Κήρυκας
Κήρυκας στην αρχαιότητα ονομαζόταν ο επίσημος αγγελιοφόρος που μετέφερε μηνύματα προς άλλα κράτη, αλλά και ο, τρόπον τινά, δημόσιος υπάλληλος ή αυλικός που ανακοίνωνε δημοσίως τις εξαγγελίες της κυβέρνησης ή του ηγεμόνα προς το λαό. Συχνά μετείχε, μόνον με την παρουσία του και σπανίως ενεργά, στην επιβολή του νόμου και σε δικαστικές διαδικασίες. Στην Ελλάδα οι κήρυκες ανήκαν συνήθως στον ιερατικό κλάδο και μετείχαν επίσης σε θρησκευτικές τελετουργίες, κάτι που δεν ίσχυε για όλους τους αρχαίους πολιτισμούς. Οι κήρυκες είχαν γενικά ποικίλες ιδιότητες και αρμοδιότητες, ανάλογα με τη χώρα και την εποχή στην οποία ζούσαν: άλλες από αυτές αντιστοιχούν στων σημερινών κληρικών ή στων κατώτερων διπλωματικών αλλά και δικαστικών υπαλλήλων, ενώ άλλες στων τελεταρχών μεγάλων διοργανώσεων ή και στων απλών αυλικών. Ως τελετάρχες και αυλικοί διατήρησαν το ρόλο τους και κατά το Μεσαίωνα. Ο όρος (herald) σήμερα επιβιώνει ως λειτούργημα κυρίως στις αγγλοσαξονικά κράτη. Οι λέξεις preacher, marchal και poursuivants που συχνά χρησιμοποιούνται ως μετάφραση του αρχαίου όρου, δεν αποδίδουν πιστά το ρόλο του κήρυκα στην αρχαία Ελλάδα, Μεσοποταμία, Περσία και Ρώμη.
Αρχαιότητα
ΕπεξεργασίαΟι κήρυκες στην αρχαιότητα ήταν σεβαστοί διεθνώς και είχαν ως πρόσωπα το απαραβίαστο –ήταν παράνομο να τους συλλάβουν ή να τους τραυματίσουν πολίτες, είτε του ίδιου κράτους είτε άλλων. Ειδικά στην Ελλάδα η επίθεση σε κήρυκα θεωρείτο και ανοσιούργημα, επειδή στις ελληνικές πόλεις-κράτη αυτοί οι λειτουργοί ανήκαν στον ιερατικό κλάδο. Το θρησκευτικό περίβλημα του ρόλου τους, τους επέτρεπε να προβαίνουν και σε εχθρικές διακοινώσεις σε άλλες πόλεις-κράτη με σχετική –όχι όμως και απόλυτη- ασφάλεια. Οι κήρυκες ανακοίνωναν πάντως και φιλικές εξαγγελίες, όπως εκεχειρίες σε μάχες. Ειδικά οι εκεχειρίες (σπονδές) που γίνονταν για πανελλήνιες εορτές και αγώνες, ανακοινώνονταν από άλλους λειτουργούς, τους σπονδοφόρους.
Φορούσαν συχνά στο κεφάλι τους στεφάνι από ελιά ή κρατούσαν κλαρί ελιάς («κλάδος ελαίας» ως σύμβολο ειρηνικών προθέσεων) και έφεραν κηρύκειο ως διακριτικό σήμα και σύμβολο του λειτουργήματός τους. Όταν βρίσκονταν σε αποστολή εκτός πόλης, όπου συχνά δεν πήγαιναν μόνοι αλλά δύο ή και τρεις κήρυκες μαζί (στις δε εκστρατείες πολύ περισσότεροι για να επιβάλλονται στο στράτευμα), το κηρύκειο ήταν εκείνο που δήλωνε το αξίωμά τους και τους παρείχε κύρος ή και όταν χρειαζόταν, προστασία. Επίσης έφεραν και σάλπιγγα που αν είχε γαλατικό σχήμα (χυτή) ονομαζόταν κάρνυξ[1] ή κάρνο και ίσως υπάρχει συγγένεια μεταξύ των λέξεων αυτών και της λέξης «κάρυξ» (ο κήρυξ στα δωρικά).
Σαλπιγκτές ή και κήρυκες σήμαιναν (με την σάλπιγγά τους) την έναρξη των αθλητικών αγώνων και μετά οι κήρυκες φώναζαν τα ονόματα και την ιδιαιτέρα πατρίδα των αγωνιζομένων. Υπήρχε μάλιστα και αντίστοιχο αγώνισμα στους Ολυμπιακούς μετά το 396 π.Χ., όπου αγωνίζονταν κήρυκες και σαλπιγκτές. Σε αυτό ένας σαλπιγκτής ο Ηρόδοτος από τα Μέγαρα που αναφέρεται και από τον Αθήναιο από την Ναύκρατι, νίκησε σε πολλές συνεχόμενες Ολυμπιάδες. Οι κήρυκες και οι σαλπιγκτές που διακρίνονταν στο δικό τους αγώνισμα, είχαν μετά την τιμή να εκφωνούν τα ονόματα των νικητών. Ο νικητής σαλπιγκτής συνήθως σάλπιζε δυνατά για να γίνει ησυχία και να ακουστεί ο κήρυκας[2] που έπαιρνε στη συνέχεια το λόγο για την εκφώνηση αγωνισμάτων, πόλεων και νικητών αθλητών. Μερικοί κήρυκες ήταν και σαλπιγκτές, αλλά οι δύο ειδικότητες δεν ήταν πάντως ταυτόσημες και ο καθένας είχε τη δική του αποστολή.
Στα ειρηνικά αστικά καθήκοντα των κηρύκων περιλαμβανόταν το να συγκαλούν τη λαϊκή συνέλευση και να δίνουν το λόγο σε ομιλητές. Υπήρχε μάλιστα και η «κήρυκος λίθος» (ο βράχος του κήρυκα) στον οποίο ανέβαινε ο κήρυκας για να στέκει ψηλότερα[3]. Στην αθηναϊκή Εκκλησία του δήμου οι κήρυκες παραχωρούσαν στον ομιλητή το κηρύκειο που κρατούσαν ώστε να μην τον διακόπτουν οι άλλοι ρήτορες και γενικά οι υπόλοιποι συμμετέχοντες στη διαδικασία.
Στις ελληνικές πόλεις οι κήρυκες επιλέγονταν από συγκεκριμένες οικογένειες, το δε λειτούργημά τους ήταν κληρονομικό και ισόβιο. Στην Σπάρτη επιλέγονταν από το γένος των Ταλθυβιάδων[4] απογόνων του Ταλθύβιου που ήταν κήρυκας του Αγαμέμνονα στην Τροία, ενώ στην Αθήνα από το γένος[5] είτε των Ευμολπιδών είτε των Κηρύκων. Οι απόγονοι όμως του Ευμολπίδη και του Κήρυκα ήταν συγγενείς, οπότε επρόκειτο ουσιαστικά για μεγάλη μεν, αλλά ουσιαστικά μία οικογένεια. Η ετυμολογία των ονομάτων του ήρωα Ευμόλπου (ωραία, μελωδική φωνή) και Κήρυκα (καρκαίρω, κηρύττω, διαλαλώ) παραπέμπει εξάλλου σε επαγγέλματα συναφή με αναγγελίες.
Οι Κήρυκες επιλέγονταν με βασικό κριτήριο τη δυνατή φωνή τους, τα εξίσου δυνατά πνευμόνια τους, την καθαρή άρθρωση και την ισχυρή μνήμη τους, επειδή έπρεπε να ακούγονται καθαρά από μεγάλη απόσταση, να σαλπίζουν επίσης ηχηρά όποτε χρειαζόταν και να απομνημονεύουν σωστά όσα θα έπρεπε να μεταφέρουν αυτολεξεί. Έπρεπε επίσης να απομνημονεύουν εξίσου σωστά τις απαντήσεις που συχνά τους έδιναν οι παραλήπτες των μηνυμάτων. Εάν έσφαλλαν επίτηδες ή κατά λάθος, τιμωρούνταν αυστηρά. Ο Αριστοφάνης[6] και άλλοι[7] αναφέρουν ότι η ποινή για κήρυκα που παραποιούσε επίτηδες ένα μήνυμα, ήταν να του κόβουν τη γλώσσα. Ο Πλάτωνας αναφέρει μόνον ότι «τιμωρούνταν όπως έπρεπε»[8]
Στα αστικά καθήκοντα των κηρύκων περιλαμβανόταν η ανακοίνωση νόμων και ψηφισμάτων στην αγορά και αλλού, ώστε να μην μπορεί κανένας πολίτης να παρανομήσει επικαλούμενος άγνοια του νόμου. Επίσης, όταν έφευγαν πλοία για αποίκηση ή πόλεμο, ο κήρυκας αναλάμβανε το θρησκευτικό κατευόδιο, κάνοντας μια τελετή παρόμοια με τον αγιασμό που τελούν σήμερα οι κληρικοί[9] Άλλο αντικείμενο του κήρυκα ήταν να αναγγέλλει τους προσερχόμενους στην αυλή συγκεκριμένων αρχόντων τους οποίους υπηρετούσε -εκεί όπου το πολίτευμα ήταν βασιλεία-, να φροντίζει για τις θυσίες τους κ.λπ.
Στους κήρυκες συνήθως δεν επιτρεπόταν καμία πρωτοβουλία προς διαπραγμάτευση και έπρεπε να περιορίζονται να μεταφέρουν κατά λέξη μηνύματα. Συχνά συνόδευαν πρεσβευτές, όχι όμως για να συμμετάσχουν ενεργά στις συζητήσεις με ξένους λαούς ή με άλλες ελληνικές πόλεις, αλλά για να καλύπτουν με τη δική τους ιερή ασυλία προστατευτικά τους προξένους ή τους πρεσβευτές σε καιρό πολέμου ή σε περιόδους «ψυχρού πολέμου».
Κήρυκες και πόλεμος
ΕπεξεργασίαΟι Αθηναίοι διαχώριζαν τον κήρυκα από τον πρεσβευτή[10] και ο πρώτος σε ελάχιστες περιπτώσεις μπορούσε να πει περισσότερα από το απόλυτα οριοθετημένο μήνυμα που του ανέθεταν. Είχε επίσης μόνιμη θέση ενώ οι πρόξενοι και οι πρεσβευτές επιλέγονταν κατά περίπτωση από τον κλάδο των ρητόρων. Ορισμένοι ταυτίζουν το ρόλο του κήρυκα με τον πόλεμο και του πρεσβευτή με την ειρήνη[11], αλλά αυτό οφείλεται και στο ότι είχαν δικαίωμα διαπραγματεύσεων μόνον οι πρεσβευτές ενώ οι κήρυκες προέβαιναν αποκλειστικά σε ανακοινώσεις και είχαν κυρίως τελετουργικό ρόλο[12], οπότε δεν υπήρχε ουσιαστικά κανένα περιθώριο διαλόγου μαζί τους. Επίσης είναι πιθανό να ταυτίστηκε σταδιακά ο κήρυκας με τον πόλεμο γιατί περιβαλλόμενος με το ιερατική του αίγλη, συνόδευε όλες τις δυσάρεστες αποστολές ώστε να τις προστατεύει αλλά και να προσδίδει σε αυτές θρησκευτικό κύρος. Για παράδειγμα όταν γινόταν σύλληψη πολίτη συνήθως το απόσπασμα συνοδευόταν από κήρυκα που καλούσε τον υπόδικο να βγει από το σπίτι του και να παρουσιαστεί ώστε να οδηγηθεί σε δίκη. Όταν γίνονταν δίκες, δική του δουλειά ήταν η ανάγνωση του κατηγορητηρίου . Όταν λαμβάνονταν μέτρα δυσάρεστα, αποστελλόταν και πάλι κήρυκας για να τα διακοινώσει. Οι κήρυκες ονομάζονταν και κατάγγελοι στην αρχαιότητα, αλλά αυτή η λέξη δεν είχε απαραιτήτως αρνητική χροιά όπως σήμερα η καταγγελία. Κατά κανόνα, πάντως, οι ευχάριστες αποστολές δεν συνοδεύονταν από κήρυκες, γιατί τα μέλη τους δεν κινδύνευαν. Είναι λοιπόν πιθανό η ταύτιση των κηρύκων με δυσάρεστες, εχθρικές ή πολεμικές ανακοινώσεις να οφείλεται στο γεγονός ότι ήταν οι μόνοι που μπορούσαν να τις εξαγγείλλουν, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως δεν αναλάμβαναν ποτέ ειρηνικές αποστολές[13]
Σπονδοφόροι και κήρυκες
ΕπεξεργασίαΠολλοί ταυτίζουν τους σπονδοφόρους με τους κήρυκες επειδή και οι δύο είχαν την εξουσιοδότηση να επιβάλουν εκεχειρία (σπονδές). Όμως οι δύο τίτλοι δεν τεκμηριώνεται ότι ταυτίζονταν και τουλάχιστον για μακρό χρονικό διάστημα διέφεραν σημαντικά Οι «σπονδοφόροι» ήταν σαφής τίτλος συγκεκριμένων κηρύκων με πολύ ειδική αποστολή. Ήταν εκείνοι που επέβαλαν ειρήνη αποκλειστικά για να διενεργηθούν μεγάλες γιορτές και όπως αναφέρει στον αντίστοιχο ορισμό του[14] στο «Λεξικόν» ο πατριάρχης Φώτιος ανήγγειλαν τους πανελληνίους αγώνες «περιερχόμενοι στις εμπόλεμες πόλεις και διατάζοντας τους εμπολέμους να κάνουν ανακωχή». Ο ίδιος, δηλαδή ο Φώτιος, στο λήμμα για τον κήρυκα Ανθεμόκριτο[15] που εκτελέστηκε στα Μέγαρα, αναφέρεται σε αυτόν ως κήρυκα και όχι ως σπονδοφόρο.
Κάποιοι πιστεύουν ότι σπονδοφόροι λέγονταν -αρχικά τουλάχιστον- μόνον οι κήρυκες της Ηλείας που ανήγγελλαν τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Σε μία μαρμάρινη επιγραφή της Ηλείας αναφορικά με την ειρήνευση για τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων[16] αναφέρονται ονομαστικά οι «θεοκόλοι» (υπηρέτες των θεών) και οι «σπονδοφόροι» εκείνης της χρονιάς , γεγονός που τεκμηριώνει ότι στην Ηλεία[17] οι αναγγέλλοντες τις σπονδές λέγονταν σπονδοφόροι. Αυτό διόλου βέβαια δεν αποκλείει να λέγονταν σπονδοφόροι και άλλοι κήρυκες εκεχειρίας για εορτές, αφού αργότερα αναφέρονται ως «σπονδοφόροι» και εκείνοι που ανήγγελλαν σε διάφορες πόλεις την εκεχειρία για τα Ελευσίνια Μυστήρια.
Τεκμαίρεται πάντως ότι όσοι δεν έφεραν μηνύματα σχετικά με θρησκευτικές ή αθλητικές εορτές πρέπει να λέγονταν επισήμως τουλάχιστον απλώς κήρυκες πιθανόν και ιεροί κήρυκες, αλλά όχι σπονδοφόροι[18]
Το κύρος τους
ΕπεξεργασίαΣε ορισμένα κείμενα, κυρίως σε παλιότερα και, συγκεκριμένα, στα ομηρικά, ο κήρυκας παρουσιάζεται ταυτόχρονα σαν αυλικός και ακόλουθος ή βοηθός ευγενών αλλά και ως αξιοσέβαστος ιερέας. Στην Οδύσσεια αναφέρονται κήρυκες να κερνάνε κρασί τους μνηστήρες της Πηνελόπης μαζί με τους υπηρέτες του παλατιού[19], ενώ σε άλλο σημείο ο Οδυσσέας όταν βρίσκεται στη χώρα των Λωτοφάγων, δηλαδή σε άγνωστη χώρα με πιθανούς κινδύνους, στέλνει εμπροσθοφυλακή λίγους άνδρες μαζί με κήρυκες, προφανώς με την ελπίδα οι τελευταίοι θα προστατέψουν όλη την αποστολή με το ιερατικό τους κύρος σε περίπτωση εχθρικής υποδοχής[20]. Αλλού αναφέρονται σαν διαιτητές μονομαχιών και αλλού σαν απλοί ντελάληδες ή σαν άτομα που φρόντιζαν να κάνει το στράτευμα ησυχία για να ακουστεί ο αρχηγός. Ειδικά στις εκστρατείες πρέπει να συμμετείχαν πολλοί κήρυκες, αφού ο Όμηρος[21] αναφέρει ότι «χρειάστηκαν εννέα κήρυκες για να ησυχάσει το στράτευμα και να ακουστούν οι αρχηγοί»
Στην Ιλιάδα ο Αγαμέμνονας για να πάρει τη Βρισηίδα από τον Αχιλλέα που δεν ήθελε να του την παραδώσει, στέλνει δύο κήρυκες, τον Ταλθύβιο και τον Ευρυβάτη, κάτι που δείχνει ότι ήταν οι μόνοι που μπορούσαν να διεκδικήσουν την κόρη από τον οργισμένο και ισχυρό Αχιλλέα. Τον πλησιάζουν διστακτικά παρότι κήρυκες, αλλά εκείνος τους προσφωνεί με σεβασμό [22] «εκπροσώπους θεών και ανθρώπων» και τους παραδίδει την Βρησηίδα χωρίς αντιρρήσεις, λέγοντας πως δεν τρέφει μίσος εναντίον τους για την πράξη αυτή (την αρπαγή της Βρησηίδας), αλλά εναντίον του Αγαμέμνονα.
Γενικά οι Κήρυκες ήταν σεβαστά άτομα σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας, αλλά υπήρξαν και παραβιάσεις αυτής της πανελλήνιας διπλωματικής ή ιερατικής ασυλίας.
Φόνοι κηρύκων
ΕπεξεργασίαΟι Μεγαρείς σκότωσαν κατά τις παραμονές του Πελοποννησιακού Πολέμου τον Αθηναίο κήρυκα Ανθεμόκριτο εξαιτίας του Μεγαρικού ψηφίσματος. Σύμφωνα με μια εκδοχή τον σκότωσαν όταν τους ανήγγειλε πως οι Αθηναίοι τους απαγόρευαν να δέχονται φυγάδες δούλους τους και να καλλιεργούν ιερά κτήματα της Ελευσίνας, στα όρια της Μεγαρίδας και της Αττικής.[23] Άλλη εκδοχή αναφέρει ότι τον σκότωσαν όταν τους ανήγγειλε εκτεταμένο εμπάργκο και συγκεκριμένα, ότι «επειδή δέχονταν δούλους φυγάδες και καλλιεργούσαν ιερή γη της Δήμητρας, στο εξής τα εμπορεύματά τους δεν θα γίνονταν δεκτά σε κανένα λιμάνι της αθηναϊκής συμμαχίας». Ο Ανθεμόκριτος τάφηκε τιμητικά στην Ιερά Οδό και οι Αθηναίοι στη συνέχεια αποφάσισαν «άσπονδη έχθρα» και όρισαν να εκτελείται οποιοσδήποτε Μεγαρέας συλλαμβανόταν σε αθηναϊκό έδαφος.
Οι Φωκείς φέρονται επίσης να παραβίασαν ιερές σπονδές[24] αφού συνέλαβαν τα μέλη μιας πρεσβείας, όμως δεν είναι σαφές αν οι Φωκείς συνέλαβαν απλούς πρέσβεις ή και τους σπονδοφόρους που είχαν πάει να ανακοινώσουν εκεχειρία για τα Ελευσίνια. Η σύλληψη πρεσβευτών μπορεί να παραβίαζε το άγραφο διεθνές δίκαιο της εποχής, όμως δεν αποτελούσε ανοσιούργημα γιατί πολλές φορές οι διπλωμάτες θεωρούνταν (όπως και σήμερα εξάλλου) και κατάσκοποι.
Κήρυκες σκότωσαν επίσης οι Αθηναίοι και οι Σπαρτιάτες στα Μηδικά. Συγκεκριμένα εκτέλεσαν τους Πέρσες κήρυκες που ζήτησαν εκ μέρους του βασιλιά τους την παράδοση των πόλεών τους. Επειδή μάλιστα οι Σπαρτιάτες απέδωσαν πολλά από τα κατοπινά δεινά τους στην οργή του γενάρχη Ταλθυβίου, γεννήτορα των Λακεδαιμονίων κηρύκων, έστειλαν στα Σούσα δύο νεαρούς, γόνους ευγενών τους, ως θυσία, ώστε να εκτελεστούν στην Περσία και να καθαρθούν οι ίδιοι από το αμάρτημα του φόνου κηρύκων. Ο Ξέρξης όμως αρνήθηκε τη γενναία προσφορά τους, τους χάρισε τη ζωή και έδωσε μια απάντηση που έδειχνε ότι όχι μόνον οι κήρυκες αλλά και οι απεσταλμένοι εν γένει ήταν απαραβίαστα πρόσωπα. Είπε συγκεκριμένα «εγώ δεν θα κάνω αυτά που κατηγορώ, δηλαδή σαν εσάς που σκοτώνοντας κήρυκες παραβήκατε ένα νόμο σεβαστό από όλους τους ανθρώπους, ούτε εκτελώντας σας θα απαλλάξω τους Λακεδαιμονίους από την ενοχή»[25] Οι νέοι γύρισαν στην Ελλάδα αλλά όταν έφτασαν σε ελληνικό έδαφος εκτελέστηκαν από Αθηναίους και αντίστοιχα αργότερα οι Σπαρτιάτες σκότωσαν για εκδίκηση αλλά και από πολιτική σκοπιμότητα απεσταλμένους των Αθηναίων ενώ πήγαιναν για διαπραγματεύσεις στα Σούσα. Αυτά τα δύο τελευταία περιστατικά, όμως, δεν αφορούσαν κήρυκες αλλά απεσταλμένους.
Επίσης φυλακίσεις και βασανιστήρια κηρύκων αναφέρει και ο Φίλιππος στις επιστολές του προς τους Αθηναίους διαμαρτυρόμενος για την κακομεταχείριση κηρύκων του[26]
Γνωστοί κήρυκες
ΕπεξεργασίαΣτην αρχαιότητα γνωστοί κήρυκες υπήρξαν ο Στέντωρ που ήταν κήρυκας του Νέστορα στην Ιλιάδα και που φώναζε τόσο δυνατά, ώστε βγήκε η φράση «στεντόρεια φωνή». Ο Όμηρος αναφέρει ότι τα πνευμόνια του ήταν σαν από χαλκό και η φωνή του έκανε για πενήντα ανδρών[27]. Σημαντικός κήρυκας ήταν και ο Ταλθύβιος του Αγαμέμνονα, που απέκτησε και ηρώο και λατρευόταν στην Σπάρτη και από τον οίκο του οποίου ορίζονταν στο εξής οι κήρυκες των Λακεδαιμονίων. Ο Ευρυβάτης ήταν κήρυκας επίσης του Αγαμέμνονα στην Ιλιάδα αλλά γνωστός έγινε από την Οδύσσεια και ο συνονόματός του Ευρυβάτης από την Ιθάκη που συνόδεψε τον Οδυσσέα κατά την επιστροφή του. Επίσης γνωστός έγινε ένας ηλικιωμένος κήρυκας του Πρίαμου στην Τρωάδα, ο Ιδαίος, που διακινδύνευσε μαζί του για να μεταφέρουν τον νεκρό Έκτορα[28]. Γνωστός έγινε και ο Ανθεμόκριτος που βρήκε τραγικό θάνατο κατά την αποστολή του στα Μέγαρα για την ανακοίνωση του Μεγαρικού Ψηφίσματος.
Ρωμαϊκά χρόνια και Βυζάντιο
ΕπεξεργασίαΣτα ρωμαϊκά χρόνια ο ρόλος του κήρυκα κατατμήθηκε σε διάφορους τίτλους, όπως μετά ακόμα περισσότερο, στο Βυζάντιο. Οι Ρωμαίοι σπάνια χρησιμοποιούσαν τον όρο kerux (κήρυκας) που πάντως υπήρχε. Ειδικά για εκείνους που έκαναν αναγγελίες με τη δυνατή φωνή τους, είχαν κυρίως δύο άλλους επαγγελματίες, τους praecones και τους fetialis.
Οι praecones ουσιαστικά ήταν ντελάληδες και διαλαλούσαν στους δρόμους πλειστηριασμούς. Επίσης συμμετείχαν σε αυτούς. Αν ένας πολίτης έχανε κάτι, προσλάμβανε ντελάλη που έβγαινε στην αγορά και φώναζε μήπως το βρήκε κανείς[29]. Πιο αξιοπρεπής ενασχόληση των ατόμων αυτής της ειδικότητας ήταν στα δικαστήρια για να απαγγέλλουν το κατηγορητήριο[30] και να καλούν τον υπόδικο και τον μηνυτή. Ακόμα αξιοπρεπέστερη ήταν στη Βουλή των Λατίνων για την ψήφιση νόμων και την καταμέτρηση των ψήφων. Εντούτοις[31] το επάγγελμα ξέπεσε επειδή δωροδοκούνταν και κάποια στιγμή απαγορεύτηκαν οι προσλήψεις σε τιμητικές θέσεις όσων προηγουμένως είχαν υπηρετήσει ως praecones.
Οι fetialis[32] ανήκαν στον ιερατικό κλάδο όπως οι Έλληνες κήρυκες και μετέφεραν επίσημα μηνύματα, αλλά αποτελούσαν και ένα είδος συμβουλευτικού διπλωματικού σώματος, που ήταν υπεύθυνο για το τυπικό σκέλος των διπλωματικών πράξεων –π.χ. με ποια σειρά διακοινωνόταν η κήρυξη πολέμου σε ορισμένες πόλεις. Το συμβούλιό τους ήταν ιδιαίτερα σημαντικό και χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του δεν μπορούσε να υπογραφεί καμία ανακωχή. Οσοι ήταν fetialis αντί για κηρύκειο και στεφάνι από ελιά ή «κλάδο ελαίας», ξερίζωναν επί τούτου από το Καπιτώλιο ένα φυτό και το είχαν ως διακριτικό τους. Το κρατούσαν ψηλά για να φαίνεται όταν προσέγγιζαν εχθρική περιοχή στην οποία έπρεπε να κάνουν ανακοινώσεις. Αντικείμενό τους ήταν η ανακωχή αλλά και η κήρυξη πολέμου.
Ο χριστιανισμός άλλαξε ριζικά το νόημα της λέξης «κηρύττω» και «κήρυκας». Τα πρώτα χρόνια ένας βασικός λόγος σύγχυσης των εννοιών ήταν ότι οι κήρυκες της αρχαιότητας έχαιραν ασυλίας, ενώ οι κήρυκες του ευαγγελίου διώκονταν βίαια[33]. Καθιερώθηκε όμως σταδιακά η φράση το «κήρυγμα του Κυρίου» και το «κήρυγμα του Ευαγγελίου» ή η λέξη «ιεροκήρυκας» για όσους «έκαναν κήρυγμα». Αυτό οφείλετο στην πρώτη γλώσσα του Ευαγγελίου, την ελληνική, η οποία στα πρωτοχριστιανικά χρόνια ήταν η lingua franca της Μεσογείου, δηλαδή μια γλώσσα που τη μιλούσαν πολλές εθνότητες. Ήταν αντίστοιχη με τα λατινικά αργότερα και με τα αγγλικά σήμερα –την μιλούσαν σπαστά οι περισσότεροι λαοί της περιοχής και ειδικά οι παραλιακοί πολιτισμοί. Η λέξη κήρυκας διατήρησε στα χριστιανικά χρόνια την έννοια της αυθεντίας, αλλά έχασε την πολεμική και πολιτική χροιά της μέσα στο λεξιλόγιο της ανατολικής χριστιανικής θρησκείας, όπως και της δυτικής. Όταν τα πρωτοχριστιανικά κείμενα μεταφράστηκαν μετά τον 3ο-4ο αιώνα από τα ελληνικά στα λατινικά και πολύ αργότερα σε άλλες γλώσσες, η λέξη κήρυκας δεν αποδόθηκε στα αγγλικά κυριολεκτικά, δηλαδή ως herald, αλλά ως preacher που ως έννοια έχει πραότητα και που ίσως έχει κοινή ρίζα με τη λατινική λέξη praecones. Ρόλο έπαιξε κατά την εποχή των μεταφράσεων των χριστιανικών κειμένων και η μεγάλη αντιπάθεια προς την αρχαιοελληνική κουλτούρα, επειδή ήταν κατεξοχήν ειδωλολατρική και «εθνική».
Οι κήρυκες στο Βυζάντιο δεν είχαν πια καμία θρησκευτική ιδιότητα και ήταν είτε αυλικοί αρχόντων είτε πρόσωπα που απασχολούνταν στους δημόσιους χώρους όπου γίνονταν αγωνίσματα ή εορταστικές εκδηλώσεις. Ο ρόλος του αρχαίου κήρυκα κατατμήθηκε κάτω από την επιρροή των Ρωμαίων αλλά και των άλλων πολιτισμών που συναπάρτιζαν τη βυζαντινή αυτοκρατορία. Κήρυκες χρησιμοποιούνταν στις διαπομπεύσεις -το ρεζίλεμα καταδίκων για σοβαρά εγκλήματα πριν από την εκτέλεση της βασικής ποινής αλλά και γυναικών που είχαν απλώς κατηγορηθεί για μοιχεία. Ήταν εκείνοι που διαλαλούσαν το συγκεκριμένο αδίκημα που είχε διαπραχθεί. Αυτοί οι κήρυκες σύμφωνα με τον Φαίδωνα Κουκουλέ[34] ονομάζονταν πλατσάριοι και ραβδούχοι, ήταν δε το αντικείμενό τους αστυνομικό και δικαστικό, αλλά κατώτερης βαθμίδας. Κήρυκες ονομάζονταν και εκείνοι που με τη φωνή τους επέβαλαν την τάξη στους αγώνες στον Ιππόδρομο[35]. Επίσης κήρυκες καλούσαν στα δικαστήρια όσους μετείχαν στη δίκη και κήρυκες επέβαλαν την ησυχία στο δικαστήριο στη διάρκεια της διαδικασίας και καλούσαν τους κατηγορούμενους[36].
Ο ρόλος του κήρυκα διατηρήθηκε για πάρα πολλά χρόνια ως «άγγελου» αφού και πρακτικά δεν υπήρχε άλλος τρόπος να διαλαλήσει μια κυβέρνηση ή ένας ευγενής τη βούλησή του. Η σάλπιγγα και η δυνατή ανθρώπινη φωνή ήταν πρακτικά ο μόνος τρόπος να κάνει ένας άρχοντας κατά το Μεσαίωνα ανακοινώσεις είτε στους υπηκόους του στα χωριά είτε έξω από τις πύλες ενός κάστρου για κήρυξη πολέμου. Στον «Εκατονταετή πόλεμο» Γάλλοι κήρυκες κάλεσαν σε μάχη τον βασιλιά Ερρίκο τον Ε΄ και στο τέλος αποφάνθηκαν για την έκβαση της μάχης ως διαιτητές. Ακόμα και η έλευση του τηλεβόα δεν κατάργησε το ρόλο του κήρυκα. Οι κήρυκες κατά το Μεσαίωνα πάντως ήταν κυρίως αυλικοί πάντως και δεν είχαν καμία θρησκευτική ιδιότητα. Σπάνια αναλάμβαναν διπλωματικά καθήκοντα και αποστέλλονταν κυρίως για ανακοινώσεις ή συνόδευαν διπλωματικούς για να προσφέρουν στην ακολουθία τους επισημότητα.
Τουρκοκρατία και Απελευθέρωση
ΕπεξεργασίαΣτην τουρκοκρατία ο κήρυκας συνέχισε να υπάρχει αλλά με άλλες ονομασίες, γιατί και η τουρκική κυβέρνηση είχε ανάγκη να ανακοινώνει τις αποφάσεις της διαλαλώντας τες στα χωριά και στις πόλεις.
Ο όρος πάντως επιβίωσε στην Ελλάδα και μετά την απελευθέρωση ήταν συνήθης για τους ντελάληδες. Το 1840 οι κήρυκες εργάζονταν σε θέατρα για να κηρύσσουν την έναρξη των έργων και να επιβάλλουν την ησυχία, όταν μάλιστα για πρώτη φορά ανέβηκε γυναίκα ηθοποιός σε αθηναϊκή σκηνή, το γεγονός ήταν τόσο σημαντικό, που «ο κήρυκας ανακοίνωσε ότι απόψε το ρόλο της γυναίκας, θα τον υποδυθεί γυναίκα» [37].
Οι Ελληνες κατά τον 19ο αιώνα ανέφεραν ως «κηρυκτικά πλοία» εκείνα που είχαν το απαραβίαστο, όπως το γαλλικό “L’ Epervier”, πάνω στο οποίο επιβινάστηκε τον Ιούλιο του 1815 ο Ναπολέοντας για να μετεπιβιβαστεί στη συνέχεια στο αγγλικό «Βελλερεφών». Πιθανόν να τα έλεγαν έτσι θεωρώντας κηρυκτικά και τα ιερά πλοία της αρχαιότητας Σαλαμινία και Πάραλος
Επίσης ο όρος συνέχισε να χρησιμοποιείται στην Ελλάδα. Στο στρατό, τουλάχιστον μέχρι το 1930, οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν τον όρο και για τις αποστολές στρατιωτών για παράδοση ή προς διαπραγμάτευση –αποστέλλονταν συνήθως τρεις άντρες, ένας με λευκή σημαία και ένας με τρομπέτα ή τύμπανο που ήταν και ο κήρυκας. Συχνά συνοδεύονταν και από διερμηνέα. Τα πρόσωπά τους ήταν διεθνώς απαραβίαστα, αλλά ο εχθρός μπορούσε να αρνηθεί τη συνάντηση, επειδή συχνά (όπως και στην αρχαιότητα) οι κήρυκες στέλνονταν υστερόβουλα για να καθυστερήσουν τον εχθρό όσο κρατούσαν οι ανακοινώσεις. Κήρυκας όπως ανέφεραν οι παλιές εγκυκλοπαίδειες, που όμως δεν χρησιμοποιούσαν τη γλώσσα του λαού θα αποστελλόταν και με αεροπλάνο το Νοέμβριο του 1918 στη Γερμανία για τη σύναψη της ειρήνης και οι σύμμαχοι σκέφτονταν το αεροπλάνο να φέρει τεράστια λευκή σημαία. Στο τέλος όμως έστειλαν τον κήρυκα οδικά.
Σήμερα
ΕπεξεργασίαΣε λίγες χώρες, όπως σε εκείνες με βασιλικό πολίτευμα, ο τίτλος του κήρυκα (herald) παραμένει ως είχε αλλά ενσωματώθηκε και σε βαθμό αξιωματικών του στρατού (herald of arms). Ο κήρυκας της αυλής αναγγέλλει το θάνατο βασιλιά, τη στέψη του διαδόχου και (σπανίως) τον τίτλο όσων προσέρχονται σε επίσημη ακρόαση. Κήρυκες έχουν στην υπηρεσία τους και διάφορα μέλη της βρετανικής αριστοκρατίας, όπως οι λόρδοι.
Σήμερα ο όρος αυτός στην Ελλάδα χρησιμοποιείται με την αρχαία και μεσαιωνική έννοιά του σε φράσεις όπως «κήρυκες πολέμου» αλλά και σε ρόλους τελεταρχών διαφόρων μεγάλων αθλητικών εκδηλώσεων. Επίσης εξακολουθεί να υπάρχει ως όρος στους πλειστηριασμούς. Οι πολλαπλοί ρόλοι του αρχαίου κήρυκα γενικά πάντως έχουν πια διανεμηθεί σε ποικίλα επαγγέλματα χωρίς το ειδικό βάρος του αρχαίου κήρυκα. Εξακολουθεί να χρησιμοποιείται η φράση «κήρυξη των εργασιών της Βουλής», αλλά η έναρξη αυτή κηρύσσεται από τον Πρόεδρό της με την αρωγή υπαλλήλων της Βουλής. Ο Πρόεδρός της επίσης δίνει το λόγο στους βουλευτές και φροντίζει με το «καμπανάκι» και με τις παραινέσεις του να κυριαρχεί ο σεβασμός προς το λόγο των ομιλητών. Εκείνοι που αναγγέλλουν την έλευση του δικαστή στα αγγλοσαξονικά δικαστήρια και λένε π.χ. «εγέρθητι» ή «σηκωθείτε» είναι δικαστικοί υπάλληλοι και συχνά απλοί κλητήρες –καλούνται και καλούν τους άλλους. Το κατηγορητήριο διαβάζεται από δικαστικούς. Οι αστυνομικοί στις συλλήψεις συνοδεύονται από εισαγγελικό λειτουργό και η κλήτευση ή το «κλητήριο θέσπισμα» προς υπόδικους ή μάρτυρες παραδίδεται πλέον γραπτά από δικαστικούς επιμελητές ή κλητήρες. Οι ρόλοι των θυσιαρχών (με τη θυσία στο χριστιανικό κόσμο να εκφράζεται με τάματα ή με το άναμμα του κεριού) δεν ανατίθενται πουθενά και ο ρόλος εκείνου που προσεύχεται για λογαριασμό του πιστού, σε παράκληση, αγιασμό ή κατευόδιο ανατίθεται πλέον σε κληρικό. Ο διπλωματικός ρόλος ανατίθεται σε διάφορες βαθμίδες του διπλωματικού σώματος.
Επίσης κήρυκες αναφέρονται σήμερα και στην ορολογία των μασονικών στοών, κατά απομίμηση του αρχαίου «ιεροκήρυκα» που αποτελούσε λειτουργό των Ελευσινίων Μυστηρίων και ήταν εκείνος που φώναζε να απομακρυνθούν «οι μιαροί» (όσοι είχαν αμαρτήσει) και όσοι δεν γνώριζαν ελληνικά.
Παραπομπές και Πηγές
Επεξεργασία- ↑ "A History of ancient Greek from the beginning to late antiquity" (Η ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας) Αναστάσιος Φοίβος Χρηστίδης σελίδα 830
- ↑ "Ancient Greek Athletics" του Stephen G. Miller σελίδα 85 και Αθήναιος σε δύο σημεία, 10.414F έως415Α και A.74
- ↑ «Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια» Παύλου Δρανδάκη
- ↑ Ηρόδοτος, 7ο βιβλίο, εδάφιο 133
- ↑ "Envoys and political communication in the late antique west, 411 – 533" του Andrew Illet
- ↑ Αριστοφάνης στον «Πλούτο» στίχο 1100
- ↑ ο David Bederman στο βιβλίο του "International law in antiquity" επικαλείται και ανάλογη πληροφορία από τον Αθήναιο στο έργο του «Δειπνοσφιστές»
- ↑ Πλάτωνας, Νόμοι, Βιβλίο 12ο, εδάφιο 941 β «ἐὰν ὡς πρεσβευτής τις ἢ κῆρυξ καταψευδόμενος τῆς πόλεως παραπρεσβεύηται πρός τινα πόλιν, ἢ πεμπόμενος μὴ τὰς οὔσας πρεσβείας ἐφ’ αἷς πέμπεται ἀπαγγέλλῃ, ἢ πάλιν αὖ παρὰ τῶν πολεμίων ἢ καὶ φίλων μὴ τὰ παρ’ ἐκείνων ὀρθῶς ἀποπρεσβεύσας γένηται φανερὸς ἢ κηρυκεύσας, γραφαὶ κατὰ τούτων ἔστων ὡς Ἑρμοῦ καὶ Διὸς ἀγγελίας καὶ ἐπιτάξεις παρὰ νόμον ἀσεβησάντων, τίμημα δὲ ὅτι χρὴ 941β πάσχειν ἢ ἀποτίνειν, ἐὰν ὄφλῃ.»
- ↑ Θουκυδίδης, Βιβλίο 6ο ή Στ, εδάφιο 32 ή ΧΧΧΙΙ για τον απόπλου της Σικελικής εκστρατείας «…τῇ μὲν σάλπιγγι σιωπὴ ὑπεσημάνθη, εὐχὰς δὲ τὰς νομιζομένας πρὸ τῆς ἀναγωγῆς οὐ κατὰ ναῦν ἑκάστην, ξύμπαντες δὲ ὑπὸ κήρυκος ἐποιοῦντο…. παιανίσαντες δὲ καὶ τελεώσαντες τὰς σπονδὰς ἀνήγοντο
- ↑ Πλάτωνας, Νόμοι, βιβλίο 12ο, 941 α και 941 β «ἐὰν ὡς πρεσβευτής τις ἢ κῆρυξ… ἀποπρεσβεύσας ἢ κηρυκεύσας….»
- ↑ «The pure concept of diplomacy» του José Calvet de Magalhães σελίδα 24
- ↑ “Religion and International Law” των Mark W. Janis και Carolyn Evans, σελίδα 16
- ↑ «Thucydides and the Peloponnesian War», του George Cawkwell, στη σελίδα 113»
- ↑ «Σπονδόφοροι: Οἱ τὰς σπονδὰς φέροντες τοῖς πολεμοῦσιν· ἔθος γὰρ ἦν ἐν ταῖς πανηγύρεσι ταῖς κοιναῖς, σπονδοφόρους περιερχομένους κελεύειν σπονδὰς ποιεῖσθαι τοὺς πολεμοῦντας»
- ↑ «Ανθεμόκριτος: Αθηναίος μεν ην κήρυξ, απεσφάγη δε υπό Μεγαρέων, απαγορεύων αυτοίς την ιεράν οργάδα μη εργάζεσθαι» στο «Λεξικόν» του Φωτίου, σελ. 189 στον πρώτο τόμο του βιβλίου του Χρίστου Θεοδωρίδη "Photii Patriarchae Lexicon"
- ↑ μπορείτε να δείτε την επιγραφή στη διεύθυνση http://epigraphy.packhum.org/inscriptions/main?url=oi%3Fikey%3D213889%26bookid%3D224
- ↑ “Pilgrims and pilgrimage in Ancient Greece” του Matthew Dillon, σελίδα 6
- ↑ David Bederman, στη σελίδα 252 του "International law in Antiquity"
- ↑ Οδύσσεια, βιβλίο 1 ή Ραψωδία Α, στίχοι 109 έως 111 «κήρυκες δ' αὐτοῖσι καὶ ὀτρηροὶ θεράποντες οἱ μὲν ἄρ' οἶνον ἔμισγον ἐνὶ κρητῆρσι καὶ ὕδωρ, οἱ δ' αὖτε σπόγγοισι πολυτρήτοισι τραπέζας νίζον καὶ πρότιθεν, τοὶ δὲ κρέα πολλὰ δατεῦντο»
- ↑ Οδύσσεια, Βιβλίο 9ο αλλά στα ελληνικά Ραψωδία ι, στίχο; 90 « ἔνθεν δ' ἐννῆμαρ φερόμην ὀλοοῖσ' ἀνέμοισι πόντον ἐπ' ἰχθυόεντα• ἀτὰρ δεκάτῃ ἐπέβημεν γαίης Λωτοφάγων…………..οἵ τινες ἀνέρες εἶεν ἐπὶ χθονὶ σῖτον ἔδοντες, ἄνδρε δύω κρίνας, τρίτατον κήρυχ' ἅμ' ὀπάσσας»
- ↑ Ιλιάδα, βιβλίο 2ο ή Ραψωδία Β, στίχος 96 «ἐννέα δέ σφεας κήρυκες βοόωντες ἐρήτυον, εἴ ποτ' ἀϋτῆς σχοίατ', ἀκούσειαν δὲ διοτρεφέων βασιλήων»
- ↑ Ιλιάδα Ραψωδία Α ή βιβλίο 1 στίχος 334-336 «Χαίρετε, κήρυκες, Διὸς ἄγγελοι ἠδὲ καὶ ἀνδρῶν, ἆσσον ἴτ'• οὔ τί μοι ὔμμες ἐπαίτιοι ἀλλ' Ἀγαμέμνων, ὃ σφῶϊ προΐει Βρισηΐδος εἵνεκα κούρης»
- ↑ Παυσανίας, 1.36 ἰοῦσι δὲ ἐπ᾽ Ἐλευσῖνα ἐξ Ἀθηνῶν ἣν Ἀθηναῖοι καλοῦσιν ὁδὸν ἱεράν, Ἀνθεμοκρίτου πεποίηται μνῆμα. ἐς τοῦτον Μεγαρεῦσίν ἐστιν ἀνοσιώτατον ἔργον, οἳ κήρυκα ἐλθόντα, ὡς μὴ τοῦ λοιποῦ τὴν χώραν ἐπεργάζοιντο, κτείνουσιν Ἀνθεμόκριτον•»
- ↑ Ο Αισχύνης στην ομιλία του «Περί Πρεσβειών» στο εδάφιο 133 αναφέρει ότι οι Φωκαείς ήταν οι μόνοι που αρνήθηκαν την εκεχειρία των Ελευσινίων
- ↑ Ηρόδοτος, 7η Ιστορία, εδάφια 133-136
- ↑ Η «Επιστολή του Φιλίππου» αναφέρεται στη 12η ομιλία ή λόγο του Δημοσθένη και τα παράπονα για τους κήρυκες αναφέρονται στα εδάφια 12.3 και 12.4
- ↑ Ιλιάδα, Βιβλίο 5 ή Ραψωδία Ε, στίχος 785
- ↑ Ιλιάδα, βιβλίο 24ο ή XXIV ή Ραψωδία Ω, στίχος 470
- ↑ «Dictionary of Greek and Roman Antiquities», του William Smith, έκδοση του 1870, λήμμα praecones
- ↑ Τίτος Λίβιος, 3ο Βιβλίο της Ιστορίας της Ρώμης, εδάφιο 47 ή iii. 47
- ↑ «Dictionary of Greek and Roman Antiquities», του William Smith, έκδοση του 1870, σελίδα 951
- ↑ Τίτος Λίβιος, στο Βιβλίο xxxvi ή 36ο, εδάφιο 3 και στο Βιβλίο ix ή 9ο, εδάφιο 5
- ↑ «Ρehabilitating and reclaiming the “herald” image for preachers in the secularized west» του αμερικανού ευαγγελιστή Ken Langley
- ↑ Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός, Τόμος Γ, σελ. 203
- ↑ Φαίδων Κουκουλές, «Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός», τόμος Γ, σελ. 40
- ↑ Φαίδων Κουκουλές, «Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός», τόμος ΣΤ, σελ. 46
- ↑ Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, του Παύλου Δρανδάκη, στο λήμμα «κήρυξ»