Θεόκτιστος ο Λογοθέτης
Ο Θεόκτιστος (απεβ. στις 20 Νοεμβρίου 855) ήταν κορυφαίος Βυζαντινός αξιωματούχος κατά το β' τέταρτο του 9ου αι. και de facto επικεφαλής της αντιβασιλείας του ανήλικου Αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ από το 842 μέχρι την απόλυση και τη δολοφονία του το 855. Ευνούχος αυλικός, βοήθησε στην άνοδο του Μιχαήλ Β´ στον θρόνο το 822 και ανταμείφθηκε με τους τίτλους του πατρικίου και αργότερα του μαγίστρου. Κατείχε τα υψηλά αξιώματα του χαρτουλαρίου του Κανικλείου και του λογοθέτη του Δρόμου επί Μιχαήλ Β΄ και του γιου του Θεοφίλου. Μετά το τέλος του Θεοφίλου το 842, ο Θεόκτιστος έγινε μέλος του συμβουλίου της αντιβασιλείας, αλλά σύντομα κατάφερε να παραγκωνίσει τα άλλα μέλη και να καθιερωθεί ως ο εικονικός ηγεμόνας της Αυτοκρατορίας. Αξιοσημείωτος για τις διοικητικές και πολιτικές του ικανότητες, ο Θεόκτιστος έπαιξε σημαντικό ρόλο στον τερματισμό της Βυζαντινής Εικονομαχίας και ενθάρρυνε τη συνεχιζόμενη αναγέννηση στην εκπαίδευση εντός της Αυτοκρατορίας. Συνέχισε επίσης τον διωγμό της αίρεσης των Παυλικιανών, αλλά είχε μικτή επιτυχία στους πολέμους κατά των Αράβων. Όταν ο Μιχαήλ Γ΄ ενηλικιώθηκε το 855, ο θείος του Βάρδας τον έπεισε να απορρίψει την κηδεμονία του Θεόκτιστου και της μητέρας του, της αυτοκράτειρας Θεοδώρας και στις 20 Νοεμβρίου 855 ο Θεόκτιστος δολοφονήθηκε από τον Βάρδα και τους οπαδούς του.
Θεόκτιστος ο Λογοθέτης | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 9ος αιώνας |
Θάνατος | 20 Νοεμβρίου 855 |
Συνθήκες θανάτου | ανθρωποκτονία |
Χώρα πολιτογράφησης | Βυζάντιον Βυζαντινή Αυτοκρατορία |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | πολιτικός στρατιωτικός[1] |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | αντιβασιλιάς |
Πρώιμη ζωή
ΕπεξεργασίαΤίποτε δεν είναι γνωστό για την πρώιμη ζωή του Θεόκτιστου. Ονομάζεται ευνούχος στους Συνεχιστές του Θεοφάνους και στον αλ-Ταμπαρί και είναι γενικά αποδεκτός ως τέτοιος από τους σύγχρονους μελετητές, αν και η κατηγορία του αντιπάλου του Βάρδα ότι ήθελε να νυμφευτεί την Αυτοκράτειρα Θεοδώρα ή μία από τις κόρες της, φαίνεται ασυμβίβαστη με αυτό. [2] Μέχρι το 820 κατείχε μία απροσδιόριστη θέση στην Αυλή του Αυτοκράτορα Λέοντα Ε΄ του Αρμένιου (βασ. 813–822 ), πιθανώς ως μέλος της Αυτοκρατορικής φρουράς. Ο Θεόκτιστος έπαιξε σημαντικό ρόλο στη συνωμοσία για τη δολοφονία του Λέοντα Ε΄ και ανταμείφθηκε από τον νέο Αυτοκράτορα Μιχαήλ Β΄ του Αμορίου (βασ. 822–829) με τον βαθμό του πατρικίου και το εμπιστευτικό Αυλικό αξίωμα του χαρτουλαρίου του Κανικλείου («γραμματέα του μελανοδοχείου»). [3] [4] Υπό τον γιο και διάδοχο τού Μιχαήλ Β΄, Θεόφιλο (βασ. 829–842), προφανώς συνέχισε να είναι έμπιστος σύμβουλος, καθώς ανήλθε στον βαθμό του μαγίστρου και διορίστηκε λογοθέτης του Δρόμου, ουσιαστικά υπουργός Εξωτερικών της Αυτοκρατορίας. Ένα άλλο σημάδι Αυτοκρατορικής εμπιστοσύνης ήταν, ότι ο Θεόφιλος διόρισε τον Θεόκτιστο ως μέλος του συμβουλίου της αντιβασιλείας για τον δίχρονο γιο του Μιχαήλ Γ΄ λίγο πριν από το τέλος του τον Ιανουάριο του 842, μαζί με την Αυτοκράτειρα Θεοδώρα και τον μάγιστρο Μανουήλ τον Αρμένιο. [3] [4]
Αντιβασιλεία
ΕπεξεργασίαΜετά το τέλος του Θεοφίλου, το συμβούλιο της αντιβασιλείας ανέλαβε τη διαχείριση των υποθέσεων του κράτους. Τα αδέλφια της Θεοδώρας Βάρδας και Πετρωνάς και ο συγγενής της Σέργιος Νικητιάτης έπαιξαν επίσης σημαντικό ρόλο στις πρώτες ημέρες της αντιβασιλείας. [5]
Η αντιβασιλεία κινήθηκε γρήγορα, για να τερματίσει τη Βυζαντινή εικονομαχία, η οποία κυριάρχησε στη Βυζαντινή θρησκευτική και πολιτική ζωή για περισσότερο από έναν αιώνα με καταστροφικές συνέπειες. Στις αρχές του 843 συνήλθε στο σπίτι του Θεόκτιστου συνέλευση εκλεκτών αξιωματούχων και κληρικών. Η σύνοδος απέρριψε την εικονομαχία, επιβεβαίωσε εκ νέου τις αποφάσεις της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου (Β΄ της Νίκαιας) του 787 και καθαίρεσε τον εικονομάχο πατριάρχη Ιωάννη Ζ΄ τον Γραμματικό. Στη θέση του εξελέγη ο Μεθόδιος Α΄, ο οποίος είχε φυλακιστεί από τον Θεόφιλο για τις εικονόφιλες πεποιθήσεις του. Το γεγονός αυτό τιμάται έκτοτε με την «Κυριακή της Ορθοδοξίας» από την Ορθόδοξη Εκκλησία. [6] Ο Θεόκτιστος έπαιξε σημαντικό ρόλο σε αυτά τα γεγονότα. Σχεδόν όλες οι πηγές —οι Συνεχιστές Θεοφάνους, ο Γενέσιος, ο Ιωάννης Σκυλίτζης και ο Ζωναράς— τον θεωρούν ως τον κινητήριο μοχλό πίσω από την αποκατάσταση των εικόνων, και ιδιαίτερα πίσω από την εκτόπιση του Ιωάννη Ζ΄ του Γραμματικού. [3] [4] Η μνήμη του τιμάται ως αγίου από την Ορθόδοξη Εκκλησία στις 20 Νοεμβρίου[7] (άγιος Θεόκτιστος ο Ομολογητής).
Μία εβδομάδα μετά, ο Θεόκτιστος και ο Σέργιος Νικητιάτης στάλθηκαν σε εκστρατεία για την ανάκτηση της Κρήτης, η οποία είχε κατακτηθεί τη δεκαετία του 820 από εξόριστους της Ανδαλουσίας. Η εκστρατεία στην αρχή πήγε καλά, καθώς ο Βυζαντινός στρατός αποβιβάστηκε και πήρε τον έλεγχο στο μεγαλύτερο μέρος του νησιού, περιορίζοντας τους Ανδαλουσιανούς στην πρωτεύουσά τους, τον Χάνδακα. Σε αυτή τη συγκυρία, ο Θεόκτιστος άκουσε μία φήμη ότι, ελλείψει αυτού, η Θεοδώρα σκόπευε να ανεβάσει στον Αυτοκρατορικό θρόνο τον αδελφό της Βάρδα. Εγκατέλειψε βιαστικά τον στρατό υπό τον Νικητιάτη και επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, για να βρει ψευδείς τις φήμες. [4] [8] Καθώς ήταν στην Κωνσταντινούπολη, έφθασε η είδηση για μία εισβολή στη Μικρά Ασία από τον Ουμάρ αλ-Ακτά, εμίρη της Μελιτηνής. Ο Θεόκτιστος στάλθηκε επικεφαλής στρατού για να τον αντιμετωπίσει, αλλά η μάχη του Μαυροποτάμου που προέκυψε, έληξε με ήττα των Βυζαντινών. Ταυτόχρονα, το εκστρατευτικό σώμα που είχε απομείνει στην Κρήτη ηττήθηκε και σχεδόν εξοντώθηκε από τους Ανδαλουσιανούς, οι οποίοι σκότωσαν τον Νικητιάτη. [8] [7]
Παρά την προσωπική του ανάμειξη σε αυτές τις στρατιωτικές καταστροφές, ο Θεόκτιστος μπόρεσε να τις χρησιμοποιήσει, για να παραγκωνίσει τους ανταγωνιστές του: ο Βάρδας κατηγορήθηκε για τις λιποταξίες, που ταλαιπώρησαν τους Βυζαντινούς στον Μαυροπόταμο και εξορίστηκε από την Κωνσταντινούπολη, ενώ ο μάγιστρος Μανουήλ συκοφαντήθηκε και αναγκάστηκε να αποσυρθεί. Με τον Νικητιάτη νεκρό, ο Θεόκτιστος ήταν πλέον ο αδιαμφισβήτητος επικεφαλής της αντιβασιλείας και περιγράφεται από τους Βυζαντινούς χρονικογράφους, όπως ο Συμεών Λογοθέτης και ο Γεώργιος Μοναχός, ως ο «παραδυναστεύων της Αυγούστας». [9] [8]
Ο Θεόκτιστος συνέχισε τον διωγμό των Παυλικιανών, που είχε ξεκινήσει από τη Θεοδώρα το 843. Πολλοί κατέφυγαν στην Αραβική επικράτεια, όπου με τη βοήθεια του Ουμάρ αλ-Ακτά ίδρυσαν ένα δικό τους κράτος στην Tεφρική υπό τον ηγέτη τους Kαρβέα. [10] Ο Θεόκτιστος σύναψε ανακωχή με το χαλιφάτο των Αββασιδών και κανόνισε μία ανταλλαγή κρατουμένων, που πραγματοποιήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 845. [7] [11] Παρ' όλα αυτά, την ίδια χρονιά, η εκτέλεση των σωζομένων Βυζαντινών κρατουμένων από την Αραβική άλωση του Αμορίου το 842 έλαβε χώρα στην πρωτεύουσα των Αβασιδών, τη Σαμάρα. [10] Μετά το 845, οι Αραβικές επιδρομές στα ανατολικά έπαυσαν για λίγα χρόνια, αφού μία χειμερινή επιδρομή, που ξεκίνησε από τον Aχμάντ αλ-Μπαχίλι τον Αββασίδη εμίρη της Ταρσού, ηττήθηκε από τον στρατηγό της Καππαδοκίας. [10] [11] Ξανάρχισαν μέχρι το 851, όταν ο νέος εμίρης της Ταρσού Αλί αλ-Αρμάνι εξαπέλυε καλοκαιρινές επιδρομές για τρία διαδοχικά χρόνια, αν και με μικρή προφανή επίδραση. [11] [12] Οι Βυζαντινοί απάντησαν με μία ναυτική εκστρατεία το 853, που λεηλάτησε το λιμάνι της Δαμιέτης στην Αίγυπτο, ενώ τον επόμενο χρόνο ένας Βυζαντινός στρατός εισέβαλε σε Αραβικά εδάφη στην Κιλικία και λεηλάτησε την Ανάζαρβο. Περίπου 20.000 αιχμάλωτοι συνελήφθησαν, μερικοί από τους οποίους εκτελέστηκαν με εντολή του Θεόκτιστου, αφού αρνήθηκαν να ασπαστούν τον Χριστιανισμό, πιθανώς ως χειρονομία αντιποίνων για την εκτέλεση από το Χαλιφάτο των αιχμαλώτων του Αμορίου το 845 [3] [12].
Στα βόρεια, τα Βουλγαρικά σύνορα παρέμειναν ήσυχα, εκτός από μία Βουλγαρική επιδρομή που την κατέβαλαν, η οποία οδήγησε στην ανανέωση της 30χρονης συνθήκης ειρήνης του 815, η οποία αργότερα επιβεβαιώθηκε εκ νέου από τον νέο Βούλγαρο χαν Μπόρις (βασ. 852–889). [6] Το Βυζάντιο έτσι απολάμβανε μία περίοδο ειρήνης εκτός από τη Δύση, όπου η Βυζαντινή κυβέρνηση αποδείχθηκε ανίκανη να σταματήσει τη συνεχιζόμενη μουσουλμανική κατάκτηση της Σικελίας. [12] Η Μόντικα έπεσε το 845, αλλά παρόλο που η Κωνσταντινούπολη χρησιμοποίησε τη σχετική ησυχία στην Ανατολή για να στείλει ενισχύσεις στο νησί, αυτές ηττήθηκαν βαριά στη Bουτέρα, όπου οι Βυζαντινοί έχασαν περίπου 10.000 άνδρες. [13] Στον απόηχο αυτής της καταστροφής, οι Λεοντίνοι το 846 και στη συνέχεια η Ραγούζα το 848 έπεσαν στα χέρια των Μουσουλμάνων, ενώ μία προσπάθεια του Βυζαντινού στόλου να αποβιβάσει στρατεύματα κοντά στο Παλέρμο τον χειμώνα 847/848 απέτυχε. [13] Τα επόμενα χρόνια οι Μουσουλμάνοι εισέβαλαν αμαχητί στα Βυζαντινά εδάφη στο ανατολικό μισό του νησιού, καταλαμβάνοντας πολλά μικρά φρούρια και εξασφαλίζοντας λύτρα και αιχμαλώτους από άλλα. [13]
Σώζονται μόνο αποσπασματικά στοιχεία σχετικά με την εσωτερική πολιτική του Θεόκτιστου. [7] Το λεξικό της Οξφόρδης του Βυζαντίου του πιστώνει, ότι «συνέχισε τις υγιείς δημοσιονομικές πολιτικές του Θεόφιλου», που οδήγησε στη συσσώρευση σημαντικών νομισματικών αποθεμάτων στο Αυτοκρατορικό ταμείο, στο ποσό των 19.000 λιρών χρυσού και 30.000 λιρών αργύρου μέχρι το 856. [3] Προώθησε επίσης τη σταδιοδρομία του Κωνσταντίνου (μετέπειτα αγίου Κυρίλλου, αδελφού του Μεθοδίου), τον οποίο πρωτογνώρισε περί το 842, βοηθώντας τον να αποκτήσει καλή μόρφωση και αργότερα να βρει θέση χαρτοφύλακα στην Πατριαρχική βιβλιοθήκη, αφού ο Κωνσταντίνος απέρριψε την πρόταση να γίνει επαρχιακός στρατηγός. [7] Η χορηγία του Θεοκτίστου σε άνδρες όπως ο Κωνσταντίνος και ο Λέων ο Μαθηματικός συνέβαλε στην αναβίωση της κοσμικής μάθησης στο Βυζάντιο. [3] Ο Θεόκτιστος ασχολήθηκε επίσης με οικοδομικήές δραστηριότητες, ανεγείροντας νέες κατασκευές στην Αψίδα κοντά στο Μεγάλο Παλάτιο της Κωνσταντινούπολης, εγκαθιστώντας μία νέα σιδερένια πόρτα στη Χαλκή Πύλη, καθώς και χορηγώντας απροσδιόριστα κτίρια στα θρακικά προάστια της Κωνσταντινούπολης, κυρίως τη Σηλυμβρία. [7]
Πτώση και το τέλος του
ΕπεξεργασίαΤο 855 ο Μιχαήλ Γ΄ έκλεισε τα 15 και έτσι ενηλικιώθηκε τυπικά. Η μητέρα του και ο Θεόκτιστος υποτίμησαν και οι δύο την επιθυμία του νεαρού Αυτοκράτορα να απελευθερωθεί από την κηδεμονία τους και τον ανταγωνίστηκαν περισσότερο, όταν κανόνισαν μία επίδειξη νυφών, όπου επέλεξαν την Ευδοκία Δεκαπολίτισσα ως σύζυγο εκείνου, αδιαφορώντας για την προσκόλληση τού Μιχαήλ στην ερωμένη του Ευδοκία Ιγγερίνα. [7] [14] Ο αδελφός της Θεοδώρας, Βάρδας μπόρεσε να χρησιμοποιήσει τη δυσαρέσκεια του Μιχαήλ Γ΄ για τον προσβλητικό τρόπο, με τον οποίο του συμπεριφέρθηκαν και άρχισε να τον στρέφει εναντίον της αντιβασιλείας. Με την υποστήριξη του Μιχαήλ Γ΄, επετράπη στον Βάρδα να επιστρέψει στην πρωτεύουσα και στις 20 Νοεμβρίου 855 ο Θεόκτιστος δολοφονήθηκε. Η Θεοδώρα αναγκάστηκε να αποσυρθεί σε ένα μοναστήρι λίγους μήνες αργότερα, τερματίζοντας επίσημα την αντιβασιλεία. [7] [14]
Βιβλιογραφικές αναφορές
Επεξεργασία- ↑ Ανακτήθηκε στις 20 Ιουνίου 2019.
- ↑ PmbZ, σελ. 579 (note 1).
- ↑ 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 3,5 Hollingsworth 1991, σελ. 2056.
- ↑ 4,0 4,1 4,2 4,3 PmbZ, σελ. 578.
- ↑ Treadgold 1997, σελ. 446.
- ↑ 6,0 6,1 Treadgold 1997.
- ↑ 7,0 7,1 7,2 7,3 7,4 7,5 7,6 7,7 PmbZ, σελ. 579.
- ↑ 8,0 8,1 8,2 Treadgold 1997, σελ. 447.
- ↑ PmbZ.
- ↑ 10,0 10,1 10,2 Treadgold 1997, σελ. 448.
- ↑ 11,0 11,1 11,2 Stern 1960, σελ. 219.
- ↑ 12,0 12,1 12,2 Treadgold 1997, σελ. 449.
- ↑ 13,0 13,1 13,2 Vasiliev 1935.
- ↑ 14,0 14,1 Treadgold 1997, σελ. 450.
Πηγές
Επεξεργασία- (Αγγλικά) Hollingsworth, Paul A. (1991). «Theoktistos». Στο: Kazhdan, Alexander, επιμ. The Oxford Dictionary of Byzantium. Οξφόρδη και Νέα Υόρκη: Oxford University Press, σελ. 2056. ISBN 0-19-504652-8.
- Stern, S. M. (1960). «The Coins of Thamal and of Other Governors of Tarsus». Journal of the American Oriental Society 80 (3): 217–225. doi: .
- Treadgold, Warren (1997). A History of the Byzantine State and Society. Stanford, California: Stanford University Press. ISBN 0-8047-2630-2.
Vasiliev, Alexander A. (1935). Byzance et les Arabes, Tome I: La dynastie d'Amorium (820–867). Corpus Bruxellense Historiae Byzantinae (in French). French ed.: Henri Grégoire, Marius Canard. Brussels: Éditions de l'Institut de philologie et d'histoire orientales. OCLC 181731396.
- Lilie, Ralph-Johannes; Ludwig, Claudia; Pratsch, Thomas; Zielke, Beate (1998–2013). «Theoktistos (# 8050)» (στα γερμανικά). Prosopographie der mittelbyzantinischen Zeit. Βερολίνο και Βοστόνη: De Gruyter.