Αστικά κοινά
Ο όρος αστικά κοινά (ή οικιστικά κοινά) αναφέρεται στην ευκαιρία των πολιτών να αποκτήσουν δύναμη όσον αφορά τη διαχείριση των αστικών πόρων και την αναδιαμόρφωση των εξόδων που αφορούν τη ζωή στην πόλη, σύμφωνα με την χρηστική τους αξία και των εξόδων συντήρησης και όχι των τάσεων της αγοράς.[1] Τα αστικά κοινά τοποθετούν τους πολίτες ως κυρίαρχους παράγοντες και όχι τις δημόσιες αρχές, τις ιδιωτικές αγορές και τις τεχνολογίες.[2] Έχουν αφετηρία τις επιθυμίες και τις διεκδικήσεις της κοινότητας και πολλές φορές αποτελούν έκφραση πολιτικών πεποιθήσεων και προτείνουν ένα διαφορετικό σχήμα διακυβέρνησης.
Ιστορία
ΕπεξεργασίαΣυγκεκριμένα, ως αστικά κοινά ή οικιστικά κοινά αναφέρονται συγκεκριμένοι χώροι μέσα σε μία πόλη, τα οποία αξιοποιούνται από μία oμάδα ανθρώπων με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Η ιδέα άνθησε ιδιαίτερα στις ΗΠΑ όπου ολόκληροι μικρόκοσμοι γεννήθηκαν μέσα σε ήδη υπάρχουσες πόλεις, ως επιθυμία αρχικά πλούσιων ανθρώπων να δημιουργήσουν ένα είδος "οικιστικής κάστας" με δικά της δεδομένα, προυποθέσεις εισαγωγής και όρους διαβίωσης. Με την πάροδο του χρόνου, η ιδέα έγινε προσιτή σε όλα τα κοινωνικά στρώματα ανεξαιρέτως και έτσι γεννήθηκαν διάφορες μορφές οικιστικών κοινών.[3]
Στην Ιταλία και συγκεκριμένα στην Μπολόνια, ξεκίνησε μια προσπάθεια εμπλουτισμού του όρου αστικά κοινά. Ως αποτέλεσμα, τον Φεβρουάριο του 2014 προέκυψε ο Κανονισμός της Μπολόνιας με τον οποίο ως «αστικά κοινά» ορίζονται δημόσιοι χώροι, χώροι πρασίνου, εγκαταλελειμμένα κτίρια και άλλες υποδομές. Ωστόσο όμως ο ορισμός αυτός διευρύνεται και περιλαμβάνει «την ποιότητα ζωής στην πόλη και την αντίληψη περί ανθρώπινης ευδοκίμησης».[4] Αυτό προέκυψε ως επακόλουθο της υποβάθμισης της κοινωνικής ζωής στις αστικές κοινότητες. Έτσι λοιπόν προχώρησαν στην εφαρμογή ενός σχεδίου περί επαναχρησιμοποίησης εγκαταλελειμμένων ή αχρησιμοποίητων θεάτρων και πολιτιστικών χώρων με σκοπό την αστική ανάπλαση. Μέσα από αυτήν την κίνηση αναγέννησης του αστικού χώρου επεδίωκαν να συμβάλουν στην βελτίωση της ποιότητας ζωής, στην ευημερία των ανθρώπων των πόλεων και στη δημιουργία πολιτισμού και πολιτικής.[4]
Το παράδειγμα του L’ Asilo Filangieri στη Νάπολη, που καταλήφθηκε από μια ομάδα φορέων ψυχαγωγίας και πολιτισμού το 2012 με σκοπό να δημιουργηθούν εργαστήρια που θα έχουν σχέση με τον πολιτισμό και την ψυχαγωγία, μας δείχνει την εναλλακτική χρήση των κτιρίων αυτών ως κοινά, υπό το καθεστώς της αυτοδιαχείρισής τους από τους κατοίκους της περιοχής, παρέχοντας πολλαπλά οφέλη στην κοινωνική και πολιτική ζωή του τόπου. Στο κτίριο αυτό διοργανώνονται πολιτιστικές δραστηριότητες ως κοινά με συμμετοχικές διαδικασίες και συγχρόνως αποτέλεσε χώρο ανταλλαγής γνώσεων και δεξιοτήτων μέσα σε μια περίοδο οικονομικών περικοπών κυρίως στον τομέα του πολιτισμού [5].Όταν λοιπόν μια ομάδα ενεργών πολιτών αναλαμβάνει να αξιοποιήσει κοινούς τόπους δίνοντάς τους νέες αστικές λειτουργίες και νέες μορφές, τότε αλλάζει και η ίδια σημασία του αστικού χώρου. Η εναλλακτική αυτή χρήση, εκτός των άλλων, προωθεί και συνεργασίες μεταξύ πολιτών και δημοσίου παρέχοντάς τους ταυτόχρονα τεχνική και χρηματική υποστήριξη με σκοπό τη “φροντίδα και τη βιωσιμότητα” των αστικών κοινών. Ανοίγοντας με αυτόν τον τρόπο ένα νέο όραμα στην έννοια της διακυβέρνησης.[4]
Ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ (2012) διευκρινίζει την διαφορά μεταξύ δημοσίων χώρων και αστικών κοινών. Συγκεκριμένα, αναφέρει ότι οι δημόσιοι χώροι και τα δημόσια αγαθά της πόλης μπορούν να θεωρηθούν ως κοινά όταν οι πολίτες αναλαμβάνουν σε αυτά πολιτική δράση. Για παράδειγμα, η Πλατεία Συντάγματος στην Αθήνα, η Πλατεία Ταχρίρ στο Κάιρο και η Πλατεία Καταλονίας στη Βαρκελώνη μεταμορφώθηκαν από δημόσιοι χώροι σε αστικά κοινά όταν οι πολίτες διαμαρτυρήθηκαν εκεί και εξέφρασαν τις πολιτικές τους πεποιθήσεις. Αντίστοιχο παράδειγμα με τα ανωτέρω και με τεράστια απήχηση, συναντάμε και εκτός Ευρώπης. Πιο συγκεκριμένα στη Νέα Υόρκη με το κίνημα ''Καταλάβατε την Γουόλ Στριτ''.[6] Οι δρόμοι αποτελούν δημόσιους χώρους, οι οποίοι συχνά έχουν αποτελέσει αστικό κοινό μέσα από την κοινωνική και επαναστατική δράση των πολιτών.[3] Επίσης, ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ, στο ίδιο βιβλίο (2012), υποστηρίζει ότι τα άτομα και οι κοινωνικές ομάδες, μέσα από τις καθημερινές τους δραστηριότητες και τους αγώνες, δημιουργούν το κοινωνικό σύμπαν της πόλης και μέσω αυτού δημιουργούν κάτι κοινό ως πλαίσιο μέσα το οποίο μπορούν να κατοικούν όλοι.
Στην έρευνά της για τα αστικά κοινά στην Αθήνα, με τίτλο Πρακτικές των κοινών (2015), η ομάδα που απαρτίζει το συλλογικό σχήμα έρευνας και δράσης KOINO athina επισημαίνει ότι μία διαφορά ενός αστικού κοινού από ένα θεσμοθετημένο αστικό δημόσιο χώρο έγκειται στο ότι μπορεί να νέμονται τον τελευταίο διαφορετικές συλλογικότητες/ατομικότητες κτλ χωρίς όμως να υπάρχει συλλογική διαχείριση του.[7]
Τα αστικά κοινά δρουν στην πόλη συμπληρωματικά με το κράτος και την αγορά. Κάποια παραδείγματα είναι οι αστικοί κήποι, οι αστικές καλλιέργειες στις ταράτσες των κτιρίων και οι πολιτισμικοί χώροι που έχουν μετατραπεί σε χώρους διάδρασης μεταξύ πολιτών.[8] Επίσης, ως αστικό κοινό μπορούν να θεωρηθούν δομές όπου ζουν συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες, όπως δομές αστέγων ή προσφύγων αλλά και κοινόβια. Xαρακτηριστικά παραδείγματα είναι τα εγκαταλελειμμένα εργοστάσια, απέναντι από το λιμάνι της Πάτρας στα οποία εδώ και χρόνια ζουν μετανάστες, η κοινότητα των Άμις στις ΗΠΑ αλλά και η κοινότητα των Bajau στη Μανίλα. Αξιόλογο, επίσης, παράδειγμα είναι εκείνο της φαβέλας στη Βραζιλία.
Το νερό ως κοινό αγαθό αντιμετωπίζεται ανά τους αιώνες, από τα αρχαία χρόνια, σε όλους τους πολιτισμούς του κόσμου και μέχρι σήμερα σε αρκετά μέρη του πλανήτη. Κι αυτό συνέβαινε και συμβαίνει όταν η διαχείρισή του είναι κοινωνική και αποκεντρωμένη σε επίπεδο κοινότητας, με άμεση συμμετοχή των πολιτών, με ελεύθερη πρόσβαση για όλους και με σεβασμό στον κύκλο του νερού στη φύση.[9] Η ταχεία αστικοποίηση οδηγεί σε αυξημένη αστική φτώχεια και μεγαλύτερη ζήτηση για ύδρευση και υπηρεσίες υγιεινής σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες. Τέτοιες διεργασίες ασκούν πίεση στις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, οι οποίες, σε μεγάλο βαθμό, δεν ήταν σε θέση να παρέχουν υπηρεσίες καλής ποιότητας σε όλους.[10] Οι συνεταιρισμοί νερού προσαρμόζονται και ευδοκιμούν σε ποικίλα κοινωνικοοικονομικοπολιτικά συστήματα σε διαφορετικά μέλη της υφηλίου. Χιλιάδες παραδείγματα αστικών ή αγροτικών συνεταιρισμών νερού υπάρχουν στις ΗΠΑ, τον Καναδά, τη Λατινική Αμερική (Χιλή, Κολομβία, Βραζιλία, Αργεντινή, Μεξικό και Βολιβία) και την Ευρώπη (Φινλανδία, Δανία, Αυστρία κλπ).[11]
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ «What makes urban commons different from other commons?». Dr. Mary Dellenbaugh-Losse (στα Αγγλικά). 18 Σεπτεμβρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 14 Ιουνίου 2023.
- ↑ Sharing Cities: activating the Urban Commons Αρχειοθετήθηκε 2017-12-29 στο Wayback Machine.. (2017). Mountain View: Shareable. Aνακτήθηκε στις 28/12/2017
- ↑ 3,0 3,1 D. Harvey, (2013), Εξεγερμένες πόλεις. Από το δικαίωμα στην πόλη στην επανάσταση της πόλης, Αθήνα: Εκδόσεις ΚΨΜ, σ. 137-170
- ↑ 4,0 4,1 4,2 Κοτσακά, Δ. 2019 (Απρίλιος). Τα αστικά κοινά και το κίνημα της νέας αυτοδιοίκησης (New municipalism)
- ↑ «chi siamo». l'asilo (στα Ιταλικά). Ανακτήθηκε στις 14 Ιουνίου 2023.
- ↑ «ΗΠΑ: Στους δρόμους το κίνημα «Occupy Wall Street»». Πρώτο Θέμα. 18 Σεπτεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 14 Ιουνίου 2023.
- ↑ «Πρακτικές των Κοινών | έρευνα για τα αστικά κοινά στην Αθήνα (pdf)». K Ο Ι Ν Ο athina. 4 Σεπτεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2018.
- ↑ Iaione, Christian· Van de Velde, Kati (9 Νοεμβρίου 2016). «The City as a Commons». greeneuropeanjournal.eu (στα Αγγλικά).
- ↑ «Το Νερό ως Κοινό Αγαθό». Η Αυγή. 18 Δεκεμβρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2020.
- ↑ Ruiz-Mier, F.· van Ginneken, M.· van Ginneken, M. (2006). «Consumer cooperatives : an alternative institutional model for delivery of urban water supply and sanitation services?». www.ircwash.org. Ανακτήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2020.
- ↑ Douvitsa, Ifigenia (14-08-2014). «Cooperatives: an alternative to water privatization in Greece”». Social Enterprise Journal,. https://www.emerald.com/insight/content/doi/10.1108/SEJ-10-2013-0039/full/html. Ανακτήθηκε στις 13-12-2020.