Ο Βαγγέλης Περπινιάδης (Νίκαια Αττικής, 1 Σεπτεμβρίου 1927 - Χαϊδάρι, 12 Μαΐου 2003) ήταν Έλληνας λαϊκός τραγουδιστής, συνθέτης και μπουζουξής.(πρώην κληρικός της ορθόδοξου ελληνικής εκκλησίας)[1]

Βαγγέλης Περπινιάδης
Γέννηση1 Σεπτεμβρίου 1927 (1927-09-01)
Νίκαια, Αττική, Ελλάδα
Θάνατος12 Μαΐου 2003 (75 ετών)
Χαϊδάρι, Αττική, Ελλάδα
ΕθνικότηταΈλληνας
Χώρα πολιτογράφησηςΕλληνική
Ιδιότητατραγουδιστής και συνθέτης
ΓονείςΣτέλιος Περπινιάδης
Όργαναφωνή
Είδος τέχνηςλαϊκός τραγουδιστής, οργανοπαίκτης, συνθέτης
Καλλιτεχνικά ρεύματαρεμπέτικο τραγούδι

Βιογραφία

Επεξεργασία

Γεννήθηκε στη Νίκαια το 1927 - πατέρας του ήταν ο γνωστός ρεμπέτης Στελλάκης Περπινιάδης. Άρχισε να ψέλνει από μικρός στην Οσία Ξένη της Νίκαιας, θέλοντας να ακολουθήσει τον ιερατικό κλάδο, μάλιστα ανέφερε σε συνέντευξη του ότι χειροτονήθηκε και ιερέας , όμως γρήγορα τον κέρδισε το τραγούδι. Μαθητής ακόμα άρχισε να παίζει μπουζούκι και να τραγουδά. Το 1947 πρωτοεμφανίστηκε στη συναυλία ταλέντων του Μίμη Τραϊφόρου, ερμηνεύοντας δυο τραγούδια της Σοφίας Βέμπο. Η πρώτη του ηχογράφηση, το 1953, ήταν το τραγούδι "Σουρουπώνει" του Κώστα Καπλάνη, όπου τραγούδησε σαν δεύτερη φωνή κοντά στην Άννα Χρυσάφη. Το πρώτο δικό του τραγούδι που ηχογράφησε ήταν το "Κλάψτε με φίλοι κλάψτε με", τρία χρόνια αργότερα.

Η μεγάλη του επιτυχία ήρθε το 1960 με "Τα νέα της Αλεξάντρας", τραγούδι που ακούγεται μέχρι και τις μέρες μας. Το 1963 άρχισε τραγουδά με τη Ρία Νόρμα, με την οποία έκαναν έναν από τα δημοφιλέστερα ντουέτα της εποχής. Το 1966 τραγούδησαν έντεχνες συνθέσεις του Χρήστου Λεοντή, απ' τις οποίες έγιναν επιτυχία τα τραγούδια "Που να χωρέσει τ' όνειρο" και "Θα 'ρθει το βράδυ βροχερό".

Εκτός από τα παραπάνω ο Βαγγέλης Περπινιάδης τραγούδησε συνθέσεις δικές του (απ' τις οποίες έγιναν πιο γνωστές τραγούδια όπως "Θέλεις να πεθάνω", "Ένας κούκλος και μια κούκλα", "Γύρισε κοντά μου") αλλά και του Απόστολου Καλδάρα ( "Γιατί γλυκιά μου κλαις", "Ανεβαίνω σκαλοπάτια"), του Γιώργου Κατσαρού, του Μπάμπη Μπακάλη. Ερμήνευσε επίσης σε επανεκτέλεση πολλά τραγούδια των Βαμβακάρη, Τσιτσάνη, Χιώτη και άλλων.

Άρχισε να παίζει ζωντανά από μικρή ηλικία, αρχικά στο μαγαζί του πατέρα του. Συνήθιζε να τραγουδά σε πανηγύρια, σε όλη την Ελλάδα, ενώ συνέχισε τις ζωντανές εμφανίσεις μέχρι λίγο πριν το τέλος της ζωής του. Τραγούδησε επίσης στο εξωτερικό για την ομογένεια.

Το 2001 κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία του Πριν το Τέλος από τις εκδόσεις Προσκήνιο.

Πέθανε στις 12 Μαΐου του 2003 από καρκίνο και τάφηκε στο Γ΄ Νεκροταφείο.

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. «Facebook». www.facebook.com. Ανακτήθηκε στις 27 Σεπτεμβρίου 2024.