Άντον Ράιζερ

Μυθιστόρημα του Καρλ Φίλιπ Μόριτς,

Άντον Ράιζερ (γερμανικά: Anton Reiser‎‎) είναι ο τίτλος μυθιστορήματος μαθητείας του Καρλ Φίλιπ Μόριτς, τα τρία πρώτα μέρη δημοσιεύτηκαν στο Βερολίνο μεταξύ 1785 και 1786, το τέταρτο μέρος το 1790.[2]

Άντον Ράιζερ
ΣυγγραφέαςΚαρλ Φίλιπ Μόριτς
ΤίτλοςAnton Reiser
ΓλώσσαΓερμανικά
Ημερομηνία δημοσίευσης18ος αιώνας[1]
Πολιτιστικό κίνημαΘύελλα και Ορμή
Μορφήμυθιστόρημα
Βασίζεται σεΟι δίδυμοι

Το επίκεντρο του μυθιστορήματος - ένα από τα πρώτα ψυχολογικά μυθιστορήματα της γερμανικής λογοτεχνίας - είναι η ανάπτυξη ενός εφήβου γόνου φτωχικής οικογένειας που αισθάνεται προικισμένος και προσπαθεί να ξεφύγει από τον μικροαστικό κόσμο της οικογένειάς του. Η πλοκή με τα εύκολα αναγνωρίσιμα αυτοβιογραφικά χαρακτηριστικά του Μόριτς διαδραματίζεται κυρίως στο Μπράουνσβαϊγκ, το Ανόβερο και την Ερφούρτη. Το χρονικό πλαίσιο αντιστοιχεί στα δύσκολα χρόνια της μαθητείας και της σχολικής ζωής του συγγραφέα. Ο Μόριτς, περιγράφοντας τα πρώτα είκοσι χρόνια της ζωής του Άντον Ράιζερ, αποτυπώνει με ακρίβεια την κοινωνική πραγματικότητα του τέλους του 18ου αιώνα.[3]

Ο Άντον Ράιζερ είναι γιος ενός μουσικού που ζει ολοκληρωτικά αφοσιωμένος στον πιετισμό. Η μητέρα του εμμένει σε μια διαφορετική μορφή προτεσταντισμού και αυτές οι διαφορετικές θρησκευτικές απόψεις τους οδηγούν σε συνεχείς διαφωνίες και καυγάδες που κάνουν τη φτώχεια ανυπόφορη. Αλλά μακράν το χειρότερο για τον Άντον είναι ότι νιώθει ότι οι γονείς του δεν τον αγαπούν. Επίσης, δεν μπορούν να αναγνωρίσουν το πνευματικό του ταλέντο και τις καλλιτεχνικές του φιλοδοξίες, ρυθμίζουν τη ζωή του με περιοριστικούς κανόνες και του απαγορεύσουν να διαβάζει μυθιστορήματα που έρχονται σε αντίθεση με τις εκπαιδευτικές τους ιδέες.[4]

Αφού τον έστειλαν για λίγο στο σχολείο, για οικονομικούς λόγους τον έβαλαν μαθητευόμενο σε έναν καπελά στο Μπράουνσβαϊγκ. Οι σκληρές συνθήκες εργασίας και η κακομεταχείριση καταβάλουν την αντοχή του φιλάσθενου αγοριού και επιπλέον, λόγω της υπερβολικής αυτοεκτίμησής του, θεωρεί τη σωματική εργασία ταπεινωτική. Μετά από μια απόπειρα αυτοκτονίας, σε ηλικία 13 ετών, το αφεντικό του τον στέλνει πίσω στους γονείς του. Το πρώτο μέρος τελειώνει εδώ.

Αφού εγκατέλειψε τη μαθητεία του, ο Άντον ομολογεί την επιθυμία του να σπουδάσει και ο πατέρας του τον στέλνει σε ένα δωρεάν σχολείο. Με την πρόοδό του πείθει τους ανωτέρους του να τον στείλουν στο γυμνάσιο με υποτροφία. Έτσι όμως η ταλαιπωρία του συνεχίζεται σε ανοδικές και φθίνουσες καμπύλες που επαναλαμβάνονται πολλές φορές: Ο Άντον βιώνει τη ζωή ως υπότροφος εξίσου ταπεινωτική με τη ζωή στο σπίτι του και βρίσκεται σε συνεχή ανταγωνισμό με τους γιους εύπορων οικογενειών, από τους οποίους υπερτερεί μεν σε ικανότητες αλλά τον αντιμετωπίζουν ως κοινωνικά κατώτερο και τον αποκλείουν από τις εκδηλώσεις τους. Επίσης, του παρέχονται «δωρεάν σίτιση», δηλαδή πηγαίνει σε διαφορετικό σπίτι κάθε μέρα όπου παίρνει ένα γεύμα. Δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς πόσο ταπεινωτικό είναι για αυτόν. Παντού του φαίνεται ότι είναι ένα είδος ζητιάνου και ντρέπεται για τη φτώχεια του και για τα εξαιρετικά φτωχά ρούχα του, χειρότερα από ρούχα υπηρέτη.

Συγχρόνως, διακατέχεται από την επιθυμία για αναγνώριση μπροστά στο κοινό. Ανακαλύπτει το θέατρο, πηγαίνει ξανά και ξανά, αισθάνεται μια ισχυρή έλξη, αμελεί τα μαθήματά του και τελικά χάνει την υποτροφία του. Όλα τελείωσαν ξανά, όλες οι προοπτικές χάθηκαν, η πείνα και η απογοήτευση κλείνουν το δεύτερο μέρος του μυθιστορήματος. Η φιλία του με τον Φίλιπ Ράιζερ του δίνει μια αχτίδα ελπίδας. Είναι κι αυτός φτωχός που ψάχνει τον δρόμο του στη ζωή.

Στην αρχή του τρίτου μέρους, ο Άντον είναι 16 ετών. Ζητά συγγνώμη και γίνεται δεκτός ξανά στο σχολείο και τη δωρεάν εστίαση. Αυτή τη φορά μάλιστα έχει κάποια επιτυχία: γράφει ποιήματα που δημοσιεύονται, κάνει ομιλίες που έχουν μεγάλη υποδοχή, διδάσκει και κερδίζει για πρώτη φορά χρήματα. Διαβάζει Γκότσεντ και Βολφ, εκπαιδεύεται, κάνει ένα ταξίδι στη Βρέμη και ανακαλύπτει το πάθος του για τα ταξίδια. Η φήμη του αυξάνεται, φαίνεται να έχει βρει τον εαυτό του και κυρίως απολαμβάνει την αναγνώριση που έψαχνε σε όλη του τη ζωή. Αλλά ταυτόχρονα ζει στον κόσμο της φαντασίας, χάνει όλο και περισσότερο την αίσθηση της πραγματικότητας, παραμελεί την εκπαίδευσή του και τα ιδιαίτερα μαθήματα με τα οποία πληρώνει τα βιβλία του και αρχίζει να χρωστάει. Επίσης, εξακολουθεί να τον τραβάει το θέατρο. Το τρίτο μέρος τελειώνει με την απόφαση να γίνει ηθοποιός.

Τώρα, 19 ετών, εγκαταλείπει πάλι το σχολείο και αναζητά εργασία σε θεατρικό θίασο στη Γκότα. Όταν αυτά τα σχέδια αποτυγχάνουν, ένας καλός άνθρωπος τον φροντίζει ξανά, του δίνει στέγη και δωρεάν γεύματα που μισεί (όλη η παλιά ταπείνωση επιστρέφει αμέσως) και ξαναγίνεται φοιτητής: έχει την ευκαιρία να σπουδάσει στην Ερφούρτη, αλλά ούτε αυτό το εκμεταλλεύεται: ξαναφεύγει και αυτή τη φορά εντάσσεται σε έναν θίασο ηθοποιών στη Λειψία. Η προσπάθεια είναι επίσης ανεπιτυχής γιατί ο θίασος διαλύεται όταν ο σκηνοθέτης πούλησε την γκαρνταρόμπα του θεάτρου και εξαφανίστηκε με τα χρήματα. Έτσι τελειώνει το μυθιστόρημα, ο Άντον είναι τώρα 20 χρονών.[5]

  • Ο Καρλ Φίλιπ Μόριτς σκηνοθετεί ένα πεδίο έντασης ανάμεσα στο περιοριστικό υπόβαθρο του πρωταγωνιστή και την επιθυμία του για επιτυχία και αναγνώριση. Με αυτόν τον τρόπο, περιγράφει την ανάπτυξη ενός νεαρού στην παράδοση του μυθιστορήματος μαθητείας - μεταξύ φιλοδοξίας και κοινωνικών περιορισμών από τη μια και ατομικών φιλοδοξιών από την άλλη. Ο Μόριτς ερευνά σχολαστικά τις κινητήριες δυνάμεις που κάνουν τον ήρωά του - ή καλύτερα: τον αντιήρωα - να γίνει ένας μελαγχολικός ονειροπόλος: εντοπίζει πολλές αιτίες, τον θρησκευτικό φανατισμό των γονιών του, την πικρή φτώχεια και τη διαρκή ταπείνωση, η οποία τελικά καταστρέφει την αυτοπεποίθησή του και τον κάνει να καταθλίβεται και να φοβάται τους ανθρώπους και την καταπίεση, που συνδυαστικά ωθούν επανειλημμένα την καλλιτεχνική φύση του Άντον στα όριά της. Ωστόσο, τα προβλήματα και οι αποτυχίες δεν παρουσιάζονται ως αποτέλεσμα της καταγωγής του ήρωα, αλλά μάλλον ως αποτέλεσμα των λανθασμένων αποφάσεών του και της αυστηρότητας των παιδαγωγών και δασκάλων του. Υπό αυτή την έννοια, λειτουργεί ως κριτική των παραδοσιακών παιδαγωγικών μεθόδων, αλλά και ως παράδειγμα της υπερβολικής ευαισθησίας ενός μαθητή που δραπετεύει από τη θλιβερή πραγματικότητα στον κόσμο των μυθιστορημάτων και του θεάτρου. Ο Άντον δεν μπορεί να συμβιβάσει τις εσωτερικές του τάσεις και επιθυμίες με τις προσδοκίες της κοινωνίας. Αισθάνεται εκτεθειμένος στη μοίρα, ζητά υποστήριξη από τον Θεό, αμφιβάλλει, κατηγορεί τον εαυτό του, όπως ο Σίσυφος πάντα πιστεύει ότι τα κατάφερε, αλλά σύντομα πρέπει να ξαναρχίσει από την αρχή.[6]
  • Το μυθιστόρημα έχει αυτοβιογραφικά χαρακτηριστικά. Οι ομοιότητες μεταξύ του συγγραφέα και του ήρωα του μυθιστορήματος είναι κάτι παραπάνω από ξεκάθαρες: ο Μόριτς παραθέτει στοιχεία της δικής του παιδικής ηλικίας και νεότητας και αναλύει τις δικές του αδυναμίες.

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei.
  2. . «ndr.de/kultur/buch/Karl-Philipp-Moritz-Anton-Reiser,weltliteratur». 
  3. . «getabstract.com/de/zusammenfassung/anton-reiser». 
  4. . «archive.org/anton reiser». 
  5. . «gute-literatur-meine-empfehlung.de/karl-philipp-moritz-anton-reiser/». 
  6. . «einladung-zur-literaturwissenschaft.de/Karl Philipp Moritz: Anton Reiser (1785-1790)».