Για άλλες χρήσεις, δείτε: Χιλίαρχος.

Χιλιαρχία ονομάζονταν κατά την Ελληνική επανάσταση του 1821 η μονάδα ατάκτων στρατευμάτων που διοικούσε ο χιλίαρχος. Η δύναμη της χιλιαρχίας ήταν 1120 άνδρες.

Αντιστοιχούσε προς το τάγμα, ενώ ο χιλίαρχος αντιστοιχούσε προς τον ταγματάρχη. Δημιουργήθηκαν για πρώτη φορά με ψήφισμα στην Α' Εθνική Συνέλευση της 9ης Ιανουαρίου 1822. Περιελάμβανε δέκα εκατονταρχίες. Στο επιτελείο της χιλιαρχίας ανήκε ο χιλίαρχος που την διοικούσε, ένας υποχιλίαρχος, ένας ταξίαρχος, ένας γιατρός, ένας χειρουργός, ένας φροντιστής και ένας παπάς. Το 1828 ο αριθμός των χιλιάρχων ορίστηκε σε τρεις, ενώ η χιλιαρχία οργανώθηκε σε δύο πεντακοσιαρχίες, από πέντε εκατονταρχίες η κάθε μία. Στο επιτελείο της χιλιαρχίας προστέθηκε ένας υπασπιστής, ένας γραμματέας, ένας ταμίας, δύο σημαιοφόροι και δύο σαλπιγκτές, ένας σε κάθε πεντακοσιαρχία.

Μετά την μάχη της Πέτρας οι χιλιαρχίες καταργήθηκαν και αντικαταστάθηκαν από 13 ελαφρά τάγματα.