Το ραδιογωνιόμετρο (αγγλικά: radio direction finder - RDF) αποτελεί το παλαιότερο ραδιοναυτιλιακό βοήθημα για τον προσδιορισμό της διεύθυνσης (διόπτευσης) παράκτιου σταθμού εκπομπής ραδιοκυμάτων. Η χρήση του χρονολογείται από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.[1][2]

Μονάδα ραδιογωνιόμετρου του βρετανικού πλοίου HMS Belfast.

Λειτουργία

Επεξεργασία

Με τη χρησιμοποίηση του ραδιογωνιόμετρου προσδιορίζεται μια γραμμή θέσης που αντιστοιχεί στη διεύθυνση (διόπτευση) του σταθμού, από τον οποίο εκπέμπονται τα λαμβανόμενα στο δέκτη της συσκευής σήματα. Η ένταση του λαμβανόμενου από την περιστρεφόμενη κεραία σήματος μεταβάλλεται ανάλογα με τη διεύθυνση του επίπεδου της κεραίας ως προς τη διεύθυνση διαδόσεως του σήματος. Όταν η ένταση του σήματος στα ακουστικά του χειριστή μηδενιστεί, η διεύθυνση του επιπέδου της κεραίας της συσκευής αντιστοιχεί στη διεύθυνση (ραδιοδιόπτευση) του παράκτιου σταθμού.[1][2]

Είδη και κεραία

Επεξεργασία

Ο παλαιότερος και απλούστερος τύπος ραδιογωνιόμετρου είναι το ραδιογωνιόμετρο με περιστρεφόμενη κεραία. Οι περιστρεφόμενες κεραίες, ωστόσο, παρουσίαζαν αρκετά προβλήματα και περιορισμούς σχετικά με την εγκατάσταση, περιστροφή και μετάδοση της ενδείξεως στο δέκτη με μηχανικό τρόπο. Σε νεώτερους τύπους ραδιογωνιόμετρου αντί της περιστρεφόμενης κεραίας, χρησιμοποιούνται δύο σταθερές κεραίες πλαισίου σε κάθετες μεταξύ τους διευθύνσεις και η ένδειξη της ραδιοδιόπτευσης εμφανίζεται αυτόματα σε ψηφιακό ενδείκτη μετά από το συντονισμό της συσκευής στην κατάλληλη συχνότητα και τη συνεχή περιστροφή του πηνίου έρευνας.[1][2]

Το ραδιογωνιόμετρο χρησιμοποιείται στη ναυτιλία για τις εξής δύο εφαρμογές:[1][2]

  1. Προσδιορισμός θέσεως (στίγματος) του πλοίου με τη μέτρηση ραδιοδιοπτεύσεων προς ορισμένους παράκτιους σταθμούς (ραδιοφάρους), οι οποίοι εκπέμπουν ειδικά για το σκοπό αυτό σήματα.
  2. Ραδιοεντοπισμός κινδυνεύοντος πλοίου με ραδιοδιοπτεύσεις από παράκτιους σταθμούς ραδιογωνιομετρήσεως ή και από άλλα παραπλέοντα πλοία.

Το ραδιογωνιόμετρο ήταν στο παρελθόν κύριο μέσο για την αεροπορική και θαλάσσια ναυσιπλοΐα. Τη δεκαετία του 1950 τα αεροπορικά ραδιογωνιόμετρα αντικαταστάθηκαν σταδιακά από το σύστημα VOR ενώ τα θαλάσσια ραδιογωνιόμετρα έχασαν τη δημοφιλία τους από την ανάπτυξη της συσκευής Λοράν τη δεκαετία του 1970.[3]

Σήμερα τα περισσότερα ραδιογωνιόμετρα έχουν παροπλιστεί υπέρ του ταχύτερου και πολύ πιο ακριβούς συστήματος πλοήγησης GPS. Ωστόσο, το χαμηλό κόστος των συσκευών και η συνέχιση της ύπαρξης των ραδιογωνιομετρικών σταθμών εκπομπής επιτρέπουν στις συσκευές αυτές να συνεχίζουν να λειτουργούν, κυρίως για χρήση σε μικρές βάρκες, ως συμπλήρωμα ή εφεδρεία στο GPS.[2][3]

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 Παλληκάρης Α., Κατσούλης Γ., Δαλακλής Δ. «Ναυτικά Ηλεκτρονικά Όργανα», Ίδρυμα Ευγενίδου, 2008. ISBN 978-960-337-086-4
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 «Αρχειοθετημένο αντίγραφο» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 21 Φεβρουαρίου 2015. 
  3. 3,0 3,1 https://books.google.gr/books?id=rvsQtrJ2fzIC&pg=PA308&lpg=PA308&dq=In+the+1950s,+aviation+NDBs+were+augmented+by+the+VOR+system,+in+which+the+direction+to+the+beacon+can+be+extracted+from+the+signal+itself,+hence+the+distinction&source=bl&ots=BZdmKIzsIb&sig=RE2BoCbvA-iur6Qua172phaDYLI&hl=el&sa=X&ei=dqToVLrYE8fjaqz0gcgN&ved=0CCoQ6AEwAQ#v=onepage&q=In%20the%201950s%2C%20aviation%20NDBs%20were%20augmented%20by%20the%20VOR%20system%2C%20in%20which%20the%20direction%20to%20the%20beacon%20can%20be%20extracted%20from%20the%20signal%20itself%2C%20hence%20the%20distinction&f=false