Βυζαντινά τείχη της Θεσσαλονίκης
Συντεταγμένες: 40°38′33″N 22°57′16″E / 40.64250°N 22.95444°E
Τα βυζαντινά τείχη της Θεσσαλονίκης έχουν σήμερα μήκος περίπου 4 χιλιόμετρα, αλλά η αρχική περίμετρος που κάλυπταν ήταν 8 χιλιόμετρα και το ύψος τους ήταν 10-12 μέτρα.[1] Το τείχος για πολλούς αιώνες περιέβαλλε την πόλη, περιλαμβάνοντας στη νοτιοδυτική πλευρά προς τον Θερμαϊκό κόλπο παραθαλάσσια τείχη, τα οποία όμως σήμερα δεν υπάρχουν. Στη βορειοανατολική πλευρά ανεβαίνει προς τα υψώματα, περιλαμβάνοντας την ακρόπολη, μέσα στην οποία βρίσκεται και το αμυντικό σύμπλεγμα του Επταπυργίου.
Βυζαντινά τείχη της Θεσσαλονίκης | |
---|---|
Είδος | γεωγραφικό αντικείμενο και τείχη της πόλης |
Αρχιτεκτονική | βυζαντινή αρχιτεκτονική |
Γεωγραφικές συντεταγμένες | 40°38′33″N 22°57′16″E |
Διοικητική υπαγωγή | Δήμος Θεσσαλονίκης |
Τοποθεσία | Θεσσαλονίκη |
Χώρα | Ελλάδα |
Προστασία | αρχαιολογικός χώρος στην Ελλάδα και τμήμα μνημείου παγκόσμιας κληρονομιάς (από 1988) |
Πολυμέσα | |
δεδομένα (π) |
Στο δυτικό και ανατολικό τείχος υπάρχουν τριγωνικοί πρόβολοι, ενώ στα πιο ψηλά σημεία και ιδίως στο τμήμα που χωρίζει την ακρόπολη από την πόλη υπάρχουν ορθογώνιοι πύργοι. Το χτίσιμο τους περιλαμβάνει επαναλαμβανόμενες σειρές τούβλων και πετρωμάτων διακοσμημένες με χριστιανικά (σταυρούς) και αρχαιοελληνικά σύμβολα (απεικονίσεις του Ήλιου, ρόμβους). Επίσης, στο δυτικό τμήμα, στην οδό Κλαυδιανού υπάρχουν πολλά επάλληλα πλίνθινα τόξα. Στα τείχη υπάρχουν σήμερα περίπου 50 πύργοι. Μεταξύ αυτών οι κυριότεροι, βυζαντινής περιόδου, είναι: στα δυτικά ο Πύργος του Κλαυδιανού, στα νότια ο Πύργος του Αναγλύφου, στα ανατολικά ο Πύργος του Ορμίσδα (5ος μ.Χ. αιώνας) και στα βόρεια τείχη ο Πύργος του Ανδρόνικου Λαπαρδά και ο Πύργος του Μανουήλ Παλαιολόγου. Επίσης, κατά την οθωμανική περίοδο κατασκευάζονται κυλινδρικού σχήματος πύργοι όπως στο νοτιοανατολικό άκρο ο Λευκός Πύργος και στο βορειοανατολικό άκρο ο Πύργος της Αλύσεως ή Πύργος του Τριγωνίου (15ος αι.) και στο νοτιοδυτικό άκρο των τειχών στο Φρούριο Βαρδαρίου ο πολυγωνικός Πύργος του Τοπ Χανέ.[2] Παρόμοιας τεχνοτροπίας είναι και τα βυζαντινά τείχη που σώζονται στην Κωνσταντινούπολη.
Σήμερα αποτελούν ιδιαίτερο και αξιόλογο μνημείο της Θεσσαλονίκης καθώς και ένα εκ των τοποσήμων αυτής, ενώ έχουν χαρακτηριστεί επίσημα Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτισμικής Κληρονομιάς από την ΟΥΝΕΣΚΟ.
Ιστορία
ΕπεξεργασίαΗ πρώτη οχύρωση της νεόκτιστης πόλης του Κασσάνδρου που έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωσή της ξεκινά από τον 3ο αιώνα π.Χ. Η ρωμαϊκή κατάκτηση (167 π.Χ.) που έφερε τη ρωμαϊκή ειρήνη έκανε τα τείχη περιττά, οπότε περί τα μέσα του 1ου π.χ. αιώνα ήταν ήδη ερειπωμένα.[3]
Τον 3ο αιώνα μ. Χ. χτίσθηκαν οχυρώσεις για την προστασία της πόλης από τους Γότθους με υλικά από προηγούμενα οικοδομήματα. Με τις οχυρώσεις αυτές αποκρούσθηκαν δύο γοτθικές επιθέσεις, το 254 και το 268. Το ρωμαϊκό τείχος ήταν μονό, πλάτους 1,65 μ., με τετράγωνους πύργους.[3] Ο κεντρικός δρόμος της πόλης (Λεωφόρος ή Μέση) εκτεινόταν από την Χρυσή Πύλη στα δυτικά (πλατεία Βαρδαρίου) ως την Κασσανδρεωτική Πύλη στα ανατολικά (βλ. και χάρτη). Το νότιο τείχος εκτεινόταν κατά τι νοτιότερα της σημερινής οδού Τσιμισκή.
Στις αρχές του 4ου αιώνα περνούν από τη Θεσσαλονίκη ο Γαλέριος και ο Μέγας Κωνσταντίνος και ενισχύουν τα τείχη. Στο τέλος του 4ου αιώνα ανεγείρεται δεύτερο τείχος εξωτερικά του προηγουμένου με τριγωνικές προεξοχές. Το σήμερα ορατό τείχος χτίστηκε από το τέλος του 4ου ως τα μέσα του 5ου αιώνα,[1] ενώ ένα επόμενο πρόγραμμα βελτίωσης υλοποιείται τον 7ο αιώνα επί Ηρακλείου προκειμένου να στηριχθεί η άμυνα της πόλης κατά των Αβάρων και των Σλάβων. Το 904 η πόλη καταλαμβάνεται από τους Σαρακηνούς με επίθεση από την πλευρά της θάλασσας, γεγονός που προκαλεί την ενίσχυση των θαλασσίων τειχών μετά την αποχώρηση των Σαρακηνών.
Σχετικά με αυτούς που έχτισαν διάφορα σημεία του τείχους μας πληροφορούν επιγραφές που έχουν βρεθεί κατά καιρούς. Η πρώτη αναφέρει ότι "τείχεσιν αρρήκτοις Ορμίσδας εξετέλεσε τήνδε πόλιν ... χείρας έχων καθαράς". Για το ποιος μπορεί να ήταν ο Ορμίσδας αυτής της επιγραφής οι απόψεις διΐστανται. Σύμφωνα με μία άποψη ήταν (πιθανώς περσικής καταγωγής) αρχηγός αποσπάσματος που βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη με τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Α' γύρω στο 380,[4] ενώ κατ' άλλη άποψη ήταν έπαρχος πραιτωρίων Ιλλυρικού και έχτισε το τείχος περί το 442/3.[5][6]
Μια άλλη επιγραφή με την αναφορά "επί του αγιοτάτου αρχιεπισκόπου Ευσέβιου εγένετο ορισμός αυτού" μας πληροφορεί πως έγινε προσθήκη στα τείχη επειδή ο αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Ευσέβιος (590-604)[7] τάχθηκε υπέρ της πρόσθετης οχύρωσης της πόλης κατά τη διάρκεια της αυτοκρατορίας του Μαυρίκιου, όταν η πόλη πολιορκούνταν από τους Σλάβους.
Άλλη επιγραφή κοντά στα τείχη της πλατείας Ελευθερίας μας ενημερώνει για τις εργασίες που έγιναν περί τις αρχές του 10ου αιώνα στα τείχη προς την πλευρά της θάλασσας. Αναφέρει συγκεκριμένα ότι "ανεκαινίσθη επί Λέοντος και Αλεξάνδρου των αυταδέλφων και αυτοκρατόρων και φιλοχρίστων ημών βασιλέων και επί Νικολάου του οικουμενικού ημών πατριάρχου - ανεκαινίσθη επί Λέοντος βασιλικού πρωτοσπαθαρίου και στρατηγού Θεσσαλονίκης του Χατζιλάκη, και επί Ιωάννου αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης του εντοπίου". Ο εν λόγω στρατηγός Λέων Χατζιλάκης αναφέρεται από τον Ιωάννη Καμινιάτη στο Χρονικό της Αλώσεως της Θεσσαλονίκης από τους Σαρακηνούς.[8] Είχε αποσταλεί από τον αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ' τον Σοφό για να οργανώσει την άμυνα της πόλης εν όψει της επιδρομής των Σαρακηνών. Ο Χατζιλάκης προτίμησε να ακυρώσει το προηγούμενο σχέδιο άμυνας του πρωτοσπαθάριου Πετρωνά για δημιουργία υποθαλάσσιου φράγματος μπροστά από τα θαλάσσια τείχη και να στρέψει τις προσπάθειες στην ενίσχυση των αδύναμων και μικρού ύψους θαλασσίων τειχών, αλλά δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει το έργο έγκαιρα. Οι Σαρακηνοί μπήκαν στην πόλη την τρίτη μόλις ημέρα της πολιορκίας από την προβληματική πλευρά της θάλασσας. Στη συνέχεια έμειναν ένα δεκαήμερο για σφαγές και λεηλασίες κι έφυγαν με 22.000 αιχμαλώτους.
Η πόλη αλώθηκε επίσης το 1185 από τους Νορμανδούς της Σικελίας. Το χρονικό των γεγονότων που οδήγησαν στην πολιορκία και άλωση γράφτηκε από τον αρχιεπίσκοπο Ευστάθιο.
Το 1308 πολιόρκησαν τη Θεσσαλονίκη οι Καταλανοί μισθοφόροι χωρίς επιτυχία.
Μια επιγραφή υποδεικνύει ότι ένα τμήμα κοντά στην θάλασσα κοντά στον Λευκό Πύργο ξαναχτίστηκε το 1316: "Ανεκτίσθη εκ βάθρων τοδε [] του τείχους δια συνδρομής και συνεργίας του πανσεβάστου λογοθέτου του στρατιωτικού του Υαλέου, κεφαλατικεύοντος εν τήδε πόλει Θεσσαλονίκη κατά τον χρόνον ιδ΄ ινδικτιώνος του στωκδ΄ έτους".
Το 1355 μ.Χ. η αυτοκράτειρα Άννα Παλαιολογίνα επιδιόρθωσε ένα μέρος των τειχών δημιουργώντας δύο πύλες. Στην μία εξ αυτών υπάρχει η εξής επιγραφή: "Ανηγέρθη η παρούσα πύλη ορισμώ της κραταιάς και αγίας ημών κυρίας και Δεσποίνης κυράς Άννης της Παλαιολογίνης υπηρετήσαντος καστροφύλακος Ιωάννου Χαμαετού του κοιαίστορος τω στωξδ΄ έτει ινδικτιώνι θ΄. Η επιγραφή στην βόρεια πλευρά μας πληροφορεί ότι: Σθέν[ε]ι Μανουήλ του κρατίστου δεσπότου ήγειρε τον δε πύργον, αυτώ τειχίω Γεώργιος Δουξ Απόκαυκος εκ βάθρων. Σθένει Μανουήλ του Κρατίστου".
Το 1430 η πόλη αλώθηκε από τους Οθωμανούς, οι οποίοι επίσης συνέβαλαν στην συντήρηση και επέκταση των τειχών και έμειναν στη Θεσσαλονίκη ως το 1912.
Το 1874 κατεδαφίσθηκε το θαλάσσιο τείχος κι ένα μέρος του ανατολικού τείχους επειδή θεωρήθηκε ότι εμπόδιζαν την ανάπτυξη της πόλης.
Σήμερα τα Βυζαντινά Τείχη υπάγονται στην Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Θεσσαλονίκης και αποτελούν Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς.[9]
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 Ευγενίδου, Δέσποινα (1998). Κάστρα Μακεδονίας και Θράκης. Αθήνα: Αδάμ. σελ. 119-129. ISBN 960-500196-9.
- ↑ «ThessHistory: Τα τείχη της Θεσσαλονίκης». www.thessnews.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Απριλίου 2019. Ανακτήθηκε στις 4 Απριλίου 2021.
- ↑ 3,0 3,1 Αποτυπώματα. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών Α.Π.Θ. 2012. ISBN 978-960-9694-14-8.
- ↑ Γούναρης, Γεώργιος (11/1971). «Παρατηρήσεις τινές επί της χρονολογίας των τειχών της Θεσσαλονίκης». Μακεδονικά. doi:. http://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/makedonika/article/view/6498. Ανακτήθηκε στις 28/12/2015.
- ↑ Vickers, Michael (Δεκέμβριος 1972). «Further observations on the chronology of the walls of Thessaloniki». Μακεδονικά. http://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/makedonika/article/download/6560/6294. Ανακτήθηκε στις 28/12/2015.
- ↑ Croke, Brian. «Hormisdas and the Late Roman Walls of Thessalonika». Greek, Roman, and Byzantine Studies. Duke University. Ανακτήθηκε στις 28 Δεκεμβρίου 2015.
- ↑ Krumbacher, Karl (1900). Ιστορία της Βυζαντινής Λογοτεχνίας. 1. Αθήνα: Π. Δ. Σακελλαρίου. σελ. 105.
- ↑ Καμινιάτης, Ιωάννης· Ιωάννης Ευστάθιος Αναγνώστης (2009). Χάρης Μέσσης, επιμ. Χρονικά των αλώσεων της Θεσσαλονίκης. Αθήνα: Άγρα. σελ. 93. ISBN 978-960-325-857-5.
- ↑ «Paleochristian and Byzantine Monuments of Thessalonika». UNESCO World Heritage Centre (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 21 Μαΐου 2023.
Βιβλιογραφία
Επεξεργασία- Ασπιώτη, Λίλα. Τα κάστρα της Θεσσαλονίκης. Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη, 2003
- Βελένης, Γ. Τα τείχη της Θεσσαλονίκης: από τον Κάσσανδρο ως τον Ηράκλειο. Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 1998.
- Γκαλά-Γεωργιλά, Έλλη, Πληροφορίες για τη θαλάσσια οχύρωση της Θεσσαλονίκκης στην περιοχή της πλατείας Ελευθερίας, Θεσσαλονικέων Πόλις, τχ. 1 (Ιαν. 2000), σ. 17-34
- Γούναρης, Γεώργιος. Τα τείχη της Θεσσαλονίκης. Θεσσαλονίκη: ΙΜΧΑ, 1976
- Ευγενίδου, Δέσποινα. Κάστρα Μακεδονίας και Θράκης. Αθήνα: Εκδόσεις Αδάμ, 1998
- Μαρκή, Ευτέρπη [και] Κωνσταντινίδου, Κρινιώ, Ο οχυρωματικός περίβολος του Λευκού Πύργου και άλλες οχυρώσεις στη Θεσσαλονίκη, Το αρχαιολογικό έργο στη Μακεδονία και στη Θράκη, τ. 19 (2005), σ. 211-220
- Στεφάνου, Στέργιος Ν. Ο πύργος Τριγωνίου: συμβολή στη μελέτη των τουρκικών οχυρώσεων της Θεσσαλονίκης, Βυζαντινά, τ. 14 (1988), σ. 413-455
- Τσανανά, Αικατερίνη. Επταπύργιο: η ακρόπολη της Θεσσαλονίκης. Αθήνα: Καπόν, 2001
- Φωτιάδης, Περικλής Γ., Παρατηρήσεις στο θαλάσσιο τείχος της Θεσσαλονίκης, Μακεδονικά, τ. 32 (1999-2000), σ.. 113-123
- Πεϊσίδου, Μελίνα [και] Χατζηϊωαννίδης, Αλέξανδρος, Αρχαιολογικές παρατηρήσεις στα βόρεια τείχη της Θεσσαλονίκης, Μακεδονικά, τ. 39 (2009), σ. 21-47