Δημήτριος Νενέκος
Ο Δημήτριος Νενέκος ήταν οπλαρχηγός της Πάτρας κατά την Επανάσταση του 1821. Ήταν αρβανίτικης καταγωγής[1] από το χωριό Ζουμπάτα (σήμερα Πηγή). Κατά τα πρώτα χρόνια της Επανάστασης αγωνίστηκε τόσο στις μάχες στην Πελοπόννησο, όσο και στην Δυτική Στερεά Ελλάδα, όμως από το 1825 μετατράπηκε σε συνειδητό προδότη της Επανάστασης. Η αλλαγή στην στάση του, προήλθε κατά την εκστρατεία του Ιμπραήμ πασά, αφού δελεάστηκε από υλικά ανταλλάγματα. Έμεινε πιστός μέχρι τέλους στη συμμαχία του με τον Ιμπραήμ.
Δημήτριος Νενέκος | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 18ος αιώνας ή 19ος αιώνας Πηγή Αχαΐας |
Θάνατος | 1828 |
Χώρα πολιτογράφησης | Οθωμανική Αυτοκρατορία |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | στρατιωτικός |
Στρατιωτική σταδιοδρομία | |
Πόλεμοι/μάχες | Ελληνική Επανάσταση του 1821 |
Τα πρώτα χρόνια
ΕπεξεργασίαΟ Νενέκος υπαγόταν στρατιωτικά στον προεστό της Αχαΐας Θάνο Κανακάρη και στον γιο του Μπενιζέλο Ρούφο και είχε περισσότερους στρατιώτες από τον εξάδελφό του Αθανάσιο Σαγιά, ο οποίος ανήκε στη σφαίρα επιρροής του Κολοκοτρώνη[2]. Και οι δύο στρατολογούσαν στην επικράτεια των Ζουμπατοχωρίων και τα πρώτα χρόνια ο Νενέκος αποδείχθηκε επίσημος και ικανός καπετάνιος αποκτώντας ισχύ μεταξύ των συγχωριανών του. Αναφέρεται ότι ο Νενέκος για να αποκτήσει την πρωτοκαθεδρία μεταξύ των οπλαρχηγών του Μπενιζέλου Ρούφου, δολοφόνησε τους αντιζήλους του Σπανοκυριάκο και Σαγιά (αδελφό του Αθανασίου)[3]. Τον Μάρτιο του 1822, εξεστράτευσε με εντολή της Επαρχίας Πατρών στην Δυτική Στερεά Ελλάδα με 70 άνδρες υπό τον στρατηγό Κανέλλο Δεληγιάννη. Αρχικά χρησίμευσε ως οδηγός του σώματος του Γενναίου Κολοκοτρώνη, ενώ στην συνέχεια μετακινήθηκε στο Μακρυνόρος και ακολούθησε τον Ανδρέα Ίσκο[4]. Αναδείχθηκε σε έναν από τους γενναιότερους καπεταναίους της περιοχής του και έγινε γνωστός επίσης από την πολιορκία των Πατρών, ενώ εξεστράτευσε μαζί με τους Ανδρέα Ζαΐμη και Ανδρέα Λόντο κατά την πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου[5].
Η προδοσία
ΕπεξεργασίαΟι χωρικοί της Επαρχίας Πατρών είχαν πάντοτε προβλήματα λόγω της συνεχούς παρουσίας Οθωμανών στην περιοχή τους που μετακινούνταν από και προς το φρούριο της Πάτρας, τα οποία επιδεινώθηκαν περισσότερο μετά την εισβολή του Ιμπραήμ. Ο Ιμπραήμ Πασάς και ο Δελή Αχμέτ Πασάς προσέλκυσε τους χωρικούς των Ζουμπατοχωρίων με το προσκύνημα, εκμεταλλευόμενος την άθλια κατάστασή τους και τις καλές σχέσεις που ανέπτυξαν αυτοί με τους επίσης ομιλούντες την αλβανική γλώσσα έγκλειστους στην Πάτρα μωαμεθανούς του Λάλα. Άρχισαν οι χωρικοί να έρχονται ελεύθερα σε εμπορικές και φιλικές σχέσεις με τους Τούρκους της Πάτρας, χωρίς να τους ενοχλεί κανείς κατόπιν εντολών των πασάδων. Με την απλή προϋπόθεση της υποταγής (προσκυνήματος). Πρωταγωνιστής σε αυτήν την διαδικασία υπήρξε ο Νενέκος από τον οποίον ἤγοντο καὶ ἐφέροντο όλοι οι Αρβανίτες των χωριών της Πάτρας, όπως ισχυρίζεται ο Φωτάκος[6]. Ο Ιμπραήμ συμπάθησε πολύ τον Νενέκο στον οποίο χάρισε χρήματα, άλογα, του υποσχέθηκε γαίες και ασυδοσία προς αυτόν και όλη τη γενεά του κληρονομικώς και εκτός των άλλων προκάλεσε και σουλτανικό φιρμάνι με το οποίο ονομάστηκε Μπέης Νενέκος. Ο Νενέκος οργάνωσε με τους επίσης προσκυνημένους οπλαρχηγούς 2.000 ενόπλους της περιοχής του που ακολουθούσαν τα στρατεύματα του Ιμπραήμ, σαν οπισθοφυλακή με αρκετές συμμετοχές σε συγκρούσεις με τους επαναστάτες. Όπως αναφέρει ο Φωτάκος γρήγορα οι υπόλοιποι αρχικά σύντροφοι του Νενέκου στο προσκύνημα, οπλαρχηγοί Κοντογεωργακαίοι, Σταμάτης Μποτιώτης, Χαρμπίλας, Γκολφίνος Λουμπεστιάνος, Τσετσεβίτες, Κώστας Γκερμπεσιώτης, οι Αγιοβλασίτες αδελφοί Οικονομόπουλοι αποσπάστηκαν αμέσως από τους προδότες χωρίς να έλθουν σε επαφή με τους Τούρκους, αλλά τα αποτελέσματα δεν άλλαξαν πολύ, αφού τα πλήθη των χωρικών ακολουθούσαν τυφλά τον Νενέκο. Ο Χαρμπίλας και ο Σαγιάς κατόπιν οδηγιών του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη[7] επιχείρησαν μάταια να χρησιμοποιήσουν την επιρροή τους προς απομάκρυνση των κατοίκων των Ζουμπατοχωρίων από τον Νενέκο και τους Τούρκους, με αποτέλεσμα να προχωρήσουν σε στρατιωτικές επιχειρήσεις.
Η παρολίγον σύλληψη του Ιμπραήμ
ΕπεξεργασίαΤο γεγονός που εξόργισε τον Κολοκοτρώνη ήταν ότι ο Νενέκος είχε την ευκαιρία να αιχμαλωτίσει ή να εξοντώσει τον Ιμπραήμ και δεν το έπραξε. Σημειωτέον ότι ο Ιμπραήμ χρησιμοποιούσε κάθε είδους μέσο, τρομοκρατία και βαρβαρότητες, ακόμα και απόπειρες δολοφονίας κατά του Κολοκοτρώνη για να σβήσει την Επανάσταση. Το περιστατικό περιγράφεται από τον Φωτάκο[8]. Ο Ιμπραήμ βρέθηκε στο έλεος του Νενέκου, όταν χάθηκε μόνος του σε δάσος, αλλά ο Νενέκος πιστός στην συμφωνία τους τον περιποιήθηκε και τον οδήγησε ασφαλή στο στρατό του.
Εἰς δὲ τὸν Ἰμβραὴμ ἐρχόμενον, ὡς εἴπαμεν, ἀπὸ τὰς Πάτρας εἰς τὰ Καλάβρυτα συνέβη τὸ ἀκόλουθον συμβάν. Ὅταν ἔφθασεν εἰς τὸ χάνι τοῦ Βερβαινίκου ἐκεῖ ἐπαραδρόμησε, καὶ χωρισθεὶς ἀπὸ τὴν φρουράν του ἐπλανᾶτο ἐμβὰς μέσα εἰς τὸ πλησίον δάσος. Ἀφοῦ δὲ ἐπλανήθη ἕως ἕνα διάστημα, ἐννοήσας τὴν παραδρομήν, ἐπέστρεφε πάλιν ὀπίσω, καὶ κατὰ τύχην ἔπεσεν εἰς τὰς χεῖρας τῶν Τουρκοπροσκυνημένων Ἑλλήνων, οἱ ὁποῖοι κατὰ τὴν διαταγήν του παρηκολούθουν τὸν στρατόν του ὡς ὀπισθοφύλακες. Ὁ Πασᾶς ἦτο μόνον καὶ ἀκολούθει αὐτὸν μόνον ἕνας Τοῦρκος τσιμπουκοδότης. Ὁλόκληρος δὲ αὐτὴν τὴν ἡμέραν ἐβάδιζε μὲ τὸν Νενέκον, καὶ ἐφρουρεῖτο ἀπὸ τοὺς μισθωτοὺς Ἕλληνας. Ἀπὸ δὲ τὸ χάνι τοῦ Βερβαινίκου ἕως τὸ Λιβάδι τῆς Σάλμενας, ὅπου ἐστρατοπέδευσε τὸ διάστημα εἶναι ὀκτὼ περίπου ὡρῶν. Καθ᾿ ὁδὸν δὲ καὶ εἰς τοῦ Δεσπότη τὴν βρύσιν λεγομένην, ἐκεῖ ἐκοιμήθη πολλὴν ὥραν ἀπὸ κάτω εἰς ἕνα δένδρον ἕως ὅτου ἡ ζέστα ἐπέρασεν. Ἔπειτα δὲ ἀφοῦ ἐξύπνησεν, οἱ Ἕλληνες τοῦ ἔδωκαν τροφὴν καὶ ἔφαγε, καὶ μετὰ ταῦτα συνώδευσαν αὐτὸν ἕως τὸ βράδυ καὶ τὸν ὡδήγησαν ἀσφαλῶς εἰς τὸ στρατόπεδον. Φθάσας δὲ ὁ Ἰμβραὴμ εἰς τὸ στρατόπεδον ἐθύμωσε καὶ ἐμάλωσε ὅλους τοὺς σωματάρχας του. Ἔπειτα ἐπαίνεσε τὸν Νενέκον διὰ τὴν πίστιν του, καὶ παρησίᾳ μάλιστα τὸν ἐχάϊδευσε μὲ τὰ χέρια του ἐνώπιον τῶν ἐπισήμων Τούρκων. Ἔπειτα δὲ ἔγραψε καὶ ἐσύστησε πρὸς τὸν Σουλτάνον τὸν Νενέκον διὰ τὴν τοιαύτην πίστιν καὶ εὐεργεσία πρὸς αὐτόν, καὶ ὁ Σουλτάνος τὸν ὠνόμασε Μπέην καὶ τοῦ ἐχάρισε πολλὰς γαίας, καὶ οὕτως ἔκτοτε ὁ Νενέκος ἐλέγετο Μπέης ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Ὁ δὲ Νενέκος τότε ἐλάμβανεν αἰχμάλωτον τὸν Ἰμβραὴμ, ἐὰν ἤθελε. Μάλιστα δὲ ἐκεῖ πλησίον ἦτο τὸ μοναστῆρι τῆς Μακελαριᾶς ὀνομαζόμενον, τὸ ὁποῖον ἦτο ἀπόρθητον. Πλησίον δὲ ἦτο ἐπίσης καὶ ἀσφαλέστερον ἐκείνου τὸ Μέγα Σπήλαιον· οἱ δὲ Τοῦρκοι δὲν θὰ ἐγνώριζαν τὶ ἔγεινεν ὁ ἀρχηγός των· ἀλλ᾿ ὁ ἀσυνείδητος αὐτὸς ἄνθρωπος ἐφύλαξε τὴν πίστιν του πρὸς τοὺς Τούρκους. Ὅλα δὲ ταῦτα ἔμαθεν ὁ Γενικὸς Ἀρχηγός, καὶ ἀγανακτήσας ὡρκίσθη παρρησία ἡμῶν εἰς τὸν Μεγάλον Θεὸν τῶν Ἑλλήνων καὶ εἶπεν, ὄτι ἐπιθυμεῖ τὸν φόνον τοῦ Νενέκου, καὶ ἂν τὸν εὕρισκε πουθενὰ μὲ τὰ ἴδιά του χέρια τὸν ἐφόνευε· (πρᾶγμα πολὺ παράξενον καὶ πρωτάκουστον ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Κολοκοτρώνη νὰ ὁμιλῇ περὶ φόνου, καὶ ὅτι μόνος του θέλει νὰ τὸν κάμῃ). Μετὰ δὲ ταῦτα ὁ Ἀθανάσιος Σαγιᾶς ἐφόνευσε τὸν Νενέκον.
Το τέλος
ΕπεξεργασίαΟ ίδιος ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης περιγράφει λακωνικά στα απομνημονεύματά του την οριστική εντολή του για την εκτέλεση του Νενέκου, που παρέμενε πιστός στους Τούρκους ακόμα και όταν έφτασε ο Ιωάννης Καποδίστριας ως Κυβερνήτης της Ελλάδος[9].
Καὶ τότενες μ᾿ ἔκαμε [ο Καποδίστριας] ἕνα γράμμα διὰ τοὺς προσκυνημένους Πάτρα καὶ λοιπὰ καὶ τοὺς συγχωράει ἡ Κυβέρνησις, καὶ νὰ ἀναχωρήσουν ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Καὶ τὴν ἔκαμε τὴν διαταγὴ ἐπάνω εἰς ἐμένα καὶ ἐγὼ νὰ γράψω νὰ ἡσυχάσουν καὶ νὰ μὴν ἀνακατώνονται πλέον μὲ τοὺς Τούρκους. Τὴν διαταγὴ μὲ τὴν ἔδωκε στὰ ἔβγα τοῦ Γεναρίου καὶ ἔκαμα διαταγὰς εἰς ὅλας τὰς ἐπαρχίας, καὶ ἔτσι οἱ προσκυνημένοι ἐτραβήχθηκαν ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ὁ δὲ Νενέκος εἰς τὰς 26 τοῦ Μαρτίου ἐπῆρε τοὺς Τούρκους καὶ ἐπῆγε κι ἐχάλασε μία οἰκογένεια Καρυτινὴ ὁποὺ ἦτον ἀπὸ παλαιὰ εἰς τὴν Πάτρα (1), ἐσκλάβωσε τὰ παιδιά, οἱ ἄνδρες ἐγλύτωσαν μόνον μὲ τὸ κορμί, μὲ τὸ τουφέκι στὸ χέρι, τοὺς πῆρε 6.000 σφαχτά. Εἰς τὰ 26, ὅταν ἐπρωτοπροσκύνησε, εἶχα διατάξει ἕναν λεγόμενον Σαγιᾶ νὰ τὸν σκοτώσει. Ὁ Σαγιᾶς μοῦ ἐζήτησε τὴν ἄδειαν καὶ ἐγὼ εἶχα τὴν ὄρεξιν, καὶ πάλιν ὅταν ἄκουσα καὶ ἐσκλάβωσε τοὺς Ἕλληνας τὸν ἐντεμπίχιασα μὲ ἕνα γράμμα: «Ἄπιστε, διατί δὲν τὸν σκοτώνεις, ποὺ ἀκόμη μὲ τοὺς Τούρκους εἶναι, ἀφοῦ ἦλθε ὁ Κυβερνήτης;» Τότε ὁ Σαγιᾶς ἔσμιξε τὸν Νενέκο καὶ ἐσκοτώθη (2) ὁ Νενέκος. Εἰς τὰ 1828 ἔγιναν παράπονα. Ὁ Νενέκος εἶχε φερμάνι ἀπὸ τὴν Πόλη καὶ τὸν ἔλεγαν Μπέη Νενέκο.
Ο εκτελεστής του Νενέκου, ήταν ο Αθανάσιος Σαγιάς, κατά μία εκδοχή ήταν γυναικαδελφός και πρωτοπαλήκαρο του Νενέκου. Ο Φωτάκος τον αναφέρει σαν εξάδελφό του. Κατά την οικογενειακή παράδοση που αναφέρει ο Πέτρος Μπαλιώτης, από το χωριό Αγία Σωτήρα (Πέρα) Μεσσηνίας, ο Σαγιάς ήταν πρόγονός του και η ιστορία του διασώθηκε γραπτώς.[10] Σύμφωνα με την εκδοχή αυτή ο Σαγιάς, αρχικά δέχθηκε να πραγματοποιήσει την εκτέλεση αλλά σύντομα μετάνιωσε και μετακινήθηκε στη Μεσσηνία. Τελικά τον βρήκαν οι άνθρωποι του Κολοκοτρώνη και τον υποχρέωσαν να πραγματοποιήσει την υπόσχεσή του. Λόγω του τίτλου του Μπέη που έφερε ο Νενέκος, υπήρξε επίσημη διαμαρτυρία στην Ελληνική Πολιτεία από την Οθωμανική Πύλη.
Σωζόμενος θρήνος για τον Νενέκο
ΕπεξεργασίαΦαίνεται όμως ότι ο Νενέκος εξακολουθούσε να έχει αρκετή υπόληψη ανάμεσα στους κατοίκους των Ζουμπατοχωρίων, όπως φαίνεται από θρηνητικά τραγούδια της περιοχής τους που διέσωσε ο συμβολαιογράφος Δημήτριος Ζαλογγίτης στα τέλη 19ου αιώνα[11].
Θρήνος για τον Νενέκο (1) | |||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Αρχικό κείμενο (αρβανίτικα) | Μετάφραση | ||||||||||||
,Ατε μπατάνε με κιτάνε, | Εκεί απέναντι απο'δω | ||||||||||||
,βράνε Νενέκο καπετάνε, | σκότωσαν τον καπετάν Νενέκο | ||||||||||||
,βάνε τρι μόστρα ερίνε-κλάνε, | πήγαν τρεις αδελφές και τον κλαίνε | ||||||||||||
,ε νιέρε ιφσίνε γκιάνε, | η μία του σφούγγαγε τα αίματα | ||||||||||||
,ε νιέτρα ντρέθ μουσαινε, | και η άλλη του στριβε τα μουστάκια. |
Από δεύτερο τραγούδι για το θάνατο του Νενέκου, διαπιστώνεται ότι ο Σαγιάς εξαπάτησε τον Νενέκο αφού τον προσκάλεσε δήθεν για να του βαπτίσει το παιδί, ενώ στην ενέδρα που ακολούθησε σκοτώθηκε και κάποιος Αγγελής Σκιαδάς (ενδεχομένως συνοδός του Νενέκου).
Θρήνος για τον Νενέκο (2) | |||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Αρχικό κείμενο (αρβανίτικα) | Μετάφραση | ||||||||||||
,Ατιε μπατάνε μαπετάνο | Απ'εδώ στο λαγκάδι κι'απο κει | ||||||||||||
Βράνε Νενέκο καπετάνο | σκότωσαν τον καπετάν Νενέκο | ||||||||||||
έδε Αγγελή Σκιαδάνο | και τον Αγγελή Σκιαδά | ||||||||||||
Αι άτιμο Σαγιάνο | Άι άτιμε Σαγιά | ||||||||||||
ε καλέσι τι πακζιώνι νι ντιάχι | σαν τους κάλεσες να βαφτίσουν το παιδί | ||||||||||||
αι ιβράσι μπαμπεσί | αυτούς έφαγες μπαμπέσικα. |
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ Χρήστου Π. Κορύλλου, Χωρογραφία της Ελλάδος. Α'. Νομός Αχαΐας, Εκ του Τυπογραφείου των Καταστημάτων "Ανέστη Κωνσταντινίδου", Εν Αθήναις 1903.
- ↑ Φ. Χρυσανθακόπουλου, Βίοι Πελοποννησίων ανδρών... (Αθανάσιος Σαγιάς), 1888.
- ↑ slang.gr ορισμοί για: νενέκος
- ↑ Στρατηγού Κανέλλου Δεληγιάννη, Απομνημονεύματα.
- ↑ Χρυσανθόπουλος Φώτιος – Φωτάκος, Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ.Β΄, σελ. 398.
- ↑ Χρυσανθόπουλος Φώτιος – Φωτάκος, Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ.Α΄, σελ. 395.
...ὁ δὲ Κολοκοτρώνηςπάλιν διὰ τὸ γενόμενον τοῦτον χωρισμὸν εἰς μὲν τὰς Πάτρας διώρισε τοὺς ἀδελφοὺς Κουμανιωταίους,εἰς δὲ τὰ Καλάβρυτα τὸν Β. Πετιμεζᾶν καὶ τοὺς λοιποὺς ἀδελφούς του, καὶ εἰς τὴν Βοστίτσαν πρῶτον μὲν τὸν Δημήτριον Μελετόπουλον, δεύτερον δὲ τὸν Ἰωάννην Φεϊζόπουλον. Οἱ διορισμοὶ αὐτοὶ βεβαίως δὲν ἦσαν ἀρεστοὶ εἰς τὴν φατρίαν τῶν ἀρχόντων, ὡς τοῦτο ἐφανερώθη ἔπειτα, διότι οἱ Ἀλβανοὶ καπεταναῖοι, καὶ ἰδίως ὁ Νενέκος, ὅστις καὶ ἀρχηγὸς ἐδείχθη ὅλων τῶν Τουρκοπροσκυνημένων, ἄρχισαν, ὡς εἴπαμεν, κρυφίως νὰ συνεννοῶνται μὲ τοὺς Τούρκους, οἱ δὲ προσκυνήσαντες δὲν ἦσαν καθώς τινες λέγουσι, γενικῶς αἱ τρεῖς ἐπαρχίαι τῶν Πατρῶν, τῶν Καλαβρύτων καὶ τὴς Βοστίτσας, ἀλλὰ μόνον ὀλίγα χωρία καὶ ὀλίγα ἄτομα, καὶ τοῦτο διὰ τὸν φόβον τῶν Ζουμπεταίων, διότι τὰ χωρία ταῦτα λέγονται Ζουμπατοχώρια, καὶ ἐπειδὴ ἐγνώριζαν τὴν Ἀλβανικὴν γλῶσσαν εὐκόλως συνεννοοῦντο καὶ ἐσυμβιβάζοντο μὲ τοὺς Τούρκους καὶ εὐκολώτερον μὲ τοὺς Λαλαίους. Εἰς τὴν Πελοπόννησον καθ᾿ ὅλας σχεδὸν τὰς ἐπαρχίας κατοικοῦν πρὸ πολλῶν χρόνων ποῦ μὲν πολλοί, ποῦ δὲ ὀλίγοι ἐκ τῆς φυλῆς τῶν Ἀλβανῶν, οἵτινες ἀκόμη καὶ σήμερον διασώζουν τὸ ξένον ἦθος, καὶ ἄσχετον μὲ τοὺς γνησίους Ἕλληνας. Οἱ δὲ ἄνθρωποι αὐτοὶ εὔκολα παραδίδονται εἰς τὴν ὕλην, καὶ διὰ νὰ αἰσχροκερδήσουν προδίδουν τὰ πάντα.Τοιοῦτοι ἦσαν οἱ Ἕλληνες, οἵτινες παρεκινήθησαν ἀπὸ τὸν Δελῆ Ἀχμὲτ πασᾶν εἰς τὸ προσκύνημα· τὸν Τοῦρκον τοῦτον, τοῦ ὁποῖου ἡ πονηρία, καὶ ἡ μεγάλη του κολακεία ἑνώθησαν μὲ την πλεονεξίαν τοῦ Νενέκου καὶ ἐτεχνάσθησαν μυρίους τρόπους καὶ μέσα ὅπως διαδώσουν τὸ προσκύνημα. - ↑ Κολοκοτρώνης Θεόδωρος, Ελληνικά Υπομνήματα Αφορώντα την Ελληνικήν Επανάστασιν, σελ. 470.
- ↑ Χρυσανθόπουλος Φώτιος – Φωτάκος, Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ.Α΄ και Β΄.
- ↑ Διήγησις συμβάντων της Ελληνικής Φυλής από τα 1770 έως τα 1836, υπαγόρευσε ο Θεόδωρος Κωνσταντίνου Κολοκοτρώνης (στον Γ. Τερτσέτη), Τύποις Χ. Νικολαΐδου Φιλαδελφέως, Αθήνησιν 1846.
- ↑ «Πέτρου Μπαλιώτη, "Αναζητώντας τις Ρίζες μας"». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Ιουλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 17 Απριλίου 2011.
- ↑ Γεώργιος Λιάκος, Οι Αρβανίτες της Αχαΐας και η θέση τους στην τοπική ιστορία [πτυχιακή εργασία], Πανεπιστήμιο Πατρών, Σχολή Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών, Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης, Πάτρα 2004.
Πηγές
Επεξεργασία- Διήγησις συμβάντων της Ελληνικής Φυλής από τα 1770 έως τα 1836, υπαγόρευσε ο Θεόδωρος Κωνσταντίνου Κολοκοτρώνης (στον Γ.Τερτσέτη), Αθήνησιν Τύποις Χ. Νικολαΐδου Φιλαδελφέως, 1846.
- Στρατηγού Κανέλλου Δεληγιάννη, Απομνημονεύματα.
- Φώτιος – Φωτάκος Χρυσανθόπουλος, Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. Α΄-Β΄.
- Φώτιος Χρυσανθόπουλος, επιμ. (1888). Βίοι Πελοποννησίων ανδρών και των εξώθεν εις την Πελοπόννησον ελθόντων κληρικών, στρατιωτικών και πολιτικών των αγωνισαμένων τον αγώνα της επαναστάσεως. Αθήνα: Σταύρος Ανδρόπουλος, Τυπογραφείο Π. Δ. Σακελλαρίου. Ανακτήθηκε στις 10 Απριλίου 2010.
Περαιτέρω βιβλιογραφία
Επεξεργασία- Τάκης Αργ. Σταματόπουλος, «Δημήτρης Νενέκος. Ο προσκυνημένος προδότης του Εικοσιένα» στο: Τάκης Αργ. Σταματόπουλος, Χρονικά και Μελέτες, εκδ. Κάλβος, Αθήνα 1977, σελ. 36-48.