Ο Κλειδωνάς είναι στρουθιόμορφο πτηνό της οικογενείας των Παριδών, που απαντά και στον ελλαδικό χώρο. Η επιστημονική ονομασία του είδους είναι Poecile lugubris και περιλαμβάνει 6 υποείδη.[1][2] Ανήκει σε μια ομάδα πτηνών που στη χώρα μας είναι γνωστή με τη γενική ονομασία παπαδίτσες (tits).[3]

Κλειδωνάς
Ενήλικος κλειδωνάς στη Βουλγαρία (υποείδος P. l. lugubris)
Ενήλικος κλειδωνάς στη Βουλγαρία (υποείδος P. l. lugubris)
Κατάσταση διατήρησης

Ελαχίστης Ανησυχίας (IUCN 3.1)
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Ομοταξία: Πτηνά (Aves)
Τάξη: Στρουθιόμορφα (Passeriformes)
Οικογένεια: Παρίδες (Paridae)
Γένος: Ποικίλος (Poecile) (Kaup, 1829)
Είδος: P. lugubris
Διώνυμο
Poecile lugubris (Ποικίλος ο θρηνών)
Temminck, 1820
Υποείδη

Poecile lugubris anatoliae
Poecile lugubris dubius
Poecile lugubris hyrcanus [i]
Poecile lugubris kirmanensis
Poecile lugubris lugens
Poecile lugubris lugubris

Στην Ελλάδα απαντούν τα υποείδη Poecile lugubris anatoliae (E. Hartert, 1905) (Σάμος, Λέσβος), Poecile lugubris lugens (C. I. Brehm, 1855) και Poecile lugubris lugubris (Temminck, 1820).[1][4]

Κύρια διαγνωστικά στοιχεία

Επεξεργασία
  • Μεγάλη μαύρη κηλίδα στο σαγόνι και την άνω περιοχή του στήθους (bib)

Τάση παγκόσμιου πληθυσμού

Επεξεργασία
  • Άγνωστη ? [5]

Ονοματολογία

Επεξεργασία

Η επιστημονική ονομασία του γένους Poecile, είναι άμεση εκλατινισμένη απόδοση της ελληνικής λέξης Ποικίλος. Ωστόσο, παραμένει εν πολλοίς άγνωστος ο λόγος χρησιμοποίησής της από τον Τέμινκ. Κατά μίαν εκδοχή, επειδή ο κλειδωνάς είναι ευρέως διαδεδομένος στον ελλαδικό χώρο, η ονομασία δόθηκε για να τιμηθεί η αρχαία Ποικίλη Στοά, τόπος διδασκαλίας του στωικού φιλοσόφου Ζήνωνος.[6]

Ο όρος lugubris στην επιστημονική ονομασία του είδους, είναι λατινικός, σημαίνει «αυτός που πενθεί, ο πενθών», και παραπέμπει στο χαρακτηριστικό μαύρο χρώμα του κεφαλιού και του άνω μέρους του στήθους, που μοιάζουν με πλερέζα.

Την ίδια σημασία έχει και η αγγλική λαϊκή ονομασία του είδους, Sombre tit.

Η ελληνική λαϊκή ονομασία του πτηνού σημαίνει επακριβώς «αυτός που κατασκευάζει κλειδιά, κλειθροποιός», ωστόσο είναι άγνωστος ο λόγος χρησιμοποίησής της. [εκκρεμεί παραπομπή]

Συστηματική Ταξινομική

Επεξεργασία

Το είδος περιγράφηκε από τον Ολλανδό αριστοκράτη και ζωολόγο Κ. Τέμινκ (Coenraad Jacob Temminck, 1778-1858), από τη Δαλματία και την Ουγγαρία, ως Parus lugubris, το 1820.

Η ταξινομική του γένους Poecile παραμένει αρκετά προβληματική. Το πτηνό είχε, παραδοσιακά, τοποθετηθεί στο γένος Parus, στο οποίο κατατάσσονταν όλες ανεξαιρέτως οι παπαδίτσες, μεταξύ των οποίων και ο καλόγερος. Ωστόσο, μιτοχονδριακά δεδομένα DNA (mtDNA) ακολουθίας κυτοχρώματος b, έδειξαν ότι το γένος πρέπει να διασπασθεί. Τη νέα κατάσταση αποδέχθηκε η Αμερικανική Ένωση Ορνιθολόγων (AOU) και η ITIS,[2] όχι όμως άλλες αυθεντίες επί της ταξινομικής,[1] τουλάχιστον επί του παρόντος. Έτσι, ο κλειδωνάς ταξινομείται πλέον ως Poecile μαζί με άλλες παπαδίτσες, χωρίς ωστόσο να αποκλείεται η «επιστροφή» στο γένος Parus.[7]

Η Ομάδα Ταξινομική Εργασίας της BirdLife είναι ενήμερη ότι, έχουν δημοσιευθεί φυλογενετικές αναλύσεις που προτείνουν γενικές ανακατατάξεις, οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν την ταξινομική του είδους, αλλά προτιμά να περιμένει έως ότου εργασίες από άλλες αυθεντίες (taxonomists) αποκαλύψουν πώς αυτές οι αλλαγές επηρεάζουν το σύνολο των συμμετεχόντων taxa.

Η γεωγραφική διαφοροποίηση των υποειδών είναι σε μεγάλο βαθμό προοδευτικά διαβαθμισμένη (clinal), με το μέγεθος να μειώνεται από βορρά προς νότο, ενώ το στέμμα και η κηλίδα του στήθους (bib) σκουραίνουν από τα νότια προς τα βόρεια και ανατολικά. Η κάτω επιφάνεια του σώματος γίνεται προοδευτικά πιο ανοικτόχρωμη από τα δυτικά προς τα ανατολικά.

Γεωγραφική κατανομή υποειδών

Επεξεργασία

Το είδος έχει πολύ μικρή εξάπλωση και κατανομή σε λίγες χώρες της Ευρασίας. Στα δυτικά, απαντάται στην περιοχή της Αδριατικής (ΒΑ Ιταλία (;), Κροατία, Σλοβενία) και κατόπιν, διά μέσου όλων των Βαλκανικών χωρών, περνάει ανατολικά προς Μικρά Ασία, Εγγύς Ανατολή, Κασπία Θάλασσα και Ιράν, όπου βρίσκεται και το ανατολικότερο όριο της κατανομής του. Βόρεια φθάνει στη Ρουμανία και Μολδαβία, ενώ νότια μέχρι τις νότιες περιοχές του Ιράν.[8]

  • Η Ελλάδα αποτελεί πολύ σημαντική επικράτεια για το πτηνό, διότι φιλοξενεί 3 από τα 6 υποείδη του συνολικού πληθυσμού, εκ των οποίων ένα (1) ενδημικό.[1]
Αρ. Υποείδος Περιοχές αναπαραγωγής (επιδημητικό ή/και καλοκαιρινός επισκέπτης) Περιοχές μετακίνησης ή/και διαχείμασης Σημειώσεις
1 Poecile lugubris anatoliae Σάμος, Λέσβος, Μικρά Ασία, ανατολικά προς Δ Γεωργία, απώτατη Ν Αρμενία και Εγγύς Ανατολή, μέχρι το Ισραήλ Έχει πιο σκούρο στέμμα και bib (βλ. Μορφολογία) από το 6,[9] σχετικά λευκωπή κάτω επιφάνεια σώματος, σκούρα ωμοπλάτη και μικρό σώμα.[4]
2 Poecile lugubris dubius ΝΔ Ιράν Ενδημικό στην περιοχή
3 Poecile lugubris hyrcanus ΝΑ Αζερμπαϊτζάν, Β Ιράν (οροσειρά Ελμπούρτζ) Κάποιοι ερευνητές το θεωρούν ξεχωριστό είδος (Poecile hyrcanus), επειδή έχει διαφορετική φωνή και αναπαραγωγική ηθολογία και δεν υβριδοποιείται με τα 1 και 2. Διαθέτει στήθος, κοιλιά και πλευρές με κιτρινωπή απόχρωση [9]
4 Poecile lugubris kirmanensis Ν Ιράν (Κερμάν) Ενδημικό στην περιοχή
5 Poecile lugubris lugens Κ και Ν Ελλάδα Ενδημικό στη χώρα
6 Poecile lugubris lugubris ΒΑ Ιταλία (;), Ίστρια και ΝΔ Κροατία, Βαλκάνια και Ν. Ουγγαρία, νότια μέχρι Β Ελλάδα

Πηγές:[1][8][10]

(σημ. με έντονα γράμματα τα υποείδη που απαντώνται στον ελλαδικό χώρο)

Μεταναστευτική συμπεριφορά

Επεξεργασία

Ο κλειδωνάς είναι τυπικό καθιστικό είδος, απαντώμενο στις ίδιες περιοχές καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους ως επιδημητικό πτηνό και, με υψηλά ποσοστά ενδημισμού. Οι μετακινήσεις των επί μέρους πληθυσμών είναι μόνον τοπικές και εποχικές, κυρίως από τα μεγαλύτερα στα μικρότερα υψόμετρα κατά τις ψυχρές περιόδους του έτους, ιδιαίτερα από τα νεαρότερα άτομα.

Υπάρχουν κάποιες φθινοπωρινές και χειμερινές αναφορές από την Κ. Τουρκία, όπου δεν αναπαράγεται. Επίσης κάποιες φθινοπωρινές καταγραφές στους πρόποδες της οροσειράς Ζάγκρος στο ΒΑ. Ιράκ, περιοχή εκτός του εύρους κατανομής.[11]

Η Ελλάδα φιλοξενεί τρία υποείδη (βλ. Πίνακα), εκ των οποίων το ένα (1) δεν υπάρχει αλλού στον κόσμο (ενδημικό).[1] Από την Κρήτη αναφέρεται ότι δεν απαντάται από την εποχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (1945 και μετέπειτα),[12] αλλά το πιθανότερο είναι ότι υπάρχει σε σπάνιους και ακανόνιστους πληθυσμούς.[4]

Βιότοπος

Επεξεργασία
 
Τυπικός οικότοπος του κλειδωνά στον μεσογειακό χώρο

Οι κλειδωνάδες απαντώνται σε οικοτόπους ανάλογους με τη γεωγραφική περιοχή της κατανομής τους. Έτσι, στην περιοχή της Μεσογείου συχνάζουν σε ξηρές, ανοικτές περιοχές με μακία βλάστηση και λίγα, διάσπαρτα δένδρα και θάμνους, συχνά κοντά σε νερό, ελαιώνες,[10] αμπελώνες, δάση και πετρώδεις περιοχές με θάμνους.[13] Στις περιοχές του Ισραήλ και του Ιράν, απαντώνται σε πιο ορεινά, στεπώδη, αραιά δασωμένα εδάφη.

Στις δασικές περιοχές προτιμούν τις βελανιδιές, τις οξιές και τα σκουρόξυλα κωνοφόρα, ενώ κοντά στο νερό, τις ιτιές και τις λεύκες.[11]

Στην Ελλάδα, κινούνται από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι τα 2.000 μέτρα, αν και είναι δύσκολο να καθορισθεί ο επακριβής βιότοπος που προτιμούν. Οι πιο «τυπικοί» οικότοποι περιλαμβάνουν ξηρές, λοφώδεις εκτάσεις με πουρνάρια και άλλες βελανιδιές, καλλιέργειες με αγρωστώδη και σκόρπια δένδρα (γκορτσιές, χαρουπιές). Επίσης, απαντώνται σε υποαλπικά λιβάδια με χαμηλά δένδρα ή θάμνους, σε συστάδες χαλεπίου πεύκης.[4]

Μορφολογία

Επεξεργασία

Ο κλειδωνάς, παρά την ποικιλομορφία που εμφανίζει στα επί μέρους χαρακτηριστικά των υποειδών, ξεχωρίζει από τις άλλες «παπαδίτσες», λόγω της χαρακτηριστικής μαύρης περιοχής/κηλίδας (bib) που ξεκινάει από το σαγόνι και φθάνει μέχρι την αρχή του στήθους. Η κηλίδα αυτή είναι μεγαλύτερη από εκείνη των συγγενικών ειδών, αλλά σαφώς μικρότερη από του καλόγερου.

Κατά τα άλλα είναι πουλί λίγο μικρότερο από το σπουργίτι, με το καφέ και γκρίζο χρώμα να κυριαρχούν στο πτέρωμά του. Το στέμμα του κεφαλιού και η περιοχή μέχρι κάτω από τους οφθαλμούς είναι μαυριδερά-καφέ, εν είδει «σκούφου», με το χρώμα να εκτείνεται μέχρι το τέλος του τραχήλου. Η άνω περιοχή της ράχης είναι γκρίζα-καφέ, με το καφέ να είναι περισσότερο στο κάτω τμήμα της ράχης και το ουροπύγιο. Οι παρειές και το μεγαλύτερο μέρος του στήθους είναι λευκά-λευκόγκριζα, όπως και η κάτω επιφάνεια των πτερύγων.

Οι πτέρυγες, γενικά, δείχνουν γκριζόχρωμα περιθώρια και άκρα στα μεγάλα στέγαστρα, και διακριτές γκριζωπές-λευκές παρυφές στα τριτεύοντα και έσω δευτερεύοντα ερετικά φτερά.[11]

Το ράμφος είναι σχετικά μεγάλο και οξύληκτο, γκρίζου χρώματος, όπως οι ταρσοί και τα πόδια. Η ίριδα είναι μαύρη.

Τα φύλα είναι παρόμοια, αν και σε πολλά θηλυκά η περιοχή του «σκούφου» και του bib έχουν περισσότερο σοκολατί χρώμα, παρά μαυριδερό.

Βιομετρικά στοιχεία

Επεξεργασία
  • Μήκος σώματος: 14 έως 15 εκατοστά
  • Άνοιγμα πτερύγων: 16 έως 17 εκατοστά
  • Βάρος: 16 έως 19 γραμμάρια γραμμάρια

(Πηγές:[9][14][15][16][17][18])

Οι κλειδωνάδες είναι, κατά βάσιν εντομοφάγα πτηνά και αναζητούν μικρά ασπόνδυλα, κυρίως κάμπιες και άλλες προνύμφες. Μερικές φορές τρέφονται και με σπέρματα. Η τροφή αναζητάται στο έδαφος, ανάμεσα σε βράχους ή στα φύλλα, αλλά πάντοτε πετάει μέχρι το πλησιέστερο σημείο επόπτευσης/ποσταρίσματος, όταν συλλάβει το θήραμα.[11] Γενικά, είναι πιο μοναχικά και διακριτικά πτηνά από τις άλλες παπαδίτσες.[9][17]

Αναπαραγωγή

Επεξεργασία
 
Κλειδωνάς στον βιότοπό του
 
Poecile lugubris

Στις περιοχές όπου αναπαράγονται (βλ. Βιότοπος), οι κλειδωνάδες φωλιάζουν σε δένδρα, συνήθως μια κουφάλα ή σχισμή. Η φωλιά είναι μια κυπελλοειδής κατασκευή από ξερό φυτικό υλικό και μαλλί, ενώ το υλικό επίστρωσης αποτελείται από φτερά.[19]

Η περίοδος αναπαραγωγής ξεκινάει τον Μάρτιο με αρχές Απριλίου και η ωοτοκία πραγματοποιείται δύο φορές. Η γέννα αποτελείται από 5-7 αβγά, μερικές φορές μέχρι και 10, με διαστάσεις 17 Χ 13,5 χιλιοστά.[19] Η επώαση πραγματοποιείται από το θηλυκό και διαρκεί 12-13 ημέρες.

Οι νεοσσοί είναι φωλεόφιλοι και χρήζουν της άμεσης προστασίας των γονέων. Η πτέρωση ολοκληρώνεται γύρω στις 20 ημέρες.[11]

Στην Ελλάδα, ο κλειδωνάς φωλιάζει σε όλη την ηπειρωτική χώρα (ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο), καθώς και σε μερικά νησιά (Λέσβος, κ.α). Απουσιάζει από τα Ιόνια, εκτός από την Κέρκυρα όπου υπάρχουν λίγα άτομα.[4]

Κατάσταση πληθυσμού

Επεξεργασία

Το είδος δεν υπόκειται σε σοβαρούς κινδύνους ή απειλές, όπως π.χ. το κυνήγι, γι’ αυτό η IUCN το κατατάσσει στα Ελαχίστης Ανησυχίας (LC).[5] Η ΝΑ. Ευρώπη (ιδιαίτερα η Ελλάδα και η Μικρά Ασία) αποτελεί «προπύργιο» της εξάπλωσης του κλειδωνά.

Άλλες ονομασίες

Επεξεργασία

Στον ελλαδικό χώρο ο Κλειδωνάς απαντάται και με την ονομασία Μαυρολαιμοπαπαδίτσα.[16] Αξίζει να σημειωθεί ότι η ονομασία Κλειδωνάς δίνεται σε πολλές άλλες παπαδίτσες του ελληνικού χώρου.[20]

Σημειώσεις

Επεξεργασία

i. ^ Συμπεριλαμβάνει και το υποείδος Poecile lugubris talischensis και Parus major bargaensis [21]

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 Howard and Moore, p. 527
  2. 2,0 2,1 http://www.itis.gov/servlet/SingleRpt/SingleRpt?search_topic=TSN&search_value=562352
  3. Όντρια, σ. 178
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 Handrinos & Akriotis
  5. 5,0 5,1 «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Ιουνίου 2015. Ανακτήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 2014. 
  6. https://www.wordnik.com/words/Poecile
  7. Gill
  8. 8,0 8,1 http://maps.iucnredlist.org/map.html?id=22711698
  9. 9,0 9,1 9,2 9,3 Heinzel et al, p. 308
  10. 10,0 10,1 http://ibc.lynxeds.com/species/sombre-tit-poecile-lugubris
  11. 11,0 11,1 11,2 11,3 11,4 planet of birds.com
  12. Σφήκας, σ. 80
  13. Όντρια (Ι), σ. 178
  14. Perrins, p. 180
  15. Bruun, p. 266
  16. 16,0 16,1 Όντρια, σ. 179
  17. 17,0 17,1 Mullarney et al, p. 344
  18. Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα
  19. 19,0 19,1 Harrison, p. 286
  20. Απαλοδήμος, σ. 39
  21. Howard and Moore, p. 527, footnote 9

Βιβλιογραφία

Επεξεργασία
  • Howard and Moore, Checklist of the Birds of the World, 2003.
  • Bertel Bruun, Birds of Britain and Europe, Hamlyn 1980.
  • Bob Scott and Don Forrest, The Birdwatcher’s Key, Frederick Warne & Co, 1979
  • Christopher Perrins, Birds of Britain and Europe, Collins 1987.
  • Colin Harrison & Alan Greensmith, Birds of the World, Eyewitness Handbooks, London 1993
  • Colin Harrison, Nests, Eggs and Nestlings Of British and European Birds, Collins, 1988.
  • Dennis Avon and Tony Tilford, Birds of Britain and Europe, a Guide in Photographs, Blandford 1989
  • Detlef Singer, Field Guide to Birds of Britain and Northern Europe, The Crowood Press, Swindon 1988
  • Hermann Heinzel, RSR Fitter & John Parslow, Birds of Britain and Europe with North Africa and Middle East, Collins, 1995
  • Jim Flegg, Field Guide to the Birds of Britain and Europe, New Holland, London 1990
  • Rob Hume, RSPB Complete Birds of Britain and Europe DK, 2002
  • Mary Taylor Gray, The Guide to Colorado Birds, Westcliffe Publishers, 1998
  • Peter Colston and Philip Burton, Waders of Britain and Europe, Hodder & Stoughton, 1988
  • Killian Mullarney, Lars Svensson, Dan Zetterström, Peter J. Grant, Τα Πουλιά της Ελλάδας Της Κύπρου και της Ευρώπης, ΕΟΕ, 2007
  • Killian Mullarney, Lars Svensson, Dan Zetterström, Peter J. Grant, Τα Πουλιά της Ελλάδας Της Κύπρου και της Ευρώπης, Collins
  • Handrinos & Akriotis, The Birds of Greece, Helm 1997
  • R. Grimmett, C. Inskipp, T. Inskipp, Birds of Nepal, Helm 2000
  • Γιώργος Σφήκας, Πουλιά και Θηλαστικά της Κρήτης, Ευσταθιάδης, 1989
  • Γιώργος Σφήκας, Πουλιά και Θηλαστικά της Κύπρου, Ευσταθιάδης, 1991
  • Πάπυρος Λαρούς, εκδ. 1963 (ΠΛ)
  • Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα, εκδ. 1996 (ΠΛΜ)
  • Ιωάννη Όντρια (I), Πανίδα της Ελλάδας, τόμος Πτηνά.
  • Ιωάννη Όντρια (II), Συστηματική Ζωολογία, τεύχος 3.
  • Ντίνου Απαλοδήμου, Λεξικό των ονομάτων των πουλιών της Ελλάδας, 1988.
  • Σημαντικές Περιοχές για τα Πουλιά της Ελλάδας (ΣΠΕΕ), ΕΟΕ 1994
  • «Το Κόκκινο Βιβλίο των Απειλουμένων Σπονδυλοζώων της Ελλάδας», Αθήνα 1992
  • Ιωάννου Χατζημηνά, Επίτομος Φυσιολογία, εκδ. Γρ. Παρισιάνου, Αθήνα 1979
  • Βασίλη Κλεισούρα, Εργοφυσιολογία, εκδ. Συμμετρία, Αθήνα 1990
  • Γεωργίου Δ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα 2002
  • Valpy, Francis Edward Jackson, An Etymological Dictionary of the Latin Language
  • Linnaeus, Carolus (1758). Systema naturae per regna tria naturae, secundum classes, ordines, genera, species, cum characteribus, differentiis, synonymis, locis. Tomus I. Editio decima, reformata (in Latin). Holmiae (Laurentii Salvii).
  • BirdLife International. 2004. Birds in Europe: population estimates, trends and conservation status. BirdLife International, Cambridge, U.K.
  • Gill, Frank B.; Slikas, Beth & Sheldon, Frederick H. (2005): Phylogeny of titmice (Paridae): II. Species relationships based on sequences of the mitochondrial cytochrome-b gene. Auk 122: 121-143. doi:10.1642/0004-8038(2005)122[0121:POTPIS]2.0.CO;2
  • Harrap, S.; Quinn, D. 1996. Tits, nuthatches and treecreepers. A&C Black, London.
  • IUCN. 2012. IUCN Red List of Threatened Species (ver. 2012.1). Available at: http://www.iucnredlist.org. (Accessed: 19 June 2012).
  • Peterson Roger, Guy Montfort, P. A. D. Hollom: Die Vögel Europas. Verlag Paul Parey, Hamburg und Berlin, 9. Auflage Juli 1970, ISBN 3-490-05518-7
  • Svensson, L.; Grant, P. J.; Mullarney, K.; Zetterström, D.: Der neue Kosmos-Vogelführer - Alle Arten Europas, Nordafrikas und Vorderasiens. Franckh-Kosmos Verlags-GmbH & Co., Stuttgart. 1999. ISBN 3-440-07720-9