Σαχ Σουτζά Ντουρανί
Ο Σουτζά Σαχ Ντουρανί Σαντοζάι (γνωστός και ως Σαχ Σουτζά, Σοτζά Σαχ ή Σουτζά Σαντοζάι Σουτζά αλ-Μουλκ) (4 Νοεμβρίου 1785 – 5 Απριλίου 1842) ήταν ηγεμόνας της Αυτοκρατορίας των Ντουρανί από το 1803 έως το 1809. Έπειτα διακυβέρνησε από το 1839 έως τον θάνατό του το 1842. Ο Σουτζά Σαχ καταγόταν από τη φατρία Σαντοζάι της εθνοτικής ομάδας των Ποπαλζάι Ντουρανί των Παστούν. Έγινε ο πέμπτος Εμίρης του Αφγανιστάν.[4]
Σαχ Σουτζά Ντουρανί | |
---|---|
Ο Σαχ Σουτζά Ντουρανί σε καρτ ποστάλ του 19ου αιώνα | |
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1780[1][2][3] |
Θάνατος | 5 Απριλίου 1842 Καμπούλ |
Χώρα πολιτογράφησης | Αφγανιστάν |
Θρησκεία | Ισλάμ |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | μονάρχης |
Οικογένεια | |
Γονείς | Τιμούρ Σαχ Ντουρανί |
Αδέλφια | Αλί Σαχ Ντουρανί Ζαμάν Σαχ Ντουρανί Μαχμούντ Σαχ Ντουρανί |
Σχετικά πολυμέσα | |
Σταδιοδρομία
ΕπεξεργασίαΒασιλιάς του Αφγανιστάν
ΕπεξεργασίαΟ Σουτζά Σαχ ήταν κυβερνήτης της Χεράτ και της Πεσαβάρ από το 1798 έως το 1801. Αυτοανακηρύχθηκε Βασιλιάς του Αφγανιστάν τον Οκτώβριο του 1801 (μετά την απομάκρυνση του αδελφού του Ζαμάν Σαχ), αλλά ανήλθε στην εξουσία με όλες τις τιμές στις 13 Ιουλίου 1803. Στο Αφγανιστάν, κατά παράδοση, ένας τυφλός άνδρας δεν μπορεί να είναι Εμίρης. Έτσι ο Σουτζά τύφλωσε τον αδερφό του αντί να τον σκοτώσει.[5] Μετά την άνοδό του στην εξουσία το 1803, ο Σουτζά περάτωσε την αιματηρή έχθρα με την ισχυρή φυλή των Μπαρακζάι συγχωρώντας τους. Για τη δημιουργία συμμαχίας μαζί τους, νυμφεύτηκε την «αδελφή» τους Ουά'φα Μπεγκούμ.[6]
Ο Σουτζά συμμάχησε με το Ηνωμένο Βασίλειο το 1809, ως μέσο άμυνας ενάντια σε μία εισβολή στο Αφγανιστάν και το Παντζάμπ από τη Ρωσία.[7] Το 1809, εστάλη βρετανική διπλωματική αποστολή στο Αφγανιστάν, το οποίο τότε ήταν για τους Βρετανούς μία απομακρυσμένη και μυστηριώδης περιοχή της Ασίας. Σύμφωνα με τον Μοντστιούαρτ Ελφινστόουν, «Ο Βασιλιάς της Καμπούλ [Σαχ Σουτζά] ήταν ένας όμορφος άνδρας». Έγραψε επίσης για ένα «σύμπλεγμα ελιών με παχύ μαύρο γένι … και καθαρή και ηγεμονική φωνή». Ο Σουτζά φορούσε το διαμάντι Κοχ-Ι-Νόορ («Όρος του φωτός») σε ένα από τα βραχιόλια του όταν τον επισκέφθηκε ο Ελφινστόουν.[8] Ο Ουίλλιαμ Φρέιζερ, ο οποίος συνόδευε τον Ελφινστόουν «ξαφνιάστηκε από την εμφάνισή του και το ρομαντική ανατολίτικο σέβας του».[9] Ο Φρέιζερ εκτίμησε επίσης πως «είχε ύψος περίπου 1,68» και πως το χρώμα της επιδερμίδας του ήταν «πολύ ξανθό αλλά νεκρικό…Τα γένια του ήταν παχιά μαύρα, ενώ γινόταν μικρότερα προς τα πάνω, στρίβοντας όμως στις γωνίες … Οι βλεφαρίδες και οι άκρες των βλεφάρων του είχαν βαφτεί με αντιμόνιο. Ανέφερε επίσης πως η φωνή του Σουτζά ήταν «δυνατή και στεντόρεια».[10]
Τον Ιούνιο του 1809,[11] απομακρύνθηκε από τον προκάτοχο του στον θρόνο Μαχμούντ Σαχ και εξορίστηκε στο Παντζάμπ όπου αιχμαλωτίστηκε από τον Τζαχαντάντ Χαν Μπαμιζάι και φυλακίστηκε στο Ατόκ (1811–1812) ενώ αργότερα μεταφέρθηκε στο Κασμίρ (1812–1813) από τον Ατά Μουχαμάντ Χαν. Όταν ο βεζίρης του Μαχμούντ Σαχ, Φατέχ Χαν, εισέβαλε στο Κασμίρ μαζί με τον στρατό του Μαχαραγιά Ραντζίτ Σινγκ, επέλεξε να αποχωρήσει μαζί με τον στρατό των Σιχ. Παρέμεινε στη Λαχόρη από το 1813 έως το 1814. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Ινδία, ο Σουτζά έχασε το διαμάντι Κοχ-ι-Νόορ από τον Μαχαραγιά Σινγκ. Έμεινε με τον Σινγκ ώστε στη συνέχεια να εξασφαλίσει την υποστήριξή του για την επίθεση στον Ντοστ Μοχαμάντ Χαν.[12]
Από το 1818 και έπειτα, ο Σουτζά ο οποίος επιθυμούσε ένα πολυτελές είδος βίου με τις συζύγους και τις παλλακίδες του λάμβανε σύνταξη από την Εταιρεία των Ανατολικών Ινδιών, η οποία θεωρούσε πως μπορούσε να του φανεί χρήσιμη κάποια μέρα.[5] Ο Σουτζά έμεινε αρχικά στο Παντζάμπ και έπειτα στη Λουντιάνα μαζί με τον Ζαμάν Σαχ. Το κτίριο στο οποίο διέμενε χρησιμοποιείται από το κεντρικό ταχυδρομικό γραφείο της περιοχής, ενώ υπάρχει και αναμνηστική πλάκα.
Εξορία
ΕπεξεργασίαΚατά τη διάρκεια της εξορίας του, ο Σουτζά ικανοποίησε τη βιαιότητά του κόβοντας μύτες, αυτιά, γλώσσες, πέη και όρχεις των αυλοκόλακων και των δούλων του όταν τον δυσαρεστούσαν ακόμη και στο ελάχιστο.[13] Όταν ο Αμερικανός τυχοδιώκτης δρ. Τζοσάια Χάρλαν επισκέφθηκε το ανάκτορο του Σουτζά στην εξορία του κατέγραψε πως έλειπαν μέρη του σώματος από όλους τους αυλικούς και τους δούλους του, οι οποίοι τον δυσαρέστησαν. Όλοι αυτοί ήταν δουλικά προσηλωμένοι, παρά την κακομεταχείριση, στον αφέντη τους, ενώ ο Χάρλαν σημείωσε πως υπήρχε «ομάδα μουγκών, ευνούχων και κουφών στην υπηρεσία του πρώην βασιλιά».[13] Όταν ο Σουτζά πήγε για πικνίκ με τις τέσσερις συζύγους του, ο άνεμος διέλυσε τη σκηνή του. Για το γεγονός αυτό κατηγόρησε έναν άνδρα, ο οποίος δεν είχε αυτιά. Τον ανάγκασε να ευνουχιστεί ως μέρος της τιμωρίας του για το ελλιπές στήσιμο της σκηνής μπροστά στο έντρομο βλέμμα του Χάρλαν.[13] Ο μεγάλος βεζίρης του Σουτζά, Μουλάχ Σακούρ άφησε τα μαλλιά του να μακρύνουν τόσο ώστε να μη φαίνονται τα κομμένα αυτιά του. Ο Χάρλαν ανέφερε πως ήταν τυχερός μιας και το υπόλοιπο σώμα του ήταν άθικτο.[13] Παρ' όλα αυτά, ή ίσως επειδή ήταν ακρωτηριασμένος, ο μεγάλος βεζίρης του Σουτζά είχε μεγάλη ευχαρίστηση να ακρωτηριάζει τους άλλους και πάντα υποκινούσε τον αφέντη του να ακρωτηριάζει κάποιον άλλον.[13] Ο Χάρλαν παρατήρησε ότι όλοι οι άνδρες γύρω από τη Σουτζά είχαν τουλάχιστον ένα μέρος του σώματός τους ακρωτηριασμένο, αν όχι περισσότερα, και όλοι φαινόταν εξαιρετικά φοβισμένοι προς τον αφέντη τους, ο οποίος ήταν ικανός να εξοργιστεί κάθε φορά που δυσαρεστούνταν με αποτέλεσμα τους ακρωτηριασμούς των σωμάτων.[14] Ο Χάρλαν συγχαίρει τη «χάρη και την αξιοπρέπεια της συμπεριφοράς της Υψηλότητας», παρατηρώντας την αίσθηση της δύναμης που σχεδίαζε, αλλά και ότι «τα χρόνια απογοήτευσης δημιούργησαν στο πρόσωπο του πρώην Βασιλιά ένα βλέμμα μελαγχολίας και παραίτησης».[15] Ο Χάρλαν, ένας άνδρας χωρίς επαρκή στρατιωτική εμπειρία και γνώση του Παστούν, πρότεινε να καθοδηγήσει μια εισβολή στο Αφγανιστάν για να αποκαταστήσει την Σουτζά, μια προσφορά που οδήγησε τον πρώην μονάρχη να προκαλέσει «μια ποιητική έκρηξη στο όνομα της Καμπούλ» και στους κήπους της, με φρούτα και με μουσική του κορυφώθηκε ως «Η Καμπούλ ονομάζεται Στέμμα του Αέρα. Προσεύχομαι για την κατοχή εκείνων των απολαύσεων που η μόνη μου χώρα μπορεί να προσφέρει».[16] Όταν ο Χάρλαν του έταζε ό,τι ήθελε για να αποδεχθεί την προσφορά του ή όχι, ο Σουτζά συμφώνησε.[16] Ο Χάρλαν προσέλαβε έναν ράπτη για να ράψει μια αμερικανική σημαία, την οποία ο Χάρλαν είχε στη Λουντιάνα, και άρχισε να προσλαμβάνει μισθοφόρους για την εισβολή στο Αφγανιστάν, υποδηλώνοντας ότι εργαζόταν για την αμερικανική κυβέρνηση (κάτι που δεν ίσχυε).[14] Ο Χάρλαν τελικά απογοητεύτηκε από τον Σουτζά, γράφοντας ότι δεν τον θεωρούσε ως «νόμιμο μοναρχία, θύμα των προδοτικών πρακτικών», αλλά μάλλον ως «τυφλό τύραννο, άκαμπτο στις διαθέσεις, εκδικητικό στις δικές του εχθρότητες, χωρίς ελπίδα στις προσκολλήσεις του, τις θλίψεις του. Θυμόταν τις κακοτυχίες του μόνο για σκοπούς εκδίκησης».[17]
Το 1833 συμφώνησε με τον Μαχαραγιά Ραντζίτ Σινγκ του Παντζάμπ: του δόθηκε η άδεια να πολεμήσει με τα στρατεύματά του από το Παντζάμπ και σε αντάλλαγμα θα παραχωρούσε την Πεσαβάρ στους Σιχ αν μπορούσε να την καταλάβει. Σε μια συντονισμένη εκστρατεία το επόμενο έτος, ο Σουτζά διέφυγε στην Κανταχάρ, ενώ οι Σιχ, με εντολή του στρατηγού Χάρι Σινγκ Νάλουα, επιτέθηκαν στην Πεσαβάρ. Τον Ιούλιο, ο Σουτζά Σαχ ηττήθηκε στην Κανταχάρ από τους Αφγανούς υπό τον Ντοστ Μοχαμάντ Χαν και εγκατέλειψε. Οι Σιχ, από την πλευρά τους, κατέλαβαν την Πεσαβάρ.[18]
Αποκατάσταση στην εξουσία
ΕπεξεργασίαΤο 1838 έλαβε την υποστήριξη των Βρετανών και του Σιχ Μαχαραγιά Ραντζίτ Σινγκ ώστε να αποσπάσει βίαια την εξουσία του Ντοστ Μοχαμάντ Χαν. Ο Τζορτζ Έντεν, 1ος Κόμης του Όκλαντ, θεωρούσε πως οι περισσότεροι Αφγανοί θα υποδεχόταν με ευχαρίστηση την επιστροφή του Σουτζά ως του νόμιμου ηγέτη τους, αλλά για την ακρίβεια μέχρι το 1838, οι περισσότεροι κάτοικοι του Αφγανιστάν δεν τον θυμούνταν, και όσοι τον θυμούνταν τον θεωρούσαν βίαιο και τυραννικό ηγέτη τον οποίον μισούσαν απολύτως.[19] Κατά τη διάρκεια προέλασης προς την Καμπούλ, το κύριο βρετανικό στρατόπεδο δέχθηκε επίθεση από δύναμη Γαζήδων, εκ των οποίων οι 50 αιχμαλωτίστηκαν.[20] Όταν οι αιχμάλωτοι βρέθηκαν μπροστά στον Σουτζά, ένας από αυτούς χρησιμοποίησε ένα μαχαίρι το οποίο έκρυβε στις ρόμπες του για να σκοτώσε έναν από τους πρεσβευτές του Σουτζά, προκαλώντας την οργή του Σουτζά ο οποίος διέταξε τον αποκεφαλισμό 50 αιχμαλώτων σε αυτό το σημείο.[20] Ο Βρετανός ιστορικός Σερ Τζον Ουίλλιαμ Κέι έγραψε για τη «αχαλίνωτη βιαιότητα» της μαζικής εκτέλεσης καθώς και οι 50 αιχμάλωτοι αποκεφαλίστηκαν ενέτειναν την εκστρατεία, αναφέροντας πως οι «οξείς λυγμοί» των αιχμαλώτων που περίμεναν την εκτέλεσή τους ήταν ο «πένθιμος θρήνος» της «ανίερης πολιτικής» για την αποκατάσταση του Σουτζά.[20] Ο Σουτζά αποκαταστάθηκε στον θρόνο από τους Βρετανούς στις 7 Αυγούστου 1839,[21] 30 χρόνια μετά την εκθρόνισή του, αλλά δεν παρέμεινε στην εξουσία μετά την αποχώρηση των Βρετανών. Μετά την αποκατάστασή του, ο Σουτζά ανακοίνωσε ότι θεωρούσε τον λαό του ως «σκυλιά» που έπρεπε να διδαχθούν να είναι υπάκουοι στον κύριό τους, και πέρασε τον χρόνο του, απαιτώντας αιματηρή εκδίκηση για εκείνους τους Αφγανούς που ένιωθε ότι τον είχαν προδώσει, κάνοντάς τον εξαιρετικά μη δημοφιλή στον λαό του.[22] Κλείστηκε στο οχυρό Μπάλα Χισάρ στην Καμπούλ και όταν αποχώρησε από αυτό δολοφονήθηκε από τον Σουτζά ουντ-Νταουλά, μετά από επιμονή του Ουαζίρ Ακμπάρ Χαν στις 5 Απριλίου 1842.[23][24]
Πηγές
ΕπεξεργασίαΠαραπομπές
Επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Shah-Shoja.
- ↑ 2,0 2,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. 1028432712.
- ↑ 3,0 3,1 www
.isni .org /0000000035644616. - ↑ «Shāh Shojāʿ | king of Afghanistan». Encyclopedia Britannica (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2018.
- ↑ 5,0 5,1 Perry 2005, σελ. 111.
- ↑ Dalrymple 2012, σελ. 23.
- ↑ Dalrymple 2012, σελ. 5.
- ↑ Dalrymple 2012, σελ. 18.
- ↑ Dalrymple 2012, σελ. 20.
- ↑ Dalrymple 2012, σελ. 21.
- ↑ Dalrymple 2012, σελ. 27.
- ↑ History of the Punjab: And of the Rise, Progress, & and Present Condition of the Sect and Nation of the Sikhs. London: W.H. Allen. 1846. σελ. 319.
- ↑ 13,0 13,1 13,2 13,3 13,4 Macintyre 2002, σελ. 29.
- ↑ 14,0 14,1 Macintyre 2002, σελ. 33.
- ↑ Macintyre 2002, σελ. 30.
- ↑ 16,0 16,1 Macintyre 2002, σελ. 32.
- ↑ Macintyre 2002, σελίδες 170–171.
- ↑ Bayly, Martin J. (2016). Taming the Imperial Imagination. Cambridge: Cambridge University Press. σελ. 140. ISBN 9781107118058.
- ↑ Perry 2005, σελ. 112.
- ↑ 20,0 20,1 20,2 Perry 2005, σελ. 117.
- ↑ Moon 1989, σελ. 515.
- ↑ Perry 2005, σελ. 121.
- ↑ Moon 1989, σελ. 552.
- ↑ Buckland, C. E. (1968). Dictionary of Indian Biography. Haskell House Publishers ltd. σελ. 385. ISBN 978-0838302774.
Βιβλιογραφία
Επεξεργασία- Dalrymple, William (2012). Return of a King: The Battle for Afghanistan. Bloomsbury. ISBN 978-1-408-8183-05.
- Macintyre, Ben (2002). The Man Who Would Be King. New York: Farrar, Straus, Giroux. ISBN 978-0374529574.
- Moon, Penderel (1989). The British Conquest and Dominion of India. London: Duckworth. ISBN 978-0253338365.
- Perry, James (2005). Arrogant Armies. Edison, New Jersey: CastleBooks. ISBN 978-0471119760.
Περαιτέρω ανάγνωση
Επεξεργασία- Divan-i-Shuja (1825)
- Memoirs of Shuja ul-Mulk Shah, King of Afghanistan (1826)