Ο Ραίκτωρ, η εξελληνισμένη μορφή τού λατινικού rector, ήταν υψηλόβαθμη αυλική θέση της μέσης Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Ραίκτωρ
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση11ος αιώνας
Θάνατος11ος αιώνας (πιθανώς)
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταμοναχός
Σφραγίδα τού ραίκτωρος Βασιλείου, τού 11ου αι. Επιγρ.: Κ[ΥΡΙ]Ε Β[ΟΗΘΕΙ] ΤΩ CΩ Δ[ΟΥΛΩ] / ΒΑCΙΛΕΙΩ ΡΑΙΚΤΩΡΙ ΑΜΗΝ.

Ιστορία και λειτουργίες

Επεξεργασία

Ο J.B. Bury υπέθεσε ότι η θέση δημιουργήθηκε από τον Λέοντα ΣΤ΄ τον Σοφό (βασ. 886–912 ) ή τον πατέρα του Βασίλειο Α΄ Μακεδόνα (βασ. 867–886 ), [1] αλλά ο Νικόλαος Οικονομίδης τη βρήκε στο κείμενο τού Τακτικού Ουσπένσκυ τού π. 843 . [2] Ο τίτλος βρίσκεται επίσης σε σφραγίδες τού 7ου και 8ου αι., αλλά με διαφορετική έννοια. Έτσι ένας "ραίκτωρ της Καλαβρίας" ήταν ο διαχειριστής των τοπικών κτημάτων της επισκοπής της Ρώμης στην Καλαβρία.[3]

Το Κλητορολόγιο τού 899 εντάσσει τον ραίκτορα στις "ιδιαίτερες διακρίσεις" (αξίαι ειδικαί). [3] [4] Οι ακριβείς λειτουργίες τού αξιώματος δεν είναι σαφείς, αλλά, όπως έγραψε ο J.B. Bury, πιθανότατα «αποτελούνταν στην άσκηση κάποιας εξουσίας επί τού Αυτοκρατορικού νοικοκυριού». [1] [3] Προηγούμενοι συγγραφείς πρότειναν ότι ο τίτλος σχετίζεται, ή ακόμη ότι είναι πανομοιότυπος, με τον μεταγενέστερο τίτλο τού προέδρου, αλλά η θεωρία απορρίφθηκε από τον Ροντόλφ Γκυγιάν. [5] Η τελετή τού διορισμού του καταγράφεται στο Περί βασιλείου τάξεως τού Κωνσταντίνου Ζ΄ των Μακεδόνων. [1] Οι αναφορές τού πρεσβευτή στη βυζαντινή Αυλή Λιουτπράνδου της Κρεμόνας δείχνουν ότι ο ραίκτωρ έπαιζε σημαντικό ρόλο στις αυλικές τελετές επί Κωνσταντίνου Ζ΄. [6]

Το αξίωμα μπορούσαν να κατέχουν ευνούχοι της Αυλής, καθώς και κληρικοί, ακόμη και ιερείς, αλλά συχνά συνδυαζόταν και με άλλα υψηλά αξιώματα, όπως τού στρατοπεδάρχη ή τού λογοθέτη τού γενικού. [3]. Στους καταλόγους προτεραιότητας των αυτοκρατορικών συμποσίων τού 9ου–10ου αι. κατείχε πολύ περίοπτη θέση, ερχόμενος αμέσως μετά τον μάγιστρο και πριν από τον σύγκελλο και τους πατρικίους. [7] [4] Ο τίτλος εξαφανίζεται από τις πηγές μετά τη βασιλεία τού Κωνσταντίνου Θ΄ Μονομάχου (βασ. 1042–1055 ). [3] [8]

Ταυτόχρονα, ο τίτλος εμφανίζεται και ως οικογενειακό όνομα: ο μάγιστρος και λογοθέτης τού δρόμου Μιχαήλ Ρέκτωρ ήταν μέλος τού συμβουλίου της αντιβασιλείας, που διορίστηκε με το τέλος τού Ρωμανού Β΄ των Μακεδόνων το 963. Επίσης επί Νικηφόρου Γ΄ Βοτανειάτη (βασ. 1078–1081) ένας μοναχός που ονομαζόταν Ραίκτωρ, προσποιήθηκε τον Μιχαήλ Ζ΄ Δούκα (βασ. 1071–1078 ) και προσπάθησε να ανατρέψει τον Αυτοκράτορα. [8]

Κατάλογος γνωστών ραικτόρων

Επεξεργασία
Όνομα Περίοδος Διορίστηκε από Σημειώσεις Αναφορές
Ιωάννης Λάζαρης 912–913 Αλέξανδρος Mακεδόνων Ανήλθε στο αξίωμα με την άνοδο τού Αλεξάνδρου, έγινε μέλος τού συμβουλίου της αντιβασιλείας για τον Κωνσταντίνο Ζ΄ Μακεδόνων, αλλά σύντομα απολύθηκε από την αυτοκράτειρα-αντιβασίλισσα Ζωή Καρβωνοψίνα. [9]
Ιωάννης ο Ραίκτωρ π. το 922 Ρωμανός Α΄ Λεκαπηνός Κληρικός, ήταν ραίκτωρ και παραδυναστεύων τού Ρωμανού· αναγκάστηκε να αποσυρθεί σε μοναστήρι. Οδήγησε διπλωματική αποστολή στη Βουλγαρία π. το 929, και τυφλώθηκε και εξορίστηκε μαζί με άλλους το 946 για συνωμοσία εναντίον τού Κωνσταντίνου Ζ΄. [9] [10]
Μιχαήλ Λεκαπηνός μετά το 945 Κωνσταντίνος Ζ΄ Μακεδόνων Γιος τού πρωτότοκου γιου τού Ρωμανού Α' και συναυτοκράτορα Χριστόφορου Λεκαπηνού, σύμφωνα με τον Συνεχιστή τού Θεοφάνη ονομάστηκε ραίκτωρ και μάγιστρος από τον Κωνσταντίνο Ζ΄. [9]
Βασιλικός π. το 970 Ιωάννης Α΄ Τσιμισκής Διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην καταστολή μίας απόπειρας πραξικοπήματος τού Λέοντος Φωκά τού Νεότερου κατά τού Τσιμισκή και στη σύλληψη των αρχηγών. Ενδεχομένως να ταυτίζεται με τον Βασίλειο Λεκαπηνό. [9]
Βασιλικός π. το 993 Βασίλειος Β΄ Μακεδόνων Καταγράφεται μόνο σε δύο πράξεις της μονής Μεγίστης Λαύρας ως ραίκτωρ και λογοθέτης του Γενικού. [9]
Νικήτας π. το 1035 (;) άγνωστος Αναφέρεται μόνο συνοπτικά στην Πείρα τού Ευσταθίου Ρωμαίου. [9]
Σαγματάς αργότερα τον 11ο αιώνα άγνωστος Αποδέκτης επιστολής τού Μιχαήλ Ψελλού, προφανώς αργότερα προχώρησε στις θέσεις τού συγκέλλου και τού λογοθέτη τού Δρόμου. [9]
Νικηφόρος π. 1050 Κωνσταντίνος Θ΄ Μονομάχος Ευνούχος και πρώην μοναχός, έγινε ο αγαπημένος της Αυλής τού Κωνσταντίνου Θ΄, ο οποίος τον ονόμασε ραίκτορα και στρατοπεδάρχη. Στάλθηκε να εκστρατεύσει εναντίον των Πετσενέγκων, και ηττήθηκε βαριά στη μάχη κοντά στις Σιδερένιες Πύλες. [11]
  • Bury, J. B. (1911). The Imperial Administrative System of the Ninth Century – With a Revised Text of the Kletorologion of Philotheos. London: Oxford University Press. OCLC 1046639111 – via Archive.org.
  • Guilland, Rodolphe (1967). "Le Recteur". Recherches sur les institutions byzantines [Studies on the Byzantine Institutions]. Berliner byzantinische Arbeiten 35 (in French). Vol. 2. Berlin and Amsterdam: Akademie-Verlag & Adolf M. Hakkert. pp. 212–219. OCLC 878894516.
  • (Αγγλικά) Kazhdan, Alexander (1991). «Rhaiktor». Στο: Kazhdan, Alexander, επιμ. The Oxford Dictionary of Byzantium. Οξφόρδη και Νέα Υόρκη: Oxford University Press, σσ. 1787–1788. ISBN 0-19-504652-8. 
  • Lilie, Ralph-Johannes; Ludwig, Claudia; Pratsch, Thomas; Zielke, Beate (2013). Prosopographie der mittelbyzantinischen Zeit Online. Berlin-Brandenburgische Akademie der Wissenschaften. Nach Vorarbeiten F. Winkelmanns erstellt (in German). Berlin and Boston: De Gruyter.
  • Oikonomides, Nicolas (1972). Les listes de préséance byzantines des IXe et Xe siècles (στα French). Paris: Editions du Centre national de la recherche scientifique. 

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 1,2 Bury 1911, σελ. 115.
  2. Oikonomides 1972, σελ. 308.
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 Kazhdan 1991.
  4. 4,0 4,1 Bury 1911.
  5. Guilland 1967.
  6. Bury 1911, σελ. 116.
  7. Oikonomides 1972.
  8. 8,0 8,1 Guilland 1967, σελ. 216.
  9. 9,0 9,1 9,2 9,3 9,4 9,5 9,6 Guilland 1967, σελ. 214.
  10. PmbZ.
  11. Guilland 1967, σελ. 215.