Ο Ιεφθάε είναι πρόσωπο της Βίβλου[3]. Ήταν ο 13ος κατά σειρά Κριτής του Ισραήλ και ένας από τους μέγιστους κριτές του.

Ιεφθάε
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1160 π.Χ. (περίπου)[1]
Γαλαάδ
Θάνατος1080 π.Χ. (περίπου)[1]
ΕθνικότηταΔώδεκα φυλές του Ισραήλ
Χώρα πολιτογράφησηςΔώδεκα φυλές του Ισραήλ
ΘρησκείαΜωσαϊκός Ιουδαϊσμός
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΒιβλική Εβραϊκή
Εβραϊκά[2]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταδικαστής
Οικογένεια
ΤέκναDaughter of Jephthah
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΚριτές
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Ιεφθάε, ο οποίος προερχόταν από την Γαλαάδ, ήταν νόθος γιος από εταίρα και γι΄ αυτό τον λόγο εκδιώχθηκε από τους ετεροθαλείς αδελφούς του. Τότε ο Ιεφθάε κατέφυγε στην ύπαιθρο όπου και τέθηκε επικεφαλής ατάκτων Ισραηλιτών οργανώνοντας αξιόλογο στρατό που οδήγησε κατά των Αμμωνιτών. Τολμηρός και γενναίος, διακρίθηκε στον πόλεμο αυτό εξερχόμενος νικητής. Κατά το Ταλμούδ (Ταλμούδ Πεσαχίν: 13 α, β) σ' αυτόν και μόνο οφείλονταν η επιτυχής έκβαση αυτού του πολέμου.

Όμως ο Ιεφθάε είναι περισσότερος γνωστός στη Δύση και στην παγκόσμια φιλολογία για τη θυσία της θυγατέρας του που χαρακτηρίσθηκε ως «Βιβλική Ιφιγένεια» και της οποίας το όνομα δεν αναφέρεται πουθενά, επαναλαμβάνοντας τον ελληνικό μύθο πριν την εκστρατεία των Ελλήνων στη Τροία. Το επεισόδιο αυτό έχει ως εξής:

Ο Ιεφθάε ξεκινώντας για την μάχη εναντίον των Αμμωνιτών, ορκίσθηκε στον Κύριο να θυσιάσει σε περίπτωση νίκης του τον πρώτο που θα τον υποδεχόταν στην επιστροφή του. Έτσι όταν επέστρεφε νικητής έσπευσε η μικρή του θυγατέρα να τον προϋπαντήσει κρατώντας κύμβαλο... την οποία και τελικά θυσίασε[4][5]. Οι Ισραηλίτες θαυμάζοντας τη σώφρονα αυτή αντίληψη του Ιεφθάε (αρχηγού των ατάκτων) τον ανακήρυξαν μέγα κριτή τους.

Ο΄: «καὶ ηὔξατο Ιεφθαε εὐχὴν τῷ κυρίῳ καὶ εἶπεν Ἐὰν παραδώσει παραδῷς μοι τοὺς υἱοὺς Αμμων ἐν χειρί μου, 31καὶ ἔσται ὃς ἂν ἐξέλθῃ ἐκ τῶν θυρῶν τοῦ οἴκου μου εἰς ἀπάντησίν μου ἐν τῷ ἐπιστρέψαι με ἐν εἰρήνῃ ἀπὸ τῶν υἱῶν Αμμων, καὶ ἔσται τῷ κυρίῳ, καὶ ἀνοίσω αὐτὸν ὁλοκαύτωμα. 32καὶ διέβη Ιεφθαε πρὸς τοὺς υἱοὺς Αμμων τοῦ πολεμῆσαι πρὸς αὐτούς, καὶ παρέδωκεν αὐτοὺς κύριος ἐν χειρὶ αὐτοῦ. 33καὶ ἐπάταξεν αὐτοὺς ἀπὸ Αροηρ καὶ ἕως τοῦ ἐλθεῖν εἰς Σεμωιθ εἴκοσι πόλεις ἕως Αβελ ἀμπελώνων πληγὴν μεγάλην σφόδρα, καὶ ἐνετράπησαν οἱ υἱοὶ Αμμων ἀπὸ προσώπου υἱῶν Ισραηλ.

34Καὶ ἦλθεν Ιεφθαε εἰς Μασσηφα εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ, καὶ ἰδοὺ ἡ θυγάτηρ αὐτοῦ ἐξεπορεύετο εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ ἐν τυμπάνοις καὶ χοροῖς· καὶ αὕτη μονογενὴς αὐτῷ ἀγαπητή, καὶ οὐκ ἔστιν αὐτῷ πλὴν αὐτῆς υἱὸς ἢ θυγάτηρ. 35καὶ ἐγενήθη ἡνίκα εἶδεν αὐτήν, καὶ διέρρηξεν τὰ ἱμάτια αὐτοῦ καὶ εἶπεν Οἴμμοι, θύγατέρ μου, ἐμπεποδοστάτηκάς με, εἰς σκῶλον ἐγένου ἐν ὀφθαλμοῖς μου, ἐγὼ δὲ ἤνοιξα τὸ στόμα μου περὶ σοῦ πρὸς κύριον καὶ οὐ δυνήσομαι ἀποστρέψαι. 36καὶ εἶπεν πρὸς αὐτόν Πάτερ μου, εἰ ἐν ἐμοὶ ἤνοιξας τὸ στόμα σου πρὸς κύριον, ποίει μοι ὃν τρόπον ἐξῆλθεν ἐκ τοῦ στόματός σου, ἀνθ᾽ ὧν ἐποίησέν σοι κύριος ἐκδικήσεις ἐκ τῶν ἐχθρῶν σου ἐκ τῶν υἱῶν Αμμων. 37καὶ εἶπεν πρὸς τὸν πατέρα αὐτῆς Καὶ ποίησόν μοι τὸ ῥῆμα τοῦτο· ἔασόν με δύο μῆνας, καὶ πορεύσομαι καὶ καταβήσομαι ἐπὶ τὰ ὄρη καὶ κλαύσομαι ἐπὶ τὰ παρθένιά μου, καὶ ἐγὼ καὶ αἱ συνεταιρίδες μου. 38καὶ εἶπεν Πορεύου· καὶ ἐξαπέστειλεν αὐτὴν δύο μῆνας. καὶ ἐπορεύθη, αὐτὴ καὶ αἱ συνεταιρίδες αὐτῆς, καὶ ἔκλαυσεν ἐπὶ τὰ παρθένια αὐτῆς ἐπὶ τὰ ὄρη. 39καὶ ἐγένετο μετὰ τέλος δύο μηνῶν καὶ ἀνέκαμψεν πρὸς τὸν πατέρα αὐτῆς, καὶ ἐπετέλεσεν Ιεφθαε τὴν εὐχὴν αὐτοῦ, ἣν ηὔξατο· καὶ αὐτὴ οὐκ ἔγνω ἄνδρα. καὶ ἐγενήθη εἰς πρόσταγμα ἐν Ισραηλ· 40ἐξ ἡμερῶν εἰς ἡμέρας συνεπορεύοντο αἱ θυγατέρες Ισραηλ θρηνεῖν τὴν θυγατέρα Ιεφθαε τοῦ Γαλααδίτου τέσσαρας ἡμέρας ἐν τῷ ἐνιαυτῷ.»

Εβραϊκό: «וַיִּדַּ֨ר יִפְתָּ֥ח נֶ֛דֶר לַיהֹוָ֖ה וַיֹּאמַ֑ר אִם־נָת֥וֹן תִּתֵּ֛ן אֶת־בְּנֵ֥י עַמּ֖וֹן בְּיָדִֽי:

לאוְהָיָ֣ה הַיּוֹצֵ֗א אֲשֶׁ֨ר יֵצֵ֜א מִדַּלְתֵ֚י בֵיתִי֙ לִקְרָאתִ֔י בְּשׁוּבִ֥י בְשָׁל֖וֹם מִבְּנֵ֣י עַמּ֑וֹן וְהָיָה֙ לַֽיהֹוָ֔ה וְהַעֲלִיתִ֖הוּ עוֹלָֽה:

לבוַיַּעֲבֹ֥ר יִפְתָּ֛ח אֶל־בְּנֵ֥י עַמּ֖וֹן לְהִלָּ֣חֶם בָּ֑ם וַיִּתְּנֵ֥ם יְהֹוָ֖ה בְּיָדֽוֹ:

לגוַיַּכֵּ֡ם מֵעֲרוֹעֵר֩ וְעַד־בּוֹאֲךָ֙ מִנִּ֜ית עֶשְׂרִ֣ים עִ֗יר וְעַד֙ אָבֵ֣ל כְּרָמִ֔ים מַכָּ֖ה גְּדוֹלָ֣ה מְאֹ֑ד וַיִּכָּֽנְעוּ֙ בְּנֵ֣י עַמּ֔וֹן מִפְּנֵ֖י בְּנֵ֥י יִשְׂרָאֵֽל:

לדוַיָּבֹ֨א יִפְתָּ֣ח הַמִּצְפָּה֘ אֶל־בֵּיתוֹ֒ וְהִנֵּ֚ה בִתּוֹ֙ יֹצֵ֣את לִקְרָאת֔וֹ בְתֻפִּ֖ים וּבִמְחֹל֑וֹת וְרַק֙ הִ֣יא יְחִידָ֔ה אֵֽין־ל֥וֹ מִמֶּ֛נּוּ בֵּ֖ן אוֹ־בַֽת:

להוַיְהִי֩ כִרְאוֹת֨וֹ אוֹתָ֜הּ וַיִקְרַ֣ע אֶת־בְּגָדָ֗יו וַיֹּ֙אמֶר֙ אֲהָ֚הּ בִּתִּי֙ הַכְרֵ֣עַ הִכְרַעְתִּ֔נִי וְאַ֖תְּ הָיִ֣יתְ בְּעֹֽכְרָ֑י וְאָנֹכִ֗י פָּצִ֚יתִי־פִי֙ אֶל־יְהֹוָ֔ה וְלֹ֥א אוּכַ֖ל לָשֽׁוּב:

לווַתֹּ֣אמֶר אֵלָ֗יו אָבִי֙ פָצִ֚יתָה אֶת־פִּ֙יךָ֙ אֶל־יְהֹוָ֔ה עֲשֵֹ֣ה לִ֔י כַּאֲשֶׁ֖ר יָצָ֣א מִפִּ֑יךָ אַחֲרֵ֡י אֲשֶׁ֣ר עָשָׂה֩ לְךָ֙ יְהֹוָ֧ה נְקָמ֛וֹת מֵאֹיְבֶ֖יךָ מִבְּנֵ֥י עַמּֽוֹן:

לזוַתֹּ֙אמֶר֙ אֶל־אָבִ֔יהָ יֵעָ֥שֶׂה לִּ֖י הַדָּבָ֣ר הַזֶּ֑ה הַרְפֵּ֨ה מִמֶּ֜נִּי שְׁנַ֣יִם חֳדָשִׁ֗ים וְאֵֽלְכָה֙ וְיָרַדְתִּ֣י עַל־הֶֽהָרִ֔ים וְאֶבְכֶּה֙ עַל־בְּתוּלַ֔י אָנֹכִ֖י וְרֵעוֹתָֽי (כתיב וְרֵעֹיתָֽי) :

לחוַיֹּ֣אמֶר לֵ֔כִי וַיִּשְׁלַ֥ח אוֹתָ֖הּ שְׁנֵ֣י חֳדָשִׁ֑ים וַתֵּ֚לֶךְ הִיא֙ וְרֵ֣עוֹתֶ֔יהָ וַתֵּ֥בְךְּ עַל־בְּתוּלֶ֖יהָ עַל־הֶהָרִֽים:

לטוַיְהִ֞י מִקֵּ֣ץ | שְׁנַ֣יִם חֳדָשִׁ֗ים וַתָּ֙שָׁב֙ אֶל־אָבִ֔יהָ וַיַּ֣עַשׂ לָ֔הּ אֶת־נִדְר֖וֹ אֲשֶׁ֣ר נָדָ֑ר וְהִיא֙ לֹא־יָדְעָ֣ה אִ֔ישׁ וַתְּהִי־חֹ֖ק בְּיִשְׂרָאֵֽל:

ממִיָּמִ֣ים | יָמִ֗ימָה תֵּלַ֙כְנָה֙ בְּנ֣וֹת יִשְׂרָאֵ֔ל לְתַנּ֕וֹת לְבַת־יִפְתָּ֖ח הַגִּלְעָדִ֑י אַרְבַּ֥עַת יָמִ֖ים בַּשָּׁנָֽה:[6]»

Παραπομπές

Επεξεργασία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία
  •   Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Jephthah στο Wikimedia Commons