Το Βασίλειο της Λιβονίας ήταν κατ' όνομα κράτος, στο έδαφος της σημερινής Εσθονίας και της Λετονίας. Ανακηρύχθηκε κράτος τον Ιβάν Δ΄ στη διάρκεια του Λιβονικού Πολέμου, αλλά δεν ιδρύθηκε ποτέ επίσημα. Στις 10 Ιουνίου 1570, ο Δανός Δούκας Μάγκνους του Χόλσταϊν κατέφθασε στη Μόσχα, όπου στέφθηκε Βασιλέας της Λιβονίας. Ο Μάγκνους έδωσε όρκο υποταγής στον Ιβάν ως άρχοντά του, ενώ έλαβε το υποτελές βασίλειο της Λιβονίας, με τον Ιβάν να του παραχωρεί τα σχετικά κληρονομικά δικαιώματα. Η συμφωνία μεταξύ του Μάγκνους και του Ιβάν Δ΄ υπεγράφη από έναν οπρίτσνικ και από ένα μέλος της διοίκησης του, τον Ντίακ[1] Βασίλι Σελκάλοφ. Απέμεινε να καταληφθούν τα εδάφη του νέου βασιλείου και το Κάστρο του Πόλτσαμα διακηρύχθηκε ως η μελλοντική επίσημη κατοικία του βασιλέα.[2] Ο νέος βασιλέας Μάγκνους της Λιβονίας αναχώρησε από τη Μόσχα με 20.000 Ρώσους στρατιώτες για την κατάληψη του υπό σουηδικό έλεγχο Ρέβαλ. Η ελπίδα του Ιβάν για υποστήριξη από τον Φρειδερίκο Β΄ της Δανίας, τον μεγαλύτερο αδερφό του Μάγκνους, αποδείχθηκε μάταιη. Στα τέλη του Μαρτίου του 1571, ο Μάγκνους παραιτήθηκε των προσπαθειών του για την κατάληψη του Ρέβαλ και έλυσε την πολιορκία.[3]

Βασίλειο της Λιβονίας
Εξαρτημένο Βασίλειο του Βασιλείου της Μόσχας στη διάρκεια του Λιβονικού Πολέμου
1570 – 1578
Τοποθεσία Λιβονία
Η Λιβονία, όπως εμφανίζεται σε χάρτη του 1573 του Ιωάννη Πορτάντιου.
Πρωτεύουσα Πάλεν
Πολίτευμα Ανακηρυγμένη κληρονομική μοναρχία, ουδέποτε υπήρξε εδαφικός έλεγχος ή κυριαρχία.
Βασιλέας Μάγκνους της Λιβονίας
Ιστορία
 -  Λιβονικός Πόλεμος 1570
 -  Λιβονικός Πόλεμος 1578

Το 1577, έχοντας χάσει την εύνοια του Ιβάν και καθώς δεν έλαβε καμία στήριξη από τον αδερφό του, ο Μάγκνους απηύθυνε κάλεσμα προς τους ευγενείς της Λιβονίας να συνταχθούν με το μέρος του στον αγώνα κατά της ξένης κατοχής. Δέχθηκε την επίθεση των στρατευμάτων του Ιβάν και ο ίδιος αιχμαλωτίστηκε. Κατά την απελευθέρωσή του παραιτήθηκε του βασιλικού τίτλου του.[4] Ο Μάγκνους πέρασε τα τελευταία έξι χρόνια της ζωής του στο κάστρο του Πίλτεν στην Επισκοπή της Κουρλάνδης, όπου και απεβίωσε ως οικότροφος του Πολωνικού Στέμματος.[5]

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Βλ. σχετική συζήτηση στο Roots Web[νεκρός σύνδεσμος]: Στο βιβλίο του για τα Πολωνικά επώνυμα ο καθ. Kazimierz Rymut αναφέρει ότι το DYJAK εμφανίζεται σε πολωνικά αρχεία ήδη από το 1613 και προέρχεται από το _diak_, ή το αρχαίο Πολωνικό _dyjak_, το οποίο ορίζει ως "kleryk w Kosciele wschodnim, spiewak cerkiewny." Τούτο μεταφράζεται κυριολεκτικά ως ψάλτης όχι κληρικός στην ανατολική εκκλησία. Προσθέτει επίσης ότι η μορφή DYJAK εμφανίζεται ήδη από το 1413.
  2. Viirand, Tiiu (2004). Estonia. Cultural Tourism. Kunst Publishers. σελίδες 82–84. ISBN 9949-407-18-4. 
  3. De Madariaga, Isabel (2006). Ivan the Terrible. Yale University Press. ISBN 0-300-11973-9. 
  4. Oakley, Stewart Philip (1993). War and Peace in the Baltic, 1560-1790. Routledge. ISBN 0-415-02472-2. 
  5. Lockhart, Paul Douglas (2004). Frederik II and the Protestant Cause: Denmark's Role in the Wars of Religion. BRILL. σελίδες 38–39. ISBN 90-04-13790-4. 

Εξωτερικοί Σύνδεσμοι

Επεξεργασία