Ο Αλέξιος Γίδος (άκμασε π. 1185-1194) ήταν ανώτερος Βυζαντινός στρατηγός στα τέλη του 12ου αι. Είναι το πρώτο καταγεγραμμένο μέλος της Οικογένειας Γίδου, που ανήλθε στην κοινωνία στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία στο τέλος του 12ου και στις αρχές του 13ου αι.[2]

Αλέξιος Γίδος
Γενικές πληροφορίες
Χώρα πολιτογράφησηςΒυζαντινή Αυτοκρατορία
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταστρατιωτικός ηγέτης
Περίοδος ακμής12ος αιώνας[1]
Περίοδος ακμής1185 - 1194
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςστρατηγός
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΜέγας Δομέστικος

Βιογραφία

Επεξεργασία

Ο Αλέξιος αναφέρεται για πρώτη φορά στις πηγές στο περιστατικό της Νορμανδικής άλωσης της Θεσσαλονίκης το 1185, όταν κατείχε τη θέση του μεγάλου Δομεστίκου των Σχολών (αρχηγού του Στρατού) της Ανατολής.[3][4] Φαίνεται πως διατήρησε την υψηλή θέση του και μετά την πτώση του Ανδρονίκου Α΄ Κομνηνού και επανεμφανίζεται το 1194, όταν ο διάδοχος αυτού Ισαάκιος Β΄ Άγγελος τον στέλνει εναντίον των Βουλγάρων.

Αυτή τη φορά ήταν μέγας Δομέστικος της Δύσης, αλλά ακόμη διοικούσε το στράτευμα της Ανατολής, ενώ ο Βασίλειος Βατάτζης διοικούσε τις δυτικές δυνάμεις. Οι δύο στρατηγοί στη μάχη της Αδριανούπολης ηττήθηκαν βαριά και ο πιο πολύς στρατός, μαζί με τον Βατάτζη, έπεσε. Ο Γίδος κατάφερε να διαφύγει με μεγάλη δυσκολία. Δεν γνωρίζουμε έπειτα κάτι γι' αυτόν.[5]

Η προέλευση των επωνύμου

Επεξεργασία

Το 1898/99 ο Έλληνας λόγιος Σ. Παπαδημητρίου διατύπωσε τη θεωρία, ότι το όνομα της Οικογένειας ήταν Λατινικής καταγωγής: Guido, που από Ιταλικό εξελληνίστηκε. Αυτό οδήγησε στην υπόθεση, ότι ίσως υπήρχε απευθείας σύνδεση με τον Guido/Guy (Γουίδων των Ωτβίλ), γιο του Ροβέρτου Γυισκάρδου Νορμανδού κατακτητή της νότιας Ιταλίας. Ο Γουίδων/Γκυ είχε αυτομολήσει στον Αλέξιο Α΄ Κομνηνό (1081-1118) ένα αιώνα πριν, μπήκε στην υπηρεσία του και πιθανώς νυμφεύτηκε με μέλος του Αυτοκρατορικού Οίκου.[6]

Αντίθετα ο Β. Χεχτ στο έργο του "Η Βυζαντινή εξωτερική πολιτική στην εποχή του τελευταίου Κομνηνού Αυτοκράτορα" (1967) αμφισβητεί τη Νορμανδική καταγωγή, ισχυριζόμενος πως, όπως και να έχει, η οικογένεια Γίδου εμφανίζεται εκρωμαϊσμένη και έχοντας απωλέσει τον Ιταλικό χαρακτήρα.[2] Είναι αδύνατο να αποδειχθεί οποιαδήποτε σχέση με τον Γκυ των Ωτβίλ,[7] μια και οι πηγές της εποχής δεν εμφανίζουν την οικογένεια ως ξένης, Νορμανδικής καταγωγής.[7] Άλλη άποψη ετυμολογεί το επώνυμο από τη "γίδα", που είναι παραλλαγή της ελληνικής λέξης "αίγα".[8]

Αναφορές

Επεξεργασία
  1. Ανακτήθηκε στις 30  Ιουλίου 2024.
  2. 2,0 2,1 Kazhdan 1991, σελ. 850.
  3. Kazhdan 1991, σελ. 851.
  4. Guilland 1967, σελίδες 408–409.
  5. Guilland 1967, σελ. 408.
  6. Kazhdan 1991, σελίδες 850–851.
  7. 7,0 7,1 Roy P. Mottahedeh, Angeliki E. Laiou (2001). The Crusades from the Perspective of Byzantium and the Muslim World. Dumbarton Oaks. σελ. 97. ISBN 9780884022770. The lineage of Gidoi comes to the fore after Manuel's death:... 151 No text treats the Gidoi as foreigners; their name, however, resembles that of Guido, but it is not possible to demonstrate that they were descendants of the son of Robert Guiscard. W. Hecht even questions the Western origin of the Gidoi. 
  8. Winter, C. (1950). Beiträge zur Namenforschung, Volumes 1-3. the University of California. σελ. 170. OCLC 636671800. Το επώνυμο Γίδος του Ανδρονίκου Α΄ Γίδου της Τραπεζούντας (περί το 1200) γιου του Αλεξίου Γίδου, ετυμολογεί ο Ν.Μπης από το γίδα, όπως στα νέα Ελληνικά ο Γίδας από τη γίδα και ο Γίδης από το γίδι. 
  • Guilland, Rodolphe (1967). "Le grand domestique". Recherches sur les institutions byzantines, Tome I (in French). Berlin: Akademie-Verlag. pp. 405–425.
  • Kazhdan, Alexander (1991). "Gidos". In Kazhdan, Alexander. The Oxford Dictionary of Byzantium. New York and Oxford: Oxford University Press. pp. 850–851. ISBN 978-0-19-504652-6.