Σεραφείμ Ξενόπουλος ο Βυζάντιος
Ο Μητροπολίτης Άρτας Σεραφείμ Ξενόπουλος ο Βυζάντιος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στην περιοχή των Ταταύλων (Ταταούλη) με καταγωγή από την πλευρά του πατέρα του Μιχαήλ ένα χωριό της Νάξου, ενώ από κείνη της μητέρας του, Σωσσάνης, τη Χίο (αν και η ίδια είχε, επίσης, γεννηθεί στην Κωνσταντινούπολη). Τα πρώτα γράμματα έμαθε στα σχολεία της γενέτειράς του και έπειτα μαθήτευσε, όπως αναφέρει ο ίδιος, “πάντα τα εγκύκλια δε και τα ιερά μαθήματα” κοντά στον λόγιο μοναχό Ιωσήφ, ο οποίος προερχόταν από τον κύκλο των μαθητών της σχολής των Κυδωνιών. Επίσης, την ίδια περίοδο διδάχτηκε την ιταλική γλώσσα από τον Ιταλό στην καταγωγή αλλά ορθόδοξο στο θρήσκευμα Παύλο παπά Νικόλα. Το 1832 χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος, το 1847 πρεσβύτερος, το 1848 προχειρίσθηκε επίσκοπος Αργυρουπόλεως (βοηθός επίσκοπος της Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως). Το 1863 έπειτα από τις καθιερωμένες εξετάσεις ελληνικών, ιστορικών και θεολογικών μαθημάτων, που προέβλεπε το πρόγραμμα της Σχολής της Χάλκης, έλαβε το δίπλωμα και στις 10 Απριλίου του ίδιου έτους μετατέθηκε στην Άρτα.
Μακαριστός Σεραφείμ Ξενόπουλος | |
---|---|
Μητροπολίτης Άρτης και Πρεβέζης | |
Από | 1864 |
Έως | 1894 |
Προκάτοχος | Σωφρόνιος |
Διάδοχος | Γεννάδιος Παναγιωτόπουλος |
Προσωπικά στοιχεία | |
Γέννηση | Κωνσταντινούπολη |
Θάνατος | 1894 Άρτα, Ήπειρος, Ελλάδα |
Εθνικότητα | Ελληνική |
Υπογραφή | |
Δόγμα | Χριστιανός Ορθόδοξος |
Πρώην τίτλος | Σεβασμιότατος |
Μητροπολίτης Άρτης και Πρεβέζης
ΕπεξεργασίαΣτις 27 Ιανουαρίου του 1864 εξελέγη μητροπολίτης Άρτης και Πρεβέζης. Σημαντική εκκλησιαστική προσωπικότητα και δόκιμος ιστοριοδίφης, σημάδεψε με την παρουσία του την πνευματική ζωή της Άρτας με το πλούσιο ποιμαντικό και συγγραφικό του έργο. Από το δεύτερο, το οποίο παρουσιάζει πολυμορφία και είναι ιδιαίτερης ιστορικής σημασίας, αξίζει να μνημονεύσουμε το «Δοκίμιον Ιστορικόν περί Άρτης και Πρεβέζης», Αθήναι 1884, (επανέκδοση Μουσικοφιλολογικού Συλλόγου Άρτας «Σκουφάς», Άρτα 1986), στο οποίο με λεπτομερή τρόπο παρουσιάζει την ιστορία, κυρίως εκκλησιαστική, των προαναφερόμενων περιοχών και της Ηπείρου γενικότερα.
Ο νέος μητροπολίτης με πολύ ζήλο εργάστηκε για την ανάδειξη της Μητρόπολης και έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην εκπαίδευση των νέων της επαρχίας του και την αναστήλωση των ιερών της μονών. Καρπός της προσπάθειας του αυτής είναι η αλληλοδιδακτική σχολή Πριοβόλου, την οποία ίδρυσε το 1869 και πλήθος άλλων σχολείων σε διάφορα χωριά.
Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στο πρόσωπό του για την επανακατασκευή της Ιεράς μονής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου του χωριού Σελλάδες το 1872 και την απαλλαγή που κατάφερε να επιτύχει για την περιουσία της Μονής από τον Απτούλ Εφέντη των Ιωαννίνων που κατείχε το χωριό. Επίσης αναστήλωσε την ερειπωμένη βυζαντινή μονή της Παναγίας του Μπρυώνη (1238), στο Νεοχωράκι της Άρτας, ενώ κατάφερε με τη σύσταση διαχειριστικών επιτροπών να απαλλάξει διάφορες μονές από τα υπέρογκα χρέη τους με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την Μονή της Κάτω Παναγιάς. Το 1873 διετέλεσε τοποτηρητής του Πατριαρχικού θρόνου Κωνσταντινουπόλεως. Επί των ημερών του έγινε η ειρηνική απελευθέρωση της πόλης της Άρτας (24.6.1881) από τον τουρκικό ζυγό.
Αυστηρά προσηλωμένος στην παράδοση, διέσωσε πλήθος στοιχείων και προφορικών παραδόσεων για τα χριστιανικά (ναούς, μονές) και άλλα μνημεία (π.χ. γεφύρια) της περιοχής. Κάποια από τα στοιχεία αυτά θεωρούνται αμφιλεγόμενης ιστορικής ακρίβειας, λόγω του γεγονότος ότι δεν διέθετε την απαραίτητη ειδίκευση και τα μέσα ενός σύγχρονου ιστορικού ερευνητή. Στο Δοκίμιόν του βρίσκουμε, επίσης, αρκετές πληροφορίες για τη μουσουλμανική παρουσία στην περιοχή, όπως για παράδειγμα την ύπαρξη οκτώ τζαμιών στη Μητρόπολή του, την εποχή που έγραφε το Δοκίμιόν του, το οποίο δημοσιεύθηκε το 1884.
Επί αρχιερατείας του, αναφέρει στο Δοκίμιόν του, η πόλη της Άρτας, με περίπου έξι χιλιάδες κατοίκους, είχε έντεκα ενορίες, σύμφωνα με την επικρατούσα από την εποχή της τουρκοκρατίας συνήθεια για το κοινοτικό-ενοριακό σύστημα.
Με τον μητροπολίτη Σεραφείμ Ξενόπουλο σχετίζεται και το γεγονός του ανοίγματος του τάφου τής πολιούχου της Άρτας Αγίας Θεοδώρας. Το χρονικό της ανακομιδής των Ιερών Λειψάνων της αναφέρει ότι, επειδή πολλοί αμφισβητούσαν την ύπαρξη των λειψάνων της Αγίας και υποστήριζαν τα είχαν κλέψει οι Φράγκοι, ο τότε Μητροπολίτης Άρτης Σεραφείμ Ξενόπουλος ο Βυζάντιος έδωσε εντολή να ανοιχτεί ο τάφος της. Έτσι, στις 20 Μαρτίου 1873, ημέρα Τρίτη και περί ώρας 1:30 πρωινής (τουρκική ώρα), αφού έψαλλαν την παράκληση της Αγίας, ο ιερός κλήρος, ο ευσεβής λαός, οι πρόκριτοι της Άρτας και οι πρόξενοι της Ρωσίας και της ελεύθερης Ελλάδας, με επικεφαλής τον αρχιμανδρίτη Στέφανο Κλεόμβροτο (ο Μητροπολίτης Σεραφείμ βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη), άνοιξαν τον τάφο και με ευλάβεια συνέλεξαν τα ευωδιάζοντα λείψανα της Αγίας Θεοδώρας. Αφού τα τοποθέτησαν σε ξύλινη λάρνακα, τα άφησαν για προσκύνημα στην ωραία πύλη του ναού και συνέχισαν την ολονύκτια αγρυπνία προς τιμήν της και τέλεσαν δοξολογία για τη μεγάλη δωρεά των λειψάνων της.
Πέθανε στη Άρτα το 1894. Ο τάφος του βρίσκεται στο κοιμητήριο της πόλης, μπροστά ακριβώς από την είσοδο του παρεκκλησίου μαζί με κείνους των άλλων Μητροπολιτών.
Παράσημα
Επεξεργασία- Ανώτερος Ταξιάρχης (19 Σεπτεμβρίου 1881)[1]