Επίστρατοι (1916)
Οι Επίστρατοι, φιλοβασιλική και παραστρατιωτική οργάνωση, αποτέλεσε την πρώτη μαζική πολιτική οργάνωση στην Ελλάδα κατά των φιλελεύθερων αστών και της ξένης επέμβασης και συγγένευε με τα φασιστικά και πρωτοφασιστικά, κυρίως, κινήματα των άλλων χωρών της εποχής.[1] Ιδρύθηκε εν μέσω του Εθνικού Διχασμού στην Αθήνα τον Ιούνιο του 1916 ταυτόχρονα με την κήρυξη της αποστράτευσης που είχε απαιτήσει η Αντάντ μετά την παράδοση του οχυρού Ρούπελ,[2] εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα σε ολόκληρη την επαρχία (εκτός από όσες περιοχές ήταν υπό τον έλεγχο της Αντάντ, Μακεδονία, Λέσβος, Κέρκυρα)[3] και πρωταγωνίστησε στα Νοεμβριανά μισό χρόνο αργότερα, και στο πογκρόμ των βενιζελικών που ακολούθησε στην πρωτεύουσα.[4]
Ίδρυση
ΕπεξεργασίαΟ επίσημος τίτλος των Επιστράτων ήταν: Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εφέδρων (Π.Σ.Ε.).[5] Ο Π.Σ.Ε. ιδρύθηκε στις αρχές Ιουνίου 1916 και εξαπλώθηκε με γοργούς ρυθμούς σε ολόκληρη τη χώρα, παράλληλα με τη γενική αποστράτευση που είχε επιβάλει η Αντάντ στον βασιλιά Κωνσταντίνο Α'.[6] Συγκεκριμένα, μετά την παράδοση του Ρούπελ (1916), την Αιχμαλωσία του Δ΄ Σώματος Στρατού στο Γκέρλιτς και την αμαχητί κατάληψη της Μακεδονίας από τη Βουλγαρία, τον Μάιο του 1916, οι σύμμαχοι είχαν απαιτήσει από τον Βασιλιά Κωνσταντίνο, τον Ιούνιο του 1916, τον αφοπλισμό των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων που ήταν υπό τις διαταγές του. Εκείνος αποδέχτηκε το αίτημα, αλλά, συγχρόνως, έδωσε εντολή οι έφεδροι που απολύονταν να οργανώνονται σε συνδέσμους. Μετά τον Αύγουστο θα ενισχύονταν και με απολυμένους αξιωματικούς από τη βόρεια Ελλάδα, καθώς το Κίνημα Εθνικής Αμύνης θα σάρωνε το στράτευμα υπό τις διαταγές του Βενιζέλου. Έτσι η οργάνωση θα φτάσει να αριθμεί πολύ σύντομα περίπου 200.000 μέλη.[7]
Ο πρόδρομος και πυρήνας του Π.Σ.Ε. ήταν ο Σύνδεσμος Εφέδρων Υπαξιωματικών που ιδρύθηκε τον Νοέμβριο του 1913.[8] Ο εν λόγω σύνδεσμος είχε κατορθώσει τη ματαίωση ψήφισης νομοσχεδίου του Βενιζέλου που απέκλειε τους έφεδρους υπαξιωματικούς παλαιότερων κλάσεων από το δικαίωμα προαγωγής στον βαθμό του αξιωματικού.[1] Με βάση αυτό το συμβάν, ο έφεδρος λοχίας Γεώργιος Καμαρινός[1] φαίνεται να συνέλαβε την ιδέα της οργάνωσης όλων των επιστρατευμένων εφέδρων την άνοιξη του 1916. Το πρακτικό ίδρυσής του είχε υπογραφεί στις 30 Μαΐου από είκοσι ιδρυτικά μέλη. Η σύνταξη του καταστατικού ανατέθηκε στον Ι. Θεοφιλάκη και ψηφίστηκε στις 5 Ιουνίου.[9] Ο σκοπός του Π.Σ.Ε., όπως δηλώνεται στο καταστατικό του, είναι διττός: α) πρόνοια για τους εφέδρους και τις οικογένειές τους, β) διαπαιδαγώγηση του ελληνικού λαού στα εθνικά ζητήματα.[10]
Μέλη και ταυτότητα του κινήματος
ΕπεξεργασίαΤο κίνημα είχε, άτυπα, τον χαρακτήρα μιας πολιτοφυλακής και παράλληλα, τη συγκροτημένη δομή μιας μαζικής πολιτικής οργάνωσης. Παρουσίαζε αρκετές ομοιότητες με τα ιταλικά, γερμανικά και αυστριακά πρωτοφασιστικά κινήματα,[11] όπως είναι η χρήση βίας, η πρώην στρατιωτική ιδιότητα των μελών τους ως οργανωτική βάση, η απέχθεια τους για τον φιλελευθερισμό και η μικροαστική τους σύνθεση. Η μη εξέλιξή του σε φασιστικό κίνημα οφείλεται στα εξής: α) οι Επίστρατοι στρέφονται εναντίον της βενιζελικής αστικής τάξης στηριζόμενοι κατά κάποιο τρόπο στην εργατική, β) είναι κατά του πολέμου, και γ) είναι υπέρ της μοναρχίας.[11] Ως οργανωτής και καθοδηγητής των Επιστράτων θεωρείται ο Ιωάννης Μεταξάς.[12]
Δράση
ΕπεξεργασίαΗ δράση των Επιστράτων συντελέστηκε κατά την περίοδο του Εθνικού Διχασμού. Το κίνημα ήταν από το 1916 έως το 1917 παρακρατικό και η δράση του συνεχίστηκε μέχρι το 1920, έτος κατά το οποίο επανήλθαν στην εξουσία οι βασιλικοί.[11] Η εξάπλωσή του ήταν ραγδαία. Η επίσημη δραστηριότητα των Επιστράτων αφιερώθηκε αρχικά σε δοξολογίες, π.χ. για τη διάσωση του βασιλιά από την πυρκαγιά στο Τατόι, αλλά από την πρώτη στιγμή φάνηκε πως προορισμός τους ήταν η πάταξη των αντιπάλων του Κωνσταντίνου.[13] Η πραγματική δράση του κινήματος έγινε φανερή στα «Νοεμβριανά» του 1916, οπότε και υπερασπίστηκαν τον βασιλιά και την πρωτεύουσα με την απόκρουση της απόβασης των αγγλικών και γαλλικών στρατευμάτων στην Αθήνα και τον Πειραιά.[14] Στη συνέχεια, εξαπέλυσαν μαζικούς βίαιους διωγμούς εναντίον των βενιζελικών,[15] έχοντας ως αποτέλεσμα την ύπαρξη πολλών θυμάτων.[16] Ανάμεσα στα θύματα ήταν και πολλοί πρόσφυγες, κυρίως Μικρασιάτες.[17][18]
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 1,2 Μαυρογορδάτος 1996.
- ↑ Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, σελ. 36.
- ↑ Μαυρογορδάτος 1996, σελ. 51.
- ↑ Κωστής 2013, σελ. 558.
- ↑ Μαυρογορδάτος 1996, σελ. 17.
- ↑ Μαυρογορδάτος 1996, σελ. 135.
- ↑ Λούβη, Ευαγγελία· Ξιφαράς, Δημήτριος. «Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία Φ' Γυμνασίου, 32. Η Ελλάδα στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο – Ο Εθνικός Διχασμός». Διόφαντος. σελ. 92. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Σεπτεμβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 2020.
- ↑ Μαυρογορδάτος 1996, σελ. 25.
- ↑ Μαυρογορδάτος 1996, σελ. 26.
- ↑ Μαυρογορδάτος 1996, σελ. 44.
- ↑ 11,0 11,1 11,2 Διβάνη 2014.
- ↑ Μαυρογορδάτος 1996, σελ. 141.
- ↑ Μαυρογορδάτος 1996, σελ. 66.
- ↑ Μαυρογορδάτος 1996, σελ. 95.
- ↑ Βεντήρης 1970, σελ. 227.
- ↑ Κωστής 2013, σελ. 560.
- ↑ Κωστής 2013, σελ. 580.
- ↑ Μαυρογορδάτος 1996, σελ. 98.
Βιβλιογραφία
Επεξεργασία- Μαυρογορδάτος, Γιώργος (1996). Εθνικός διχασμός και μαζική οργάνωση.1. Οι Επίστρατοι του 1916. Αθήνα: Αλεξάνδρεια. ISBN 9602211229.
- Διβάνη, Λένα (2014). Η «ύπουλος θωπεία». Ελλάδα και ξένοι, 1821 – 1940. Αθήνα: Καστανιώτης. ISBN 9789600358469.
- Κωστής, Κώστας (2013). Τα κακομαθημένα παιδιά της Ιστορίας. Η διαμόρφωση του νεοελληνικού κράτους, 18ος – 21ος αιώνας. Αθήνα: Πόλις. ISBN 9789601678146.
- Μιχαλόπουλος, Δημήτρης (2012). Μιχαλόπουλος, Δ., 2012, Η Ξεχασμένη Επανάσταση. Οι Έλληνες Επίστρατοι και ο αγώνας τους, 1916-1920. Αθήνα: Πελασγός. ISBN 9789605223298.
- Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος ΙΕ΄: Νεώτερος Ελληνισμός από το 1913 έως το 1941, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, 1978, ISBN 978-960-213-111-4
- Βεντήρης, Γεώργιος (1970) [1931]. Η Ελλάς του 1910 – 1920. Ιστορική μελέτη. Β'. Αθήνα: Ίκαρος.