Φίντλεϊ Ουάλας (1904-1905), Τζον Φρανκ Στίβενς (1905-1907), Τζορτζ Ουάσινγκτον Γκέταλς (1907-1914)
Έναρξη χρήσης15 Αυγούστου 1914

Η πρώτη διέλευση πλοίου έγινε στις 15 Αυγούστου 1914. Από τη δεκαετία του 1930, άρχισε να φαίνεται η ανάγκη για επέκταση των δεξαμενών του καναλιού, λόγω του μεγέθους των νέων πλοίων, που δεν χωρούσαν στις υπάρχουσες, και για να χαλαρώσει η έντονη κίνηση, αλλά τα σχέδια εγκαταλείφθηκαν το 1942. Τελικά, οι εργασίες για τις νέες δεξαμενές άρχισαν το 2007 και το έργο παραδόθηκε για χρήση τον Ιανουάριο του 2016.

Η ημερήσια δυναμικότητα διελεύσεως της διώρυγας είναι 50 πλοία. Τα πλοία καταβάλλουν τέλη (δικαιώματα) βάσει της χωρητικότητας που έχουν (Panama canal tonnage).

Στρατιωτικά σήμερα η διώρυγα του Παναμά συνεχίζει να θεωρείται ουδέτερη θάλασσα.

Ήδη από το 1501 οι άνθρωποι ονειρεύονταν μια γέφυρα νερού που να ενώνει τον Ατλαντικό Ωκεανό με τον Ειρηνικό, μέσα από τον Ισθμό του Παναμά. Η προσπάθεια διανοίξεως της διώρυγας είχε αρχίσει από τα πολύ παλιά χρόνια. Πολλοί την επεχείρησαν, αλλά οι εδαφικές ανωμαλίες, η διαφορά της στάθμης μεταξύ των δύο ωκεανών και της παλίρροιας, καθώς και ο κίτρινος πυρετός, έκαναν την κατασκευή προβληματική αν όχι αδύνατη. Το 1859 ολοκληρώθηκε σιδηροδρομική γραμμή που διέσχιζε τον ισθμό, αφού στοίχισε όμως πολλές απογοητεύσεις, κόπους και έξοδα. Φαινόταν ότι τα πλοία θα συνέχιζαν να κάνουν το γύρο του Ακρωτηρίου Χορν διαπλέοντας 8.000 μίλια (13.000 χιλιόμετρα) παραπάνω. Παρ' όλα αυτά, το 1876 οι Γάλλοι ίδρυσαν τη Διεθνή Εταιρεία της Ωκεάνιας Διώρυγας, που εξουσιοδότησε και τη γαλλική εταιρεία «Lesseps», που είχε ιδρύσει ο Φερδινάνδος Λεσσέψ, να αρχίσει τις εργασίες. Πράγματι, το 1881 αρχίζει η γαλλική προσπάθεια. Όμως οι τροπικοί πυρετοί, συγκεκριμένα ο κίτρινος πυρετός, προκαλούσαν μεγάλες απώλειες ζωής στο εργατικό προσωπικό. Η κακή διαχείριση, η διαφθορά και η κλοπή, οργίαζαν. Η προσπάθεια τερματίσθηκε άδοξα το 1888 με την πτώχευση της εταιρείας. Οι Γάλλοι εγκατέλειψαν το σχέδιο, αφήνοντας πίσω τους σκουριασμένα μηχανήματα και τάφους χιλιάδων εργατών.

Το 1904 η αμερικανική κυβέρνηση εξαγόρασε τα γαλλικά δικαιώματα και μια στενή λωρίδα γης που είχε μήκος 50 μίλια (80 χιλιόμετρα) και πλάτος 10 μίλια (16 χιλιόμετρα), η λεγόμενη Ζώνη της Διώρυγας.[1] Ο αρχίατρος Ουίλιαμ Κρώφορντ Γκόργκας ανέλαβε να απαλλάξει τη Ζώνη της Διώρυγας από τις ακαθαρσίες και τις νόσους εξαιτίας των οποίων πέθαναν πολλοί εργάτες. Δημιουργήθηκε μια Επιτροπή για τη Διώρυγα, με πλήρη μηχανικά και διοικητικά δικαιώματα, και η κατασκευή της άρχισε. Ο πρώτος αρχιμηχανικός Τζων Γουάλας παραιτήθηκε ύστερα από έναν χρόνο και ο διάδοχός του Τζων Στήβενς αποσύρθηκε το 1907.

Ο Πρόεδρος των Η.Π.Α. Θεόδωρος Ρούζβελτ αντιλαμβανόταν πως αν επρόκειτο να κατασκευαστεί μία Διώρυγα του Παναμά, δεν έπρεπε να επαναληφθούν τα λάθη που είχαν διαπράξει οι Γάλλοι. Το 1907 η Επιτροπή Διώρυγας ανετέθη στο στράτευμα και ο συνταγματάρχης Τζωρτζ Ουάσινγκτον Γκέταλς ανέλαβε τη διοίκηση. Το κανάλι δεν θα γινόταν ένας κρίκος που θα ένωνε απ' ευθείας τον Ατλαντικό και τον Ειρηνικό Ωκεανό, όπως είχαν σχεδιάσει οι Γάλλοι, αλλά ένας υδάτινος διάδρομος, φραγμένος από ξηρά, κατασκευασμένος στη ράχη του ισθμού. Από τον Ατλαντικό τα πλοία θα εισχωρούσαν μέσα σε μια διώρυγα του επιπέδου της θαλάσσης, μήκους 7 μιλίων. Τρία φράγματα θα σήκωναν τα πλοία 26 μέτρα πάνω από το επίπεδο της θάλασσας στην πραγματική διώρυγα. Από εκεί θα ταξίδευαν ανεμπόδιστα 33 χιλιόμετρα στη Λίμνη Γκατούν και θα περνούσαν μέσα από το Culebra Cut στα φράγματα του Ειρηνικού. Το «Pedro Miguel», το πρώτο φράγμα, θα χαμήλωνε τα πλοία 30 πόδια στην τεχνητή λίμνη Μιραφλόρες, πλάτους 3,2 χιλιομέτρων. Έπειτα, άλλα δύο φράγματα θα χαμήλωναν τα υπόλοιπα 54 πόδια στο κανάλι του επιπέδου της θάλασσας. Από εκεί και μετά, θα απέμεναν να διασχισθούν μόνο 13,7 χιλιόμετρα έως τον Ειρηνικό Ωκεανό.

Αυτό ήταν το ηράκλειο έργο που αντιμετώπισε ο Γκέταλς. Τα κανάλια του επιπέδου της θάλασσας στις δύο άκρες του ισθμού ήταν εύκολη αποστολή με σκάψιμο και εκβάθυνση. Όμως τα φράγματα, με τις μεγάλες θαλάσσιες θύρες τους, εμφάνισαν πολύ περισσότερα προβλήματα. Το μεγαλύτερο εμπόδιο ήταν το εσωτερικό κανάλι, επειδή το ηπειρωτικό χώρισμα ήταν 26 μέτρα ψηλότερο από το προτεινόμενο επίπεδο ύψους του θαλάσσιου διαδρόμου. Οι λόφοι έπρεπε να κοπούν κάθετα, σε μια έκταση 9 μιλίων στο Culebra Cut. Πηγή υδάτων θα ήταν για το σκοπό αυτό, ο ποταμός Τσάγρες. Αυτός όμως ήταν πολύ χαμηλότερος από το προτεινόμενο επίπεδο των 26 μέτρων. Έτσι κατασκευάστηκε το Φράγμα Γκατούν. Στο Culebra Cut, άνθρωποι και μηχανές έσκαψαν ένα βαθύ όρυγμα σε σχήμα V μέσα στο βουνό και ανασκάφηκαν εκατομμύρια κυβικά μέτρα χώματος και πέτρας, το μεγαλύτερο μέρος των οποιων μεταφέρθηκε στο Φράγμα Γκατούν. Την εποχή των βροχών υπήρχε ο κίνδυνος των κατολισθήσεων, αλλά και των πλημμυρών του ποταμού Τσάγρες.

Οι δεξαμενές έπρεπε να γίνουν αρκετά ευρείες, ώστε να μπορούν να χωρέσουν και τα μεγαλύτερα πλοία του Αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού. Έτσι κατασκευάστηκαν με μήκος 1,000 ft (304,80 m), 110 ft (33,53 m) και το ύψος τους στα πλάγια ισούται με πολυκατοικία 6 ορόφων. Για να κατασκευαστεί το κανάλι του Παναμά, χρειάστηκε να μετατοπιστεί χώμα σε ποσότητα που ανήλθε συνολικά σε 240.000.000 τόνους. Η ποσότητα αυτή θα μπορούσε να σχηματίσει 63 πυραμίδες, που η κάθε μία να έχει το ύψος της Μεγάλης Πυραμίδας της Αιγύπτου.

Τελικά, το έργο ολοκληρώθηκε. Στις 10 Οκτωβρίου 1913 άνοιξαν τα φράγματα της λίμνης και το νερό εισχώρησε στο κανάλι. Άνοιξαν οι υδατοφράχτες και τα νερά του Ατλαντικού γέμισαν την πρώτη σύρτη. Πλήθη από υπερήφανους εργάτες μαζί με τις οικογένειές τους ζητωκραύγασαν καθώς το πρώτο πλοίο, το ρυμουλκό «Γκέιταν», σημαιοστολισμένο μπήκε σφυρίζοντας μέσα στο φράγμα. Οι μηχανικοί και οι επίσημοι βρίσκονταν επάνω στο ρυμουλκό.

Ύστερα από ένα έτος, στις 15 Αυγούστου 1914, η Διώρυγα παραδόθηκε στη διεθνή ναυσιπλοΐα. Μέχρι το έτος 2000 βρισκόταν υπό την οικονομική εκμετάλλευση των ΗΠΑ.

Φωτοθήκη

Επεξεργασία
 
Σχηματική απεικόνιση της διώρυγας του Παναμά, που απεικονίζει την αλληλουχία των υδατοφρακτών και των περασμάτων.


Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. The Panama Canal Congressional Hearings 1909: Col. Goethals testimony, σελ. 15. Accessed 26 December 2011.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία
  •   Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Panama Canal στο Wikimedia Commons
  • (Ισπανικά) Επίσημος ιστότοπος