Όμπλαστ του Λένινγκραντ

όμπλαστ της Ρωσίας
(Ανακατεύθυνση από Λένινγκραντ (περιφέρεια))

Συντεταγμένες: 60°00′N 32°00′E / 60.00°N 32.00°E / 60.00; 32.00

Το Όμπλαστ του Λένινγκραντ (ρωσικά: Ленингра́дская о́бласть‎‎) είναι ομοσπονδιακό υποκείμενο της Ρωσίας. Βρίσκεται στη βορειοδυτική Ρωσία, στα σύνορα της χώρας με τη Φινλανδία και την Εσθονία. Βρέχεται από τον Κόλπο της Φινλανδίας (ανατολική Βαλτική Θάλασσα) και παλαιότερα έφερε το όνομα Ίνγκρια, μαζί με εδάφη που σήμερα ανήκουν στη βορειότερη Δημοκρατία της Καρελίας.

Όμπλαστ του Λένινγκραντ
Σύμβολα


ΧώραΡωσία
Ομοσπονδιακό διαμέρισμαΒορειοδυτικό
Οικονομική περιφέρειαΒορειοδυτική
Διοίκηση
Διοικητικό κέντροΑγία Πετρούπολη
Άλλες πληροφορίες
Πληθυσμός1.763.924 κάτοικοι (2014)
Πυκνότητα πληθυσμού21,02 κάτ./τ.χλμ
Έκταση83.908 τ.χλμ
Κωδικός ISO 3166-2RU-LEN

Κέντρο της περιφέρειας είναι η Αγία Πετρούπολη, η οποία όμως (ως πρώην πρωτεύουσα του κράτους) τελεί υπό το καθεστώς της ομοσπονδιακής πόλης, αποτελώντας ξεχωριστή μονάδα στη ρωσική διοικητική διαίρεση. Μέχρι το 1991, η Αγία Πετρούπολη έφερε επίσης το όνομα Λένινγκραντ.

Το Λένινγκραντ χωρίζεται σε 17 νομούς, με συνολική έκταση 84.500 τ.χλμ. και πληθυσμό 1.669.205 κατοίκους, σύμφωνα με την απογραφή του 2002. Κύριες δραστηριότητες είναι η βιομηχανία και το εμπόριο - η αναλογία αστικού προς αγροτικό πληθυσμό είναι 2 προς 1. Στην περιφέρεια υπάγονται συνολικά 31 πόλεις, με μεγαλύτερες εξ αυτών την Γκάτσινα (88.659) και το Βύμποργκ (79.224 κάτοικοι). Στις στατιστικές δε συμπεριλαμβάνεται η Αγ. Πετρούπολη (περίπου 5.000.000), για το λόγο που αναφέρθηκε παραπάνω.

Κατά τη ρωσική αρχαιότητα, δηλαδή τους πρώτους αιώνες μ.Χ., η ευρύτερη περιοχή κατοικούταν από τη φιννική φυλή Τσουντ και έφερε την ονομασία Βοντ. Δεν έπαιζε κάποιο σημαντικό ρόλο, αφού αποτελείτο κυρίως από έλη και επιπλέον ο βαρύς χειμώνας απέτρεπε εκτεταμένες αγροτικές δραστηριότητες.

Η σημασία της Βοντ αναβαθμίζεται τον 8ο αιώνα, όταν οι βίκινγκ Βάραγγοι Ιππότες θεμελιώνουν την πόλη Λάντογκα στις όχθες της ομώνυμης λίμνης, για να τη χρησιμοποιήσουν ως διαμετακομιστικό σταθμό της εμπορικής γραμμής Σκανδιναβίας - Βυζαντίου. Με τον καιρό καταφέρνουν να ηγεμονεύσουν επί των σλάβων και φίννων κατοίκων - διαδικασία που οδηγεί σύντομα στην ίδρυση του Χαγανάτου των Ρως, όπου οι Βάραγγοι αποτελούν τη στρατιωτικοπολιτική και οικονομική αριστοκρατία.

 
Η σημαία της Ίνγκριας επί σουηδικής κυριαρχίας

Στις αρχές του 11ου αι. η Βοντ παραχωρείται ως γαμήλιο δώρο στη σουηδή πριγκήπισσα Ίνγκερ-γκερντ από τον σύζυγό της Γιάροσλαβ τον Σοφό, βάραγγο ηγεμόνα του Κιέβου και Νόβγκοροντ. Κατόπιν τούτου μετονομάζεται σε Ίνγκρια (εκλατινισμένη απόδοση του σουηδικού Ίνκγερ-μαν-λαντ) και υπάγεται σε διπλό καθεστώς: κυβερνήτης είναι σουηδός «γιάρος» (βαρώνος), αλλά εδαφικά ανήκει στο Νόβγκοροντ (τότε συμπρωτεύουσα του Κράτους των Ρως, αργότερα ανεξάρτητη Φεουδαλική Δημοκρατία). Το αλλόκοτο αυτό καθεστώς αποτελεί μία από τις αιτίες του πρώτου ρωσο-σουηδικού πολέμου, ο οποίος ανοίγει μια σειρά συγκρούσεων που θα διαρκέσει επτά ολόκληρους αιώνες!

Έως και τις αρχές του 17ου αιώνα, το Ρωσικό Βασίλειο καταφέρνει να ελέγχει την Ίνγκρια. Όμως κατά την Εποχή των Αναστατώσεων ο τσάρος Βασίλειος Δ' τη χαρίζει στους σουηδούς, λαμβάνοντας ως αντάλλαγμα στρατιωτική βοήθεια για να αντιμετωπίσει την επιθετικότητα της Πολωνο-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας. Επίσημα στη Σουηδία κατακυρώνεται το 1617 με τη Συνθήκη του Στόλμποβο, την οποία οι ρώσοι υπογράφουν με βαριά καρδιά. Έτσι η σουηδική κατοχή διαρκεί για όλο τον 17ο αι. αλλά ο αραιός πληθυσμός (περίπου 15.000 κάτοικοι) παραμένει σχεδόν αμιγώς ρωσικός.

Κατά τον Μεγάλο Βόρειο Πόλεμο ο Μέγας Πέτρος την ανακτά και από τότε ανήκει οριστικά στη Ρωσία. Το 1703 θεμελιώνεται στην περιοχή η Αγ. Πετρούπολη, προορισμένη να γίνει η νέα πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας και το μεγαλύτερο λιμάνι για το εμπόριο με τη δύση. Έκτοτε η ιστορία της Ίνγκριας είναι άρρηκτα δεμένη με την ιστορία της Αγίας Πετρούπολης, της οποίας αποτελεί την ενδοχώρα.

Το 1927 η Ίνγκρια μετονομάζεται σε Περιφέρεια (όμπλαστ) Λένινγκραντ. Είχε προηγηθεί η μετονομασία της Αγ. Πετρούπολης, επίσης σε Λένινγκραντ. Το 1991 η πόλη επανέφερε την παλαιά της ονομασία, η περιφέρεια όμως (για λόγους ισορροπίας ανάμεσα στο αυτοκρατορικό και επαναστατικό παρελθόν) εξακολουθεί να λέγεται Λένινγκραντ.

Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η περιοχή ελεγχόταν για τρία χρόνια από τα χιτλερικά (νότος) και φινλανδικά (βορράς) στρατεύματα - γεγονός που έμεινε στην ιστορία ως Πολιορκία του Λένινγκραντ. Η τριετία αυτή - πέρα από το ανθρώπινο κόστος της - ήταν τραγική για πολλές από τις ιστορικές της πόλεις, αφού τεράστιοι πολιτιστικοί θησαυροί καταστράφηκαν ή λεηλατήθηκαν από τους επιδρομείς.

Ιστορικοί τόποι - Αξιοθέατα

Επεξεργασία

Ως θέατρο συγκρούσεων επί μία χιλιετία, αλλά και ενδοχώρα της πρωτεύουσας μιας τεράστιας αυτοκρατορίας, το Λένινγκραντ είναι γεμάτο από ιστορικές πόλεις. Πολλές από αυτές έχουν κηρυχθεί ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την UNESCO.

Οι σπουδαιότερες ιστορικές τοποθεσίες είναι οι παρακάτω (σε παρένθεση η χιλιομετρική απόσταση από την Αγία Πετρούπολη):

  • Ορανιενμπάουμ (Λομονόσοβ) (35 Δ). Μαζί με το Πέτερχοφ, θεωρούνται τα δυτικά προάστια της Αγίας Πετρούπολης, όμως το Λομονόσοβ υπάγεται στην περιφέρεια. Είναι συγκρότημα από παλάτια, επαύλεις και κήπους που προεπαναστατικά ανήκαν σε ευγενείς. Θεμελιώθηκε από τον έπαρχο Μένσικοβ λίγο μετά τη θεμελίωση της Αγ. Πετρούπολης και έκτοτε προσετίθεντο συνεχώς νέα κτίσματα. Χαρακτηριστικά είναι η μπαρόκ κατοικία του Μένσικοβ και το πολυποίκιλτα διακοσμημένο Κινέζικο Παλάτι.
  • Ιβάνγκοροντ (159 ΝΔ). Σπουδαίας σημασίας μεσαιωνικό κάστρο, στα σύνορα με την Εσθονία. Λίγο πιο ανατολικά βρίσκεται το Κινγκίσεπ, με τις μεσαιωνικές οχυρώσεις αλλά και τον μπαρόκ Καθεδρικό της Αγ. Αικατερίνης.
  • Τσάρσκοε Σελό (24 NA), όπου βρίσκονται το μπαρόκ Παλάτι της Αικατερίνης και το νεοκλασικό Παλάτι του Αλεξάνδρου μέσα σε εντυπωσιακούς κήπους. Ανατινάχθηκαν μερικώς από τους Γερμανούς το 1944, αλλά μετά τον πόλεμο ξεκίνησε η αποκατάστασή τους που διαρκεί μέχρι σήμερα.
  • Γκάτσινα (45 N). Ξεχωρίζει για το μεγάλο κάστρο των 600 δωματίων και τους κήπους του. Χτίσθηκε από τον κόμη Ορλώφ, αλλά μετά τον θάνατό του περιήλθε στην ιδιοκτησία της βασιλικής οικογένειας. Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση μετατράπηκε σε μουσείο (για τον πλούτο του, το αποκαλούσαν Μικρό Ερμιτάζ). Επί Πολιορκίας είχε παράλληλη τύχη με το Τσάρσκοε Σελό.
  • Σλισελμπούργκ ή Πετροκρέποστ (45 Α). Μεσαιωνικό κάστρο, όπου κατά τον 19ο αι. φυλακίζονταν και εκτελούνταν σοσιαλιστές πολιτικοί κρατούμενοι. Μέσα στο κάστρο υπάρχει επίσης μουσείο για τα θύματα του τσαρικού δεσποτισμού. Από εδώ ξεκινούν και τα πλοία που πηγαίνουν στις μονές του Αρχιπελάγους Βαλαάμ (Βόρεια Λάντογκα - Καρελία).
  • Στάραγια Λάντογκα (120 Α). Βρίσκεται στις όχθες της ομώνυμης λίμνης. Ιδρύθηκε από τους Βαράγγους τον 8ο αι. και αποκαλείται "η πρώτη πρωτεύουσα της Ρωσίας".
  • Τίχβιν (200 Α), Βάζνυ (≈280 ΒΑ). Πόλεις του 13ου αι. και σπουδαία θρησκευτικά - μοναστικά κέντρα.
  • Βίμποργκ (130 ΒΔ). Η τελευταία ρωσική πόλη πριν τα σύνορα με τη Φινλανδία. Σήματα κατατεθέντα της πόλης είναι το σουηδικό κάστρο της (χτιζόταν από τον 13ο αι.) με τον χαρακτηριστικό Κυκλικό Πύργο και τον Πύργο του Δημάρχου, καθώς και ο αχανής κήπος Μον Ρεπό.

Υποδομές - συγκοινωνίες

Επεξεργασία
 

Οι τουριστικές υποδομές δεν είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένες, παρά την πρόοδο που γίνεται τα τελευταία χρόνια, πράγμα που κάνει τις τιμές στη διαμονή και τη σίτιση σαφώς χαμηλές για τον δυτικοευρωπαίο επισκέπτη. Οι τουρίστες με μεγαλύτερες απαιτήσεις χρησιμοποιούν ως έδρα τις εξαιρετικές (και ενίοτε ακριβότερες) υποδομές της Αγ. Πετρούπολης, αυτό όμως περιορίζει τη δυνατότητα πρόσβασης στους μακρύτερους προορισμούς.

Το οδικό δίκτυο καλύπτει ολόκληρη την περιφέρεια, αλλά γίνεται επικίνδυνο τον χειμώνα λόγω του παγετού. Το σιδηροδρομικό δίκτυο έχει κέντρο την Αγ. Πετρούπολη και είναι εξαιρετικά πυκνό και αξιόπιστο, συνδέοντας τις πόλεις του όμπλαστ με πέντε γραμμές: Φινλανδίας (ΒΔ), Βαλτικής (Δ), Βίτεμπσκ (ΝΔ), Μόσχας (Ν-ΝΑ), Λάντογκα (Α). Πολιτικά αεροδρόμια δεν υπάρχουν, οπότε χρησιμοποιείται το Πούλκοβο (κωδικός LED) της Αγ. Πετρούπολης.

Σχετικά άρθρα

Επεξεργασία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία