Άγιος Βλάσιος Βοιωτίας

οικισμός της Ελλάδας

Συντεταγμένες: 38°29′53.999″N 22°47′58.999″E / 38.49833306°N 22.79972194°E / 38.49833306; 22.79972194

Ο Άγιος Βλάσιος είναι χωριό του ομωνύμου δημοτικού διαμερίσματος κτισμένο στους πρόποδες του δυτικού Θουρίου, του Καλλικρατικού Δήμου Λεβαδέων στον νομό Βοιωτίας, στην κοιλάδα του Βοιωτικού Κηφισού. Ο πληθυσμός του σύμφωνα με την απογραφή του 2011 ανέρχεται στους 212 μόνιμους κατοίκους.

Άγιος Βλάσιος
Άγιος Βλάσιος is located in Greece
Άγιος Βλάσιος
Άγιος Βλάσιος
Διοίκηση
ΧώραΕλλάδα
ΠεριφέρειαΣτερεάς Ελλάδας
Περιφερειακή ΕνότηταΒοιωτίας
ΔήμοςΛεβαδέων
Δημοτική ΕνότηταΧαιρώνειας
Γεωγραφία
ΝομόςΒοιωτίας
Υψόμετρο160
Πληθυσμός
Μόνιμος117
Έτος απογραφής2021

Ονομασία

Επεξεργασία

Το όνομα του χωριού πιθανότατα προέρχεται από ομώνυμο μικρό μοναστήρι που λειτουργούσε από τον 16ο αιώνα. Σήμερα στη θέση του υπάρχει μικρό εκκλησάκι που εορτάζει στις 11 Φεβρουαρίου. Το όνομα του Αγίου Βλασίου αναφέρεται για πρώτη φορά σε έγγραφο Τούρκου Δικαστή της Λιβαδειάς το 1579 μ.Χ. και επικυρώνει την πώληση χωραφιών της χριστιανής Αγιοβλασίτισσας Σινάζου θυγατέρας του Νέρη στη μονή Οσίου Λουκά. Με τη ίδρυση του νεώτερου ελληνικού κράτους, εγκαταστάθηκαν στον Άγιο Βλάσιο αγροτοκτηνοτρόφοι που τους έδωσαν χωράφια και βοσκότοπους ως αποζημίωση για τη συμμετοχή τους στην επανάσταση του 1821. Το 1835 απογράφηκαν 131 κάτοικοι. Για σύντομη περίοδο από το 1861 έως το 1868 διετέλεσε και έδρα του διευρυμένου Δήμου Χαιρώνειας. Από το 1994 αποτελεί Δημοτικό Διαμέρισμα του Δήμου Χαιρώνειας.

 
Χάρτης αρχαίας Φωκίδας

Μυθολογία και αρχαιότητα

Επεξεργασία

Κατά την παράδοση ο Πανοπέας[1] ήταν γνωστή πόλη του Κοινού των Φωκέων και οι πρώτοι κάτοικοί του ήταν Φλεγύες από τον γειτονικό Ορχομενό[2]. Στην κορυφή του λόφου Θουρίου υπάρχει η ακρόπολη του Πανοπέα με τις τετραγωνικές επάλξεις του. Σ’ αυτήν εδώ την περιοχή ο γενάρχης των Ελλήνων Δευκαλίων και η γυναίκα του Πύρρα, μετά το μεγάλο βοιωτικό κατακλυσμό του Δευκαλίωνα, δημιούργησαν τους πρώτους Έλληνες από τα οστά της μητέρας Γης. Τα οστά της Γης είναι οι πέτρες και από την πέτρα που λέγεται λάας γεννάται ο λαός. Η ανθρωπογονία του Προμηθέα, καθιστά την περιοχή κοιτίδα του Έλληνα ανθρώπου. Από τον Πανοπέα, ο θεός Απόλλων ξεκίνησε «ημερούν τους ανθρώπους», δηλαδή άρχισε από τον Πανοπέα εκπολιτίζοντας τους ανθρώπους, όπως αναφέρει ο Στράβων.

Στην πόλη του Πανοπέα καταγράφεται και η παρουσία του γίγαντα Τιτυού. Ο Τιτυός είναι ο γενάρχης μιας δυναστείας είκοσι τεσσάρων γενεών, από τους οποίους ιδρύθηκε και η πόλη Κυρήνη της Αφρικής.

Στην πόλη του Πανοπέα, ο βασιλιάς Στρόφιος, νυμφεύτηκε την αδελφή του Αγαμέμνονα Αναξιβία και απόκτησαν τον Πυλάδη. Μαζί με τον Πυλάδη μεγάλωσε και ο Ορέστης, σταλμένος από την Ηλέκτρα για να γλιτώσει πιθανή εκδίκηση του Αιγίσθου. Αργότερα ο Πυλάδης νυμφεύτηκε την Ηλέκτρα και έζησαν στον Πανοπέα με τους δύο γιους τους Στρόφιο και Μέδοντα. Την Αίγλη, κόρη του βασιλιά Πανοπέα, την ερωτεύθηκε κατά τον Ησίοδο, το βασιλόπουλο των περί την Οίτη Δωριέων, Αιγίμιος, αλλά τη νυμφεύτηκε ο Αθηναίος Θησέας εγκαταλείποντας την Αριάδνη.

Όπως μας αναφέρει ο Όμηρος στην Ιλιάδα, στον κατάλογο των Νεών αναφέρει και τον Πανοπέα ανάμεσα στις εννέα Φωκικές πόλεις που έλαβαν μέρος στην Τρωική εκστρατεία[3], και ο Επειός ο γιος του βασιλιά Πανοπέα, είναι ο αρχιτέκτονας, κατασκευαστής του Δουρείου Ίππου της Τροίας.

Οι Πανοπείς διεξήγαγαν μαζί με τους άλλους Φωκείς πολέμους εναντίον των Θεσσαλών και στο τέλος τους νίκησαν. Αργότερα με τους Σπαρτιάτες του Λεωνίδα και άλλους Έλληνες πολέμησαν στις Θερμοπύλες κατά των Περσών, κατά του Φιλίππου και Αλεξάνδρου στη μάχη της Χαιρώνειας.

Ο Πανοπέας καταστράφηκε από τον Ξέρξη[4], κατεδαφίσθηκε στο τέλος του Β΄ ιερού πολέμου από τον Φίλιππο Β΄, καταστράφηκε το 198 π.χ. από τους Ρωμαίους υπό τον Φλαμινίνο Tίτο Κόιντο και λεηλατήθηκε και ξεθεμελιώθηκε το 86 π.Χ. από τον μιθριδατικό στρατό του Ταξίλη και Αρχέλαου λίγο πριν συγκρουσθούν με τον Σύλλα στη Χαιρώνεια.

Η νεκρόπολη του Πανοπέα βρέθηκε το 2001 και τα ευρήματα εκτίθενται στο Μουσείο της Χαιρώνειας.

Νεότερη και πρόσφατη ιστορία

Επεξεργασία

Ο Άγιος Βλάσης ανέδειξε αγωνιστές στις μάχες του 1821 με γνωστότερο τον Θανάση Αλλαντάλλα που πολέμησε με τον Ανδρούτσο, τον Διάκο και τον Ρούτη.

Ιστορικό διοικητικών μεταβολών Άγίου Βλασίου

Επεξεργασία

Ο Άγιος Βλάσιος είχε, όπως και πολλές άλλες περιοχές της Ελλάδας, αξιόλογες διοικητικές μεταβολές, κατά τον 19ο, 20ο και 21ο αιώνα, που σε γενικές - συνοπτικές γραμμές έχουν ως εξής:

Δ. Χαιρωνείας Ν. Αττικής και Βοιωτίας

Επεξεργασία
  • ΦΕΚ 18Α - 18/10/1835

Ο οικισμός Άγιος Βλάσιος προσαρτάται στον δήμο Χαιρωνείας

  • ΦΕΚ 1Α - 19/01/1862

Μεταφέρεται η έδρα του δήμου από τον οικισμό Κάπραινα στον οικισμό Άγιος Βλάσιος

  • ΦΕΚ 34Α - 17/07/1868

Μεταφέρεται η έδρα του δήμου από τον οικισμό Άγιος Βλάσιος στον οικισμό Δαύλεια

Δ. Χαιρώνειας Ν. Βοιωτίας

Επεξεργασία
  • ΦΕΚ 136Α - 08/07/1899

Ο δήμος αποσπάσθηκε στο νομό Βοιωτίας από τον νομό Αττικής και Βοιωτίας

Δ. Χαιρώνειας Ν. Αττικής και Βοιωτίας

Επεξεργασία
  • ΦΕΚ 282Α - 04/12/1909

Ο δήμος αποσπάσθηκε στο νομό Αττικής και Βοιωτίας από τον νομό Βοιωτίας

Κ. Αγίου Βλασίου Ν. Αττικής και Βοιωτίας

Επεξεργασία
  • ΦΕΚ 262Α - 31/08/1912

Σύσταση της κοινότητας με την απόσπαση του οικισμού Άγιος Βλάσιος από τον δήμο Χαιρώνειας και τον ορισμό του ως έδρα της κοινότητας

Κ. Αγίου Βλασίου Ν. Βοιωτίας

Επεξεργασία
  • ΦΕΚ 223Α - 26/07/1943

Η κοινότητα αποσπάται από τον νομό Αττικής και Βοιωτίας και υπάγεται στον νομό Βοιωτίας

  • ΦΕΚ 244Α - 04/12/1997

Ο οικισμός Άγιος Βλάσιος αποσπάται από την κοινότητα και προσαρτάται στον δήμο Χαιρωνείας

Η κοινότητα καταργείται

Δ. Χαιρώνειας Ν. Βοιωτίας

Επεξεργασία
  • ΦΕΚ 87Α - 07/06/2010

Ο οικισμός Άγιος Βλάσιος αποσπάται από το δήμο Χαιρωνείας και προσαρτάται στον δήμο Λεβαδέων

Ο δήμος καταργείται

Δημογραφικά στοιχεία

Επεξεργασία
Χρονολογία Πληθυσμός Άγίου Βλασίου
1835 191 [5]
1861 344
1879 452
1889 505
1896 575
1907 658
1920 667
1928 720
1940 839
1951 834
1961 667
1971 514
1981 409
1991 381
2001 410 (α/α 03180201)
2011 208 [6], (α/α 8290)

Βιβλιογραφία

Επεξεργασία

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Βικιθήκη, Παυσανία Ελλάδος περιήγησις/Φωκικά, Λοκρών Οζόλων[4.1] τούτοις μὲν δὴ τοιαῦτα ὑπῆρχεν ἐς μνήμην: στάδια δὲ ἐκ Χαιρωνείας εἴκοσιν ἐς Πανοπέας ἐστὶ πόλιν Φωκέων, εἴγε ὀνομάσαι τις πόλιν καὶ τούτους οἷς γε οὐκ ἀρχεῖα οὐ γυμνάσιόν ἐστιν, οὐ θέατρον οὐκ ἀγορὰν ἔχουσιν, οὐχ ὕδωρ κατερχόμενον ἐς κρήνην, ἀλλὰ ἐν στέγαις κοίλαις κατὰ τὰς καλύβας μάλιστα τὰς ἐν τοῖς ὄρεσιν, ἐνταῦθα οἰκοῦσιν ἐπὶ χαράδρᾳ. ὅμως δὲ ὅροι γε τῆς χώρας εἰσὶν αὐτοῖς ἐς τοὺς ὁμόρους, καὶ ἐς τὸν σύλλογον συνέδρους καὶ οὗτοι πέμπουσι τὸν Φωκικόν. καὶ γενέσθαι μὲν τῇ πόλει τὸ ὄνομα λέγουσιν ἀπὸ τοῦ Ἐπειοῦ πατρός, αὐτοὶ δὲ οὐ Φωκεῖς, Φλεγύαι δὲ εἶναι τὸ ἐξ ἀρχῆς καὶ ἐς τὴν γῆν διαφυγεῖν φασι τὴν Φωκίδα ἐκ τῆς Ὀρχομενίας. [4.2] Πανοπέων δὲ τὸν ἀρχαῖον θεώμενοι περίβολον ἑπτὰ εἶναι σταδίων μάλιστα εἰκάζομεν: ὑπῄει τε ἐπῶν ἡμᾶς τῶν Ὁμήρου μνήμη ὧν ἐποίησεν ἐς Τιτυόν, καλλίχορον τῶν Πανοπέων ὀνομάσας τὴν πόλιν, καὶ ὡς ἐν τῇ μάχῃ τῇ [τε] ἐπὶ τῷ Πατρόκλου νεκρῷ καὶ Σχεδίον τὸν Ἰφίτου βασιλεύοντα Φωκέων καὶ ἀποθανόντα ὑφ' Ἕκτορος κατοικεῖν εἶπεν ἐν τῷ Πανοπεῖ. τοῦτο μὲν δὴ ἐφαίνετο ἡμῖν ἔχειν αἰτίαν, φόβῳ τῶν Βοιωτῶν --κατὰ γὰρ τοῦτό ἐστιν ἐκ τῆς Βοιωτίας ἡ ἐς τὴν Φωκίδα ἐσβολὴ ῥᾴστη--ἐνταῦθα οἰκεῖν τὸν βασιλέα ἅτε φρουρίῳ τῷ Πανοπεῖ χρώμενον: [4.3] τὸ ἕτερον δὲ οὐκ ἐδυνήθην συμβαλέσθαι πρότερον, ἐφ' ὅτῳ καλλίχορον τὸν Πανοπέα εἴρηκε, πρὶν ἢ ἐδιδάχθην ὑπὸ τῶν παρ' Ἀθηναίοις καλουμένων Θυιάδων. αἱ δὲ Θυιάδες γυναῖκες μέν εἰσιν Ἀττικαί, φοιτῶσαι δὲ ἐς τὸν Παρνασσὸν παρὰ ἔτος αὐταί τε καὶ αἱ γυναῖκες Δελφῶν ἄγουσιν ὄργια Διονύσῳ. ταύταις ταῖς Θυιάσι κατὰ τὴν ἐξ Ἀθηνῶν ὁδὸν καὶ ἀλλαχοῦ χοροὺς ἱστάναι καὶ παρὰ τοῖς Πανοπεῦσι καθέστηκε: καὶ ἡ ἐπίκλησις ἡ ἐς τὸν Πανοπέα Ὁμήρου ὑποσημαίνειν τῶν Θυιάδων δοκεῖ τὸν χορόν. [4.4] Πανοπεῦσι δέ ἐστιν ἐπὶ τῇ ὁδῷ πλίνθου τε ὠμῆς οἴκημα οὐ μέγα καὶ ἐν αὐτῷ λίθου τοῦ Πεντελῆσιν ἄγαλμα, ὃν Ἀσκληπιόν, οἱ δὲ Προμηθέα εἶναί φασι: καὶ παρέχονταί γε τοῦ λόγου μαρτύρια. λίθοι κεῖνταί σφισιν ἐπὶ τῇ χαράδρᾳ, μέγεθος μὲν ἑκάτερος ὡς φόρτον ἀποχρῶντα ἁμάξης εἶναι, χρῶμα δέ ἐστι πηλοῦ σφισιν, οὐ γεώδους ἀλλ' οἷος ἂν χαράδρας γένοιτο ἢ χειμάῤῥου ψαμμώδους, παρέχονται δὲ καὶ ὀσμὴν ἐγγύτατα χρωτὶ ἀνθρώπου: ταῦτα ἔτι λείπεσθαι τοῦ πηλοῦ λέγουσιν ἐξ οὗ καὶ ἅπαν ὑπὸ τοῦ Προμηθέως τὸ γένος πλασθῆναι τῶν ἀνθρώπων. [4.5] ἐνταῦθα ἐπὶ τῇ χαράδρᾳ καὶ Τιτυοῦ μνῆμά ἐστι: περίοδος μὲν τοῦ χώματος τρίτον μάλιστά που σταδίου, τὸ δὲ ἔπος τὸ ἐν Ὀδυσσείᾳ κείμενον ἐν δαπέδῳ: ὁ δ' ἐπ' ἐννέα κεῖτο πέλεθρα (Όμηρος, Οδύσσεια, 11.577) οὐκ ἐπὶ μεγέθει πεποιῆσθαι τοῦ Τιτυοῦ φασιν, ἀλλ' ἔνθα ὁ Τιτυὸς ἐτέθη, Πλέθρα ἐννέα εἶναι τῷ χωρίῳ. [4.6] Κλέων δὲ ἀνὴρ Μάγνης, οἳ τῷ Ἕρμῳ προσοικοῦσιν, ἔφασκεν ἐς τὰ παράδοξα ἀπίστους εἶναι τῶν ἀνθρώπων οἷς ἂν μὴ παρὰ τὸν αὐτῶν γένηται βίον θεάμασιν ἐπιτυχεῖν λόγου μείζοσιν: αὐτὸς δὲ καὶ Τιτυὸν καὶ ἄλλους ἔφη πείθεσθαι γεγονέναι κατὰ τὴν φήμην: τυχεῖν γὰρ δὴ ὢν Γαδείροις, καὶ ἐκπλεῦσαι μὲν αὐτός τε καὶ τὸν ἄλλον πάντα ὄχλον ἐκ τῆς νήσου κατὰ τὸ Ἡρακλέους πρόσταγμα, ὡς δὲ αὖθις ἐπανήκειν ἐς τὰ Γάδειρα, ἄνδρα εὑρεῖν θαλάσσιον ἐκπεπτωκότα ἐς τὴν γῆν: τοῦτον πλέθρα μὲν πέντε μάλιστα ἐπέχειν, κεραυνωθέντα δὲ ὑπὸ τοῦ θεοῦ καίεσθαι
  2. Θύμιου Δ. Δάλκα, Λειβαδιά. Ιστορικοί περίπατοι Β. Στα δυτικά της, Λειβαδιά, 1993, σελ. 28.
  3. Βικηθήκη - Ιλιάδα Ραψωδία Β΄στίχοι 517-520 Αὐτὰρ Φωκήων Σχεδίος καὶ Ἐπίστροφος ἦρχον υἷες Ἰφίτου μεγαθύμου Ναυβολίδαο, οἳ Κυπάρισσον ἔχον Πυθῶνά τε πετρήεσσαν Κρῖσάν τε ζαθέην καὶ Δαυλίδα καὶ Πανοπῆα, οἵ τ' Ἀνεμώρειαν καὶ Ὑάμπολιν ἀμφενέμοντο, οἵ τ' ἄρα πὰρ ποταμὸν Κηφισὸν δῖον ἔναιον, οἵ τε Λίλαιαν ἔχον πηγῇς ἔπι Κηφισοῖο·
  4. Βικιθήκη, Ηροδότου Ιστορία/Ουρανία οὗτοι μὲν δὴ τῶν βαρβάρων ταύτῃ ἐτράποντο, ἄλλοι δὲ αὐτῶν ἡγεμόνας ἔχοντες ὁρμέατο ἐπὶ τὸ ἱρὸν τὸ ἐν Δελφοῖσι, ἐν δεξιῇ τὸν Παρνησὸν ἀπέργοντες. ὅσα δὲ καὶ οὗτοι ἐπέσχον τῆς Φωκίδος, πάντα ἐσιναμώρεον· καὶ γὰρ τῶν Πανοπέων τὴν πόλιν ἐνέπρησαν καὶ Δαυλίων καὶ Αἰολιδέων
  5. Εθνικό ίδρυμα ερευνών, Εξέλιξη πληθυσμού επαρχίας Λιβαδειάς
  6. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 9 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 2016. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία