Ντάνιελ Γουέμπστερ
O Ντάνιελ Γουέμπστερ (Ιανουάριος 18, 1782 - Οκτώβριος 24, 1852) ήταν Αμερικάνος δικηγόρος και πολιτικός, ο οποίος αντιπροσώπευε το Νιου Χάμσαϊρ και τη Μασαχουσέτη στο Αμερικανικό Κογκρέσο και υπηρέτησε ως Γραμματέας του Κράτους υπό τους προέδρους Γουίλιαμ Χένρυ Χάρρισον (William Henry Harrison), Τζον Τάιλερ (John Tyler) και Μίλαρντ Φίλμορ (Millard Fillmore). Όντας ένας από τους πιο εξέχοντες Αμερικανούς δικηγόρους του 19ου αιώνα, ανέλαβε πάνω από 200 δίκες πριν το Αμερικάνικο Ανώτατο Δικαστήριο μεταξύ του 1814 και του θανάτου του το 1852. Κατά τη διάρκεια της ζωής του ήταν μέλος του Ομοσπονδιακού Κόμματος (The Federalist Party), του Εθνικού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (National Republican Party'' και του Αγγλο-φιλελεύθερου Κόμματος (Whig Party).
Γεννημένος στο Νιού Χάμσαϊρ (New Ηampshire) το 1782, ο Γουέμπστερ είχε μια επιτυχημένη νομική πρακτική στο Πόρτσμουθ (Portsmounth, New Hampshire) αφού υποβλήθηκε σε μια πρακτική ειδίκευσης. Εμφανίστηκε ως εξέχων αντίπαλος του πολέμου του 1812 και αναδείχθηκε νικητής των εκλογών ως αντιπρόσωπος της Βουλής των Αντιπροσώπων των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου υπηρέτησε ως αρχηγός του Ομοσπονδιακού Κόμματος (Federalist Party). O Γουέμπστερ παραιτήθηκε έπειτα από 2 θητείες και εγκαταστάθηκε στη Βοστώνη, Μασαχουσέτη (Boston Massachusetts). Έγινε επικεφαλής δικηγόρος πριν το Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών, καταφέρνοντας να υπερασπιστεί επιτυχημένα περιπτώσεις όπως “Dartmouth College v. Woodward”, “McCulloch v. Maryland”, και “Gibbons v. Ogden”. Ο Γουέμπστερ επέστρεψε στον Βουλή το 1823 και έγινε ο βασικός υποστηρικτής του προέδρου Τζον Άνταμς (John Quincy Adams). Νίκησε τις εκλογές της Γερουσίας το 1827 και συνεργάστηκε με τον Χένρυ Κλέι (Henry Clay) για τη διοργάνωση του Εθνικού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (National Republican Party) υπό τη βοήθεια του Άνταμς.
Αφού ο Άντριου Τζάκσον (Andrew Jackson) νίκησε τον Άνταμς στις εκλογές του 1828, o Γουέμπστερ έγινε ο κύριος αντίπαλος της οικογενειακής πολιτικής του Τζάκσον. Διαφώνησε σε μεγάλο βαθμό στη θεωρία της ακύρωσης που ενστερνίστηκε για πρώτη φορά από τον Τζον Καλχούν (John C. Calhoun) και ο λόγος του «Η Δεύτερη απάντησή του στον Χέιν (Second Reply to Hayne)» είναι ευρέως εδραιωμένος ως ένας από τους καλύτερους λόγους που είχαν ποτέ ειπωθεί στο Κογκρέσο. Ο Γουέμπστερ υποστήριξε την προκλητική απάντηση του Τζάκσον στην «Κρίση της ακύρωσης», αλλά έχασε κάθε επαφή με τον πρόεδρο λόγω διαφωνιών που προέκυψαν σχετικά με τη «Δεύτερη τράπεζα» των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο Γουέμπστερ έλαβε μέρος μαζί με άλλους πολιτικούς αντιπάλους του Τζάκσον στον σχηματισμό του Αγγλο-φιλελεύθερου Κόμματος (Whig Party), και ανεπιτυχώς έλαβε μέρος στις εκλογές του 1836. Υποστήριξε τον Χάρρισον στις προεδρικές εκλογές του 1840 και ανέλαβε χρέη γραμματέα των πολιτειών αφού ο Χάρρισον πήρε τη θέση. Σε αντίθεση με τα άλλα μέλη του κόμματος του Χάρρισον, συνέχισε να υπηρετεί υπό τον πρόεδρο Τάιλερ, αφού ο Τάιλερ ήρθε σε ρήξη με τα συνεδριακά μέλη του Αγγλο-φιλελέυθερου Κόμματος (Whigs). Ως γραμματέας της πολιτείας, ο Γουέμπστερ διαπραγματεύτηκε τη συνθήκη Γουέμπστερ-Άσμπαρτον (Webster-Ashburton Treaty), θέτοντας έτσι την αρχή για νέες διαμάχες στη Μεγάλη Βρετανία. Το 1837, ο Γουέμπστερ εκλέχθηκε ως μέλος της Αμερικανικής Φιλοσοφικής Κοινωνίας (American Philosophical Society).[18]
Ο Γουέμπστερ επέστρεψε στο Γερουσία το 1845 και επιβεβαίωσε την κοινωνική του θέση ως βουλευτικός φιλελεύθερος του Κογκρέσου. Κατά τη διάρκεια του Αμερικανομεξικανικού πολέμου, εμφανίστηκε ως ο αρχηγός του κόμματος Κόττον Γουίνγκς (Cotton Whigs), μια φατρία του Νόδερν Γουίγκς (Nothern Whigs) που εμβάθυνε στη δημιουργία καλών δεσμών με τον Νότο σχετικά με πολιτικές κατά των σκλάβων. Το 1850 ο πρόεδρος Φίλμορ όρισε τον Γουέμπστερ ως γραμματέα της Πολιτείας και εκείνος συνέβαλε στη δίοδο της Συμβίβασης του 1850, το οποίο επέφερε πολυάριθμα εδαφικά προβλήματα και θέσπισε έναν νέο νόμο για τους φυγάδες σκλάβους. Ο συμβιβασμός αποδείχθηκε μη δημοφιλής σε μεγάλο μέρος του Βορρά και υπονόμευσε τη επικράτεια του Webster στην πατρίδα του. Ο Γουέμπστερ αναζήτησε την υποψηφιότητα του κόμματος Whig στις προεδρικές εκλογές του 1852, αλλά το χάσμα μεταξύ των υποστηρικτών του Φίλμορ και τους Webster που οδήγησε στον υποψηφιότητα του Στρατηγού Γουίνφιλντ Σκότ (General Winfield Scott). Ο Γουέμπστερ είναι ευρέως αναγνωρισμένος ως σημαντικός και ταλαντούχος δικηγόρος, ρήτορας και πολιτικός, αλλά οι ιστορικοί και οι παρατηρητές έχουν μικτές απόψεις για τις ηθικές ποιότητες του και την ικανότητα του ως εθνικός ηγέτης.
Πρώτα χρόνια
ΕπεξεργασίαΟ Ντάνιελ Γουέμπστερ γεννήθηκε στις 18 Ιανουαρίου του 1772 στο Σάλσμπουρι, του Νιου Χάμσαϊρ, στη περιοχή όπου βρίσκεται σήμερα η πόλη του Φράνκλιν. Ήταν γιός της Άμπιγκεϊλ και του Έμπευζερ Γουέμπστερ, ο οποίος ήταν αγρότης και τοπικός αξιωματούχος που υπηρέτησε στον πόλεμο μεταξύ Γαλλίας και Ινδίας (French and Indian War) και στον πόλεμο Αμερικάνικης Επανάστασης (American Revolutionary War). Ο πρόγονος του Έμπευζερ, ο αγγλικής καταγωγής Τόμας Γουέμπστερ είχε μεταναστεύσει στις ΗΠΑ γύρω στο 1636. Ο Έμπευζερ είχε τρία παιδία από προηγούμενο γάμο τα οποία επιβίωσαν μέχρι την ενηλικίωση τους, όπως και πέντε παιδιά από τον γάμο του με την Άμπιγκεϊλ. Ο Γουέμπστερ ήταν ο δεύτερος νεότερος από τα οχτώ αδέρφια.[19] Ήταν ιδιαίτερα κοντά με τον μεγαλύτερο του αδερφό, Εζεκιήλ, γεννημένος το 1780.[20] Ως νεαρός, βοηθούσε στην οικογενειακή φάρμα αλλά είχε ευαίσθητη υγεία. Με την ενθάρρυνση των γονέων του αλλά και των δασκάλων του, συχνά διάβαζε βιβλία συγγραφέων όπως ο Αλεξάντερ Πόουπ (Alexander Pope) και ο Άιζακ Γουάτς (Isaac Watts)[21]
Το 1976 παρακολούθησε την Ακαδημία Φίλιπς Έξιτερ (Phillips Exeter Academy), ένα προκαταρκτικό σχολείο στο Έξιτερ (Exeter, New Hampshire)[22]. Αφού μελέτησε τα κλασσικά και άλλα μαθήματα για αρκετούς μήνες κάτω από την καθοδήγηση ενός κληρικού, ο Γουέμπστερ έγινε δεκτός στο κολλέγιο του Ντάρτμουθ (Dartmouth) το 1797. Κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στο Ντάρτμουθ ήταν υπεύθυνος για τη σχολική εφημερίδα και αναδείχθηκε ένας ταλαντούχος ομιλητής. Είχε επιλεχθεί ρήτορας της 4ης Ιουλίου στο Ανόβερο, στη πόλη του κολλεγίου του το 1800 και στον λόγο του εμφανίζεται η ουσία των πολιτικών αρχών για την εξέλιξη από την οποία έγινε διάσημος. Όπως και ο πατέρας του και σαν πολλούς άλλους αγρότες της Αγγλίας, ο Webster ήταν ακράδαντα πιστός στο Ομοσπονδιακό Κόμμα (Federalist Party) και προτιμούσε μια δυνατή κεντρική διοίκηση. Αποφοίτησε από το Ντάρτμουθ το 1801 και εκλέχτηκε στη τιμητικά ως μέρος της αδελφότητας ΦΒΚ (Phi Beta Kappa).
Μετά την αποφοίτηση του από το Ντάρτμουθ, έγινε μαθητευόμενος του δικηγόρου Τόμας Γ. Τόμσον (Thomas W. Thompson). Παρόλο που δεν ενθουσιάζονταν να διαβάζει τον νόμο, πίστευε ότι, αν γίνονταν δικηγόρος θα επέτρεπε στον εαυτό του να ζει άνετα και να αποφύγει τη φτώχεια που έπληξε τη μητέρα του. Για να υποστηρίξει τις σπουδές του αδελφού του, Έζεκιλ στο Ντάρτμουθ, ο Γουέμπστερ παραιτήθηκε προσωρινά από το δικηγορικό γραφείο για να δουλέψει ως καθηγητής σχολείου στην Ακαδημία Φράιμπερκ (Fryeburg Academy) στο Μέιν (Maine). Το 1804, απέκτησε μια θέση στη Βοστόνη από τον ξακουστό δικηγόρο Κρίστοφερ Γκορ (Christopher Gore). Ως γραμματέας του Γκορ, ο οποίος ήταν αναμειγμένος στην παγκόσμια, εθνική και πολιτειακή πολιτική, έμαθε για πολλά νομικά και πολιτικά θέματα και γνώρισε πολλούς πολιτικούς του Νιού Ίνγκλαντ (New England). Άρχισε να αγαπά τη Βοστώνη και το 1805 του επιτράπηκε να ασκήσει το επάγγελμα του δικηγόρου, περνώντας τις εξετάσεις του δικηγορικού συλλόγου.
Η άνοδος στην εξουσία
ΕπεξεργασίαΑμέσως αφού του επιτράπηκε η άσκηση του επαγγέλματος του δικηγόρου, ο Γουέμπστερ ξεκίνησε τη νομική πρακτική του στο Μπόσκουεν (Boscawen, New Hampshire)[23]. Άρχισε να ασχολείται ολοένα και περισσότερο με τα πολιτικά και να μιλάει τοπικά υπέρ των Ομοσπονδιακών υποθέσεων και υποψηφίων[24]. Μετά τον θάνατο του πατέρα του το 1806, παραχώρησε την πρακτική του στον αδερφό του, Εζεκιήλ, και ξεκίνησε μια καινούρια στη μεγαλύτερη πόλη του Πόρτσμουθ (Portsmouth)[25]. Κατά τη δεκαετία παραμονής του στο Πόρτσμουθ, παρέδωσε πάνω από 1700 υποθέσεις και έγινε ένας από τους πιο γνωστούς δικηγόρους του Νιού Χάμσαϊρ[26]. Μαζί με τους άλλους δύο δικηγόρους, διορίστηκε για την επανεξέταση του ποινικού κώδικα του Νιού Χάμσαϊρ και να σχεδιάσει τους κανονισμούς των κρατικών φυλακών[27].
Κατά τη διάρκεια του τρέχοντα Ναπολεονικού πολέμου (Napoleonic war) άρχισε να επηρεάζει όλο και περισσότερο τους Αμερικάνους αφού οι Βρετανοί επιτέθηκαν στα Αμερικάνικα πλοία και εντυπωσίασε τους Αμερικανικούς ναύτες. Ο πρόεδρος Τόμας Τζέφερσον (Thomas Jefferson) αντεπιτέθηκε με την αποκλειστική κίνηση του 1807, σταματώντας το εμπόριο και στη Βρετανία και στη Γαλλία. Αφού η Αγγλία βασίζονταν στο εμπόριο με τα δύο κράτη, η περιοχή υπέφερε βαριά από τον αποκλεισμό και ο Webster έγραψε ένα ανώνυμο φυλλάδιο προσβάλλοντας τις πολιτικές του Jefferson[28]. Επίσης, έκανε εκστρατεία για πολλούς του Ομοσπονδιακού Κόμματος πελάτες, συμπεριλαμβάνοντας τον προεδρικό υποψήφιο Τσάρλς Πίκνει (Charles C. Pinckney) και κυβερνητικό υποψήφιο Τζερεμάια Σμιθ (Jeremiah Smith).
Αν και το Δημοκρατικό-Ρεπουμπλικανικό Κόμμα του Τζέφερσον κυριάρχησε στις εθνικές εκλογές, το Ομοσπονδιακό Κόμμα ήταν ανταγωνιστικό σε όλες τις πολιτείες του Νιού Ίνγκλαντ[29]. Το 1812, οι Ηνωμένες Πολιτείες κήρυξαν τον πόλεμο κατά της Βρετανίας, ξεκινώντας τον πόλεμο του 1812. Στις 4 Ιουλίου 1812, ο Γουέμπστερ προσκλήθηκε να δώσει μια ομιλία ενώπιον της Φιλανθρωπικής Εταιρείας της Ουάσιγκτον. Η ομιλία του, η οποία επιτέθηκε έντονα στον πόλεμο, αλλά προειδοποιούσε για απόσχιση, αναδημοσιεύτηκε σε εφημερίδες σε όλο το Νιού Ίνκλαντ [30].
Μετά την ομιλία, επιλέχθηκε ως εκπρόσωπος στη Συνέλευση του Ρόκιγκχαμ, μια τοπική συνέλευση που εξέδωσε μια έκθεση επικριτική για τον Δημοκρατικό-Ρεπουμπλικανό διάδοχο του Τζέφερσον, Τζέιμς Μάντισον[31]. Το Μνημείο Ρόκιγκχαμ, το οποίο γράφτηκε σε μεγάλο βαθμό από τον Γουέμπστερ, αμφισβήτησε τους λόγους του Μάντισον για να πάει στον πόλεμο, υποστήριξε ότι η Γαλλία ήταν εξίσου υπεύθυνη για επιθέσεις κατά της αμερικανικής ναυτιλίας με τους Βρετανούς, και έθεσε το φάσμα της απόσχισης. Το Μνημείο του Ρόκιγκχαμ κέρδισε πανεθνική φήμη ως έγγραφο που αποτελεί παράδειγμα της αντίθεσης του Νιού Ίνγκλαντ στον πόλεμο [32]. Μετά το συνέδριο, το κρατικό Ομοσπονδιακό Κόμμα τον πρότεινε ως υποψήφιο για τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Αν και ο Μάντισον κέρδισε επανεκλογή στις προεδρικές εκλογές του 1812, ο υποστηριζόμενος από τους Φεντεραλιστές προεδρικός υποψήφιος κέρδισε τη Νέα Αγγλία και οι Φεντεραλιστές σάρωσαν τις εκλογές του Νιού Χάμσαϊρ για τη Βουλή των Αντιπροσώπων[33].
Βουλευτής και συνταγματικός δικηγόρος
ΕπεξεργασίαΠρώτη θητεία στο Σώμα, 1813–1817
ΕπεξεργασίαΜέχρι τον Μάιο του 1813, όταν έφτασε στη Βουλή των Αντιπροσώπων για πρώτη φορά, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν δει πολλές αποτυχίες στον Πόλεμο του 1812. Ωστόσο, το Δημοκρατικό-Ρεπουμπλικανικό Κόμμα του Μάντισον κυριάρχησε στο δέκατο τρίτο Κογκρέσο, ελέγχοντας πάνω από τα τρία πέμπτα των εδρών στη Βουλή των Αντιπροσώπων και πάνω από τα δύο τρίτα των εδρών στη Γερουσία.[34] Ο Γουέμπστερ συνέχισε να επικρίνει τον πόλεμο και κατέκρινε την προσπάθεια επιβολής στρατολόγησης, φόρων εν καιρώ πολέμου και ενός νέου εμπορικού εμπάργκο.[35] Διορίστηκε σε μια διευθύνουσα επιτροπή που συντόνιζε τις ενέργειες των Φεντεραλιστών στη Βουλή των Αντιπροσώπων και, μέχρι το τέλος του δέκατου τρίτου συνεδρίου, είχε αναδειχθεί ως σεβαστός ομιλητής στο βήμα της Βουλής. Στις αρχές του 1815, ο πόλεμος έφτασε στο τέλος του, αφού η είδηση της υπογραφής της Συνθήκης της Γάνδης έφτασε στις Ηνωμένες Πολιτείες.[36]
Μετά τον πόλεμο, ο Πρόεδρος Μάντισον ζήτησε την ίδρυση της Δεύτερης Τράπεζας των Ηνωμένων Πολιτειών (γνωστή ως «εθνική τράπεζα»), την επιβολή προστατευτικού δασμού και δημόσια έργα που χρηματοδοτούνται από την ομοσπονδία. Ενώ ο Πρόεδρος της Βουλής Χένρυ Κλεί και ο βουλεύτης Τζον Κ. Καλχούν εργάζονταν για να περάσουν τις προτάσεις του Μάντισον, άλλοι Δημοκρατικοί-Ρεπουμπλικάνοι αντιτάχθηκαν σε αυτές τις πολιτικές επειδή έρχονταν σε αντίθεση με την παραδοσιακή δέσμευση του κόμματος για μια πιο αδύναμη ομοσπονδιακή κυβέρνηση.[37] Ο Γουέμπστερ ευνοούσε στην ίδρυση μιας εθνικής τράπεζας, αλλά καταψήφισε το νομοσχέδιο που ίδρυσε την εθνική τράπεζα επειδή πίστευε ότι η τράπεζα έπρεπε να υποχρεωθεί να αφαιρέσει από την κυκλοφορία τα χαρτονομίσματα που εκδόθηκαν από διάφορες κρατικές τράπεζες.[38] Προτού τεθεί σε λειτουργία η εθνική τράπεζα, οδήγησε στην ψήφιση ενός νομοσχεδίου που απαιτούσε την πληρωμή όλων των χρεών προς την κυβέρνηση σε είδη, σε ομόλογα του Δημοσίου ή σε χαρτονομίσματα που εκδίδονταν από την εθνική τράπεζα.[39] Στο ντιμπέιτ για τα τιμολόγια, βρήκε μια μέση λύση. Έτσι ευνόησε τη χρήση δασμολογικών συντελεστών για την προστασία της εγχώριας παραγωγής, αλλά δεν ήθελε οι δασμολογικοί συντελεστές να είναι τόσο υψηλοί ώστε να βλάπτουν τις εμπορικές ανησυχίες της πατρίδας του.[40] Αν και πήρε ενεργό ρόλο στη δημιουργία του τιμολογιακού λογαριασμού, τελικά έχασε την τελική ψηφοφορία για το Ταρίφ του 1816. Αναζητώντας πιο προσοδοφόρα νομική εργασία, άρχισε να σκέφτεται έντονα τη μετεγκατάστασή του στη Βοστώνη ή τη Νέα Υόρκη κατά τη διάρκεια του χρόνου του στο Κογκρέσο.[41] Το 1816, αρνήθηκε να επιδιώξει άλλη μια θητεία στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Αντίθετα έχτισε μια νέα κατοικία στη Βοστώνη. Στις εκλογές του 1816, το Ομοσπονδιακό Κόμμα υπέστη πολλές ήττες σε όλη τη χώρα και ο υποψήφιος των Δημοκρατικών-Ρεπουμπλικανών Τζέιμς Μονρό εξελέγη πρόεδρος.[42]
Κορυφαίος δικηγόρος
ΕπεξεργασίαΟ Γουέμπστερ συνέχισε να ασκεί τη δικηγορία ενώ υπηρετούσε στη Βουλή των Αντιπροσώπων, και υποστήριξε την πρώτη του υπόθεση ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών στις αρχές του 1814[43]. Τον εκτιμούσαν σε μεγάλο βαθμό στο Νιου Χάμσαϊρ από τις μέρες του στη Βοσκάουεν και έχαιρε σεβασμού για την υπηρεσία του στη Βουλή των Αντιπροσώπων, αλλά ήρθε σε εθνικό επίπεδο ως σύμβουλος σε μια σειρά από σημαντικές υποθέσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου[44]. Μεταξύ 1814 και 1852, υποστήριξε τουλάχιστον μία υπόθεση στη συντριπτική πλειοψηφία των συνεδριάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου και υπηρέτησε ως δικηγόρος σε συνολικά 223 υποθέσεις, και κέρδισε περίπου τις μισές από αυτές τις υποθέσεις[45]. Εκπροσώπησε επίσης πολυάριθμους πελάτες εκτός υποθέσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, συμπεριλαμβανομένων επιφανών ατόμων όπως ο Τζορτζ Κράουνινσιλντ (George Crowninshield), ο Φράνσις Κάμποτ Λόουελ (Francis Cabot Lowell) και ο Τζον Τζέικομπ Άστορ (John Jacob Astor)[46].
Αν και το Κογκρέσο κυριαρχούνταν από Δημοκρατικούς-Ρεπουμπλικάνους, ο ανώτατος δικαστής Τζον Μάρσαλ εξασφάλισε ότι η Ομοσπονδιακή ιδεολογία διατηρούσε παρουσία στα δικαστήρια. Ο Γουέμπστερ έγινε γρήγορα επιδέξιος στο να διατυπώνει επιχειρήματα που είχαν σχεδιαστεί για να προσφύγουν στον Μάρσαλ και σε έναν άλλον επιδραστικό δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, τον Τζόσεφ Στόρι[47]. Έπαιξε σημαντικό ρόλο σε οκτώ από τις πιο διάσημες συνταγματικές υποθέσεις που αποφασίστηκαν από το Δικαστήριο μεταξύ 1814 και 1824. Σε πολλές από αυτές —ιδιαίτερα στο Dartmouth College κατά Woodward (1819) και Gibbons κατά Ogden (1824) — το Ανώτατο Δικαστήριο εξέδωσε κάτω από αποφάσεις που βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στα επιχειρήματά του. Η πιο διάσημη δήλωση του Μάρσαλ, «the power to tax is the power to destroy», στο McCulloch κατά Maryland (1819), προήλθε από την παρουσίαση του Γουέμπστερ κατά της πολιτείας του Μέριλαντ. Ως αποτέλεσμα της σειράς των επιτυχιών του σε υποθέσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, πολλοί άνθρωποι άρχισαν να τον αποκαλούν «Great Expounder and Defender of the Constitution»[48]. Θα συνέχιζε να υποστηρίζει υποθέσεις ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου μετά τον θάνατο του Μάρσαλ το 1835, αλλά γενικά βρήκε ότι το Δικαστήριο του Taney ήταν λιγότερο δεκτικό στα επιχειρήματά του[49].
Στην υπόθεση Dartmouth College εναντίον Woodward, ο Γουέμπστερ διατηρήθηκε από τους ομοσπονδιακούς διαχειριστές του alma mater του, Dartmouth College, στην υπόθεσή τους κατά του νεοεκλεγμένου νομοθετικού σώματος των Δημοκρατικών-Ρεπουμπλικανών του Νιού Χάμσαϊρ. Το νομοθετικό σώμα είχε ψηφίσει νέους νόμους που μετατρέπουν το Dartmouth σε κρατικό ίδρυμα, αλλάζοντας το μέγεθος του οργάνου διαχειριστή του κολεγίου και προσθέτοντας ένα επιπλέον συμβούλιο εποπτών, το οποίο έθεσαν στα χέρια της πολιτειακής γερουσίας[50]. Υποστήριξε ότι η ρήτρα σύμβασης του Συντάγματος απαγόρευε στο νομοθέτη να τροποποιήσει το διοικητικό συμβούλιο του κολεγίου. Το Δικαστήριο Μάρσαλ, συνεχίζοντας την ιστορία του περιορισμού των δικαιωμάτων των κρατών και επιβεβαιώνοντας την υπεροχή της συνταγματικής προστασίας των συμβάσεων, αποφάσισε υπέρ του Ντάρτμουθ. Η απόφαση έθεσε το σημαντικό προηγούμενο ότι οι εταιρείες δεν έπρεπε, όπως πολλές τότε, να δικαιολογήσουν τα προνόμιά τους ενεργώντας προς το δημόσιο συμφέρον, αλλά ήταν ανεξάρτητες από τα κράτη[51].
Παρέμεινε πολιτικά ενεργός κατά τη διάρκεια της απουσίας του από το Κογκρέσο, υπηρετώντας ως προεδρικός εκλέκτορας, συναντώντας αξιωματούχους όπως ο Γραμματέας του Πολέμου Τζον Κάλουν(John C. Calhoun) και εκφωνώντας μια ευπρόσδεκτη από το κοινό ομιλία που επιτέθηκε στους υψηλούς δασμούς[52]. Με τους Φεντεραλιστές να εξαφανίζονται ως εθνικό κόμμα, η περίοδος της προεδρίας του Μονρό(Monroe) έγινε γνωστή ως «Εποχή των καλών συναισθημάτων» λόγω της έλλειψης κομματικής σύγκρουσης[42]. Καθώς οι Φεντεραλιστές απέτυχαν να παρουσιάσουν έναν υποψήφιο στις προεδρικές εκλογές του 1820, ο Γουέμπστερ(Webster), ενεργώντας υπό την ιδιότητά του ως προεδρικός εκλέκτορας, ψήφισε τον Μονρό(Monroe).[53] Στη συνέχεια εξελέγη ως εκπρόσωπος στη Συνταγματική Συνέλευση της Μασαχουσέτης του 1820. Εκεί μίλησε κατά της ψηφοφορίας για όλους ανεξαρτήτως ιδιοκτησίας, υποστηρίζοντας ότι η εξουσία ακολουθεί φυσικά την ιδιοκτησία και η ψήφος πρέπει να περιοριστεί ανάλογα, αλλά το σύνταγμα τροποποιήθηκε ενάντια στις συμβουλές του. Υποστήριξε επίσης την (υπάρχουσα) περιφέρεια της πολιτειακής γερουσίας, έτσι ώστε κάθε έδρα να αντιπροσωπεύει ίσο ποσό περιουσίας.[54] Η απόδοσή του στο συνέδριο ενίσχυσε τη φήμη του. Σε μια επιστολή προς έναν κοινό φίλο, ο Τζόζεφ Στόρι έγραψε: "Ο φίλος μας ο Γουέμπστερ απέκτησε μια ευγενή φήμη. Ήταν γνωστός ως δικηγόρος, αλλά τώρα έχει εξασφαλίσει τον τίτλο ενός διαπρεπούς και πεφωτισμένου πολιτικού".[55] Τον Δεκέμβριο του 1820, εκφώνησε μια ομιλία που έγινε δεκτή με ενθουσιασμό για τον εορτασμό της 200ετίας από την απόβαση του Μέιφλαουερ στο Πλάιμουθ Ροκ.[56]
Υπουργός Εξωτερικών κατά την Κυβέρνηση Tyler
ΕπεξεργασίαΜέσω της Σύμβασης Webster-Ashburton, ο Webster συνέβαλλε στο να μπει ένα τέλος σε μια αμφισβήτηση ορίων στο Maine.
Ο Χάρρισον συμβουλευόταν εκτενώς από τους Γουέμπστερ και Κλέι σχετικά με τις προεδρικές θέσεις και οι δύο αρχηγοί των Whigs ανταγωνίστηκαν ώστε να τοποθετήσουν τους υποστηρικτές αλλά και τους συμμάχους τους σε βασικές θέσεις. Αρχικά, ο Χάρρισον ήλπιζε ότι ο Γουέμπστερ θα υπηρετούσε ως Υπουργός Οικονομικών ώστε να ηγηθεί του οικονομικού του προγράμματος (του Χάρρισον) αλλά αντί αυτού ο Γουέμπστερ έγινε Υπουργός Εξωτερικών, δίνοντάς του την εποπτεία των εξωτερικών υποθέσεων.[57] Μόλις ένα μήνα αφού ανέλαβε την εξουσία, ο Χάρρισον πέθανε από πνευμονία και τον διαδέχτηκε ο Τζον Τάιλερ. Παρ’ όλο που ο Τάιλερ και ο Γουέμπστερ είχαν πολλές διαφοροποιήσεις μεταξύ τους από άποψη ιδεολογική (ο Τάιλερ ήταν υποστηρικτής των κρατικών δικαιωμάτων) αλλά και προσωπικότητας, στην αρχή είχαν μια ισχυρή σχέση εργασίας, εν μέρει επειδή ο καθένας τους έβλεπε τον Κλέι ως αντίπαλο στην εξουσία στο κόμμα των Whigs.[58] Καθώς ο Τάιλερ, πρώην Δημοκρατικός, ήταν από καιρό σκεπτικός για την ανάγκη μιας εθνικής τράπεζας, ο Γουέμπστερ παρότρυνε τους Whigs βουλευτές να υποστηρίξουν ένα συμβιβαστικό σχέδιο το οποίο υποβλήθηκε από τον Υπουργό Οικονομικών Τόμας Έουινγκ (Thomas Ewing) και θα είχε αποκαταστήσει την εθνική τράπεζα αλλά περιόριζε τη διαιρετική της δύναμη. Το Κογκρέσο απέρριψε τον συμβιβασμό και αντί αυτού πέρασε το νομοσχέδιο του Κλέι, στο οποίο στη συνέχεια ασκήθηκε βέτο από τον Τάιλερ. Αφού ο Τάιλερ άσκησε βέτο σε ένα ακόμη νομοσχέδιο των Whigs, το κάθε μέλος του Υπουργικού Συμβουλίου εκτός του Γουέμπστερ, παραιτήθηκε και μια ομάδα των Whigs ψήφισε υπέρ της αποβολής του Τάιλερ από το κόμμα τον Σεπτέμβριο του 1841. Όταν ο Γουέμπστερ ενημέρωσε τον Τάιλερ ότι δεν θα παραιτούνταν, ο Τάιλερ απάντησε «Δώσε μου το χέρι σου σε αυτό, και τώρα θα σου πω ότι ο Χένρυ Κλέι είναι ένας καταδικασμένος άνθρωπος» (“give me your hand on that, and now I will say to you that Henry Clay is a doomed man”).[59]
Αντιμετωπίζοντας ένα εχθρικό Κογκρέσο, ο Τάιλερ και ο Γουέμπστερ έστρεψαν την προσοχή τους στην εξωτερική πολιτική.[60] Η κυβέρνηση έδωσε νέα έμφαση στην αμερικάνικη επιρροή στον Ειρηνικό Ωκεανό, καταλήγοντας στην πρώτη συνθήκη μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, επιδιώκοντας τον διαχωρισμό της Χώρας του Όρεγκον (Oregon) με τη Βρετανία, και ανακοινώνοντας ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα ήταν κατά κάθε προσπάθειας αποικισμού των Νησιών της Χαβάης.[61] Το πιο πιεστικό ζήτημα εξωτερικής πολιτικής αφορούσε τις σχέσεις με τη Βρετανία, αφού οι ΗΠΑ παραλίγο να πολεμήσει τη Βρετανία για τo ζήτημα Caroline και μια συνοριακή σύγκρουση μεταξύ του Μέιν και του Καναδά.[62] Αναζητώντας βελτιωμένες σχέσεις με τις ΗΠΑ, ο Βρετανός Πρωθυπουργός Ρόμπερτ Πιλ (Robert Peel) έστειλε τον Λόρδο Άσμπαρτον (Ashburton) σε ειδική αποστολή στις ΗΠΑ.[63] Μετά από εκτεταμένες διαπραγματεύσεις, οι ΗΠΑ και η Βρετανία κατέληξαν στη Συνθήκη Γούεμπστερ-Άσμπαρτον (Webster-Ashburton), η οποία οριοθετούσε ξεκάθαρα τα βόρεια σύνορα του Μέιν και άλλες περιοχές των συνόρων ΗΠΑ-Καναδά που είχαν αμφισβητηθεί.[64] Ο γερουσιαστής Τόμας Χαρτ Μπέντον (Thomas Hart Benton) οδήγησε την αντίθεση της Γερουσίας στη Συνθήκη, υποστηρίζοντας ότι «άσκοπα και ξεδιάντροπα» παραιτήθηκε από την αμερικάνικη επικράτεια, ενώ λίγοι άλλοι ψήφισαν μαζί με τον Μπέντον ενάντια της Συνθήκης, έτσι η Συνθήκη επικυρώθηκε.[65]
Μετά τα μέσα του 1841, οι Whigs του Κογκρέσου συνεχώς πίεζαν τον Γουέμπστερ να παραιτηθεί, και στις αρχές του 1843, ο Τάιλερ άρχισε και αυτός να τον πιέζει ώστε να αποχωρήσει από την εξουσία.[66] Ενώ ο Τάιλερ απομακρύνθηκε ακόμα περισσότερο από τις θέσεις των Whigs και ξεκίνησε την προετοιμασία μιας εκστρατείας για την υποψηφιότητα των Δημοκρατικών στις προεδρικές εκλογές των Ηνωμένων Πολιτειών το 1844, ο Γουέμπστερ εγκατέλειψε την εξουσία τον Μάιο του 1843.[67] Με τον Γουέμπστερ να έχει αποχωρήσει, ο Τάιλερ έστρεψε την προσοχή του στην προσάρτηση της Δημοκρατίας του Τέξας.[68] Ο Κλέι προτάθηκε για πρόεδρος στο Εθνικό Συνέδριο των Whigs το 1844,[69] ενώ οι Δημοκρατικοί απέρριψαν και τον Τάιλερ αλλά και τον πρώην Πρόεδρο Βαν Μπάρεν (Van Buren), προτιμώντας τον Τζέιμς Κ. Πολκ (James K. Polk), προστατευόμενου του Άντριου Τζάκσον (Andrew Jackson).[70] Η υπηρεσία του Γουέμπστερ κατά τη διοίκηση του Τάιλερ είχε βλάψει σοβαρά την αξιοπιστία του μεταξύ των Whigs αλλά άρχισε να ξαναχτίζει παλιές συμμαχίες εντός του κόμματος.[71] Οι προσπάθειες του Τάιλερ να προσαρτήσει το Τέξας έγιναν το βασικό ζήτημα των εκλογών του 1844, και ο Γουέμπστερ τάχθηκε έντονα κατά της προσάρτησης. Έκανε εκστρατεία για λογαριασμό του Κλέι, λέγοντας σε ένα πλήθος ότι «Δεν γνωρίζω κάποιο εθνικό συνταγματικό ερώτημα· δεν γνωρίζω για κάποιο μεγάλο συμφέρον της χώρας…. στο οποίο υπάρχει οποιαδήποτε διαφορά μεταξύ του επιφανούς αρχηγού του Κόμματος των Whigs και εμένα».[72] Παρά την εκστρατεία του Γουέμπστερ, ο Πολκ νίκησε τον Κλέι σε κλειστές εκλογές.[73] Η εκλογή του επεκτατικού Πολκ εξασφάλισε την προσάρτηση του Τέξας, η οποία ολοκληρώθηκε αφού ο Πολκ ανέλαβε την εξουσία.[74]
Η δεύτερη περίοδος στη Γερουσία
ΕπεξεργασίαΚυβέρνηση Polk, 1845-1849
ΕπεξεργασίαΟ Γουέμπστερ σκεφτόταν να αποσυρθεί από το δημόσιο αξίωμα μετά τις εκλογές του 1844, αλλά δέχτηκε να εκλεγεί στη Γερουσία των ΗΠΑ στις αρχές του 1845[75]. Προσπάθησε να εμποδίσει την υιοθεσία των εσωτερικών πολιτικών του Πολκ αλλά το Κογκρέσο, ελεγχόμενο από τους Δημοκρατικούς, μείωσε τους δασμούς μέσω του τιμολογίου Γουόκερ (Γουόκερ (Walker) και επανίδρυσε το σύστημα Ανεξάρτητης Οικονομίας. Τον Μάιο του 1846, ξεκίνησε ο Μεξικανο-Αμερικανικός Πόλεμος όταν το Κογκρέσο, απαντώντας σε μια σύγκρουση μεταξύ των δυνάμεων των ΗΠΑ και του Μεξικού στα αμφισβητούμενα σύνορα Τέξας-Μεξικού, κήρυξε πόλεμο στο Μεξικό[76]. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, οι Βόρειοι Whigs (Northern Whigs) διχάζονταν ολοένα και περισσότερο μεταξύ των «Whigs της Συνείδησης» (Conscience Whigs) όπως ο Τσάρλς Σάμνερ (Charles Sumner), ο οποίος ήταν σθεναρά υπέρ των πολιτικών κατά της δουλείας, και των Κόττον Γουίγκς (Cotton Whigs) όπως ο Γουέμπστερ, που έδινε έμφαση στις καλές σχέσεις με τους ηγέτες του Νότου[77]. Ο Γουέμπστερ ήταν μακροχρόνιος αντίπαλος της δουλείας ενώ σε μια ομιλία του το 1837 χαρακτήρισε τη δουλεία «μεγάλο ηθικό, κοινωνικό και πολιτικό κακό» και πρόσθεσε ότι θα καταψήφιζε «κάθε πράγμα που θα επεκτείνει τη δουλεία της αφρικανικής φυλής σε αυτή την ήπειρο ή θα προσθέτει άλλα κράτη με ιδιοκτησίες σκλάβων στην Ένωση»[78]. Αλλά, σε αντίθεση με τους πιο έντονα κατά της δουλείας ψηφοφόρους του, δεν πίστευε ότι το Κογκρέσο θα έπρεπε να παρεμβαίνει στη δουλεία στις πολιτείες, και έδωσε λιγότερη έμφαση στην αποτροπή της εξάπλωσης της δουλείας στα εδάφη[79]. Ωστόσο, επειδή ο Γουέμπστερ αντιτάχθηκε της απόκτησης μεξικανικού εδάφους (με εξαίρεση το Σαν Φρανσίσκο), ψήφισε κατά της Συνθήκης της Γουαδελούπης Χιντάλγκο (Treaty of Guadalupe-Hidalgo), στην οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες απέκτησαν τη Μεξικανική Εκχώρηση (Mexican Cession)[80].
Η επιτυχία του στρατηγού Ζάκαρι Τέιλορ (Zachary Taylor) στον Μεξικανο-Αμερικανικό Πόλεμο τον οδήγησε στις πρώτες κατατάξεις των υποψηφίων των Whigs στις προεδρικές εκλογές των Ηνωμένων Πολιτειών το 1848[81]. Καθώς ο Τέιλορ κατείχε ασαφείς πολιτικές θέσεις και δεν είχε συνδεθεί ποτέ δημόσια με το Κόμμα των Whigs, ο Κλέι και ο Γουέμπστερ ξεκίνησαν ο καθένας τις δικές του απόπειρες για την προεδρία, αλλά η αντιπολίτευση από τους Whigs της Συνείδησης έβλαψε σοβαρά τη φήμη του Γουέμπστερ[82]. Στην πρώτη ψηφοφορία της Εθνικής Συνέλευσης των Whigs το 1848, ο Γουέμπστερ τερμάτισε τέταρτος πίσω από τον Τέιλορ, τον Κλέι και τον στρατηγό Γουίνφιλντ Σκοτ (Winfield Scott). Ο Τέιλορ κέρδισε τελικά την προεδρική υποψηφιότητα στην τρίτη ψηφοφορία του συνεδρίου, ενώ ο Μίλαρντ Φίλμορ της Νέας Υόρκης επιλέχθηκε ως υποψήφιος αντιπρόεδρος του κόμματος[83]. Αφού ο Γουέμπστερ απέρριψε το αίτημα των Whigs της Συνείδησης να ηγηθεί ενός νέου, τρίτου κόμματος κατά της δουλείας, οι Whigs της Συνείδησης και οι Δημοκρατικοί "Barnburner" ίδρυσαν το ”Free Soil Party” και πρότειναν μια καρτέλα που αποτελούνταν από τον πρώην Πρόεδρο Βαν Μπάρεν και τον Τσάρλς Φράνσις Άνταμς (Charles Francis Adams). Παρόλο που είχε δηλώσει προηγουμένως ότι δεν θα υποστήριζε τον Τέιλορ στην προεδρική εκστρατεία του 1848, ο Γουέμπστερ υποστήριξε τον Τέιλορ. Τελικά, ο Τέιλορ κέρδισε τις εκλογές, νικώντας τόσο τον Βαν Μπάρεν όσο και τον υποψήφιο των Δημοκρατικών Λούις Κας( Lewis Cass)[84].
Κυβέρνηση Taylor, 1849-1850
ΕπεξεργασίαΧωρίς να έχει υποστηρίξει ιδιαίτερα την εκστρατεία του Τέιλορ, ο Γουέμπστερ αποκλείστηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο της νέας διοίκησης και η συμβουλή του δεν ζητήθηκε στις σημαντικές συναντήσεις. Μετά τις εκλογές του 1848, η μοίρα των εδαφών που αποκτήθηκαν κατά τον Μεξικανο-Αμερικανικό Πόλεμο έγινε φλέγον θέμα συζήτησης στο Κογκρέσο, καθώς οι ηγέτες του Βορρά και του Νότου είχαν διαμάχες σχετικά με την επέκταση της δουλείας. Τον Ιανουάριο του 1850, ο Κλέι παρουσίασε ένα σχέδιο, το οποίο συνδύαζε τα κύρια θέματα υπό συζήτηση. Το νομοθετικό του πακέτο περιλάμβανε την αποδοχή της Καλιφόρνια ως ελεύθερη πολιτεία, την εκχώρηση από το Τέξας ορισμένων από τις βόρειες και δυτικές εδαφικές διεκδικήσεις του με αντάλλαγμα την ελάφρυνση του χρέους, την ίδρυση εδαφών του Νέου Μεξικού και της Γιούτα, την απαγόρευση εισαγωγής σκλάβων προς πώληση στην Περιοχή της Κολούμπια, και έναν πιο αυστηρό νόμο για τους φυγάδες σκλάβους. Το σχέδιο αντιμετώπισε την αντίθεση ισχυρών ηγετών του Νότου που ήταν υπέρ της δουλείας, όπως ο Κάλχουν και των Βορείων που ήταν κατά της δουλείας, όπως ο Γουίλιαμ Σούαρντ (William Seward) και ο Σάλμον Τσέις (Salmon Chase). Ο Πρόεδρος Τέιλορ αντιτάχθηκε επίσης στην πρόταση του Κλέι, καθώς τάχθηκε υπέρ της άμεσης αναγνώρισης της Καλιφόρνια ως πολιτεία και αρνήθηκε τη νομιμότητα των αξιώσεων του Τέξας για το Νέο Μεξικό.
Ο Κλέι είχε κερδίσει την υποστήριξη του Γουέμπστερ για την πρότασή του προτού παρουσιαστεί στο Κογκρέσο και ο Γουέμπστερ παρείχε ισχυρή υποστήριξη για το νομοσχέδιο του Κλέι στη Γερουσία. Σε μια ομιλία που έγινε γνωστή ως ομιλία της «Έβδομης του Μαρτίου» (“Seventh of March”), ο Γουέμπστερ επιτέθηκε εξίσου στους Βόρειους και στους Νότιους για την πρόκληση εντάσεων σχετικά με τη δουλεία. Προέτρεψε τους Βόρειους να παρεμποδίσουν την επιστροφή των φυγάδων σκλάβων, αλλά επιτέθηκε στους ηγέτες του Νότου επειδή σκέπτονταν ανοιχτά την απόσχιση. Μετά την ομιλία, ο Γουέμπστερ δέχτηκε σφοδρή επίθεση από υποστηρικτές της κατάργησης του Νιού Ίνγκλαντ. Ο Theodore Parker παραπονέθηκε, "Κανένας ζωντανός άνθρωπος δεν έχει κάνει τόσα πολλά για να διαφθείρει τη συνείδηση του έθνους", ενώ ο Οράτιος Μαν (Horace Mann) περιέγραψε τον Γουέμπστερ ως "ένα πεσμένο αστέρι! Ο Εωσφόρος κατεβαίνοντας από τον Παράδεισο! Σε αντίθεση με αυτή την άποψη, ο Τζέιμς Γ. Ο Μπλέιν (James G. Ο Blaine) έγραψε μερικές δεκαετίες αργότερα:
«Ο κύριος Γουέμπστερ είχε δει στη ζωή του τις δεκατρείς αποικίες να μεγαλώνουν σε τριάντα ισχυρές Πολιτείες. Είχε δει τρία εκατομμύρια ανθρώπους, εξασθενημένους και εξαθλιωμένους από έναν μακρύ αγώνα, οκταπλασιασμένους σε αριθμό, περιτριγυρισμένους από όλες τις ανέσεις, τη γοητεία και τις ασφάλειες της ζωής. Όλα αυτά του δώσαν αποδεικτικό της Ένωσης και των ανεκτίμητων ευλογιών της. Άκουσε τώρα να συζητούνται τα πλεονεκτήματά του, να αμφισβητείται η αιωνιότητα του, να απειλείται η ύπαρξή του. * * * * Ο κύριος Γουέμπστερ ένιωσε ότι είχε γεννηθεί μια γενιά που υποτιμούσε την κληρονομιά της και που θα μπορούσε, με τόλμη, να την καταστρέψει. Υπό τα κίνητρα εμπνευσμένα από αυτό το περιβάλλον, μίλησε για τη διατήρηση της Ένωσης.»
Η συζήτηση για τη συμβιβαστική πρόταση του Κλέι συνεχίστηκε τον Ιούλιο του 1850, όταν ο Τέιλορ πέθανε ξαφνικά και απροσδόκητα από ασθένεια.
Υπουργός Εξωτερικών κατά την Κυβέρνηση Fillmore
ΕπεξεργασίαΗ σύμβαση του 1850
ΕπεξεργασίαΟ Μίλαρντ Φίλμορ ανέβηκε στην προεδρία μετά το θάνατο του Τέιλορ. Λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Φίλμορ απέλυσε τους διορισμένους του Υπουργικού Συμβουλίου του Τέιλορ, όρισε τον Γουέμπστερ Υπουργό Εξωτερικών του και τάχθηκε υπέρ του συμβιβασμού του Κλέι. Ο Φίλμορ επέλεξε τα υπόλοιπα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου του σε συνεννόηση με τον Γουέμπστερ, και ο Γουέμπστερ έγινε ο ανεπίσημος ηγέτης του Υπουργικού Συμβουλίου.[160] Αφού ο Φίλμορ ανέλαβε τα καθήκοντά του, ο Κλέι πήρε προσωρινή άδεια από τη Γερουσία, αλλά ο Δημοκρατικός Γερουσιαστής Στίβεν Α. Ντάγκλας (Steven A. Douglas) από το Ιλινόις ανέλαβε την ηγεσία υπέρ ενός συμβιβασμού βασισμένος σε μεγάλο βαθμό στις προτάσεις του Κλέι. Εκ μέρους του προέδρου, ο Γουέμπστερ συνέταξε ένα ειδικό μήνυμα προς το Κογκρέσο, καλώντας για τον τερματισμό της κρίσης στα εδάφη και χρησιμοποίησε τη δύναμη της προστασίας για να προσελκύσει πιθανούς υποστηρικτές. Λίγο μετά την παράδοση του ειδικού μηνύματος από την κυβέρνηση του Φίλμορ, το Κογκρέσο ενέκρινε το νομοθετικό πακέτο του Ντάγκλας, το οποίο έγινε γνωστό ως Συμβιβασμός του 1850 (Compromise of 1850).
Λόγω μιας ευημερούσας οικονομίας και διάφορων άλλων τάσεων, λίγα μέλη των Whigs πίεσαν για την αναβίωση της εθνικής τράπεζας και άλλων μακροχρόνιων κομματικών πολιτικών κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Φίλμορ, και ο Συμβιβασμός του 1850 έγινε το κεντρικό πολιτικό ζήτημα. Ενώ ο Φίλμορ ήλπιζε να συμφιλιωθεί με τους Βόρειους Whigs κατά του Συμβιβασμού, ο Γουέμπστερ προσπάθησε να τους απομακρύνει από το κόμμα και συχνά παρέμβαινε για να εμποδίσει την εκλογή ή τον διορισμό αντι-Συμβιβαστικών Whigs. Στο Βορρά, το πιο αμφιλεγόμενο τμήμα του Συμβιβασμού του 1850 ήταν ο νόμος για τους φυγάδες σκλάβους του 1850 και ο Γουέμπστερ ενεπλάκη στενά στην επιβολή του. Οι διαφωνίες για τους φυγάδες σκλάβους δημοσιοποιήθηκαν ευρέως σε Βορρά και Νότο, πυροδοτώντας πάθη και αυξάνοντας τις εντάσεις στις συνέπειες του Συμβιβασμού του 1850. Πολλές από τις διώξεις ή τις προσπάθειες της διοίκησης να επιστρέψουν σκλάβους κατέληξαν άσχημα για την κυβέρνηση, όπως στην περίπτωση του Σαντράχ Μίνκινς (Shadrach Minkins). Στη Μασαχουσέτη, οι Whigs κατά της δουλείας συμμάχησαν με τους Δημοκρατικούς και, σε μια μεγάλη επίπληξη προς τον Γουέμπστερ, εξέλεξαν τον ηγέτη του ”Free Soil”, Τσάρλς Σάμνερ στη Γερουσία.
Το άνοιγμα του σιδηρόδρομου Νέας Υόρκης και Έρι
ΕπεξεργασίαΌταν ο σιδηροδρομικός δρόμος της Νέας Υόρκης και του Έρι ολοκληρώθηκε τον Μάιο του 1851, ο Πρόεδρος Φίλμορ και πολλά μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου του, συμπεριλαμβανομένου του Γουέμπστερ, πραγματοποίησαν μια ειδική, διήμερη εκδρομή για να ανοίξουν τον σιδηρόδρομο. Αναφέρεται ότι ο Γουέμπστερ είδε ολόκληρη την εκδρομή από μια κουνιστή καρέκλα συνδεδεμένη σε ένα βαγόνι, με ένα χαλί ατμού και μια κανάτα με υψηλής ποιότητας ρούμι Μέντφορντ (Medford). Στις στάσεις κατέβαινε και αγόρευε.
Εξωτερικές υποθέσεις
ΕπεξεργασίαΟ Φίλμορ διόρισε τον Γουέμπστερ όχι μόνο για το εθνικό του ανάστημα και τη θέση του υπέρ του συμβιβασμού, αλλά και για την εμπειρία του στις εξωτερικές υποθέσεις, και ο Φίλμορ βασίστηκε σε αυτόν ώστε να καθοδηγήσει την εξωτερική πολιτική της κυβέρνησής του. Η διοίκηση ήταν ιδιαίτερα δραστήρια στην Ασία και τον Ειρηνικό, ειδικά όσον αφορά την Ιαπωνία, η οποία απαγόρευε σχεδόν κάθε ξένη επαφή. Τον Νοέμβριο του 1852, η διοίκηση ξεκίνησε την αποστολή Πέρι για να αναγκάσει την Ιαπωνία να συνάψει εμπορικές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η αποστολή ήταν επιτυχής, καθώς η Ιαπωνία συμφώνησε να ανοίξει εμπορικές σχέσεις με τη Σύμβαση της Καναγκάουα (Convention of Kanagawa) του 1854. Στον απόηχο της αποτυχημένης Ουγγρικής Επανάστασης του 1848, προέκυψε ένα διπλωματικό επεισόδιο με την Αυστριακή Αυτοκρατορία λόγω των συμπονετικών ενεργειών της κυβέρνησης του Τέιλορ προς τους Ούγγρους αντάρτες. Αντί να υποχωρήσει, η διοίκηση του Φίλμορ εξασφάλισε την απελευθέρωση του εξόριστου Ούγγρου ηγέτη Λάγιος Κοσσούθ (Lajos Kossuth) από την Οθωμανική Αυτοκρατορία και έδωσε ένα συμπόσιο προς τιμήν του Κοσσούθ. Η διοίκηση του Φίλμορ συνήψε επίσης εμπορικές συμφωνίες με χώρες της Λατινικής Αμερικής, εργάστηκε για να αντιμετωπίσει τη βρετανική επιρροή στην Κεντρική Αμερική και έλαβε μέτρα για να αποτρέψει μη εξουσιοδοτημένες στρατιωτικές αποστολές εναντίον της Κούβας και άλλων χωρών της Λατινικής Αμερικής. Μια αποστολή στην Κούβα με επικεφαλής τον (Ναρκίσο Λόπεζ) Narciso López προκάλεσε μια διπλωματική κρίση με την Ισπανία, αλλά ο Φίλμορ, ο Γουέμπστερ και η ισπανική κυβέρνηση επεξεργάστηκαν μια σειρά από μέτρα διατήρησης της φήμης που απέτρεψαν το ξέσπασμα εχθροπραξιών.
Οι εκλογές του 1852
ΕπεξεργασίαΟ Γουέμπστερ κέρδισε την υποστήριξη αρκετών αντιπροσώπων στο Εθνικό Συνέδριο των Whigs του 1852. Ενθαρρυμένος από την ισχυριζόμενη έλλειψη επιθυμίας του Fillmore να επιδιώξει την ανάδειξη των Whigs στις προεδρικές εκλογές των Ηνωμένων Πολιτειών του 1852, ο Γουέμπστερ ξεκίνησε μια άλλη προεδρική εκστρατεία το 1851. Ο Φίλμορ συμπαθούσε τις φιλοδοξίες του υπουργού εξωτερικών του, αλλά ήταν απρόθυμος να αποκλείσει εντελώς την αποδοχή της υποψηφιότητας του κόμματος το 1852, καθώς φοβόταν ότι κάτι τέτοιο θα επέτρεπε στον αντίπαλό του, Γουίλιαμ Σούαρντ, να αποκτήσει τον έλεγχο του κόμματος. Ένας άλλος υποψήφιος εμφανίστηκε με τη μορφή του στρατηγού Γουίνφιλντ Σκοτ, ο οποίος, όπως και οι προηγουμένως επιτυχημένοι προεδρικοί υποψήφιοι των Whigs, οι Γουίλιαμ Χένρυ Χάρρισον και Ζάκαρι Τέιλορ, είχε κερδίσει τη φήμη για τα πολεμικά του επιτεύγματα. Ο Σκοτ είχε υποστηρίξει τον Συμβιβασμό του 1850, αλλά η σχέση του με τον Σούαρντ τον έκανε να θεωρείται απαράδεκτος από τους Whigs του Νότου. Καθώς οι Νότιοι διατηρούσαν μια παρατεταμένη δυσπιστία για τον Γουέμπστερ, υποστήριξαν τον Φίλμορ. Έτσι, ο Σκοτ εμφανίστηκε ως ο προτιμώμενος υποψήφιος των περισσότερων Whigs του Βορρά, ο Φίλμορ έγινε ο κύριος υποψήφιος των Whigs του Νότου και ο Γουέμπστερ κατάφερε να κερδίσει την υποστήριξη μόνο από ελάχιστους αντιπροσώπους, οι περισσότεροι των οποίων ήταν από τη Νιού Ίνγκλαντ.
Στην πρώτη προεδρική ψηφοφορία της Εθνικής Συνέλευσης των Whigs του 1852, ο Φίλμορ έλαβε 133 από τις 147 απαραίτητες ψήφους, ενώ ο Σκοτ κέρδισε 131 και ο Γουέμπστερ 29. Αν και τόσο ο Γουέμπστερ όσο και ο Φίλμορ ήταν πρόθυμοι να αποσυρθούν υπέρ του άλλου, οι αντίστοιχοι εκπρόσωποί τους στη συνέλευση δεν μπόρεσαν να ενωθούν γύρω από έναν υποψήφιο και ο Σκοτ πήρε την υποψηφιότητα στην 53η ψηφοφορία. Ο Γουέμπστερ ήταν προσωπικά συντετριμμένος από την ήττα και αρνήθηκε να υποστηρίξει την υποψηφιότητα του Σκοτ. Ο Γουέμπστερ επέτρεψε σε διάφορες ομάδες τρίτων να τον προτείνουν για πρόεδρο, αν και δεν εξέφρασε ανοιχτά αυτές τις προσπάθειες. Ο Σκοτ αποδείχθηκε αδύναμος υποψήφιος και υπέστη τη χειρότερη ήττα στην ιστορία των Whigs, χάνοντας από τον υποψήφιο των Δημοκρατικών Φράνκλιν Πιρς (Franklin Pierce). Χιλιάδες Whigs κατά του Σκοτ και μέλη του Κόμματος των Ιθαγενών Αμερικανών ψήφισαν τον Γουέμπστερ.
Προσωπική ζωή
ΕπεξεργασίαΠροσωπική ζωή, οικογενειακές και θρησκευτικές απόψεις
«Αν δουλέψουμε πάνω στο μάρμαρο, θα χαθεί · αν δουλέψουμε στον ορείχαλκο, ο χρόνος θα το εξαφανίσει · αν κάνουμε πίσω ναούς, θα θρυμματιστούν σε σκόνη · αλλά αν εργαζόμαστε στα αθάνατα μυαλά των ανθρώπων, αν τους εντυπωσιάζουμε με υψηλές αρχές, τον δίκαιο φόβο του Θεού και την αγάπη για τους συνανθρώπους τους, χαράσσουμε σε αυτές τις πλάκες κάτι που κανένας χρόνος δεν μπορεί να σβήσει και που θα φωτίσει και θα φωτίσει όλη την αιωνιότητα.»
Ντάνιελ Γουέμπστερ (22 Μαΐου 1852)
Το 1808, ο Γουέμπστερ παντρεύτηκε την Γκρέις Φλέτσερ (Grace Fletcher), δασκάλα και κόρη κληρικού του Νιού Χάμσαϊρ. Μεταξύ 1810 και 1822, ο Ντάνιελ και η Γκρέις απέκτησαν πέντε παιδιά: την Γκρέις, τον Ντάνιελ «Φλέτσερ», τη Τζούλια, τον Έντουαρντ και τον Τσάρλς. Η Γκρέις και ο Τσάρλς πέθαναν πριν ενηλικιωθούν. Η σύζυγος του Γουέμπστερ, Γκρέις, πέθανε τον Ιανουάριο του 1828 λόγω καρκινικού όγκου, και ο Γουέμπστερ υπέστη άλλη μια απώλεια όταν ο αδερφός του, Εζικιήλ, πέθανε τον Απρίλιο του 1829. Τον Δεκέμβριο του 1829, ο Γουέμπστερ παντρεύτηκε την Κάρολαιν, την 32χρονη κόρη ενός εμπόρου της Νέας Υόρκης. Παρέμειναν παντρεμένοι μέχρι το θάνατο του Γουέμπστερ και εκείνη έζησε μέχρι το 1882. Αυτή και ο Γουέμπστερ απέκτησαν μαζί δύο παιδιά, μα άλλη κόρη που ονομαζόταν Grace και έναν γιο, τον Νόα Γουέμπστερ (Noah Webster). Μετά τον θάνατο της πρώτης του συζύγου, ο Γουέμπστερ υπήρξε συχνά αντικείμενο φημών στην Ουάσιγκτον σχετικά με την υποτιθέμενη ασυδοσία του ·πολλοί υποψιάζονταν ότι η ζωγράφος Σάρα Γκούντριτζ (Sarah Goodridge), με την οποία είχε στενή σχέση, ήταν η ερωμένη του.
Ο Γουέμπστερ και η οικογένειά του έζησαν στο Πόρτσμουθ μέχρι το 1816 όταν μετακόμισαν στη Βοστώνη. Το 1831, ο Γουέμπστερ αγόρασε ένα κτήμα 150 στρεμμάτων (τώρα γνωστό ως Κτήμα Τόμας-Γουέμπστερ) στο Μάρσφιλντ (Marshfield) της Μασαχουσέτης. Τα επόμενα χρόνια, ο Γουέμπστερ ξόδεψε μεγάλο μέρος των κερδών του κάνοντας διάφορες βελτιώσεις στο κτήμα του, την οποία έκανε κύρια κατοικία του το 1837. Μετά το 1829, ο Γουέμπστερ κατείχε επίσης το σπίτι του πατέρα του, The Elms, στο Φράνκλιν του Νιού Χάμσαιρ. Ο μεγαλύτερος γιος του Γουέμπστερ, Φλέτσερ, παντρεύτηκε την ανιψιά του Τζόσεφ Στόρι (Joseph Story), ίδρυσε μια κερδοφόρα δικηγορική πρακτική, υπηρέτησε ως επικεφαλής του Υπουργείου Εξωτερικών και ήταν ο μόνος από τα αδέρφια του που έζησε περισσότερο από τον πατέρα του. Ο Φλέτσερ πέθανε στη δεύτερη μάχη του 1862 στο Μπούλ Ραν (Bull Run) ενώ υπηρετούσε ως συνταγματάρχης στον στρατό της Ένωσης. Ο μικρότερος γιος του Γουέμπστερ, Έντουαρντ, πέθανε από τυφοειδή πυρετό τον Ιανουάριο του 1848 ενώ υπηρετούσε στον Μεξικανο-Αμερικανικό Πόλεμο. Η κόρη του Γουέμπστερ, Τζούλια, παντρεύτηκε τον Σάμουελ Άπλεντον Άπλεντον (Samuel Appleton Appleton), αλλά πέθανε από φυματίωση τον Απρίλιο του 1848.[199]
Έχουν διατυπωθεί αντικρουόμενες απόψεις ως προς τη θρησκεία του. Η Ενωτική Οικουμενική Εκκλησία, επικαλούμενη τον Οικουμενισμό στην Αμερική από το 1902, τον διεκδικεί ως δικό της. Μια άλλη πηγή, η βιογραφία του 1856 Η Αμερικάνικη Πολιτική Προσωπικότητα: Η ζωή και ο χαρακτήρας του Ντάνιελ Γουέμπστερ, τον ανακηρύσσει ως ορκωτό ορθόδοξο Τριαδικό, βαφτισμένο και μεγαλωμένο σε μια Ορθόδοξη Εκκλησιαστική Εκκλησία και ο οποίος πέθανε ως μέλος της Επισκοπικής Εκκλησίας. Ο Ρέμινι γράφει ότι, αν και ο Γουέμπστερ περιστασιακά παρακολουθούσε άλλες εκκλησίες, παρέμεινε στενά συνδεδεμένος με την Ιερατική Εκκλησία καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του. Σε μια επιστολή του 1807 προς έναν πάστορα της Εκκλησίας, ο Γουέμπστερ έγραψε: «Πιστεύω στην απόλυτη ανικανότητα οποιουδήποτε ανθρώπου να επιλύσει τη δική του Σωτηρία, χωρίς τη συνεχή βοήθεια του πνεύματος κάθε χάρης... Αν και τρέφω μεγάλο σεβασμό για ορισμένες άλλες μορφές λατρείας, πιστεύω ότι ο τρόπος της Εκκλησίας, γενικά, είναι προτιμότερος από οποιαδήποτε άλλη.»
Θάνατος
ΕπεξεργασίαΣτις αρχές του 1852, ο Γουέμπστερ είχε αρχίσει να πάσχει από κίρρωση του ήπατος και η κακή του υγεία τον δυσκόλευε όλο και περισσότερο στην υπηρεσία ως Υπουργός Εξωτερικών. Τον Σεπτέμβριο του 1852, ο Γουέμπστερ επέστρεψε στην περιουσία του στο Μάρσφιλντ, όπου η υγεία του συνέχισε να επιδεινώνεται λόγω κίρρωσης και υποσκληριδίου αιματώματος. Πέθανε στο Μάρσφιλντ στις 24 Οκτωβρίου 1852 και θάφτηκε στο νεκροταφείο Γουίνσλοου κοντά στο κτήμα του. Τα τελευταία του λόγια ήταν: «Ζω ακόμα».
Κληρονομιά
ΕπεξεργασίαΜνημείο Ντάνιελ Γουέμπστερ, Σέντραλ Παρκ, Νέα Υόρκη, από τη βάση: "Liberty and Union, Now and Forever, One and Inseparable"
Το Webster Hall, στο Κολλέγιο Dartmouth, στεγάζει τη βιβλιοθήκη των ειδικών συλλογών Rauner, η οποία περιέχει μερικά από τα προσωπικά αντικείμενα και τα γραπτά του Γουέμπστερ, όπως το καπέλο του από γούνινο κάστορα και τις μεταξωτές κάλτσες του.
Ιστορικές αξιολογήσεις
ΕπεξεργασίαΑπόσχιση! Ειρηνική απόσχιση! Κύριε, τα μάτια σας και τα δικά μου δεν είναι προορισμένα να δουν αυτό το θαύμα. Ο τεμαχισμός αυτής της τεράστιας χώρας χωρίς σπασμούς! ... Δεν μπορεί να υπάρξει ειρηνική απόσχιση. Η ειρηνική απόσχιση είναι τελείως αδύνατη... Δεν θα μπορούσαμε να χωρίσουμε τα κράτη με καμία τέτοια γραμμή αν τη χαράζαμε...
Ντάνιελ Γουέμπστερ (7 Μαρτίου 1850, Μια έκκληση για αρμονία και ειρήνη)
Ο Ρέμινι γράφει ότι «είτε μισούσαν ή θαύμαζαν τον Γουέμπστερ, όλοι συμφωνούσαν... για το μεγαλείο της ρητορικής του, την απέραντη πνευματική του δύναμη και την υπεροχή της συνταγματικής του γνώσης.» Ο Ralph Waldo Emerson επέκρινε τον Γουέμπστερ μετά την ομιλία της 7ης Μαρτίου, παρατήρησε αμέσως μετά το θάνατό του ότι ο Γουέμπστερ ήταν «ο πιο ολοκληρωμένος άνθρωπος» και ότι «η φύση δεν είχε (ξανα)δημιουργήσει στις μέρες μας, ή από την εποχή του Ναπολέοντα, ένα τέτοιο αριστούργημα». Στο “Profiles in Courage”, ο Τζον Κέννεντι (John F. Kennedy) χαρακτήρισε την υπεράσπιση του Γουέμπστερ για τον Συμβιβασμό του 1850, παρά τον κίνδυνο για τις προεδρικές του φιλοδοξίες και τις καταγγελίες που αντιμετώπιζε από τον Βορρά, μια από τις «μεγαλύτερες πράξεις θαρραλέων αρχών» στην ιστορία του Γερουσία. «Ενώ ήταν γενναίος, αληθινός και σοφός το 1833», είπε ο Λοτζ, «το 1850 όχι μόνο ήταν ασυνεπής, αλλά και έσφαλε βαθιά ως προς την πολιτική και την πολιτεία» κατά την υποστήριξη μιας πολιτικής που «έκανε τον πόλεμο αναπόφευκτο ενθαρρύνοντας τους κατόχους σκλάβων να πιστεύουν ότι μπορούσαν πάντα να αποκτήσουν ό,τι ήθελαν με μια επαρκή επίδειξη βίας».
Αρκετοί ιστορικοί υπονοούν ότι ο Γουέμπστερ απέτυχε να ασκήσει ηγεσία σε οποιοδήποτε πολιτικό ζήτημα ή όραμα. Ο Λοτζ περιγράφει την «ευαισθησία του Γουέμπστερ σε εξωτερικές επιρροές που διαμόρφωσαν ένα τόσο περίεργο χαρακτηριστικό στον χαρακτήρα ενός ανθρώπου τόσο επιβλητικού από τη φύση του. Όταν ενεργούσε μόνος, έλεγε τις δικές του απόψεις. Όταν βρισκόταν σε μια κατάσταση όπου η κοινή γνώμη ήταν συγκεντρωμένη εναντίον του, υποτασσόταν στις τροποποιήσεις των απόψεών του με μια περίεργη και νωχελική αδιαφορία». Παρομοίως, ο Άρθουρ Σλέσινγκερ (Arthur Schlesinger) παραθέτει ένα γράμμα του Γουέμπστερ στο οποίο αιτούνται προκαταβολές για τη μάχη για την εθνική τράπεζα, μια από τις πιο παγιωμένες πράξεις του· και εν συνεχεία ερωτάται πως ο Γουέμπστερ μπορούσε «να περιμένει από τον αμερικανικό λαό να τον ακολουθήσει μέσα στην κόλαση, ενώ δεν θα ηγούνταν εκτός και αν κάποιος τον χρηματοδοτούσε;» Ο Ρέμινι γράφει ότι «ο Γουέμπστερ ήταν ένας σχολαστικός ελιτιστής-και πανηγύριζε με αυτό».
Ο Γουέμπστερ διατηρεί το υψηλό του κύρος σε κάποια πρόσφατη ιστοριογραφία. Ο Μπάξτερ υποστηρίζει ότι η εθνικιστική του άποψη για την ένωση ως μία και αδιάσπαστη από την ελευθερία βοήθησε την ένωση να θριαμβεύσει επί της Συνομοσπονδίας για τα δικαιώματα των κρατών, καθιστώντας τη ως τη μεγαλύτερη συνεισφορά του. Το 1959, η Γερουσία όρισε τους Γουέμπστερ, Κλέι, Κάλχουν, Ρόμπερτ Μ. Λα Φολλέτ (Robert M. La Follette) και Ρόμπερτ Α. Ταφτ (Robert A. Taft) ως τους πέντε καλύτερους γερουσιαστές στην ιστορία. Ωστόσο, ο Μπάρτλετ, δίνοντας έμφαση στην ιδιωτική ζωή του Γουέμπστερ, λέει ότι τα μεγάλα ρητορικά του επιτεύγματα υπονομεύτηκαν εν μέρει από την απρονοησία του με τα χρήματα, τον υπερβολικά πολυτελή τρόπο ζωής του και τις πολυάριθμες καταστάσεις σύγκρουσης συμφερόντων. Ο Ρέμινι επισημαίνει ότι οι ιστορικές ομιλίες του Γουέμπστερ δίδαξαν στους Αμερικανούς την ιστορία τους πριν τα σχολικά βιβλία γίνουν ευρέως διαθέσιμα.
Ενώ οι αξιολογήσεις για την πολιτική του καριέρα ποικίλλουν, ο Γουέμπστερ επαινείται ευρέως για το ταλέντο του ως ρήτορας και δικηγόρος. Ο πρώην Γενικός Δικηγόρος Σεθ Π. Γουάξμαν (Seth P. Waxman) γράφει ότι «στον τομέα της υπεράσπισης, ο Γουέμπστερ δεν κάθεται απλώς στο Πάνθεο: είναι ο ίδιος ο Δίας.» Ο Κένεντι επαίνεσε την «ικανότητα του Γουέμπστερ να κάνει ζωντανή και υπέρτατη τη λανθάνουσα αίσθηση της ενότητας, της ένωσης, που όλοι οι Αμερικανοί ένιωθαν, αλλά λίγοι μπορούσαν να εκφράσουν». Η «Απάντηση στον Χέιν» (“Reply to Hayne”) του Γουέμπστερ το 1830 θεωρήθηκε γενικά ως «η πιο εύγλωττη ομιλία που εκφωνήθηκε ποτέ στο Κογκρέσο» και ήταν μια πρακτική άσκηση για μαθητές ρητορικής επί 75 χρόνια. Ο Σλέσινγκερ, ωστόσο, σημειώνει ότι είναι επίσης ένα παράδειγμα των περιορισμών της επίσημης ρητορικής: το Κογκρέσο άκουγε τον Γουέμπστερ ή τον Κλέι με θαυμασμό, αλλά σπάνια επικρατούσαν στην ψηφοφορία. Η πιο ξεκάθαρη ομιλία και η αλληλεγγύη του κόμματος ήταν πιο αποτελεσματικές και ο Γουέμπστερ ποτέ δεν προσέγγισε τη τεράστια απήχηση του Τζάκσον.
Μνημεία
ΕπεξεργασίαΗ κληρονομιά του Γουέμπστερ μνημονεύεται από πολυάριθμα μέσα, συμπεριλαμβανομένου του Αυτοκινητόδρομου Ντάνιελ Γουέμπστερ και το Βουνό Γουέμπστερ στο Νιού Χάμσαϊρ. Το άγαλμα του βρίσκεται στην Εθνική Συλλογή Αγαλμάτων, ενώ άλλο άγαλμα του βρίσκεται στο Σέντραλ Παρκ. Το USS Daniel Webster (SSBN-626) και το the SS Daniel Webster ονομάστηκαν για τον Γουέμπστερ. Το πρώτο γραμματόσημο Γουέμπστερ κυκλοφόρησε το 1870. Σε γενικές γραμμές, ο Ντάνιελ Γουέμπστερ τιμείται σε 14 διαφορετικές κυκλοφορίες γραμματόσημων των Ηνωμένων Πολιτειών, περισσότερες από τους περισσότερους προέδρους της Αμερικής. Υπάρχουν 27 πόλεις ονομασμένες για τον Γουέμπστερ στη Καλιφόρνια, Φλόριντα, Ιλλινόις, Ιντιάνα, Άιοβα, Κάνσας, Κεντάκι, Μέιν, Μασσαχουσέτη, Μίσσιγκαν, Μινεσσότα, Νεμπράσκα, Νιού Χάμσαϊρ, Νέα Υόρκη, Βόρεια Καρολίνα, Βόρεια Ντακότα, Οχάιο, Πενσυλβανία, Νότια Ντακότα, Τέξας, Βιρτζίνια και δυτική Βιρτζίνια, συμπεριλαμβανομένου δύο στο Γουισκόνσιν, μία ερημωμένη πόλη στο Κολοράντο και Γουέμπστερ και Γουέμπστερ Χόλλοου στο Τενεσσί. Εφτά χώρες ή ενορίες είναι ονομασμένες από τον Γουέμπστερ.
Στα μέσα
ΕπεξεργασίαΟ Γουέμπστερ είναι ο βασικός χαρακτήρας σε μία σύντομη μυθιστορηματική ιστορία, «Ο διάβολος και του Ντάνιελ Γουέμπστερ», του Στίβεν Βίνσεντ Μπενέτ. Χρησιμεύει ως βάση για μία μονόπρακτη όπερα του ίδιου τίτλου, γραμμένη από τον Αμερικανό συνθέτη Ντάγκλας Μούρ.
Ο Γουέμπστερ αναφέρεται επίσης σύντομα στο Κεφάλαιο 19 του βραβευμένου με βραβείο Πουλίτζερ μυθιστορήματος του ΜακΚίνλεϊ Κάντορ, “Andersonville” (Chapter XIX of MacKinlay Kantor's Pulitzer Prize-winning novel "Andersonville").
Στον κινηματογράφο, έχει υποδυθεί από:
- Τζόρτζ ΜακΚουάρι στο The Mighty Barnum (1934)
- Σίντνεϊ Τόλερ στο The Gorgeous Hussy (1936)
- Έμμετ Βόγκαν στο The Monroe Doctrine (1939)
- Χάρι Χάμφρις στο Abe Lincoln in Illinois (1940)
- Έντουαρντ Άρνολντ στο The Devil and Daniel Webster (1941)
- Άντονι Χόπκινς στο Shortcut to Happiness (2007)
Δείτε επίσης
Επεξεργασία- List of deaths through alcohol
- Origins of the American Civil War
- Webster/Sainte-Laguë method
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 Sheldon G. Cohen: «Asthma among the famous. Daniel Webster (1782-1852), American lawyer, U.S. Senator, and statesman» 1 Νοεμβρίου 1996. Ανακτήθηκε στις 17 Φεβρουαρίου 2019. σελ. 373-376.
- ↑ 2,0 2,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data
.bnf .fr /ark: /12148 /cb120270205. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2015. - ↑ 3,0 3,1 «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Daniel-Webster. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ 4,0 4,1 (Ολλανδικά) RKDartists. 358064. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ biography/Daniel-Webster.
- ↑ (Αγγλικά) Find A Grave. Ανακτήθηκε στις 24 Αυγούστου 2019.
- ↑ 7,0 7,1 (Ιταλικά) www.accademiadellescienze.it. daniel-webster. Ανακτήθηκε στις 1 Δεκεμβρίου 2020.
- ↑ www
.senate .gov /artandhistory /art /artifact /Painting _32 _00001 .htm. - ↑ National Archives Catalog. 63796512.
- ↑ LIBRIS. Εθνική Βιβλιοθήκη της Σουηδίας. 23 Απριλίου 2007. libris
.kb .se /katalogisering /jgvz2s222k6jvbz. Ανακτήθηκε στις 24 Αυγούστου 2018. - ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data
.bnf .fr /ark: /12148 /cb120270205. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2015. - ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 25 Ιουνίου 2015.
- ↑ «A New Nation Votes: American Electoral Returns, 1788-1825». A New Nation Votes: American Electoral Returns, 1788-1825. Αμερικανική Αστρονομική Εταιρεία, Πανεπιστήμιο Ταφτς. Ανακτήθηκε στις 23 Δεκεμβρίου 2020.
- ↑ «Library of the World's Best Literature». Library of the World's Best Literature. 1897.
- ↑ 15,0 15,1 15,2 15,3 15,4 15,5 15,6 15,7 «Kindred Britain»
- ↑ Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.
- ↑ 17,00 17,01 17,02 17,03 17,04 17,05 17,06 17,07 17,08 17,09 «Biographical Directory of the United States Congress» (Αγγλικά) United States Government Publishing Office. 1903. W000238. Ανακτήθηκε στις 28 Ιανουαρίου 2021.
- ↑ "APS Member History". search.amphilsoc.org. Retrieved April 8, 2021.
- ↑ Remini 1997, pp. 29–33.
- ↑ Remini 1997, pp. 47–48.
- ↑ Remini 1997, pp. 35–37.
- ↑ Remini 1997, pp. 38–40.
- ↑ Remini 1997, pp. 78–79.
- ↑ Cheek, H. Lee Jr. "Webster, Daniel." In Schultz, David, ed. Encyclopedia of American Law,New York: Facts On File, Inc., 2002. Facts On File, Inc. American History Online
- ↑ Remini 1997, pp. 83–84
- ↑ Remini 1997, pp. 89–90.
- ↑ Remini 1997, p. 97
- ↑ Norton (2005). A People & A Nation. p. 228.
- ↑ Remini 1997, pp. 95–96.
- ↑ Remini 1997, pp. 96–99.
- ↑ "Daniel Webster." Discovering Biography. Online Edition. Gale, 2003. Student Resource Center. Thomson Gale. June 16, 2006.
- ↑ Remini 1997, pp. 100–101.
- ↑ Remini 1997, pp. 101–102.
- ↑ Remini 1997, pp. 103–105.
- ↑ Remini 1997, pp. 107–109, 112–113.
- ↑ Remini 1997, pp. 109, 120–122.
- ↑ Remini 1997, pp. 131–132.
- ↑ Remini 1997, pp. 135–136, 141.
- ↑ Remini 1997, pp. 136–137.
- ↑ Remini 1997, pp. 137–140
- ↑ Remini 1997, p. 131.
- ↑ 42,0 42,1 Remini 1997, pp. 141–145.
- ↑ Remini 1997, pp. 115–117.
- ↑ "Daniel Webster", in American Eras, Volume 5: The Reform Era and Eastern U.S. Development, 1815–1850, Gale Research, 1998. Student Resource Center. Thomson Gale. June 16, 2006.
- ↑ Remini 1997, p. 119.
- ↑ Remini 1997, pp. 145–146.
- ↑ Remini 1997, pp. 116–118.
- ↑ Remini 1997, pp. 162, 208.
- ↑ Remini 1997, pp. 443–444.
- ↑ Baker, Thomas E. "Dartmouth College v. Woodward." In Schultz, David, ed. Encyclopedia of American Law. New York: Facts On File, Inc., 2002. Facts On File, Inc. American History Online.
- ↑ O'Brien, Patrick K., gen. ed. "Dartmouth College case." Encyclopedia of World History. Copyright George Philip Limited. New York: Facts On File, Inc., 2000. Facts On File, Inc. World History Online. Schlesinger Age of Jackson. p. 324–5
- ↑ Remini 1997, pp. 170–171
- ↑ Schlesinger 1945, pp. 12–15
- ↑ Lodge 1883, p. 113.
- ↑ Lodge 1883, p. 38
- ↑ Remini 1997, pp. 178–185
- ↑ Remini 1997, pp. 511–515
- ↑ Remini 1997, pp. 521–524.
- ↑ Remini 1997, pp. 524–531.
- ↑ Peterson 1989, pp. 113, 145.
- ↑ Peterson 1989, pp. 135–143
- ↑ Remini 1997, pp. 518–519.
- ↑ Remini 1997, pp. 542–543
- ↑ Peterson 1989, pp. 122–123, 128
- ↑ Peterson 1989, pp. 129–130
- ↑ Remini 1997, pp. 551, 583.
- ↑ Remini 1997, pp. 583–584.
- ↑ Peterson 1989, pp. 186–187
- ↑ Peterson 1989, pp. 221–222.
- ↑ Howe 2007, pp. 683–684.
- ↑ Remini 1997, pp. 584–586.
- ↑ Remini 1997, pp. 591–596
- ↑ Peterson 1989, pp. 243–244
- ↑ Peterson 1989, pp. 255–258
- ↑ Remini 1997, pp. 599–602.
- ↑ Remini 1997, pp. 618–623.
- ↑ Remini 1997, pp. 624–626.
- ↑ Remini 1997, p. 464.
- ↑ Remini 1997, pp. 664–665.
- ↑ Remini 1997, p. 646.
- ↑ Remini 1997, pp. 631–632
- ↑ Remini 1997, pp. 637–639.
- ↑ Remini 1997, pp. 651–652.
- ↑ Remini 1997, pp. 653–656.
Προτεινόμενη βιβλιογραφία
ΕπεξεργασίαΒιογραφίες
Επεξεργασία- Bartlett, Irving H. Daniel Webster (1978) online edition
- Baxter, Maurice G. "Webster, Daniel"; American National Biography Online Feb. 2000. online edition at academic libraries
- Baxter, Maurice G. One and Inseparable: Daniel Webster and the Union. (1984).
- Current, Richard Nelson. Daniel Webster and the Rise of National Conservatism (1955), short biography
- Curtis, George Ticknor. Life of Daniel Webster (1870), useful for quotations online edition vol 1; online edition vol 2
- Fuess, Claude Moore Daniel Webster. (2 vols. 1930). scholarly biography
- Remini, Robert V. Daniel Webster: The Man and His Time (1997)
- Ogg, Frederic Austin. Daniel Webster (1914) online edition, old scholarly biography
- Peterson, Merrill D. The Great Triumvirate: Webster, Clay, and Calhoun (1983)
Εξειδικευμένες μελέτες
Επεξεργασία- Arntson, Paul, and Craig R. Smith. "The Seventh of March Address: A Mediating Influence." Southern Speech Communication Journal 40 (Spring 1975): 288–301.
- Bartlett, Irving H. "Daniel Webster as a Symbolic Hero." New England Quarterly 45 (December 1972): 484–507. in JSTOR
- Baxter, Maurice G. Daniel Webster and the Supreme Court (1966)
- Birkner, Michael. "Daniel Webster and the Crisis of Union, 1850." Historical New Hampshire 37 (Summer/Fall 1982): 151–73.
- Brauer, Kinley J. "The Webster-Lawrence Feud: A Study in Politics and Ambitions." Historian 29 (November 1966): 34–59.
- Brown, Thomas. "Daniel Webster: Conservative Whig." In Politics and Statesmanship: Essays on the American Whig Party, (1985) pp. 49–92. online
- Carey, Robert Lincoln. Daniel Webster as an Economist. (1929). online edition
- Dalzell, Robert F. Jr. Daniel Webster and the Trial of American Nationalism, 1843–1852. (1973).
- Dubofsky, Melvyn. "Daniel Webster and the Whig Theory of Economic Growth: 1828–1848." New England Quarterly 42 (December 1969): 551–72. in JSTOR
- Eisenstadt, Arthur A. "Daniel Webster and the Seventh of March." Southern Speech Journal 20 (Winter 1954): 136–47.
- Fields, Wayne. "The Reply to Hayne: Daniel Webster and the Rhetoric of Stewardship." Political Theory 11 (February 1983): 5–28. in JSTOR
- Foster, Herbert D. "Webster's Seventh of March Speech and the Secession Movement, 1850." American Historical Review 27 (January 1922): 245–70. in JSTOR
- Formisano, Ronald P. The Transformation of Political Culture: Massachusetts Parties, 1790s–1840s (1983)
- Jones, Howard. To the Webster–Ashburton Treaty: A Study in Anglo-American Relations, 1783–1843. (1977). 251 pp.
- Nathans, Sydney. Daniel Webster and Jacksonian Democracy. (1973).
- Nathans, Sydney. "Daniel Webster, Massachusetts Man," New England Quarterly 39 (June 1966): 161–81. in JSTOR
- Nevins, Allan. Ordeal of the Union: Fruits of Manifest Destiny, 1847–1852 (1947), highly detailed narrative of national politics.
- Parish, Peter J. "Daniel Webster, New England, and the West." Journal of American History 54 (December 1967): 524–49. in JSTOR
- Prince, Carl E., and Seth Taylor. "Daniel Webster, the Boston Associates, and the U.S. Government's Role in the Industrializing Process, 1815–1830." Journal of the Early Republic 2 (Fall 1982): 283–99. in JSTOR
- Rakestraw, Donald A. Daniel Webster: Defender of Peace. Lanham, MD: Rowman and Littlefield, 2018.
- Shade, William G. "The Second Party System" in Paul Kleppner ed., Evolution of American Electoral Systems (1983)
- Sheidley, Harlow W. "The Webster–Hayne Debate: Recasting New England's Sectionalism." New England Quarterly 1994 67(1): 5–29. in Jstor
- Sheidley, Harlow W. "'Congress only can declare war' and 'the President is Commander in Chief': Daniel Webster and the War Power." Diplomatic History 12 (Fall 1988): 383–409.
- Shewmaker, Kenneth E. "Forging the 'Great Chain': Daniel Webster and the Origins of American Foreign Policy toward East Asia and the Pacific, 1841–1852." Proceedings of the American Philosophical Society 129 (September 1985): 225–59.
- Shewmaker, Kenneth E. ed. Daniel Webster: "The Completest Man. (1990), specialized studies by scholars
- Simpson, Brooks D. "Daniel Webster and the Cult of the Constitution," Journal of American Culture 15 (Spring 1992): 15–23. online in Blackwell Synergy
- Smith, Craig R. "Daniel Webster's Epideictic Speaking: A Study in Emerging Whig Virtues" online edition
- Smith, Craig R. Daniel Webster and the Oratory of Civil Religion. (2005) 300pp
- Smith, Craig R. "Daniel Webster's July 17th Address: A Mediating Influence in the 1850 Compromise," Quarterly Journal of Speech 71 (August 1985): 349–61.
- Smith, Craig R. Defender of the Union: The Oratory of Daniel Webster. (1989).
- Szasz, Ferenc M. "Daniel Webster – Architect of America's 'Civil Religion'," Historical New Hampshire 34 (Fall/Winter 1979): 223–43.
- Wilson, Major L. "Of Time and the Union: Webster and His Critics in the Crisis of 1850." Civil War History 14 (December 1968): 293–306. ch 1 of Wilson, Space, Time, and Freedom: The Quest for Nationality and the Irrepressible Conflict, 1815–1861 (1974) online edition
Πρωτογεννείς πηγές
Επεξεργασία- Select Speeches of Daniel Webster 1817–1845 edited by A. J. George, (1903) online at Project Gutenberg. Contains: Defence of the Kennistons; The Dartmouth College Case; First Settlement of New England; The Bunker Hill Monument; The Reply to Hayne; The Murder of Captain Joseph White; The Constitution Not a Compact Between Sovereign States; Speech at Saratoga; and Eulogy on Mr. Justice Story.
- The works of Daniel Webster edited in 6 vol. by Edward Everett, Boston: Little, Brown and company, 1853. online edition
- McIntyre, J. W., ed. The Writings and Speeches of Daniel Webster. 18 vols. (1903). vol 8 online
- Tefft, B. F., ed. The Speeches of Daniel Webster and His Master-Pieces. Alta ed. Philadelphia, Penn.: Porter and Coates, 1854.
- Van Tyne, Claude H., ed. The Letters of Daniel Webster, from Documents Owned Principally by the New Hampshire Historical Society (1902). online edition
- Webster, Fletcher, ed. The Private Correspondence of Daniel Webster. 2 vols. 1857. online edition vol 1
- Wiltse, Charles M., Harold D. Moser, and Kenneth E. Shewmaker (Diplomatic papers), eds., The Papers of Daniel Webster, (1974–1989). Published for Dartmouth College by the University Press of New England. ser. 1. Correspondence: v. 1. 1798–1824. v. 2. 1825–1829. v. 3. 1830–1834. v. 4. 1835–1839. v. 5. 1840–1843. v. 6. 1844–1849. v. 7. 1850–1852 – ser. 2. Legal papers: v. 1. The New Hampshire practice. v. 2. The Boston practice. v. 3. The federal practice (2 v.) – ser. 3. Diplomatic papers: v. 1. 1841–1843. v. 2. 1850–1852 – ser. 4. Speeches and formal writings: v. 1. 1800–1833. v. 2. 1834–1852.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Επεξεργασία- Daniel Webster Estate
- Daniel Webster: A Resource Guide from the Library of Congress
- Works by Daniel Webster at Project Gutenberg
- Works by or about Daniel Webster at Internet Archive
- Webster–Hayne debate, 1830 on nullification & tariff
- The works of Daniel Webster... 6 vol, 1853 edition
- The private correspondence of Daniel Webster ed. by Fletcher Webster. 2v 1857 edition
- Portrait of Daniel Webster, painted by William Willard circa 1839–1985
- Daniel Webster at Find a Grave
- Daniel Webster Speeches Collection from the University of Missouri Division of Special Collections and Rare Books