Κύριλλος Α΄ Αλεξανδρείας

Ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας (περ. 378 - περ. 444) υπήρξε επίσκοπος Αλεξανδρείας μεταξύ των ετών 412 και 444. Ήταν κεντρική μορφή της συνόδου της Εφέσου το 431, που οδήγησε στην απομάκρυνση του Νεστόριου από τον αρχιεπισκοπικό θώκο της Κωνσταντινούπολης. Αν και αμφιλεγόμενη ιστορική προσωπικότητα, θεωρείται εκ των κορυφαίων δογματικών της ορθόδοξης Εκκλησίας και έχει συγγράψει πολλά θεολογικά συγγράμματα, τα οποία του απέφεραν τον χαρακτηρισμό του στύλου της Ορθοδοξίας και περίοπτη θέση ανάμεσα στους εκκλησιαστικούς συγγραφείς.

Κύριλλος Α΄ Αλεξανδρείας
Κύριλλος Α, 24ος Πατριάρχης Αλεξανδρείας
Πατριάρχης και Πατέρας της Εκκλησίας
ΓέννησηΠερίπου το 378
Θεοδόσιος, σύγχρονη Μαχαλά ελ-Κουμπρά
ΚοίμησηΠερίπου το 444
Αλεξάνδρεια
Εορτασμός18 Ιανουαρίου και 9 Ιουνίου (Ορθόδοξη εκκλησία)
27 Ιουνίου (Καθολική εκκλησία, Λουθηρανική εκκλησία)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Πολυσυζητημένο είναι το θέμα της εμπλοκής του ή όχι στη δολοφονία της νεοπλατωνικής φιλοσόφου Υπατίας και στην υποκίνηση στάσεων και βίαιων εκδηλώσεων: κάποιοι μελετητές τον εμπλέκουν άμεσα στα γεγονότα αυτά ενώ άλλοι ελαχιστοποιούν το ρόλο και την ευθύνη του[1].

Ο Κύριλλος γεννήθηκε σε μία μικρή πόλη (Θεοδόσιος), κοντά στη σημερινή Ελ Μαχάλα ελ Κούμπρα. Ήταν γιος εύπορης ελληνικής οικογένειας της πόλης και ανιψιός -από την πλευρά της μητέρας του- του πατριάρχη Αλεξανδρείας Θεόφιλου. Εκπαιδεύτηκε στην Αλεξάνδρεια, στην Κατηχητική Σχολή, όπου παρακολούθησε παραδόσεις του Δίδυμου του Τυφλού και παρακολούθησε μαθήματα της περίφημης αλεξανδρινής φιλοσόφου - μαθηματικού Υπατίας [2] Φέρεται πως έλαβε την τυπική εκπαίδευση της εποχής του μελετώντας γραμματική από την ηλικία των 12 έως 14 ετών (390-392), ρητορική από το 15 έως τα 20 (393-397) και τελικά θεολογία και βιβλικές σπουδές (398-402). Κατόπιν χειροτονήθηκε αναγνώστης, στη συνέχεια διάκονος και πρεσβύτερος από τον θείο του Θεόφιλο.

Το 403 συνόδευσε τον θείο του Θεόφιλο στην Κωνσταντινούπολη και ήταν παρών στην παρά την Δρυν Σύνοδο η οποία καθαίρεσε τον Ιωάννη Χρυσόστομο. Ο ίδιος τον θεωρούσε ένοχο των υφιστάμενων κατηγοριών[3].

 

Για την καλύτερη πνευματική ανάπτυξή του και τον πληρέστερο καταρτισμό του, κατέφυγε σε μονές της Αιγύπτου, όπου ασκήτευε για ένα χρονικό διάστημα. Έλεγε μάλιστα σχετικά: «Εις χείρας πατέρων τεθράμμεθα ορθοδόξων και αγίων». Λέγεται ότι ο θείος του Θεόφιλος τον έστειλε μετά τις σπουδές του, στις μονές της Νιτρίας. Έμεινε για 5 χρόνια στη μονή του Αγίου Μακαρίου, μελετώντας την Αγία Γραφή και ασκούμενος υπό την καθοδήγηση του γέροντος Σεραπίωνος.

Μετά το θάνατο του Θεοφίλου, στις 15 Οκτωβρίου του 412, προβλήθηκε ως διάδοχός του, όπως και ο αρχιδιάκονος Τιμόθεος, ο οποίος ήταν αξιόλογος κληρικός και μάλιστα αρεστός στην αριστοκρατία της αλεξανδρινής κοινωνίας καθώς και στη δημόσια διοίκηση της πόλεως. Τελικά Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας εξελέγη ο Άγιος Κύριλλος, που ενθρονίσθηκε στις 17 Οκτωβρίου 412 και διεποίμανε την Εκκλησία της Αλεξανδρείας επί 32 έτη.

Η δράση του ως Επισκόπου Αλεξανδρείας

Επεξεργασία

Οι κάτοικοι της Αλεξάνδρειας, άλλοι από τους οποίους ήταν Χριστιανοί, άλλοι Εθνικοί και άλλοι Ιουδαίοι, είχαν τη φήμη ταραχοποιών.[4] Ο Κύριλλος ως επίσκοπος έλεγχε την κοινωνική ανισότητα και καυτηρίαζε την αναλγησία των πλουσίων, ενώ παράλληλα προέτρεπε τους πιστούς να ζουν σύμφωνα με το ιδεώδες της χριστιανικής ζωής και αγάπης και τους συνιστούσε να ζουν ζωή σύμφωνη με το θέλημα του Θεού και το χριστιανικό τους όνομα. Επίσης αντιμετώπισε διάφορες αιρέσεις και σχίσματα που εμφανίστηκαν στην τότε εκκλησία, υπολείμματα των οποίων διασώζονται ακόμη, όπως και των Αρειανών, Μαρκίωνος, Παύλου Σαμοσατέως, Ναυατιανών. Για να αντιμετωπίσει το μαντείο των Εθνικών στη Μένουθις, μετέφερε λείψανα των Μαρτύρων Κύρου και Ιωάννου και των Παρθένων Θεοκτίστης, Ευδοξίας και της μητέρας τους Αθανασίας, τα οποία είχαν βρεθεί σε αρχαίο χριστιανικό ναό του Αποστόλου Μάρκου, στο ναό των Ευαγγελιστών, τον οποίο ανήγειρε ο Θεόφιλος.
Καταδιώχθηκε από τους Νοβατιανούς που ήταν σχισματικοί[5], επειδή επέφερε πλήγματα στις αιρετικές τους θέσεις, με τα επιχειρήματά του, και κατόπιν συγκρούστηκε από τους Ιουδαίους, οι οποίοι είχαν ισχυρή συναγωγή στην Αλεξάνδρεια, και επιτίθονταν στη Χριστιανική κοινότητα της πόλης παραμένοντας ατιμώρητοι. Μετά από επεισόδια στα οποία αρχικά οι Ιουδαίοι παρακίνησαν τον Έπαρχο Ορέστη να μαστιγώσει δημόσια τον γραμματικό Ιέρακα, φίλο του Κυρίλλου, ως υποκινητή στάσης, ο Επίσκοπος απευθύνθηκε στους προύχοντες των Ιουδαίων παρακαλώντας να σταματήσουν αυτές τις ενέργειες. Όμως εκείνη τη νύχτα Ιουδαίοι άρχισαν να διαδίδουν φήμες ότι πυρπολούνταν ο ναός του αγίου Αλεξάνδρου, και έπιασαν σε ενέδρα Χριστιανούς που έτρεχαν να περισώσουν το ναό, δολοφονώντας πολλούς από αυτούς. Για τα επεισόδια αυτά δεν έγιναν κρατικές διώξεις. Όμως ο Κύριλλος, ενεργώντας ίσως βάση ειδικών δικαιωμάτων του πάπα Αλεξανδρείας, κατέσχε τις συναγωγές των Ιουδαίων και απέλασε τους Ιουδαίους από την Αλεξάνδρεια, δημεύοντας παράλληλα την περιουσία αυτών που πρωτοστάτησαν στις δολοφονίες. Για τα μέτρα του αυτά, ο Κύριλλος ήρθε σε αντιλογία με τον Εθνικό έπαρχο της πόλης, Ορέστη.[6]
Μετά από τα επεισόδια αυτά δολοφονήθηκε με φριχτό τρόπο η φιλόσοφος Υπατία για πολιτικούς λόγους από έναν εξαγριωμένο όχλο Χριστιανών με επικεφαλής τον αναγνώστη Πέτρο,[7] επειδή θεωρήθηκε υπεύθυνη για τη μη συμφιλίωση του μαθητή της, Επάρχου Ορέστη, με τον Κύριλλο. [8]. Αυτό είναι το πλαίσιο της δολοφονίας της Υπατίας όπως το περιγράφει ο εκκλησιαστικός ιστορικός Σωκράτης ο Σχολαστικός. Όμως δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι την άποψη αυτή "ο Κύριλλος την υιοθετούσε"[9]. Για το φόνο αυτό ο Κύριλλος κατηγορείται μέχρι σήμερα, ως υπεύθυνος γι' αυτόν, μάλιστα κάποιοι φτάνουν να γράψουν ότι ο ίδιος ο Κύριλλος έβγαλε πύρινο λόγο σε μια εκκλησία παρακινώντας τους Αλεξανδρείς να δολοφονήσουν τη φιλόσοφο. Στην πραγματικότητα ο Κύριλλος τότε έλειπε από την πόλη, και ζητήθηκε η δική του γρήγορη επιστροφή από τους Εθνικούς, για να επικρατήσει πάλι η ειρήνη[10]. Αλλά επίσης κανένα στοιχείο δεν προσφέρεται και από τη Σούδα για το "ότι ο Κύριλλος είχε οποιαδήποτε συμβολή στο έγκλημα."[11]. Είναι όμως γεγονός ότι διάφοροι συγγραφείς κατά καιρούς υποστήριξαν μια σειρά συμπερασμάτων που περιλαμβάνει:

  • Την άμεση ανάμιξη του Κυρίλλου (που έστειλε ανθρώπους να θανατώσουν την Υπατία), είτε την εκδοχή ότι γνώριζε πως συγκεκριμένος όχλος σκόπευε να σκοτώσει την Υπατία και δεν τους εμπόδισε.
  • Την έμμεση ανάμιξη του Κυρίλλου ως υπεύθυνος για τις ταραχές και τον φανατισμό του όχλου που τελικά οδήγησε στο έγκλημα χωρίς όμως πρόθεση του ιδίου οπότε το γεγονός εντάσσεται στη γενικότερη διαμάχη χριστιανών ειδωλολατρών[12].
  • Την αθώωσή του για το γεγονός ως μη υπευθύνου ή εμπλεκόμενου στον φόνο αυτό.


Εναντίον του Κυρίλλου έδρασε και ο μετέπειτα χαρακτηρισθείς αιρετικός Νεστόριος, χρησιμοποιώντας τις προσωπικές του γνωριμίες. Μετά την 3η Οικουμενική Σύνοδο στην Έφεσο, η οποία είχε συνεδριάσει ειρηνικά και είχε προβεί σε τελικές αποφάσεις, έγινε προσπάθεια από τον Νεστοριανό αυτοκρατορικό εκπρόσωπο και τον οπλισμένο στρατό του της αυτοκρατορικής φρουράς, να στηρίξει μια δεύτερη ψευτοσύνοδο των Νεστοριανών, (οι οποίοι έφθασαν επίτηδες καθυστερημένοι για να βρουν ερείσματα), σε βάρος της πρώτης ειρηνικής. Η δεύτερη, έγινε προσπάθεια να επιβληθεί με τη βία και την απάτη. Για το σκοπό αυτό, απέκλεισαν στην Έφεσο τον Κύριλλο και τους άλλους Ορθοδόξους, για να μη μάθουν οι άλλες Εκκλησίες τα αποτελέσματα της πρώτης Συνόδου, και να νομίζουν ότι η σύνοδος η κανονική ήταν δήθεν η δεύτερη. Έτσι θα έπαιρναν οι άλλοι επίσκοποι ψευδή πληροφορία υπέρ του Νεστορίου, και θα λάβαιναν Μονοφυσιτική πορεία. Όμως ο Κύριλλος μπόρεσε να περάσει σχετική επιστολή προς τον έξω κόσμο, μέσα στο μπαστούνι ενός ζητιάνου. Η δημοσιοποίηση της επιστολής προκάλεσε τη διαδήλωση που ανάγκασε τον αυτοκράτορα να σταματήσει τον αποκλεισμό, και να πάψει να στηρίζει τον Νεστόριο με τη βία κατά των Ορθοδόξων.[13]

Κριτικές

Επεξεργασία

Οι συγκρούσεις στις οποίες ενεπλάκη ο Κύριλλος οδήγησαν ορισμένους στο να παρεξηγήσουν τις προθέσεις του, ή κάποιους αιρετικούς από τους αντιπάλους του να τον συκοφαντήσουν, μια και εξαιτίας του δεν κατάφεραν να περάσουν τις, αντίθετες με τις δικές του, απόψεις τους. Σύγχρονοι του, όπως ο Ισίδωρος Πηλουσίου (Άγιος Ισίδωρος Πηλουσιώτης), τον οποίο ο Φώτιος χαρακτηρίζει «ιερατικής και ασκητικής πολιτείας κανών», ανέφερε για τον Κύριλλο ότι ήταν «άνθρωπος αποφασισμένος να επιδιώξει τα προσωπικά του μίση αντί να ερευνήσει την αληθινή πίστη του Ιησού Χριστού». Ο δε Επίσκοπος Θεοδώρητος Κύρου, προφανώς έχοντας χάσει τη δυνατότητα να περάσει στην Εκκλησία τα αιρετικά του δόγματα, χαιρέτησε τον θάνατο τού Κύριλλου με τα εξής λόγια: «Οι ζώντες είναι ευτυχείς. Ο νεκροί πιθανόν να λυπούνται καθώς φοβούνται που θα επιφορτιστούν με την συντροφιά του. [...] Το συνάφι των νεκροθαφτών ας βάλει πάνω στον τάφο του έναν τεράστιο, βαρύ βράχο, έτσι ώστε να μην μπορέσει να επιστρέψει πίσω και πάλι και φανερώσει ξανά τον άπιστο νου του. Ας πάρει τα νέα δόγματά του μαζί του στην Κόλαση, και να τα διδάσκει στους κολασμένους όλη μέρα και νύχτα»[14].

Παράλληλα, ο Σωκράτης ο Σχολαστικός ο οποίος αθωώνει τον Κύριλλο για το φόνο της Υπατίας, του καταλογίζει το ότι αναγόρευσε σε μάρτυρα τον μοναχό Αμμώνιο, ο οποίος κατά τη διάρκεια επεισοδίου χτύπησε με πέτρα τον Έπαρχο Ορέστη και στη συνέχεια συνελήφθη και βασανίστηκε μέχρι θανάτου από τη φρουρά του Επάρχου.[15]

Έργο του Κυρίλλου

Επεξεργασία

Ο Κύριλλος είναι από τους κορυφαίους δογματικούς της ορθόδοξης Εκκλησίας και έχει γράψει πολλά θεολογικά συγγράμματα, που ως σήμερα αποτελούν πηγή σοφίας και έμπνευσης, όχι μόνο για τους Ορθοδόξους, αλλά και για τους Αντιχαλκηδόνιους. Χαρακτηρίζει το Χριστό κατά την Θεία Του φύση ως «του Πατρός φύσει Υιός και υπέρ ημάς Λόγος», «εκ Θεού Λόγος», «άνωθεν εκ Θεού Πατρός», ο οποίος είναι Θείος Λόγος και ο οποίος «οικονομικώς κατεφοίτησε δι' ημάς εις ανθρωπότητα», «γέγονε σαρξ» και «καθ' ημάς άνθρωπος», «ηνώθη κατά φύσιν και καθ' υπόστασιν τη σαρκί». Έτσι, η Παναγία είναι Θεοτόκος, διότι στον Όρο αυτό συμπεριλαμβάνεται και το πραγματικό της Θείας ενανθρωπήσεως του Λόγου, της κατά σάρκα γεννήσεως του Θεού από την Παρθένο και της υποστατικής ενώσεως των δύο φύσεων στο πρόσωπό του. Ο Όρος Θεοτόκος συνοψίζει άριστα την ενότητα του προσώπου του Χριστού.

Τελευταία χρόνια και αγιοκατάταξη

Επεξεργασία

Ο Κύριλλος πέθανε στις 27 Ιουνίου του έτους 444 μ.Χ.. Έχει ανακηρυχθεί άγιος και η μνήμη του τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία στις 9 Ιουνίου, αλλά και στις 18 Ιανουαρίου, μαζί με αυτήν του προκατόχου του Αγίου Αθανασίου. Η Καθολική εκκλησία τιμά τη μνήμη του στις 27 Ιουνίου, ενώ η Λουθηρανική στις 9 Φεβρουαρίου.

Εξωτερικοί δεσμοί

Επεξεργασία

Υποσημειώσεις

Επεξεργασία
  1. Στο πρωτότυπο: "He was implicated at least indirectly in the mob slaying of the Neoplatonist philosopher, Hypatia. To what extent Cyril was the primary instigator in these events, and therefore largely responsible for various acts of rioting and violence, is disputed by scholars. Some commentators...implicate him directly in these violent and (at times) illegal actions. Others minimize Cyril's role and responsibility in these events..." (Keating Daniel, The Appropriation of Divine Life in Cyril of Alexandria, Oxford University Press, 2004, σελ. 2.
  2. Αρτέμη, Ειρήνη, Δρ. Θεολογίας - Φιλόλογος (28 Ιουνίου 2013). «Ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας και οι σχέσεις του με τον έπαρχο Ορέστη και τη Φιλόσοφο Υπατία». www.pemptousia.gr. www.pemptousia.gr. Ανακτήθηκε στις 18 Ιανουαρίου 2023. 
  3. Catholic Online: St. Cyril of Alexandria
  4. (Σωκράτους Εκκλησιαστική Ιστορία Ζ' 7 και Κυρίλλου Ομιλία εις το Πάσχα, 419.)
  5. Ιστορία Δογμάτων - Η ορθόδοξη δογματική παράδοση και οι παραχαράξεις της κατά τους τρεις πρώτους αιώνες. Κεφ. Δ΄, Τα διαρχικά συστήματα και το αντιδυαρχικό κίνημα των Νοβατιανών. Κωνσταντίνου Β. Σκουτέρη, Καθηγητή πανεπιστημίου Αθηνών.
  6. Βλ. Σωκράτους Εκκλησιαστική Ιστορία 7.13: "7.13 Περὶ τῆς ἐν Ἀλεξανδρείᾳ γενομένης μάχης μεταξὺ Χριστιανῶν καὶ Ἰουδαίων, καὶ τῆς τοῦ ἐπισκόπου Κυρίλλου πρὸς τὸν ὕπαρχον Ὀρέστην διαφορᾶς. Ὑπὸ δὲ τὸν αὐτὸν τοῦτον χρόνον καὶ τὸ Ἰουδαίων ἔθνος τῆς Ἀλεξανδρείας ἐξελαθῆναι ὑπὸ τοῦ ἐπισκόπου Κυρίλλου συνέβη δι' αἰτίαν τοιάνδε. Ὁ Ἀλεξανδρέων δῆμος πλέον τῶν ἄλλων δήμων χαίρει ταῖς στάσεσιν· εἰ δέ ποτε καὶ προφάσεως ἐπιλάβηται, εἰς ἀφόρητα καταστρέφει κακά· δίχα γὰρ αἵματος οὐ παύεται τῆς ὁρμῆς. Ἔτυχε δὲ τότε στασιάζειν αὐτὸ τὸ πλῆθος πρὸς ἑαυτὸ οὐ δι' ἀναγκαίαν τινὰ πρόφασιν, ἀλλὰ διὰ τὸ ἐπιπολάζον ἁπάσαις ταῖς πόλεσι κακὸν, φημὶ δὴ τὸ σπουδάζειν περὶ τοὺς ὀρχηστάς. Ἐπειδὴ γὰρ ἐν ἡμέρᾳ σαββάτου ὀρχούμενος πλείονας ὄχλους συνήθροιζε, τῷ 164 Ἰουδαίους ἀργοῦντας ἐν αὐτῇ, μὴ τῇ ἀκροάσει τοῦ νόμου ἀλλὰ τοῖς θεατρικοῖς σχολάζειν, ἐπίμαχος τοῖς τοῦ δήμου μέρεσιν ἡ ἡμέρα κατέστη. Καὶ τούτου τρόπον τινὰ ὑπὸ τοῦ ὑπάρχου τῆς Ἀλεξανδρείας ἐν τάξει καταστάντος, οὐδὲν ἧττον ἔμειναν οἱ Ἰουδαῖοι τοῖς τοῦ ἑτέρου μέρους ἀντιπαθοῦντες· καὶ ἀεὶ μὲν πολέμιοι πανταχοῦ τοῖς Χριστιανοῖς καθεστῶτες, ἔτι δὲ πλέον διὰ τοὺς ὀρχηστὰς ἐκπεπολέμωντο καθ' ἑαυτῶν. Καὶ δὴ τότε Ὀρέστου τοῦ τῆς Ἀλεξανδρείας ἐπάρχου «πολιτείαν»ἐν τῷ θεάτρῳ ποιοῦντος, –οὕτω δὲ ὀνομάζειν εἰώθασιν τὰς δημοτικὰς διατυπώσεις, –παρῆσαν καὶ τοῦ ἐπισκόπου Κυρίλλου οἱ σπουδασταὶ, τὰς γινομένας παρὰ τοῦ ἐπάρχου διατυπώσεις γνῶναι βουλόμενοι. Ἦν δὲ ἐν αὐτοῖς τις ἀνὴρ ὀνόματι Ἱέραξ, ὃς γραμμάτων μὲν τῶν πεζῶν διδάσκαλος ἦν, διάπυρος δὲ ἀκροατὴς τοῦ ἐπισκόπου Κυρίλλου καθεστὼς, καὶ περὶ τὸ κρότους ἐν ταῖς διδασκαλίαις αὐτοῦ ἐγείρειν ἦν σπουδαιότατος. Τοῦτον τοίνυν τὸν Ἱέρακα τὸ πλῆθος τῶν Ἰουδαίων ἐν τῷ θεάτρῳ θεασάμενοι κατεβόων εὐθὺς, ὡς «δι' οὐδὲν ἄλλο παραβάλλει τῷ θεάτρῳ, ἢ ἵνα στάσιν τῷ δήμῳ ἐμβάλοι.» Ὀρέστης δὲ καὶ πρότερον μὲν ἐμίσει τὴν δυναστείαν τῶν ἐπισκόπων, ὅτι παρῃροῦντο πολὺ τῆς ἐξουσίας τῶν ἐκ βασιλέως ἄρχειν τεταγμένων· μάλιστα δὲ ὅτι καὶ ἐποπτεύειν αὐτοῦ τὰς διατυπώσεις Κύριλλος ἐβούλετο· ἁρπάσας οὖν τὸν Ἱέρακα δημοσίᾳ ἐν τῷ θεάτρῳ βασάνοις ὑπέβαλλεν. Τοῦτο γνοὺς ὁ Κύριλλος μεταπέμπεται τοὺς Ἰουδαίων πρωτεύοντας, καὶ ὅσα εἰκὸς, εἰ μὴ παύσαιντο κατὰ Χριστιανῶν στασιάζοντες, διηπείλησε. Τὸ δὲ πλῆθος τῶν Ἰουδαίων τῆς ἀπειλῆς αἰσθόμενον φιλονεικότερον γέγονε· καὶ μηχανὰς ἐπενόουν ἐπὶ βλάβῃ τῶν Χριστιανῶν, ὧν τὴν κορυφαιοτάτην καὶ αἰτίαν τοῦ ἐξελαθῆναι αὐτοὺς τῆς Ἀλεξανδρείας γενομένην διηγήσομαι. Σύνθεμα δόντες ἑαυτοῖς, δακτυλίου φόρεμα ἐκ φοίνικος γεγονὸς φλοιοῦ θαλλοῦ, νυκτομαχίαν κατὰ τῶν Χριστιανῶν ἐπενόησαν. Καὶ ἐν μιᾷ τῶν νυκτῶν κηρύσσειν κατὰ τὰ κλίματα τῆς πόλεως τινὰς παρεσκεύασαν βοῶντας, ὡς «ἡ ἐπώνυμος Ἀλεξάνδρου ἐκκλησία πᾶσα πυρὶ καίοιτο.» Τοῦτο ἀκούσαντες Χριστιανοὶ ἄλλος ἀλλαχόθεν συνέτρεχεν, ὡς τὴν ἐκκλησίαν περισώσοντες· οἵτε Ἰουδαῖοι εὐθὺς ἐπετίθεντο καὶ ἀπέσφαττον ἀλλήλων μὲν ἀπεχόμενοι, δεικνύντες τοὺς δακτυλίους· τοὺς δὲ προσπίπτοντας τῶν Χριστιανῶν ἀναιροῦντες. Γενομένης δὲ ἡμέρας, οὐκ ἐλάνθανον οἱ τὸ ἄγος ἐργασάμενοι· ἐφ' ᾧ κινηθεὶς ὁ Κύριλλος σὺν πολλῷ πλήθει ἐπὶ τὰς συναγωγὰς τῶν Ἰουδαίων παραγενόμενος, –οὕτω γὰρ τοὺς εὐκτηρίους αὐτῶν ὀνομάζουσι τόπους, –τὰς μὲν ἀφαιρεῖται, τοὺς δὲ ἐξελαύνει τῆς πόλεως, καὶ τὰς οὐσίας αὐτῶν διαρπαγῆναι ὑπὸ τοῦ πλήθους ἀφείς. Οἱ μὲν οὖν Ἰουδαῖοι, ἐκ τῶν Ἀλεξάνδρου τοῦ Μακεδόνος χρόνων οἰκήσαντες τὴν πόλιν, τότε αὐτῆς γυμνοὶ ἅπαντες ἀπανέστησαν, καὶ ἄλλοι ἀλλαχοῦ διεσπάρησαν. Ἀδαμάντιος δὲ ἰατρικῶν λόγων σοφιστὴς, ἐπὶ τὴν Κωνσταντινούπολιν ὁρμήσας, καὶ τῷ ἐπισκόπῳ προσφυγὼν Ἀττικῷ, ἐπαγγειλάμενός τε Χριστιανίζειν αὖθις ὑστέρῳ χρόνῳ τὴν Ἀλεξάνδρειαν ᾤκησεν. Ὁ τοίνυν τῆς Ἀλεξανδρέων ἔπαρχος Ὀρέστης σφόδρα ἐπὶ τῷγενομένῳ ἐχαλέπῃνε· καὶ πένθος μέγα ἐτίθετο τηλικαύτην πόλιν οὕτως ἄρδην τοσούτων ἐκκενωθῆναι ἀνθρώπων· διὸ καὶ τὰ γενόμενα ἀνέφερε βασιλεῖ. Κύριλλος δὲ καὶ αὐτὸς τὰς Ἰουδαίων πλημμελείας γνωρίμους καθιστῶν βασιλεῖ οὐδὲν ἧττον καὶ περὶ φιλίας πρὸς Ὀρέστην ἐπρεσβεύετο· τοῦτο γὰρ ὁ λαὸς τῶν Ἀλεξανδρέων αὐτὸν ποιεῖν κατηνάγκαζεν. Ἐπεὶ δὲ τοὺς περὶ φιλίας λόγους Ὀρέστης οὐ προσεδέχετο, τὴν βίβλον τῶν εὐαγγελίων ὁ Κύριλλος προΐσχετο, διὰ ταύτης γοῦν καταιδέσειν τὸν Ὀρέστην ἡγούμενος. Ὡς δὲ οὐδὲ τούτῳ τῷ τρόπῳ ὁ Ὀρέστης ἐμαλάσσετο, ἀλλ' ἔμενε μεταξὺ αὐτῶν ἄσπονδος πόλεμος, τάδε ἐπισυνέβη γενέσθαι".
  7. (Σωκράτους, Εκλησιαστική Ιστορία Ζ' 15 και Ιωάννη Νικίου, Χρονικόν 84. 87-103 αγγλικό κείμενο)
  8. Βλ. Σωκράτους, Εκλησιαστική Ιστορία Ζ' 15: "...Διὰ τὴν προσοῦσαν αὐτῇ ἐκ τῆς παιδεύσεως σεμνὴν παρρησίαν καὶ τοῖς ἄρχουσι σωφρόνως εἰς πρόσωπον ἤρχετο· καὶ οὐκ ἦν τις αἰσχύνη ἐν μέσῳ ἀνδρῶν παρεῖναι αὐτήν· πάντες γὰρ δι΄ ὑπερβάλλουσαν σωφροσύνην πλέον αὐτὴν ᾐδοῦντο καὶ κατεπλήττοντο. Κατὰ δὴ ταύτης τότε ὁ φθόνος ὡπλίσατο· ἐπεὶ γὰρ συνετύγχανε συχνότερον τῷ Ὀρέστῃ͵ διαβολὴν τοῦτ΄ ἐκίνησε κατ΄ αὐτῆς παρὰ τῷ τῆς ἐκκλησίας λαῷ͵ ὡς ἄρα εἴη αὕτη ἡ μὴ συγχωροῦσα τὸν Ὀρέστην εἰς φιλίαν τῷ ἐπισκόπῳ συμβῆναι".
  9. Στο πρωτότυπο: "Such is the context of the murder of Hypatia as Socrates describes it...This opinion grew up "among the church people"...there is no suggestion that Cyril himself held it" (.J. M. Rist, Hypatia, Phoenix, τόμ., 19, αρ. 3, (Φθινόπωρο 1965), σελ. 222).
  10. Η "Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια", τόμ. 07, στ. 1162, γράφει: "Ό Σωκράτης, περιγράφων τό έπεισόδιον, προσθέτει δη ό φόνος ούτος προσήψεν «ού μικρόν μώμον» είς τόν Κύριλλον, μολονότι ό Κύριλλος ούδεμίαν άνάμιξιν είχεν είς αυτόν, διότι, αν συνέβαινε τοιούτον τι, θά εμνημόνευον αυτό βραδύτερον οί αντίπαλοι του Νεστοριανοί."
  11. Στο πρωτότυπο: "No evidence is offered by the Suda that Cyril had any hand in the crime." (J. M. Rist, Hypatia, ό.π., σελ. 222).
  12. Για τις δύο εκδοχές βλ. A. W. Richeson, Hypatia of Alexandria, National Mathematics Magazine, τόμ. 15, αρ. 2, Νοέμβριος 1940), σελ. 77-78.
  13. Βλ. Εκκλησιαστική Ιστορία Στεφανίδη, σελ. 216-218.«Ο Αλεξανδρείας Κύριλλος έγραψεν εις τον Νεστόριον μακράν δογματικήν επιστολήν, φέρουσα χαρακτήρα δογματικής επιστολής (συνόδου Αλεξανδρείας 430)… Ο Νεστόριος υποχωρών έν τινι μέτρω, εδέχθη τον όρον «Θεοτόκος», αλλά με την επιφύλαξιν να εννοήται συμφώνως με τας δοξασίας αυτού (φαινομενική μετάδοσις ιδιώματος, μετάδοσις ονόματος). Επομένως ο Νεστόριος δεν ανεκάλεσε τας δοξασίας αυτού. Ο Ρώμης Καιλεστίνος εθεώρησε περιττήν την σύγκλησιν οικουμενικής συνόδου, εδέχθη όμως αυτήν συγκληθείσαν υπό του αυτοκράτορος της ανατολής Θεοδοσίου του Β΄ και του αυτοκράτορος της δύσεως Βαλεντινιανού του Γ΄. Ούτω συνεκλήθη η Τρίτη Οικουμενική σύνοδος εν Εφέσω (431).
    Ο Θεοδόσιος ο Β΄ διέκειτο ευμενώς προς τον Νεστόριον, διώρισεν αυτοκρατορικόν αντιπρόσωπον εν τη συνόδω τον κόμητα Κανδιδιανόν, προσωπικόν φίλον του Νεστορίου, και επέτρεψε, μέρος της περιλάμπρου αυτοκρατορικής φρουράς να συνοδεύση τον Νεστόριον μέχρι της Εφέσου.
    Ο Κύριλλος, είς των τεσσάρων μεγάλων πατριαρχών Αλεξανδρείας (τρίτος κατά την σειράν), ομότροπος ανεψιός και διάδοχος του γνωστού εις ημάς Αλεξανδρείας Θεοφίλου, έφθασεν εις την Έφεσον, ακολουθούμενος υπό Αιγυπτίων επισκόπων, μοναχών, υπηρετών και ναυτικών χειροδυνάμων, οι οποίοι ήσαν έτοιμοι δι’ ακαταμαχήτων επιχειρημάτων να υποστηρίξωσι τον κύριον αυτών και την διδασκαλίαν αυτού κατά πάσης ενδεχομένης βίας εκ μέρους των αντιθέτων.
    Ανέμενον καθυστερήσαντας επισκόπους διαφόρων μερών (Συρίας, Παλαιστίνης, Ανατολικού Ιλλυρικού και Δύσεως), δεν έκαμεν έναρξιν των εργασιών της συνόδου κατά την ωρισμένην ημερομηνίαν, αλλά μετά δέκα πέντε ημέρας (αντί την 7ην Ιουνίου την 22αν)…
    Ο Νεστόριος, προσκληθείς τρις, ηρνήθη να παραστή, κατεδικάσθη δε η διδασκαλία και το πρόσωπον αυτού (αναθεματίσθη), όπερ ως άμεσον αποτέλεσμα είχε την καθαίρεσιν αυτού (πρώτη συνεδρία)…
    Ο λαός της Εφέσου εζητοκραύγασεν υπέρ των συνεδριαζόντων επισκόπων και συνώδευσεν αυτούς εν αλαλαγμώ μέχρι των κατοικιών με ανημμένας δάδας. Ήτο πλέον εσπέρα. Η πόλις εφωταγωγήθη…
    Ημέρας τινάς μετά την καθαίρεσιν του Νεστορίου έφθασαν οι τελευταίοι καθυστερήσαντες επίσκοποι… Ούτοι, ως ήτο επόμενον, εδέχθησαν τας αποφάσεις της συνόδου… Προς τούτοις έφθασαν οι επίσκοποι της Συρίας… Ούτοι ενεστοριάνιζον, η δε εκουσία ή ακουσία καθυστέρησις αυτών ήτο εις τον Κύριλλον ευπρόσδεκτος, διότι ηδυνήθη να αρχίση και τελειώση την σύνοδον άνευ αυτών… Απετέλεσαν ιδιαιτέραν σύνοδον, συνελθούσαν εν τω δωματίω του ξενώνος, όπου κατέλυσεν ο Αντιοχείας Ιωάννης. Ήσαν τιράκοντα, αλλά προσετέθησαν εις αυτούς δέκα τρεις άλλοι (το όλον 43, βραδύτερον έγιναν 54), συνειργάσθη δε μετ’ αυτών ο αυτοκρατορικός αντιπρόσωπος Κανδιδιανός. Η ιδιαιτέρα αύτη σύνοδος προέβη εις την καθαίρεσιν του Αλεξανδρείας Κυρίλλου και του Εφέσου Μέμνονος. Ούτως η σύνοδος της Εφέσου διεσπάσθη εις δύο τμήματα με αντιθέτους αποφάσεις. Ο Κύριλλος μετά των ομοφρόνων αυτού ευρισκόμενος εν Εφέσω εν αποκλεισμώ, κατώρθωσε δι’ επιστολής τεθείσης εντός βακτηρίας επαίτου να επικοινωνήση μετά των εν Κων/πόλει επισκόπων και μοναχών. Εκεί έγινε μεγάλη και θορυβώδης διαδήλωσις των μοναχών προ των ανακτόρων και συνομιλία του αρχηγού αυτών Δαλματίου μετά του αυτοκράτορος… Ο αυτοκράτωρ εζήτησε να επιφέρη συμβιβασμόν…
  14. (A History of Christianity, Paul Johnson, 1979, Touchstone Publ., σελ. 51. Εκκλησιαστική Ιστορία Στεφανίδη, σελ. 216-218).
  15. (Σωκράτους, Εκκλησιαστική Ιστορία Ζ' 14).

Βιβλιογραφία

Επεξεργασία
  • Artemi, E, Învăţătura despre Sfânta Treime a Sfântului Isidor Pelusiotul şi influența sa asupra Teologiei Sfântului Chiril al Alexandriei, Iasi 2017.
  • Kerrigan, A., St. Cyril of Alexandria. Interpreter of the Old Testament, (Analecta Biblica, 2), Roma 1952.
  • Θεοδώρου, Α., Η περί εκπορεύσεως του αγίου Πνεύματος διδασκαλία Κυρίλλου του Αλεξανδρείας και Επιφανίου Κύπρου, Αθήναι 1974.
  • Θεοδώρου, Α., Η Χριστολογική ορολογία και διδασκαλία Κυρίλλου του Αλεξανδρείας και Θεοδωρήτου Κύρου, Διατριβή επί διδακτορία, Αθήναι 1955.
  • Kettern, B., «Kyrillos, Patriarch von Alexandrien», BBKL 4 (1992), σ. 876–887.
  • Κοντάκη, Χρ. (επιμ.), Πρακτικά ΙΘ΄ Θεολογικοῦ Συνεδρίου μέ θέμα ‘Ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας’, Έκδ. Ι.Μ. Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1999, σσ. 578.
  • Σταμούλη, Χ.Ἀ., Θεοτόκος καί ὀρθόδοξο δόγμα. Σπουδή στή διδασκαλία τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, Θεσσαλονίκη 1996.
  • Stamoulis, Chr., «The Term Theotokos according to St. Cyril of Alexandria», ΓΠ 737 (1991), σ. 299-308.
  • Russell, N., Cyril of Alexandria, London: Routledge, 2000.
  • Λιάκουρα, Κ.Ηλ., Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, κατά τῶν Νεστορίου δυσφημιῶν. Ἡ χριστολογική διδασκαλία Κυρίλλου τοῦ Ἀλεξανδρείας σέ ἀντιπαράθεση πρός τή Νεστοριανική κακοδοξία, Ἀθήνα 2001.
  • Wessel, S., Cyril of Alexandria and the Nestorian Controversy. The Making of a Saint and a Heretic, New York / Oxford 2004.
  • Λιάκουρα, Κ.Ηλ., Το Μυστήριον της Αγίας Τριάδος κατά τον Θησαυρόν του Κυρίλλου Αλεξανδρείας. Σπουδή στην αντιαρειανική Τριαδολογική διδασκαλία του Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Αθήνα 2005.
  • Schurig, S., Die Theologie des Kreuzes beim frühen Cyrill von Alexandria, (Studien und Texte zu Antike und Christentum 29), Tübingen 2005.
  • Keating, D.-A., The Appropriation of Divine Life in Cyril of Alexandria, Oxford: Oxford University Press, 2004.
  • McGuckin, J.-A., St. Cyril of Alexandria, the Christological Controversy. Its History, Theology, and Texts, Crestwood, N.Y. 2004.
  • McKinion, S.-A., Words, Imagery, and the Mystery of Christ. A Reconstruction of Cyril of Alexandria’s Christology, Leiden 2004.
  • Παπαδόπουλου, Σ.Γ., Ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας. Βίος, Έργα, Θεολογία, Ἀθήνα 2004.
  • Loon, van H., The Dyophysite Christology of Cyril of Alexandria, (Suppl. Vigiliae Christianae 96), Boston 2009.
  • Krismanek, H.-B., Das Briefkorpus Kyrills von Alexandrien als Quelle des antiken Mönchtums. Kirchenpolitik, Christologie und Pastoral, (Diss.), Frankfurt a.M. 2010.
  • Παπαδοπούλου, Σ.Γ., Πατρολογία, Γ΄, Ο Πέμπτος Αιώνας. Ανατολή και Δύση, Αθήνα 2010, σ. 469-557
  • Σωκράτους Σχολαστικού, Εκκλησιαστική Ιστορία (σε μορφή pdf)[νεκρός σύνδεσμος]
  • Διάλογος με τους Μονοφυσίτες-Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου, σχετικά με τη θεολογία που ανέπτυξε ο Κύριλλος Αλεξανδρείας
  • Pantic Marco Mica (Πάντιτς Μάρκο). «Ανθρωπομορφισμός του Θεού ή Θεομορφισμός του ανθρώπου; Σπουδή στο "Κατά ανθρωπομορφιτών" του Κυρίλλου Αλεξανδρείας». Μεταπτυχιακή Διατριβή- Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεολογική Σχολή, Τμήμα Θεολογίας, 2012. http://invenio.lib.auth.gr/record/129043/files/GRI-2012-8516.pdf.