Νταουγκάβα
Συντεταγμένες: 57°3′42″N 24°1′50″E / 57.06167°N 24.03056°E
Ο Νταουγκάβα (Daugava) ή Δυτικός Ντβίνα (ρωσικά: Западная Двина, λευκορωσικά: Заходняя Дзвіна) είναι ποταμός ο οποίος πηγάζει στη νοτιοδυτική Ρωσία και αφού διασχίσει τη βόρεια Λευκορωσία και τη Λετονία, εκβάλλει στον κόλπο της Ρίγα, στη Βαλτική θάλασσα. Έχει συνολικό μήκος 1.020 χιλιόμετρα, από τα οποία 325 είναι στη Ρωσία, 338 στη Λευκορωσία και 352 στη Λετονία. Μεγάλες πόλεις κατά μήκος του ρου είναι οι Βίτσεμπσκ και Πόλοτσκ στη Λευκορωσία και Ντάουγκαβπιλς και Ρίγα στη Λετονία.
Νταουγκάβα Δυτικός Ντβίνα | |
---|---|
Η λεκάνη απορροής του ποταμού | |
Πηγές | Λόφοι Βαλντάι, Ρωσία |
Εκβολές | Κόλπος της Ρίγας, Βαλτική Θάλασσα |
Χώρα | Λευκορωσία, Ρωσία και Λετονία |
Μήκος | 1.020 χιλιόμετρα[1] |
Υψόμετρο Πηγών | 221 μ. |
Υψόμετρο Εκβολών | επίπεδο της θάλασσας |
Μέση εκροή | 678 κυβικά μέτρα το δευτερόλεπτο |
Λεκάνη απορροής | 87.900 χλμ²[1] |
Παραπόταμοι | Aiviekste River, Obaĺ, Palata River, Drysa, Rosica, Ogre River, Kasplya, Ula, Ušača, Dzisna, Mezha, Dubna River, Velesa, Usvyacha, Lučosa, Vitsba River, Drujka, Toropa, Sarjanka, Buļļupe, Pērse, Viata, Vužyca, Bieĺčyca, Dvinka, Zhizhitsa, Laucesa, Mārupīte, Meļņička, Olekte, Riga, Chernoguzka, Šuņica, Kryvinka, Bikloža, Zmiejka, Sosnіca, Shevinka, Valynka, Lužasnianka, Mīlgrāvis, Poguļanka, Indrica, Nača, Biazuńja, Sechna, Somnica, Strunka, Turaŭlianka, Hapaka grāvis, Biarozavy Mastok, Prudok, Jazvinka, Meritsa, Volta, Radžu, Kamenka και Korotyshka |
wikidata ( ) |
Ετυμολογία
ΕπεξεργασίαΣύμφωνα με το Etymological Dictionary του Μαξ Φάσμερ, το τοπωνύμιο Ντβίνα δεν προέρχεται από ουραλική γλώσσα και πιθανόν προέρχεται από κάποια ινδοευρωπαϊκή λέξη η οποία είχε τη σημασία «ποτάμι» ή «ρέμα».[2]
Γεωγραφία
ΕπεξεργασίαΟ ποταμός πηγάζει από τους λόφους Βαλντάι στη νοτιοδυτική Ρωσία, από την ίδια περιοχή από την οποία πηγάζουν επίσης ο Βόλγας και ο Δνείπερος. Ο ποταμός στη συνέχεια σχηματίζει ένα μεγάλο τόξο προς τα νότια και νοτιοδυτικά καθ όσο διαρρέει τη Ρωσία και τη Λευκορωσία και στη συνέχεια στρέφεται προς τα βορειοδυτικά πριν διασχίσει τη Λετονία[3] και στο τέλος του ρου του διέρχεται από τη Ρίγα, όπου έχει πλάτος περίπου 700 μέτρα και βάθος 8-9 μέτρα.[4] Εκβάλλει στον κόλπο της Ρίγα, στη Βαλτική θάλασσα.[3] Με συνολικό μήκος 1.020 χιλιόμετρο, είναι το 11ο μακρύτερο ποτάμιο σύστημα της Ευρώπης και το μεγαλύτερο της Λετονίας.
Η λεκάνη απορροής του ποταμού, έκτασης 87.900 τετραγωνικών χιλιομέτρων, αποτελείται από πεδινές εκτάσεις, ως επί το πλείστον με υψόμετρο 100 με 200 μέτρα, με πολυάριθμους βαλτώδεις εκτάσεις, δάση και μικρές, κυρίως, λίμνες. Το κλίμα της είναι υγρό με ζεστά καλοκαίρια και ήπιους χειμώνες.[3]
Υδρολογικά, ο ποταμός έχει τη μέγιστη εκροή του την άνοιξη, όπως και άλλα ποτάμια της ανατολικής Ευρώπης, όταν λιώνουν τα χιόνια. Η εκροή του ποταμού την άνοιξη μπορεί να φτάσει μέχρι τα 4.000 - 8.000 κυβικά μέτρα το δευτερόλεπτο[5] και στάθμη του ανεβαίνει κατά 6 με 11 μέτρα ανά τοποθεσίες.[3] Τη ξηρή καλοκαιρινή περίοδο και το χειμώνα η ροή του μειώνεται στα 150 m³/s και η μέση ετησία ροή του ποταμού είναι 600-700 κυβικά μέτρα το δευτερόλεπτο.[5] Κατά τη διάρκεια του χειμώνα, αρχίζοντας στα τέλη Νοεμβρίου με αρχές Δεκεμβρίου στον άνω ρου και λίγο αργότερα στο μέσο ρου, ο ποταμός παγώνει. Ο πάγος αρχίζει να λιώνει στα τέλη του Μάρτιο κοντά στο στόμιο του ποταμού και στον άνω ρου έχει λιώσει μέχρι τα μέσα του Απριλίου.[3]
Ιστορία
ΕπεξεργασίαΓια χιλιετίες, οι εκβολές του Νταουγκάβα και οι ακτές του κόλπου της Ρίγας ήταν τοποθεσίες όπου κατοικούσαν οι προϊστορικοί άνθρωποι, που ήταν κυνηγοί και τροφοσυλλέκτες, χρησιμοποιώντας τα νερά των εκβολών ως περιοχή ψαρέματος. Στη συνέχεια ο ποταμός αποτελούσε τμήμα του δρόμου του εμπορείου από τη Βαλτική και τους Βίκινγκ προς τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και τους Άραβες,[3] αν και δεν ήταν πλεύσιμος σε όλο του μήκος λόγω μικρών καταρρακτών και έντονων ρευμάτων.[6]
Η περιοχή της Ρίγας ήταν στρατηγικής σημασίας για την άμυνα του στομίου του ποταμού και υπάρχουν ίχνη οχυρού στη δυτική όχθη του Ντβίνα στην περιοχή της Ρίγας από τον πρώιμο Μεσαίωνα. Ο ποταμός στην περιοχή αρχικά ήταν πλατύς και ρηχός, με αμμόλοφους, νησιά και κανάλια. Έργα εκβάθυνσης του ποταμού ξεκίνησαν τον 18ο αιώνα, τα οποία στη συνέχεια ενισχύθηκαν και το 1912 το κανάλι για τα πλοία είχε βάθος μέχρι 8,5 μέτρα και πλάτος 150 μέτρα.[4] Παρά τα οφέλη που προσέφερε ο ποταμός, οι πλημμύρες και το πέρασμά του αποτελούσαν για πρόβλημα. Η πιο καταστροφική πλημμύρα στην ιστορία της πόλης φαίνεται ότι έλαβε χώρα το 1709, όταν τον Απρίλιο οι εκβολές του ποταμού παρέμειναν παγωμένες κατά τη διάρκεια της άνοιξης, με αποτέλεσμα, σε συνδυασμό με τα κομμάτια πάγου που μετέφερε ο ποταμός, η στάθμη να ανέβει, τα κομμάτια πάγου να σπάσουν τις πύλες της πόλης και το νερό να κατακλύσει τη πόλη. Μια αναμνηστική επιγραφή στον καθεδρικό της Ρίγας δείχνει ότι το νερό έφτασε σε ύψος 4,68 μέτρων.[4] Πλέον, η περίσσεια ύδατος παρακρατείται από φράγματα. Η διάβαση του ποταμού αρχικά γινόταν από βάρκες ή έλκηθρα κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Το πρώτο πέρασμα με γέφυρα στη Ρίγα κατασκευάστηκε από τους Σουηδούς το 1701, ώστε να περάσουν στην απέναντι όχθη και να νικήσουν τους Πολωνούς και τους Σάξωνες. Η γέφυρα παρασύρθηκε από πλημμύρες το 1705. Τον 18ο αιώνα κατασκευάστηκε μια πλωτή γέφυρα και το 1871-73 κατασκευάστηκε μια σιδερένια γέφυρα για σιδηροδρομική χρήση.[4]
Τις αρχές του 19ου αιώνα ο ποταμός ενώθηκε με κανάλια μέσα του παραποτάμου του Ουλά με τον ποταμό Μπερεζίνα και το ποτάμιο σύστημα του Δνείπερου, αν και χρησιμοποιήθηκε κυρίως για τη μεταφορά ξυλείας.[3]
Ο ποταμός μελετήθηκε εντατικά για πρώτη φορά το 1701 με εντολή του Μέγα Πέτρου, από τις πηγές του μέχρι το Πόλοτσκ. Το 1790-91 δημοσιεύθηκε λεπτομερής άτλας με το ρου του ποταμού από το Βίτεμπσκ μέχρι τη Ρίγα.[3]
Υδροηλεκτρικά φράγματα
ΕπεξεργασίαΣτον ποταμό έχουν κατασκευαστεί τρία υδροηλεκτρικά φράγματα. Το Rīgas HES έχει κατασκευαστεί λίγο πιο ανάντη από τη Ρίγα, περίπου 35 χιλιόμετρα από τις εκβολές του ποταμού. Έχει ύψος 18 μέτρα και δυναμικό παραγωγής 402 MW. Το Ķegums HPP έχει κατασκευαστεί άλλα 35 χιλιόμετρα ανάντη και έχει ύψος 14 μέτρα και μέγιστο δυναμικό παραγωγής 264,6 MW. Το Pļaviņas HPP, το οποίο είναι το μεγαλύτερο από τα τρία βρίσκεται 107 χιλιόμετρα από το στόμιο του ποταμού. Κατασκευάστηκε τη περίοδο 1961-1966. Το φράγμα Plavinas έχει ύψος 40 μέτρα, με δυναμικό παραγωγής μέχρι 868,5 MW. Ο ταμιευτήρας του έχει όγκο 509 εκατομμύρια m³, με μέγιστο επιτρεπόμενα τα 580 εκατομμύρια m³.[5]
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 «Main Geographic Characteristics of the Republic of Belarus. Main characteristics of the largest rivers of Belarus». Land of Ancestors. Data of the Ministry of Natural Resources and Environmental Protection of the Republic of Belarus. 2011. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Ιανουαρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 27 Σεπτεμβρίου 2013.
- ↑ Фасмер, Макс. Этимологический словарь Фасмера (στα Ρωσικά). σελ. 161.
- ↑ 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 3,5 3,6 3,7 «Western Dvina River». Encyclopædia Britannica. Ανακτήθηκε στις 11 Μαΐου 2016.
- ↑ 4,0 4,1 4,2 4,3 «The Daugava». Δήμος της Ρίγας. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Φεβρουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 11 Μαΐου 2016.
- ↑ 5,0 5,1 5,2 Luis Berga, J.M. Buil, E. Bofill, J.C. De Cea, J.A. Garcia Perez, G. Mañueco, J. Polimon, A. Soriano, J. Yagüe (2006). Dams and Reservoirs, Societies and Environment in the 21st Century. Taylor & Francis. σελ. 611. ISBN 9781134138500.
- ↑ Richard C. Frucht (2005). Eastern Europe: An Introduction to the People, Lands, and Culture, Τόμος 1. ABC-CLIO. σελ. 115. ISBN 9781576078006.