Ακρορριζεκτομή
Ακρορριζεκτομή ή περιακρορριζική χειρουργική είναι χειρουργική μέθοδος απομάκρυνσης του κατώτατου τμήματος της ρίζας ενός δοντιού[1], προκειμένου το τελευταίο να διασωθεί από προϋπάρχουσα φλεγμονή εντός της πολφικής του κοιλότητας και να διατηρηθεί στο στόμα. Θεωρείται το έσχατο μέσο στο οποίο καταφεύγει ο θεράπων γενικός οδοντίατρος ή γναθοχειρουργός, πριν την εξαγωγή.
Ενδείξεις
ΕπεξεργασίαΣε περιπτώσεις ιδιαίτερα στενών ή κεκαμμένων ριζικών σωλήνων, όπου η εφαρμοσθείσα για διάφορους λόγους ενδοδοντική θεραπεία πιθανόν να είναι ατελής, εφαρμόζεται η ακρορριζεκτομή αφού έχουν αποτύχει απόπειρες για επανάληψη της θεραπείας και η φλεγμονή παραμένει στην περιακρορριζική περιοχή ως χρόνια παθολογική κατάσταση (απόστημα ή κοκκίωμα), γεγονός που επιβεβαιώνεται από τον ακτινογραφικό έλεγχο. Επίσης σε περιπτώσεις κατάγματος ή διάτρησης της ρίζας, η ακρορριζεκτομή είναι η θεραπεία εκλογής.
Διαδικασία
ΕπεξεργασίαΤο υπαίτιο δόντι απομονώνεται με τη χρήση ελαστικού απομονωτήρα και γίνεται τοπική ή στελεχιαία αναισθησία. Απομακρύνονται τα προσπεφυκότα ούλα με χειρουργικό κρημνό και στο ύψος του ακρορριζίου εφαρμόζεται τρυπανισμός του οστού, με κατάλληλη εγγλυφίδα (τροχός). Όταν αποκτηθεί οπτική επαφή με την πάσχουσα περιοχή, απομακρύνεται ο κοκκιώδης ιστός με ένα κοχλιάριο απόξεσης και αφαιρείται το ακρορριζικό τμήμα με δίσκο αποκοπής. Στο εναπομένον τμήμα γίνεται ανάστροφη έμφραξη με αμάλγαμα. Ακολουθεί η επανατοποθέτηση του κρημνού στη θέση του, η συρραφή του τραύματος και η κάλυψή του με χειρουργική κονία, ενώ στον ασθενή χορηγείται αντιβίωση δια της γενικής οδού. Η μετεγχειρητική πορεία είναι γενικά ομαλή και η ανακούφιση του πάσχοντος άμεση.