Νεράιδες του Κόττινγκλεϋ
Ως νεράιδες του Κόττινγκλεϋ (αγγλικά: Cottingley Fairies) έγιναν γνωστές οι απεικονίσεις νεραϊδών σε σειρά πέντε φωτογραφιών κατά την περίοδο 1917-1920 από τις Έλσι Ράιτ (Elsie Wright, 1901–88) και Φράνσις Γκρίφιθς (Frances Griffiths, 1907–1986), εξαδέλφες οι οποίες ζούσαν στο Κόττινγκλεϋ, κοντά στο Μπράντφορντ της βορειοκεντρικής Αγγλίας.
Οι πρώτες φωτογραφίες τραβήχτηκαν το 1917, όταν η Έλσι ήταν δεκαέξι ετών και η Φράνσις εννέα. Η εμφάνιση των φωτογραφιών κέντρισε το ενδιαφέρον του Άρθουρ Κόναν Ντόυλ, διάσημου συγγραφέα αστυνομικών διηγημάτων της εποχής ο οποίος ήταν επίσης ενθουσιώδης μελετητής της παραψυχολογίας. Ακολούθως, ο Ντόυλ χρησιμοποίησε τις φωτογραφίες αυτές τον Δεκέμβριο του 1920 για την εικονογράφηση ενός άρθρου που είχε γράψει σχετικά με την γενικότερη ύπαρξη νεραϊδών, και θεωρούσε πως οι συγκεκριμένες φωτογραφίες αποτελούσαν απτή επαλήθευση του αληθούς των παραψυχολογικών φαινομένων, ενώ αργότερα έγραψε και βιβλίο σχετικά με την υπόθεση του Κόττινγλεϋ. Οι φωτογραφίες εξετάστηκαν από ειδικούς της εποχής, ανάμεσα τους και την εταιρεία Kodak, με το πόρισμα της πλειοψηφίας να είναι πως δεν φαίνονταν να έφεραν ίχνη πλαστογράφησης. Ακολούθησαν πολλές άλλες έρευνες και αναλύσεις, χωρίς να αποδειχτεί κάτι πέρα από κάθε αμφιβολία, παρά μόνο πολύ αργότερα. Η υποδοχή από την κοινή γνώμη ήταν ανάμεικτη, με μερικούς να θεωρούν πως οι φωτογραφίες ήταν γνήσιες, και άλλους να πιστεύουν πως ήταν πλαστές. Δεν υπήρξαν περαιτέρω εξελίξεις στην υπόθεση μετά το 1921, ενώ οι κοπέλες μεγάλωσαν και έκαναν τις δικές τους οικογένειες, όμως οι φωτογραφίες συνέχισαν να εξάπτουν την φαντασία του κοινού κατά το πέρασμα του χρόνου.
Στις αρχές του 1980, η Έλσι και η Φράνσις παραδέχτηκαν πως οι φωτογραφίες ήταν πλαστές, και πως είχαν χρησιμοποιήσει κομμάτια από χαρτόνι επικολλώντας πάνω τους αναπαραστάσεις νεράιδων τις οποίες βρήκαν σε παιδικά βιβλία της εποχής. Ωστόσο, η Φράνσις επέμεινε πως η 5η και τελευταία φωτογραφία ήταν γνήσια, κάτι που συνέχισε να κάνει έως τον θάνατο της το 1986. Οι φωτογραφίες πλέον βρίσκονται στο αρχείο του Εθνικού Μουσείου Επιστημών και Μέσων στο Μπράντφορντ.
Οι πρώτες φωτογραφίες
ΕπεξεργασίαΣτα μέσα του 1917, οι 2 κοπέλες επιστρέφοντας μετά από παιχνίδι στην εξοχή κοντά στο ρυάκι του δάσους, είπαν στους γονείς τους ότι είχαν πάει για να δουν τις νεράιδες. Για να αποδείξουν τον ισχυρισμό τους περί νεραϊδών, δανείστηκαν την φωτογραφική μηχανή του πατέρα της Έλσι και επέστρεψαν στο δάσος, γυρίζοντας πίσω μισή ώρα αργότερα.[1] Ο πατέρας της Έλσι ήταν ενθουσιώδης ερασιτέχνης φωτογράφος και διέθετε το δικό του δωμάτιο εμφάνισης φωτογραφιών, έτσι πήρε το φιλμ της φωτογραφικής μηχανής, και εμφανίζοντας το παρουσιάστηκε η φωτογραφία όπου απεικονίζονταν η Φράνσις με άνθη στα μαλλιά και μπροστά της να χορεύουν 4 μικρές νεράιδες. Γνωρίζοντας πως η κόρη του είχε ανεπτυγμένο καλλιτεχνικό ενδιαφέρον, καθώς και πως είχε και εμπειρία των φωτογραφικών διεργασιών, απέρριψε τις φωτογραφίες αυτές ως παιδική επινόηση.
Δύο μήνες αργότερα οι κοπέλες ξαναπήραν την φωτογραφική μηχανή, και επέστρεψαν με το φιλμ να περιέχει φωτογραφίες όπου η Έλσι καθόταν στο γρασίδι κάνοντας χειραψία με μια νεράιδα, η οποία αναλογικά με την Έλσι ήταν περίπου στα 30 εκατοστά ύψος. Ο πατέρας της Έλσι ενοχλήθηκε αρκετά από την δεύτερη αυτή φωτογράφιση καθώς θεώρησε πως οι κοπέλες είχαν πειράξει την ακριβή φωτογραφική μηχανή του για τους σκοπούς της φάρσας τους[2] και αρνήθηκε να τους την δώσει ξανά.[3] Η μητέρα της Έλσι ωστόσο πείσθηκε και θεώρησε πως οι φωτογραφίες ήταν αυθεντικές.[2]
Προς τα τέλη του 1918, η Φράνσις έστειλε γράμμα σε μια φίλη της στο Κέιπ Τάουν στην οποία συμπεριέλαβε και την φωτογραφία της με τις 4 νεράιδες. Στο πίσω μέρος της φωτογραφίας σημείωσε Είναι αστείο, αλλά δεν τις έβλεπα ποτέ στην Αφρική. Πρέπει να είναι πολύ ζεστά για αυτές εκεί.[4][Σημείωση 1]
Οι φωτογραφίες κυκλοφόρησαν στην δημοσιότητα στα μέσα του 1919, από την μητέρα της Έλσι η οποία τις παρουσίασε σε μια συνάντηση μελών της Θεοσοφικής Εταιρείας στο Μπράντφορντ, μιας οργάνωσης η οποία ασχολούνταν με την μελέτη και προώθησε αποκρυφιστικών δοξασιών. Κατά την διάρκεια διάλεξης στον εκεί χώρο που αφορούσε την φύση των νεράιδων, η μητέρα της Έλσι παρουσίασε στον ομιλητή τις 2 φωτογραφίες τις οποίες είχαν τραβήξει η κόρη της μαζί με την ξαδέλφη της. Από εκεί, οι φωτογραφίες πλέον παρουσιάστηκαν λίγους μήνες αργότερα στο ετήσιο συνέδριο της Θεοσοφικής Εταιρείας στο Χαρρογκέιτ, και προσέλκυσαν το ενδιαφέρον του Έντουαρντ Γκάρντνερ ο οποίος ήταν σημαίνων μέλος του οργανισμού,[5] και ο οποίος εκτίμησε πως η ύπαρξη των φωτογραφιών αυτών θα μπορούσε να αποτελέσει την αφετηρία για την γενικότερη αναγνώριση της φιλοσοφίας της Θεοσοφικής Εταιρείας σχετικά με τα πνευματιστικά φαινόμενα.[6]
Αρχικές εξετάσεις
ΕπεξεργασίαΟ Γκάρντνερ έστειλε τις φωτογραφίες μαζί με τα αρνητικά σε εμπειρογνώμονα φωτογράφισης ώστε να εξεταστούν. Η άποψη του εμπειρογνώμονα ήταν πως και τα 2 αρνητικά ήταν εντελώς γνήσια και οι φωτογραφίες ήταν πραγματικές χωρίς να υπάρχει καμία ένδειξη πως είχε χρησιμοποιηθεί χαρτί ή χαρτόνι στις φωτογραφίες.[7] Δεν διατύπωσε ανοικτά πως οι φωτογραφίες έδειχναν νεράιδες, και περιορίστηκε στο να πει πως οι φωτογραφίες είναι γνήσιες και αποτυπώνουν οτιδήποτε βρίσκονταν μπροστά από τον φωτογραφικό φακό την στιγμή εκείνη.[8] Ο Γκάρντερ παρήγγειλε αντίγραφα των αρνητικών, τα οποία αργότερα χρησιμοποίησε για εκτυπώσεις των φωτογραφιών σε μεγαλύτερο μέγεθος με σκοπό να τις χρησιμοποιήσει στις παρουσιάσεις του κατά μήκος του Ηνωμένου Βασιλείου.[5][6] Στις παρουσιάσεις αυτές, πωλούνταν και αντίγραφα σε όσους παρευρισκόμενους ενδιαφέρονταν να αγοράσουν.[9][10]
Ο Άρθουρ Κόναν Ντόυλ, ο οποίος ήταν διάσημος συγγραφέας της εποχής ειδικά για τα διηγήματα του με πρωταγωνιστή τον Σέρλοκ Χολμς, αλλά και ένθερμος πνευματιστής, έμαθε για την ύπαρξη των φωτογραφιών από ένα από τα περιοδικά παραψυχολογίας που διάβαζε.[11] Την ίδια περίοδο είχε ανατεθεί στον Ντόυλ η συγγραφή ενός άρθρου σε περιοδικό σχετικά με νεράιδες, έτσι η ανακάλυψη των φωτογραφιών αυτών ήρθε σε εξαιρετικά ευνοϊκή στιγμή. Τον Ιούνιο του 1920, ο Ντόυλ αποφάσισε να εξετάσει λεπτομερέστερα το ιστορικό πίσω από τις φωτογραφίες, και έστειλε επιστολή στην Έλσι και τον πατέρα της ζητώντας άδεια ώστε να χρησιμοποιήσει τις φωτογραφίες στο άρθρο του. Ο πατέρας της Έλσι εντυπωσιάστηκε από το γεγονός ότι ο Άρθουρ Κόναν Ντόυλ ενδιαφέρθηκε για τις φωτογραφίες, και έδωσε την συγκατάθεση του ώστε οι φωτογραφίες να συμπεριληφθούν στο άρθρο, αρνούμενος να πληρωθεί για την χρήση τους καθώς θεώρησε πως εάν ήταν πράγματι αληθινές τότε δεν θα έπρεπε να λερωθούν από το χρήμα.[12]
Μετά από κάποιο διάστημα, ο Γκάρντνερ της Θεοσοφικής Εταιρείας και ο Ντόυλ ήρθαν σε επαφή μεταξύ τους, και αποφάσισαν να λάβουν και 2η άποψη σχετικά με την αυθεντικότητα των φωτογραφιών αυτή την φορά από την φωτογραφική εταιρεία Kodak. Οι φωτογραφίες εξετάστηκαν εξονυχιστικά από διαφόρους τεχνικούς της Kodak, και παρότι συμφώνησαν με το πόρισμα του προηγούμενου ειδικού, πως δηλαδή οι φωτογραφίες δεν έφεραν ίχνη νόθευσης, ανέφεραν πως δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως αδιαμφισβήτητο στοιχείο για την ύπαρξη νεραϊδών,[13] και η εταιρεία αρνήθηκε την έκδοση πιστοποιητικού αυθεντικότητας για τις φωτογραφίες.[14] Ο Γκάρντνερ απαγοητεύτηκε από την στάση της Kodak, καθώς θεώρησε πως δεν ήταν αντικειμενικοί στην εξέταση των φωτογραφιών και οι φωτογραφίες απορρίφθηκαν με το σκεπτικό πως οι νεράιδες δεν είναι αληθινές άρα και οι φωτογραφίες δεν πρέπει να είναι αληθινές.[15] Οι φωτογραφίες εξετάστηκαν κατόπιν και από μια επιπλέον εταιρεία, την Ilford Photo, οι ειδικοί της οποίας ανέφεραν πως δεν έχουν καμία αμφιβολία πως υπάρχουν κάποια στοιχεία πλαστογράφησης.[15] Οι Γκάρντνερ και Ντόυλ, ερμήνευσαν το συνολικό αποτέλεσμα των φωτογραφικών εξετάσεων ως 2 υπέρ και 1 κατά.[15]
Ο Ντόυλ συνεχίζοντας την έρευνα του, έδειξε τις φωτογραφίες και στον φυσικό και επιστημονικό ερευνητή Όλιβερ Λοτζ, ο οποίος εξετάζοντας τες αποφάνθηκε πως ήταν πλαστές, προτείνοντας πως αντί νεράιδων αυτό που απεικονίζονταν ήταν κάποιες χορεύτριες ντυμένες ως νεράιδες ενώ εξέφρασε σκεπτικισμό σχετικά με το γιατί διέθεταν χαρακτηριστικά παριζιάνικη κόμμωση.[14]
Οι φωτογραφίες του 1920
ΕπεξεργασίαΟ Ντόυλ είχε ξεκινήσει τις διαδικασίες για την παρουσίαση των φωτογραφιών σε διαλέξεις του ανά την επικράτεια της Αυστραλίας, και τον Ιούλιο του 1920 ζήτησε από τον Γκάρντνερ να συναντηθεί με την οικογένεια της Έλσι και της Φράνσις και να εξετάσει την υπόθεση από κοντά. Ο πατέρας της Έλσι κατά την συνομιλία του με τον Γκάρντνερ, του ανέφερε πως ήταν βέβαιος πως οι φωτογραφίες ήταν πλαστές και πως είχε ψάξει τα δωμάτια τους όταν οι κοπέλες έλλειπαν για να βρει αν υπήρχαν κρυμμένα αποκόμματα και σχέδια νεραϊδών, δεν βρήκε όμως τίποτα.[16]
Ο Γκάρντνερ είχε πειστεί πως του έλεγαν την αλήθεια, και έτσι αποχώρησε και επέστρεψε φέρνοντας μαζί του 2 δικές του φωτογραφικές μηχανές, μαζί με 24 μυστικά σημαδεμένες φωτογραφικές πλάκες, με σκοπό να αποδειχτεί η γνησιότητα των φωτογραφιών πέρα από κάθε αμφιβολία. Κατόπιν προσκάλεσε την Φράνσις να έρθει να μείνει στην ξαδέρφη της την Έλσι, και να τραβήξουν φωτογραφίες με τις νέες μηχανές που είχε φέρει.[16] Έως τις 19 Αυγούστου ο καιρός ήταν ακατάλληλος για φωτογράφιση, ενώ η Φράνσις και η Έλσι επέμεναν πως οι νεράιδες δεν θα εμφανιζόντουσαν εάν ερχόταν και άλλοι μαζί τους. Εν τέλει οι κοπέλες τράβηξαν διάφορες φωτογραφίες, 2 εκ των οποίων απεικόνιζαν και πάλι νεράιδες. Στην πρώτη, φαίνεται το προφίλ της Φράνσις με μια φτερωτή νεράιδα κοντά στην μύτη της. Στην δεύτερη, απεικονίζεται μια νεράιδα να προσφέρει άνθη στην Έλσι. Δύο ημέρες αργότερα, οι κοπέλες τράβηξαν την τελευταία και πέμπτη συνολικά φωτογραφία τους, όπου απεικονίζονταν νεράιδες να χορεύουν ανάμεσα στις ηλιαχτίδες.[17]
Το φιλμ αναπτύχθηκε στο Λονδίνο, και καθώς οι φωτογραφίες δεν είχαν ίχνη πλαστογράφησης και εξακουλουθούσαν να απεικονίζουν νεράιδες, οι Γκάρντνερ και Ντόυλ ιδιαίτερα ενθουσιασμένοι θεώρησαν πως ήταν ευκαιρία ώστε να ξεκινήσει η ευρύτερη αποδοχή των πνευματικών φαινομένων και δοξασιών από την ευρύτερη κοινή γνώμη.[18][19]
Δημοσίευση
ΕπεξεργασίαΟ Ντόυλ δημοσίευσε το άρθρο του σχετικά με τις νεράιδες στο περιοδικό The Strand τον Δεκέμβριο του 1920, και σε αυτό περιέχονταν 2 φωτογραφίες υψηλής ανάλυσης, οι οποίες ήταν αυτές του 1917. Ως αποτέλεσμα, τα τεύχη του περιοδικού εξαντλήθηκαν στην αγορά μόνο μέσα σε λίγες ημέρες. Για την προστασία της ανωνυμίας των κοριτσιών και των συγγενών τους, ο Ντόυλ χρησιμοποίησε ψευδώνυμα (Άλις και Άιρις για τις κοπέλες, και Κάρπεντερς ως επώνυμο).[20]
Η κάλυψη της είδησης από τον υπόλοιπο τύπο υπήρξε ανάμικτη,[21] και γενικά επικρατούσε ένα συνδυασμός αμηχανίας και περιέργειας.[22] Υπήρξαν κάποιες εφημερίδες και λόγιοι οι οποίοι θεώρησαν πως ο Ντόυλ είχε πέσει θύμα εξαπάτησης από τις νεαρές κοπέλες,[21][23][24] ενώ παράλληλα υπήρξαν και άλλοι που τάχτηκαν ανοικτά υπέρ της γνησιότητας των φωτογραφιών και της είδησης.[21][23]
Το επόμενο έτος, ο Ντόυλ συνέχισε το θέμα γράφοντας νέο άρθρο στο ίδιο περιοδικό, και δημοσιεύοντας και τις 3 νέες φωτογραφίες του 1920, περιγράφοντας παράλληλα και άλλες μαρτυρίες για θέαση νεραϊδών από άλλες ξεχωριστές υποθέσεις. Το άρθρο αυτό αποτέλεσε την βάση για το βιβλίο του με τίτλο The Coming of the Fairies (ο ερχομός των νεράιδων) το οποίο εκδόθηκε το 1922.[8] Η υποδοχή των νέων φωτογραφιών υπήρξε παρόμοια με την προηγούμενη.[23]
Η τελευταία επίσκεψη
ΕπεξεργασίαΟ Γκάρντνερ έκανε μια τελευταία επίσκεψη στο Κόττινγκλεϋ τον Αύγουστο του 1921, φέρνοντας και πάλι μαζί του τις δικές του κάμερες και φωτογραφικές πλάκες για την Φράνσις και την Έλσι. Αυτή την φορά όμως δεν ήρθε μόνος του αλλά συνοδευόταν από τον πνευματιστή Τζόφρεϋ Χόντσον της Θεοσοφικής Εταιρείας. Οι κοπέλες τους είπαν πως δεν είχαν ξαναδεί τις νεράιδες, ούτε και υπήρχαν νέες φωτογραφίες τους. Ο Χόντσον ωστόσο ανέφερε πως ο ίδιος έβλεπε νεράιδες παντού, και κατέγραψε ογκώδεις σημειώσεις στα τετράδια παρατηρήσεων του.[21]
Μετά το 1921 το ενδιαφέρον για την υπόθεση κόπασε. Αρκετά χρόνια αργότερα, η Έλσι και η Φράνσις ανέφεραν πως είχαν κουραστεί από αυτή την υπόθεση με τις νεράιδες, και πως θεωρούσαν πως ο Χόντσον δεν είχε κανένα ειδικό ταλέντο και ήταν ψεύτικος, έτσι έπαιζαν μαζί και τον κορόιδευαν κατά τις συνομιλίες τους λέγοντας του αυτά που ήθελε να ακούσει.[25][21]
Επιπλέον έρευνες
ΕπεξεργασίαΗ Έλσι και η Φράνσις μετά από καιρό παντρεύτηκαν και έφυγαν στο εξωτερικό για πολλά χρόνια.[26] Το 1966, ένας δημοσιογράφος αγγλικής εφημερίδας ανακάλυψε την Έλσι η οποία είχε επιστρέψει στην Αγγλία και της ζήτησε να του παραχωρήσει συνέντευξη. Κατά την συνομιλία τους, η Έλσι παραδέχτηκε πως οι νεράιδες, ίσως, να ήταν κατασκευάσματα της φαντασίας της, αφήνοντας ανοικτή την πιθανότητα πως κατά κάποιο τρόπο είχε καταφέρει να φωτογραφίσει το περιεχόμενο των σκέψεων της.[27] Σε ακόλουθη συνέντευξη του 1971, αυτή την φορά στο BBC,[23] η Έλσι ανέφερε και πάλι πως οι νεράιδες ήταν κατασκευάσματα της φαντασίας της και επέμεινε στην προηγούμενη εκδοχή της.[27] Το 1976 συμμετείχαν και οι 2 ξαδέρφες σε νέα συνέντευξη τοπικού καναλιού στο Γιόρκσαϊρ, όπου ανέφεραν πως ένα λογικό άτομο δεν βλέπει νεράιδες, ωστόσο αρνήθηκαν πως είχαν πλαστογραφήσει τις φωτογραφίες.[25]
Το 1978 ο Τζέιμς Ράντι, επαγγελματίας ταχυδακτυλουργός και σκεπτικιστής σχετικά με τα παραψυχολογικά φαινόμενα, εξέτασε τις φωτογραφίες μεγεθύνοντάς τες με χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή και κατέληξε πως ήταν πλαστές και πως φαινόταν νήματα τα οποία στήριζαν τις νεράιδες.[28] Ακολούθησε νέα αναλυτική και μακροχρόνια εξέταση από φωτογραφικό εμπειρογνώμονα κατά την περίοδο 1982-1983, η οποία επίσης κατέληξε πως οι φωτογραφίες ήταν πλαστές.[29]
Εξομολόγηση
ΕπεξεργασίαΤο 1983, η Έλσι και η Φράνσις, 82 και 76 ετών πια, παραδέχτηκαν κατά την διάρκεια συνέντευξης τους σε περιοδικό παραψυχολογίας πως οι φωτογραφίες ήταν πλαστές, ωστόσο εξακολούθησαν να ισχυρίζονται πως πράγματι είχαν δει νεράιδες ανεξάρτητα από τις φωτογραφίες. Σχετικά με τις φωτογραφίες, η Έλσι περιέγραψε πως είχε αντιγράψει αναπαραστάσεις χορευτριών από παιδικό βιβλίο της εποχής, το Princess Mary's Gift Book το οποίο είχε εκδοθεί το 1914, και κατόπιν ζωγράφισε πάνω τους φτερά.[30] Κατόπιν προσάρμοσαν τις παραστάσεις στηρίζοντας τες με καρφίτσες, και μόλις τελείωναν την φωτογράφιση πετούσαν τις χάρτινες νεράιδες στο ρυάκι.[25]
Διαφωνήσαν μεταξύ τους ωστόσο σχετικά με την 5η και τελευταία φωτογραφία. Η Έλσι ανέφερε πως ήταν πλαστή, όπως και οι υπόλοιπες, η Φράνσις όμως υποστήριξε πως ήταν πραγματική, ενώ δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν στο ποια είχε τραβήξει την φωτογραφία.[31][10]
Στην τελευταία συνέντευξη της Έλσι το 1985, εξήγησε πως δεν είχαν πει κάτι την εποχή εκείνη καθώς ντρεπόντουσαν και ήταν σε αμηχανία καθώς είχε ασχοληθεί και τους είχε πιστέψει ο ίδιος ο Άρθουρ Κόναν Ντόυλ, ο συγγραφέας του Σέρλοκ Χολμς. Συνέχισε λέγοντας πως δεν το σκέφτηκε ποτέ ως απάτη και πως απλώς διασκέδαζαν αθώα μαζί με την ξαδέρφη της, και πως δεν μπορούσε να καταλάβει ακόμα και τώρα σε αυτή την ηλικία το γιατί το πιστέψανε, και πως μάλλον ήθελαν να το πιστέψουν.[30]
Μετέπειτα
ΕπεξεργασίαΗ Φράνσις πέθανε το 1986, και η Έλσι το 1988.[25] Οι φωτογραφίες των νεράιδων που είχαν στην κατοχή τους, μαζί με κάποια άλλα αντικείμενα ανάμεσα στα οποία και η πρώτη έκδοση του βιβλίου του Άρθουρ Κόναν Ντόυλ The Coming of the Fairies, πωλήθηκαν σε δημοπρασία στο Λονδίνο για το ποσό των 21.620 στερλίνων το 1998,[32] ενώ τα υπόλοιπα αντικείμενα από το σπίτι στο Κόττινγκλεϋ πωλήθηκαν στο Εθνικό Μουσείο Επιστήμης και Μέσων στο γειτονικό Μπράντφορντ.[33] Οι γυάλινες φωτογραφικές πλάκες αγοράστηκαν από ανώνυμο αγοραστή σε δημοπρασία στο Λονδίνο το 2001.[34]
Η κόρη της Φράνσις, ανέφερε πως πίστευε την μητέρα της η οποία εξακολουθούσε να υποστηρίζει πως η πέμπτη φωτογραφία ήταν γνήσια.[35] Λίγους μήνες αργότερα κυκλοφόρησαν τα απομνημονεύματα της Φράνσις στα οποία ανέφερε πως μερικές φορές δημιουργούνταν ένταση και άγχος ανάμεσα στις ξαδέρφες σχετικά με την υπόθεση με τις νεράιδες, λόγω της έκτασης που είχε πάρει η όλη υπόθεση.[36][37]
Η ταινία του 1997 με τίτλο Νεραϊδο-Ιστορίες: Ενα Αληθινό Παραμύθι[38] βασίζεται στα γεγονότα του Κόττινγκλεϋ, όπως και η ταινία του ίδιου έτους με τίτλο Photographing Fairies.[39]
Το 2017 παρουσιάστηκαν δύο νέες φωτογραφίες στο πλαίσιο της θεωρίας πως και οι γονείς μετείχαν στην πλαστογράφηση των φωτογραφιών. Οι φωτογραφίες είναι του 1917 και 1918 αντίστοιχα, και αποτελούν φτωχά εκτελεσμένα αντίγραφα των δύο πρώτων φωτογραφιών των νεραἰδών. Η μια μάλιστα είχε εκδοθεί το 1918 στην εφημερίδα The Sphere, πριν δημοσιοποιηθούν οι μετέπειτα διάσημες φωτογραφίες εκτός από την οικογένεια τους.[40]
Σημειώσεις
Επεξεργασία- ↑ It is funny, I never used to see them in Africa. It must be too hot for them there. Το funny ερμηνεύεται και ως παράξενο.
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ Magnusson (2006), σελίδες 97–98
- ↑ 2,0 2,1 Magnusson (2006), σελ. 97
- ↑ Prashad (2008), σελ. 42
- ↑ Prashad (2008), σελ. 40
- ↑ 5,0 5,1 Magnusson (2006), σελίδες 98–99
- ↑ 6,0 6,1 Smith (1997), σελ. 382
- ↑ Magnusson (2006), σελ. 99
- ↑ 8,0 8,1 Smith (1997), σελ. 389
- ↑ Smith (1997), σελ. 401
- ↑ 10,0 10,1 Crawley, Geoffrey, «More to Discover about Fairies», Ανακτήθηκε στις 26 Απριλίου 2010 (απαιτείται συνδρομή)
- ↑ Smith (1997), σελ. 383
- ↑ Magnusson (2006), σελίδες 99–100
- ↑ Smith (1997), σελ. 384
- ↑ 14,0 14,1 Magnusson (2006), σελ. 101
- ↑ 15,0 15,1 15,2 Smith (1997), σελ. 385
- ↑ 16,0 16,1 Magnusson (2006), σελ. 102
- ↑ Magnusson (2006), σελίδες 102–3
- ↑ Magnusson (2006), σελ. 103
- ↑ Roden, Barbara, «The Coming of the Fairies: An Alternative View of the Episode of the Cottingley Fairies», The Arthur Conan Doyle Society, Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Σεπτεμβρίου 2010, Ανακτήθηκε στις 25 Απριλίου 2010
- ↑ Smith (1997), σελ. 388
- ↑ 21,0 21,1 21,2 21,3 21,4 Smith (1997), σελ. 390
- ↑ Smith (1997), σελ. 391
- ↑ 23,0 23,1 23,2 23,3 Cooper, Joe (1982). «Cottingley: At Last the Truth». The Unexplained (117): 2, 338–40.
- ↑ «Major John Hall-Edwards», Δημοτικό συμβούλιο του Μπέρμιγχαμ, Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Σεπτεμβρίου 2012, Ανακτήθηκε στις 23 Απριλίου 2010
- ↑ 25,0 25,1 25,2 25,3 Magnusson (2006), σελ. 105
- ↑ Smith (1997), σελ. 393
- ↑ 27,0 27,1 Magnusson (2006), σελ. 104
- ↑ Smith (1997), σελίδες 394–5
- ↑ Smith (1997), σελ. 395
- ↑ 30,0 30,1 ["Fairies, Phantoms, and Fantastic Photographs". Παρουσιαστής: Arthur C. Clarke. Αφηγητής: Anna Ford. Arthur C. Clarke's World of Strange Powers. ITV. 22 Μαϊου 1985. No. 6, 1ος Κύκλος]
- ↑ Hewson, David (4 Απριλίου 1983). «Secrets of Two Famous Hoaxers». The Times. http://archive.timesonline.co.uk/tol/viewArticle.arc?articleId=ARCHIVE-The_Times-1983-04-04-03-004&pageId=ARCHIVE-The_Times-1983-04-04-03. Ανακτήθηκε στις 26 Απριλίου 2010.
- ↑ «'Fairy' fakes sell for fortune», BBC News, 16 Ιουλίου 1998, Ανακτήθηκε στις 11 Μαΐου 2007
- ↑ «Sorry, Mel – they're ours!». Bradford Telegraph & Argus. 16 Απριλίου 1998. http://www.thetelegraphandargus.co.uk/archive/1998/04/16/Bradford+District+Archive/8078013.Sorry__Mel___they_re_ours_/. Ανακτήθηκε στις 25 Απριλίου 2010.
- ↑ «'Fairy' pictures fetch £6,000», BBC News, 13 Μαρτίου 2001, Ανακτήθηκε στις 11 Μαΐου 2007
- ↑ Antiques Roadshow. Παρουσιαστής: Fiona Bruce. BBC One. 4 Ιανουαρίου 2009. No. 17, 31ος Κύκλος
- ↑ «Cursed by the Fairies», express.co.uk, 10 Μαΐου 2009, Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Μαΐου 2012, Ανακτήθηκε στις 22 Απριλίου 2010
- ↑ Clayton, Emma (14 Ιουλίου 2009). «Cottingley Fairies Back in the Spotlight». Bradford Telegraph & Argus. http://www.thetelegraphandargus.co.uk/news/4492364.Book_reveals_story_behind_the_Fairies/. Ανακτήθηκε στις 3 Μαΐου 2010.
- ↑ arx.net. «Cine.gr - Τανίες FairyTale: A True Story - Νεραϊδο-Ιστορίες: Ενα Αληθινό Παραμύθι». www.cine.gr. Ανακτήθηκε στις 7 Αυγούστου 2017.
- ↑ Klein, Andy (23 Οκτωβρίου 1997), «Fairy, Fairy, Quite Contrary», Phoenix New Times, http://www.phoenixnewtimes.com/1997-10-23/film/fairy-fairy-quite-contrary/, ανακτήθηκε στις 22 Απριλίου 2010
- ↑ Polidoro, Massimo (1 Δεκεμβρίου 2017). «The Conspiracy of the Fairies». Skeptical Inquirer 41: 24–25.
Πηγές
Επεξεργασία- Ansley, William H. (2003), «Little, Big Girl: The Influence of the Alice Books and Other Works of Lewis Carroll on John Crowley's Novel Little Big, or The Fairies' Parliament», στο: Turner, Alice K.; Andre-Druissi, Michael, επιμ., Snakes-Hands: The Fiction of John Crowley, Cosmos Books, σελ. 165–203, ISBN 978-1-59224-051-7
- Doyle, Arthur Conan (2006), The Coming of the Fairies, University of Nebraska Press, ISBN 978-0-8032-6655-1
- Magnusson, Magnus (2006), Fakers, Forgers & Phoneys, Mainstream Publishing, ISBN 1-84596-190-0
- Prashad, Sukhadev (2008), World Famous Supernatural Mysteries, Pustak Mahal, ISBN 978-81-223-0559-3
- Smith, Paul (1997), «The Cottingley Fairies: The End of a Legend», στο: Narváez, Peter, επιμ., The Good People: New Fairylore Essays, The University Press of Kentucky, σελ. 371–405, ISBN 978-0-8131-0939-8
Σχετική βιβλιογραφία
Επεξεργασία- Losure, Mary (2012), The Fairy Ring or Elsie and Frances Fool the World, Candlewick, ISBN 978-0-7636-5670-6, https://archive.org/details/fairyringorelsie0000losu
- Griffiths, Frances Mary; Lynch, Christine (2009), Reflections on the Cottingley Fairies, JMJ Publications, ISBN 978-1-899228-06-5
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Επεξεργασία- The Coming of the Fairies – το βιβλίο του Άρθουρ Κόναν Ντόυλ σχετικά με τις νεράιδες (1922)
- The Case of the Cottingley Fairies
- Cottingley Fairies at Cottingley.Net – The Cottingley Network
- Cottingley Fairies Αρχειοθετήθηκε 2012-02-04 στο Wayback Machine. - Cottingley Connect