Βρετανική Κολομβία

επαρχία του Καναδά

Η Βρετανική Κολομβία (αγγλικά: British Columbia‎‎, γαλλικά: Colombie-Britannique‎‎) είναι η πλέον δυτική επαρχία του Καναδά, γνωστή για τις φυσικές ομορφιές της.

Βρετανική Κολομβία

Σημαία

Εθνόσημο
Τοποθεσία της χώρας στον κόσμο
Βικτώρια
Μεγαλύτερη πόλη
Βανκούβερ
Αγγλικά
Τζάνετ Όστιν
Ντέιβιντ Έμπαϊ
 • Σύνολο
 • % Νερό

944.735 km2
19.549 (2,1%)
Πληθυσμός
 • Εκτίμηση 2024 
 • Απογραφή 2021 
 • Πυκνότητα 

5.698.430[1]  
5.000.879[2]  
6,0 κατ./km2 
ΑΕΠ (ΙΑΔ)
 • Ολικό  (2013)
 • Κατά κεφαλή 

C$229,685 δις[3]  
C$50.121  
UTC-7, UTC-8
Η θέση της Βρετανικής Κολομβίας στη Βόρειο Αμερική
Συνοπτικός χάρτης της Βρετανικής Κολομβίας

Η Βρετανική Κολομβία έχει έκταση 944.735 τ.χλμ. που ισοδυναμεί στο 9,5% περίπου της έκτασης όλου του Καναδά και κατοικείται από 5.000.879 κατοίκους, σύμφωνα με την απογραφή του 2021[2] και αντιπροσωπεύει το 13,5% του πληθυσμού της χώρας. Με βάση τον πληθυσμό της, η Βρετανική Κολομβία είναι η τρίτη μεγαλύτερη επαρχία του Καναδά, μετά το Οντάριο και το Κεμπέκ.

Πρωτεύουσα της Βρετανικής Κολομβίας είναι η Βικτωρία (335.696 κάτοικοι), αλλά η μεγαλύτερη σε πληθυσμό πόλη της επαρχίας είναι το Βανκούβερ (2.264.823 κάτοικοι), που είναι και σημαντικό λιμάνι, σύμφωνα με την απογραφή του 2016.[4]

Σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση για το 2024, ο πληθυσμός της Βρετανικής Κολομβίας, ανέρχεται σε 5.698.430 κατοίκους.[1]

Γεωγραφία

Επεξεργασία
 
Ο ισθμός της Γεωργίας (Strait of Georgia), κοντά στο Βανκούβερ
 
Ο Εθνικός Δρυμός Γιόχο (Yoho National Park) στα Βραχώδη Όρη της Βρετανικής Κολομβίας
 
Το όρος Ρόμπσον (Mount Robson) στα καναδικά Βραχώδη Όρη

Η Βρετανική Κολομβία αποτελεί το δυτικό άκρο του Καναδά και βρέχεται από τον Ειρηνικό ωκεανό. Βορειοδυτικά συνορεύει με την Αλάσκα των Ηνωμένων Πολιτειών. Νότια, η επαρχία συνορεύει με τις αμερικανικές πολιτείες Ουάσιγκτον, Άινταχο και Μοντάνα, ανατολικά με την Αλμπέρτα, και βόρεια με το Γιούκον και τα Βορειοδυτικά Εδάφη του Καναδά.

Το εσωτερικό της επαρχίας χαρακτηρίζεται από τους εντυπωσιακούς όγκους των Βραχωδών Ορέων, μεταξύ των οποίων παρεμβάλλονται πανέμορφες κοιλάδες πλούσιες σε δάση. Το 75% της επαρχίας έχει υψόμετρο μεγαλύτερο από 1000 μέτρα· το 60% καλύπτεται από δάση και μόνο το 5% του εδάφους της αποτελεί καλλιεργήσιμη γη. Τα δάση της Βρετανικής Κολομβίας είναι πολύ πλούσια σε πανίδα και χλωρίδα. Για τον λόγο αυτό, περίπου 200 τοποθεσίες της επαρχίας, με συνολική έκταση περίπου 114.000 τ.χλμ. (το 12,5% της έκτασης της επαρχίας), έχουν χαρακτηριστεί προστατευόμενοι εθνικοί δρυμοί.

Η κοιλάδα Οκανάγκαν στο εσωτερικό της Βρετανική Κολομβία είναι πλούσια σε αμπελοκαλλιέργειες και εκεί παράγονται μερικά από τα καλύτερα καναδικά κρασιά, καθώς και μηλίτης (κρασί από μήλα).

Η ακτογραμμή της Βρετανικής Κολομβίας χαρακτηρίζεται από πολλούς απότομους κόλπους, όρμους (φιορδ) και ισθμούς που δημιουργήθηκαν από παγετώνες. Κοντά στην ακτογραμμή της, υπάρχουν και περίπου 6.000 νησιά, τα μεγαλύτερα εκ των οποίων είναι η νήσος Βανκούβερ και οι νήσοι της Βασίλισσας Σαρλότ. Η δυτική πλευρά της νήσου Βανκούβερ και όλη σχεδόν η δυτική ακτή της Βρετανική Κολομβία καλύπτεται από παρθένα δάση της εύκρατης ζώνης. Η περιοχή αποτελεί ένα από τα ελάχιστα εναπομείναντα αδιατάρακτα εύκρατα οικοσυστήματα του κόσμου. (Άλλα παρθένα εύκρατα οικοσυστήματα υπάρχουν μόνον στην πολιτεία της Ουάσιγκτον των ΗΠΑ, στη Χιλή, στην Αυστραλία και στην ανατολική Σιβηρία.)

Στα παρθένα δάση της Βρετανικής Κολομβίας ζουν καφέ και μαύρες αρκούδες, ελάφια, τάρανδοι, άλκες, αγριοπρόβατα και αγριοκάτσικα, κάστορες, λύκοι, καθώς και πολλά άλλα είδη θηλαστικών, πουλιών και ψαριών τα οποία είναι σπάνια πλέον στην υπόλοιπη Βόρειο Αμερική.

Τα μεγαλύτερα αστικά κέντρα της επαρχίας είναι το Βανκούβερ, φυσικό λιμάνι χτισμένο κοντά στις εκβολές του ποταμού Φρέιζερ, και η πρωτεύουσα της επαρχίας Βικτωρία, που βρίσκεται στο νότιο άκρο της νήσου Βανκούβερ. Άλλα σημαντικά αστικά κέντρα είναι το Άμποτσφορντ (Abbotsford, 121.279 κάτοικοι), η Κελόουνα (Kelowna, 151.957 κάτοικοι), το Κάμλουψ (Kamloops, 78.026 κάτοικοι), το Νάναϊμο (Nanaimo, 92.004 κάτοικοι), ο Πρίγκηπας Γεώργιος (Prince George, Πρινς Τζορτζ, 65.510 κάτοικοι), το Τσίλλιγουακ (Chilliwack, 73.161 κάτοικοι) και το Βερνόν (Vernon, 48.073 κάτοικοι) σύμφωνα με την απογραφή του 2016.[4] Η κεντρική και βόρεια Βρετανική Κολομβία είναι ορεινή — με εξαίρεση το ΒΑ άκρο της επαρχίας που είναι πεδινό — και σχεδόν ακατοίκητη.

 
Παραδοσιακό σπίτι αυτοχθόνων Κουάκιουτλ (Kwakiutl) της Βρετανικής Κολομβίας διακοσμημένο παραδοσιακές εικόνα και τοτέμ. Το συγκεκριμένο σπίτι βρίσκεται σε πάρκο της Βικτωρίας

Αρχαιολογικά ευρήματα αποδεικνύουν ότι η σημερινή Βρετανική Κολομβία κατοικήθηκε από αυτόχθονες Ινδιάνους ήδη από το 9500 π.Χ. Η περιοχή ήταν από τα πλέον πυκνοκατοικημένα μέρη στα προαποικιακά χρόνια. Όταν άρχισαν να καταφθάνουν οι πρώτοι ευρωπαίοι εξερευνητές, σχεδόν ο μισός πληθυσμός των αυτοχθόνων του Καναδά κατοικούσε στην περιοχή της σημερινής Βρετανικής Κολομβίας. Οι αυτόχθονες της περιοχής μιλούσαν τριάντα διαφορετικές γλώσσες. Η ασχολία των αυτοχθόνων ήταν η γεωργία, η αλιεία και το κυνήγι. Από τις πλέον χαρακτηριστικές δημιουργίες των αυτοχθόνων της περιοχής είναι τα τοτέμ, ξύλινα γλυπτά στα οποία συνήθως κάθε οικογένεια κατέγραφε την ιστορία της.

Στη νήσο Βανκούβερ και στις κοντινές ακτές κατοικούσαν οι φυλές Σάλις (Coast Salish), Νουτσανούλθ (Nuu-chah-nulth) και Κουάκιουτλ (Kwakiutl ή Kwakwakaw’akw). Η φυλή Κούτνεϋ (Kootenay) έλεγχε τις θερμές πηγές κοντά στα Βραχώδη Όρη. Η φυλή Ντάκελ ή Μεταφορείς (Dakelh ή Carrier) μετακινούνταν με στοιχειώδη πλωτά μέσα στις εσωτερικές κοιλάδες της επαρχίας. Η φυλή Τσίμσιαν (Tsimshian) κατοικούσε στις ΒΔ ακτές της επαρχίας, και η φυλή Τλίνγκιτ (Tlingit) κατοικούσε στα σημερινά όρια Βρετανικής Κολομβίας και Αλάσκας. Οι Σεκάνι (Sekani) και οι Ντουνέζα ή Κάστορες (Dunneza ή Beaver) κατοικούσαν στα ΒΑ της επαρχίας κοντά στα όρια με τη σημερινή Αλμπέρτα, ενώ οι Χάιντα (Haida) κατοικούσαν στις σημερινές νήσους της Βασίλισσας Σάρλοτ.

Η περιοχή εξερευνήθηκε από Ευρωπαίους θαλασσοπόρους στα τέλη του 18ου αι. Πρώτοι οι Ισπανοί παρέπλευσαν την περιοχή μέχρι τις σημερινές νήσους της Βασίλισσας Σάρλοτ στα 1774, χωρίς ωστόσο να αποβιβαστούν σε κάποια ακτή. Το 1778, ο Βρετανός θαλασσοπόρος Τζέιμς Κουκ αποβιβάστηκε στη νήσο Νούτκα (Nootka), που βρίσκεται πολύ κοντά στις δυτικές ακτές της νήσου Βανκούβερ. Οι Ισπανοί έχτισαν στα 1789 ένα μικρό οχυρό στις δυτικές ακτές της νήσου Νούτκα και έπιασαν μερικά βρετανικά πλοία που βρίσκονταν εκεί. Η διαμάχη μεταξύ Βρετανών και Ισπανών αποσοβήθηκε τελικά με τις τρεις «συμφωνίες της Νούτκα» που υπέγραψαν ο ισπανός Χουάν Φρανσίσκο της Μποντέγκα (Don Juan Fransisco de la Bodega y Quadra) και ο Βρετανός Τζωρτζ Βανκούβερ το 1790, 1793 και 1794. Με την τρίτη συμφωνία, οι ισπανικές κτήσεις στην περιοχή έμειναν ελεύθερες για οποιαδήποτε άλλη δύναμη που θα ήθελε να τις καταλάβει. Μερικές δεκαετίες αργότερα (1819), οι Ηνωμένες Πολιτείες εξαγόρασαν τα ισπανικά δικαιώματα στις δυτικές ακτές της Βορείου Αμερικής.

 
Βρετανοί υπό τον πλοίαρχο Τζων Μήαρς (John Meares) αποβιβάζονται στη νήσο Βανκούβερ το 1788. Χαλκογραφία από το βιβλίο: Collection de cartes géographiques, vues, marines, plans et portraits aux voyages du capitaine J. Meares, Paris 1794

Το 1793, ο Βρετανός εξερευνητής Αλεξάντερ Μακένζι (αγγλ., Alexander Mackenzie) ξεκίνησε από τον Ατλαντικό ωκεανό για να φτάσει τελικά στον Ειρηνικό, στις ακτές της σημερινής Βρετανική Κολομβία, κατοχυρώνοντας έτσι τη βρετανική κυριαρχία στα εδάφη που διέσχισε. Ακολούθησαν πλήθος άλλες εξερευνητικές αποστολές που στόχο είχαν την επέκταση του εμπορίου γούνας με τους αυτόχθονες της περιοχής.

Με συμφωνία που υπέγραψε η Βρετανία με τις ΗΠΑ το 1818, η βορειοδυτική ακτογραμμή νοτίως του παραλλήλου 54°40' (όριο της Ρωσικής Αλάσκας), ήταν υπό κοινή βρετανοαμερικανική κυριαρχία. Ωστόσο, με τη Συνθήκη του Όρεγκον (1846), η Βρετανία παραχώρησε την περιοχή αυτή οριστικά στις ΗΠΑ και έκτοτε αποτελεί τμήμα της πολιτείας της Αλάσκας.

Από τα τέλη του 18ου αι. και μέχρι τα μέσα του 19ου αι., πολλά οχυρά της περιοχής, που είχαν στηθεί για το εμπόριο γούνας, άρχισαν να μεγαλώνουν σε έκταση και πληθυσμό με την εισροή νέων ευρωπαίων εποίκων, για να μετατραπούν τελικά σε χωριά και πόλεις. Η περιοχή ήταν υπό τη διοίκηση των δύο μεγάλων εταιρείων εμπορίου γούνας: της Εταιρείας του Κόλπου Χάντσον (αγγλ., Hudson's Bay Company) και της Βορειοδυτικής Εταιρείας (αγγλ., North West Company).

Στα 1820, με τη συνένωση των δύο εταιρειών εμπορίου γούνας, η περιοχή μετονομάστηκε Νέα Καληδονία, αλλά ουσιαστικά η περιοχή περέμενε χωρίς διοίκηση. To 1846, με την αμερικανοβρετανική Συνθήκη του Όρεγκον, η περιοχή νοτίως του 49ου παραλλήλου πέρασε στην αμερικανική δικαιοδοσία, ενώ η νήσος Βανκούβερ και μερικά άλλα νησιά παρέμειναν βρετανικά.

 
Η σημερινή σημαία της Βρετανικής Κολομβίας υψώθηκε για πρώτη φορά στις 20 Ιουλίου του 1960. Επάνω περιέχει τη βρετανική σημαία (Union Jack), ένδειξη του αποικιακού παρελθόντος. Ο ήλιος που δύει σημαίνει ότι η Βρετανική Κολομβία αποτελεί το δυτικό άκρο του Καναδά. Οι τρεις γαλάζιες και οι τέσσερις κυματιστές λωρίδες συμβολίζουν αντίστοιχα τα κύματα του Ειρηνικού Ωκεανού και τα κορυφές των Βραχωδών Ορέων

Η βρετανική Αποικία της Νήσου Βανκούβερ δημιουργήθηκε επισήμως το 1849. Λίγα χρόνια αργότερα στην ενδοχώρα της Νέας Καληδονίας, στο Φαράγγι Φρέιζερ, ανακαλύφθηκε χρυσός. Εκατοντάδες χρυσοθήρες άρχισαν να καταφθάνουν στην περιοχή από τις ΗΠΑ. Προκειμένου να αντιμετωπίσουν μια ενδεχόμενη αμερικανική προσάρτηση της ενδοχώρας, στα 1858, οι Βρετανοί ανακήρυξαν και τα εδάφη βορείως του 49ου παραλλήλου δική τους αποικία υπό την ονομασία Αποικία της Βρετανικής Κολομβίας.

Οι αποικίες της νήσου Βανκούβερ και της Βρετανικής Κολομβίας συνενώθηκαν το 1866. Ο φόβος της αμερικανικής προσάρτησης, οδήγησε τις ενωμένες αποικίες να ζητήσουν την είσοδό τους στην Καναδική Συνομοσπονδία, η οποία δημιουργήθηκε το 1867. Έτσι, στις 20 Ιουλίου του 1871, η Βρετανική Κολομβία ανακηρύχθηκε επισήμως η έκτη καναδική επαρχία. Ως αντάλλαγμα για την είσοδο της Βρετανικής Κολομβίας στην Καναδική Συνομοσπονδία, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση του Καναδά δεσμεύθηκε να επεκτείνει το σιδηροδρομικό της δίκτυο μέχρι τη νέα επαρχία, πράγμα που έγινε το 1885. Τα τελικά όρια της Βρετανικής Κολομβίας καθορίστηκαν το 1903, με συμφωνία με τις ΗΠΑ για τα ΝΑ σύνορα της Αλάσκας.

 
Ο λόρδος Στραθκόνα (Lord Strathcona) βάζει το τελευταίο καρφί στη σιδηροδρομική γραμμή της εταιρείας Canadian Pacific Railway, ενώνοντας τη Βρετανική Κολομβία με τον υπόλοιπο Καναδά (7 Νοεμβρίου 1885)

Στα τέλη του 19ου αι. και τις αρχές του 20ού αι., η επαρχία γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη χάρη στη μεταλλευτική και λατομική βιομηχανία. Νέοι μετανάστες από την Ευρώπη, την Κίνα και την Ιαπωνία εγκαταστάθηκαν στη Βρετανική Κολομβία εκείνη την εποχή, προκειμένου να καλυφθούν οι ελλείψεις σε εργατικά χέρια. Ωστόσο, η εισροή νέων μεταναστών από διαφορετικά μέρη του πλανήτη δεν ήταν ομαλή. Πέρα από την εκτόπιση των αυτοχθόνων Ινδιάνων, άρχισαν και συγκρούσεις μεταξύ των διαφόρων μεταναστευτικών ομάδων. Οι Ευρωπαίοι έποικοι αντιμετώπισαν εχθρικά την εισροή μεταναστών από την Κίνα και την Ιαπωνία, και έτσι τελικά επιβλήθηκε κεφαλικός φόρος στους νέους μετανάστες από την Ασία. Σε δύο περιπτώσεις (1887 και 1907), Ευρωπαίοι έποικοι επιτέθηκαν κατά Κινέζων και ιαπώνων μεταναστών στο Βανκούβερ, ενώ με ομοσπονδιακό νόμο του 1923 απαγορεύθηκε ουσιαστικά η είσοδος νέων μεταναστών από την Κίνα.

Στα χρόνια μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Βρετανική Κολομβία γνώρισε δύσκολες ημέρες, ειδικά μετά τη χρηματιστηριακή κρίση του 1929. Η οικονομική ύφεση έληξε με την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά δεν έλειψαν και οι εθνικές/κοινωνικές συγκρούσεις. Στα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, χιλιάδες Ιάπωνες μετανάστες οδηγήθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στο εσωτερικό της επαρχίας, επειδή θεωρήθηκαν επικίνδυνοι για την ασφάλεια του Καναδά.

 
Στρατόπεδο συγκέντρωσης Ιαπώνων μεταναστών στο εσωτερικό της Βρετανικής Κολομβίας κατά την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η επαρχία συνέχισε να αναπτύσσεται οικονομικά. Το 1952, πρωθυπουργός της επαρχίας ανέλαβε ο συντηρητικός Ουίλλιαμ Μπέννετ του Κόμματος της Κοινωνικής Πίστης (αγγλ., Social Credit Party), ο οποίος παρέμεινε στην εξουσία για δύο δεκαετίες. Ο Μπέννετ εθνικοποίησε τις εταιρείες παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος και επέκτεινε σημαντικά το οδικό δίκτυο της επαρχίας. Η ραγδαία ανάπτυξη της ενεργειακής, μεταλλευτικής και λατομικής βιομηχανίας κατά τις δεκαετίες του 1950 και 1960 έφερε πολύ πλούτο στην επαρχία. Ταυτοχρόνως άρχισε να αναπτύσσεται και το εργατικό κίνημα, ενώ προς το τέλος της δεκαετίας του 1960 έκανε την εμφάνισή του και το κίνημα των χίππυ. Το 1972, ο Μπέννετ έχασε τις εκλογές και την εξουσία ανέλαβε το σοσιαλδημοκρατικό Νέο Δημοκρατικό Κόμμα.

Το Κόμμα της Κοινωνικής Πίστης επανήλθε στην εξουσία το 1975 υπό την ηγεσία του Μπιλ Μπέννετ, γιου του Ουίλλιαμ Μπέννετ. Η οικονομική ύφεση, οι απεργίες και οι κοινωνικές αναταραχές κατά τη δεκαετία του 1980 ανάγκασε τον Μπέννετ να παραιτηθεί από πρωθυπουργός της επαρχίας το 1986, όμως το Κόμμα της Κοινωνικής Πίστης παρέμεινε στην εξουσία μέχρι το 1991. Για τα επόμενα δέκα χρόνια, στην κυβέρνηση της Βρετανικής Κολομβίας ήταν το σοσιαλδημοκρατικό Νέο Δημοκρατικό Κόμμα, αλλά μια σειρά από οικονομικά σκάνδαλα οδήγησαν το κόμμα σχεδόν στην εξαφάνιση.

Δημογραφικά στοιχεία

Επεξεργασία
Ιστορική εξέλιξη πληθυσμού
Έτος Πληθ.   ±%  
1901 178.657 —    
1911 392.480 +119.7%
1921 524.582 +33.7%
1931 694.263 +32.3%
1941 817.861 +17.8%
1951 1.165.210 +42.5%
1956 1.398.464 +20.0%
1961 1.629.082 +16.5%
1966 1.873.674 +15.0%
1971 2.184.620 +16.6%
1976 2.466.610 +12.9%
1981 2.744.467 +11.3%
1986 2.883.370 +5.1%
1991 3.282.061 +13.8%
1996 3.724.500 +13.5%
2001 3.907.738 +4.9%
2006 4.113.487 +5.3%
2011 4.400.057 +7.0%
2016 4.648.055 +5.6%
2021 5.000.879 +7.6%
 
Το Επαρχιακό Κοινοβούλιο της Βρετανικής Κολομβίας στη Βικτωρία
 
Η κοιλάδα Οκανάγκαν, γνωστή για το κρασί και τον μηλίτη της, και η πόλη Κελόουνα σε φωτογραφία του 1908

Χάρη στην εισροή εποίκων και μεταναστών, ο πληθυσμός της Βρετανικής Κολομβίας έχει παρουσιάσει τεράστια αύξηση τα τελευταία 150 χρόνια. Από 55.000 κατοίκους το 1851, έφτασε στους 179.000 κατοίκους το 1901 και στα 3.910.000 κατοίκους το 2001. Από τα μέσα του 20ού αι., η Βρετανική Κολομβία είναι η τρίτη σε πληθυσμό επαρχία του Καναδά. Από το 1970 και μετά, παρατηρείται μεγάλη αύξηση των Ασιατών μεταναστών που εγκαθίστανται στη Βρετανική Κολομβία.

Η μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού της Βρετανικής Κολομβίας δηλώνει ότι κατάγεται από την Ευρώπη: το Βρετανία (46%), την Ιρλανδία (15%), τη Γερμανία (13%), τη Γαλλία (9%), την Ολλανδία (5%), την Ουκρανία (5%), κ.ά. Στη Βρετανική Κολομβία, υπάρχουν επίσης δύο μεγάλες ασιατικές παροικίες: Κινέζοι (10%) και Ινδοί (5%). Οι αυτόχθονες Ινδιάνοι και Μετί αποτελούν μόνον το 5,7% του πληθυσμού της Βρετανικής Κολομβίας (στοιχεία 2001). Στη Βρετανική Κολομβία κατοικούν και περίπου 24.460 άτομα ελληνικής καταγωγής, σύμφωνα με την απογραφή του 2016, οι οποίοι βρίσκονται κυρίως συγκεντρωμένοι στην περιοχή του Βανκούβερ.[5]

Οικονομία

Επεξεργασία

Η οικονομία της Βρετανική Κολομβία στηρίζεται κυρίως στον πρωτογενή τομέα, και ειδικά στους τομείς των μεταλλείων και της ξυλείας. Στα μεγάλα αστικά κέντρα του Βανκούβερ και της Βικτωρίας, ο κύριος τομέας απασχόλησης είναι το εμπόριο και οι υπηρεσίες. Ειδικά το Βανκούβερ αποτελεί σημαντικό λιμάνι από όπου διακινούνται πολλά προϊόντα από και προς τις αγορές της Άπω Ανατολής.

Μία άλλη σημαντική οικονομική δραστηριότητα είναι ο τουρισμός· χιλιάδες τουρίστες επισκέπτονται κάθε χρόνο τη Βρετανική Κολομβία για να θαυμάσουν τις φυσικές της ομορφιές και να γευτούν τον διάσημο καπνιστό σολομό. Στο Βανκούβερ επίσης υπάρχει και ανθούσα κινηματογραφική βιομηχανία, η τρίτη μεγαλύτερη στη Βόρεια Αμερική, μετά το Λος Άντζελες και τη Νέα Υόρκη.

Η Βρετανική Κολομβία είναι γνωστή για το σχετικά ήπιο κλίμα της, το οποίο επηρεάζεται από τα θερμά ρεύματα του Ειρηνικού, τους δυτικούς ανέμους και το ορεινό ανάγλυφο. Ωστόσο, το κλίμα της επαρχίας μεταβάλλεται από θαλάσσιο στις ακτές έως ηπειρωτικό στην ενδοχώρα. Το καλοκαίρι στη Βρετανική Κολομβία είναι συνήθως ξηρό, αλλά κατά τον χειμώνα η θερμοκρασία μπορεί να κατέβει πολύ χαμηλά εξαιτίας των πολύ ψυχρών βορείων ανέμων.

Στα νότια, κοντά στη Βικτωρία και το Βανκούβερ, το κλίμα χαρακτηρίζεται από τις συχνές βροχές, την ομίχλη, αλλά και τις σπάνιες χιονοπτώσεις. Στην κοιλάδα Οκανάγκαν, όπου καλλιεργούνται αμπέλια και οπωροφόρα, το καλοκαίρι η θερμοκρασία μπορεί να ξεπεράσει τους 30 °C.

Στα Βραχώδη Όρη οι χιονοπτώσεις είναι συχνό φαινόμενο καθ' όλο τον χειμώνα και φτάνουν συνολικά τα 170 με 210 εκατοστά ανά έτος. Ειδικά, στις βόρειες περιοχές της επαρχίας, η μέση θερμοκρασία τον χειμώνα είναι γύρω στους –10 °C. Η καλύτερη περίοδος για να επισκεφθεί κανείς αυτές τις περιοχές είναι από τον Ιούλιο έως τον Σεπτέμβριο, μιας και το καλοκαίρι αργεί κάπως να αρχίσει.

Συγκοινωνίες

Επεξεργασία
 
Εμπορικό τραίνο της εταιρείας Canadian Pacific Railway διέρχεται τη γέφυρα του χειμάρρου Στόνεϋ (Stoney Creek Bridge) στα Βραχώδη Όρη

Η σιδηροδρομική σύνδεση της Βρετανικής Κολομβίας με τον υπόλοιπο Καναδά ολοκληρώθηκε το 1885. Ωστόσο, μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1930, μόνο με το τραίνο μπορούσε κάποιος να διασχίσει Βραχώδη Όρη και να φτάσει από την Αλμπέρτα στο Βανκούβερ και τις ακτές του Ειρηνικού. Το 1932 ο διεπαρχιακός αυτοκινητόδρομος του Καναδά (σημερινός Υπερκαναδικός Αυτοκινητόδρομος, αγγλικά: Trans-Canada Highway) διέσχισε τα Βραχώδη Όρη και έτσι η Βρετανική Κολομβία συνδέθηκε και οδικώς με τις υπόλοιπες επαρχίες της χώρας.

Τα μεγάλα αστικά κέντρα της επαρχίας συνδέονται με υπεραστικά λεωφορεία, ενώ επιβατηγά τρένα συνδέουν το Βανκούβερ με το Τζάσπερ (Αλμπέρτα), το Έντμοντον και τον υπόλοιπο Καναδά. Επιβατηγά τρένα συνδέουν επίσης το Τζάσπερ με την πόλη του Πρίγκηπα Γεωργίου και την πόλη του Πρίγκηπα Ρούπερτ. Μικρό σιδηροδρομικό δίκτυο συνδέει τη Βικτωρία με το Νάναϊμο και την πόλη Κούρτνεϋ στις δυτικές ακτές της νήσου Βανκούβερ.

Η νήσος Βανκούβερ και άλλες νησιωτικές και παράκτιες περιοχές στα νότια της Βρετανικής Κολομβίας συνδέονται με το δίκτυο πορθμείων (φέρι-μποτ) BC Ferries. Το Βανκούβερ είναι το κύριο εμπορικό λιμάνι της επαρχίας και το πρώτο σε εμπορευματική κίνηση λιμάνι του Καναδά.

Το μεγαλύτερο πολιτικό αεροδρόμιο της Βρετανικής Κολομβίας είναι το Διεθνές Αεροδρόμιο του Βανκούβερ (VYR), που είναι και το δεύτερο σε κίνηση αεροδρόμιο του Καναδά. Διεθνείς πτήσεις πραγματοποιούνται επίσης από το αεροδρόμιο της Βικτωρίας (YYJ), το αεροδρόμιο της Κελόνας (YLW) και το αεροδρόμιο του Πρίγκ. Γεωργίου (YXS). Πολλά άλλα μικρά αεροδρόμια βρίσκονται διάσπαρτα σε όλη τη Βρετανική Κολομβία.

Διοίκηση

Επεξεργασία

Αντικυβερνήτης είναι η Τζάνετ Όστιν από τις 24 Απριλίου 2018. Από τις 18 Νοεμβρίου 2022, πρωθυπουργός είναι ο Ντέιβιντ Έμπαϊ.

Εκλογές και δημοψηφίσματα

Επεξεργασία

Σε δημοψήφισμα που έγινε από τις 22 Οκτωβρίου ως τις 7 Δεκεμβρίου 2018 τέθηκαν δύο ερωτήματα που αφορούσαν το εκλογικό σύστημα. Έτσι, οι ψηφοφόροι κλήθηκαν να επιλέξουν ένα εκλογικό σύστημα για τα αποτελέσματα εκλογών, μεταξύ του πλειοψηφικού και της αναλογικής. Στο δεύτερο ερώτημα ψήφισαν για το είδος της αναλογικής σε περίπτωση που θα επιλεγόταν αυτό το σύστημα ψηφοφορίας. [6] Σε ποσοστό 61,3% υπερψηφίστηκε η διατήρηση του υπάρχοντος εκλογικού συστήματος (πλειοψηφικού) έναντι 38,7% που επέλεξαν την αναλογική.

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 Government of Canada, Statistics Canada (25 Σεπτεμβρίου 2024). «Population estimates, quarterly». www150.statcan.gc.ca. Ανακτήθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 2024. 
  2. 2,0 2,1 «Census Profile, 2021 Census of Population». Στατιστική Υπηρεσία Καναδά. 29 Μαρτίου 2023. Ανακτήθηκε στις 25 Οκτωβρίου 2023. 
  3. «Gross domestic product, expenditure-based, by province and territory (2013)». Στατιστική Υπηρεσία του Καναδά. 5 Νοεμβρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου 2015. 
  4. 4,0 4,1 Στατιστική Υπηρεσία του Καναδά, Βρετανική Κολομβία
  5. Εθνική καταγωγή, Αλμπέρτα, Απογραφή 2016
  6. «Elections BC Referendum 2018». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Ιουλίου 2018. Ανακτήθηκε στις 4 Μαρτίου 2019. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία
  • BC Government — Επαρχιακή κυβέρνηση της Βρετανικής Κολομβίας
  • Tourism British Columbia — Τουριστική Υπηρεσία της Βρετανικής Κολομβίας
  • Provincial Archives of BC — Τα επαρχιακά αρχεία της Βρετανικής Κολομβίας (με πολλές φωτογραφίες)
  • BC Govt online map archive — Χάρτες της Βρετανικής Κολομβίας

Συντεταγμένες: 54°N 125°W / 54°N 125°W / 54; -125