Γκαρσία Φερνάντεθ της Καστίλης
Ο Γκαρσία Φερνάντεθ, ισπαν.: García Fernández, επονομαζόμενος των Λευκών Χεριών, ισπανικά: el de las Manos Blancas, (Μπούργος, π. 938 - Κόρδοβα, 995) ήταν κόμης της Καστίλλης και της Άλαβα από το 970 έως το 995. Τον Μάιο του 995 συνελήφθη από μία ομάδα επιδρομών, ενώ ήταν για κυνήγι. [8] Τραυματισμένος από τη σύγκρουση, στάλθηκε στην Κόρδοβα ως τρόπαιο, αλλά απεβίωσε στο Mεδινασέλι τον Ιούνιο του 995 [8].
Γκαρσία Φερνάντεθ της Καστίλης | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 938[1] Μπούργος[1] |
Θάνατος | 995[2][3][4] ή 990[1] Medinaceli |
Τόπος ταφής | Monastery of San Pedro de Cardeña[5] |
Ψευδώνυμο | El de las Manos Blancas |
Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο της Λεόν |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Ισπανικά |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | πολιτικός |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Ava of Ribagorza[6] |
Τέκνα | Ελβίρα της Καστίλης, βασίλισσα του Λεόν Σάντσο Γκαρσία της Καστίλης[7] Ουρράκα του Κοβαρούβιας Gonzalo García de Castilla Marjorie de Castille Oneca of Castile Toda of Castile |
Γονείς | Φερνάν Γκονθάλεθ της Καστίλης[1][7] και Σάντσα Σάντσεθ της Παμπλόνα |
Αδέλφια | Ουρράκα Φερνάντεθ |
Οικογένεια | Οίκος της Λάρα |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Κόμης της Καστίλης (970–995) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Οικογένεια
ΕπεξεργασίαΓιος του κόμη Φερνάν Γκονθάλεθ και της βασίλισσας Σάντσα Σάντσεθ της Παμπλόνα, το 970 διαδέχθηκε τον πατέρα του ως κόμης της Καστίλλης. Συνέχισε να αναγνωρίζει την επικυριαρχία του Βασιλείου του Λεόν, παρόλο που ήταν πρακτικά αυτόνομος. Προκειμένου να επεκτείνει τα σύνορά του σε βάρος των Μαυριτανών, το 974 επέκτεινε την κοινωνική βάση των ευγενών εκδίδοντας διατάγματα, που δήλωναν ότι κάθε αγρότης του Καστροχέριθ που εξόπλιζε έναν ιππότη για μάχη, θα έμπαινε στις τάξεις των ευγενών. Τον διαδέχθηκε ο γιος του, Σάντσο Α' της Καστίλλης.
Οικογένεια
ΕπεξεργασίαΓύρω στο 960, ο Γκαρσία νυμφεύτηκε την Άβα δε Ριβαγόρθα, [9] κόρη του Ραϋμόνδου Β', κόμη της Ριμπαγκόρτσα . Είχαν επτά παιδιά:
- Μάγιορ Γκαρσία, παντρεύτηκε τον Ραϋμόνδο Γ΄ κόμη του Παγιάρ Χουσά. Αποκηρυγμένη από τον σύζυγό της, επέστρεψε στην Καστίλη, όπου έγινε ηγουμένη στο μοναστήρι του Σαν Μιγουέλ δε Πεδρόσo. Με τη βοήθεια τού αδελφού της Σάντσο, κυβέρνησε την κομητεία της Ριβαγόρθα, η οποία τελικά θα περνούσε στην ανιψιά της, Μουνιαδόνα της Καστίλης, σύζυγο του βασιλιά Σάντσο Γ' της Παμπλόνα. [10]
- Σάντσο Γκαρσία, κόμης της Καστίλης. [10]
- Ουρράκα Γκαρσία, η πρώτη ηγουμένη της Κολεγιάτα δε Σαν Κόσμε υ Σαν Νταμιάν στο Κοβαρούβιας. [11]
- Γκονθάλο Γκαρσία (απεβ. το 979), [11] [10] εικάζεται ότι ήταν πρόγονος των Σαλβαδόρεθ και του Οίκου της Λάρα
- Ελβίρα Γκαρσία, παντρεύτηκε το 991 τον Βερμούδο Β' του Λεόν [10] [9]
- Tόδα Γκαρσία, παντρεύτηκε τον Σάντσο γκόμεθ, γιο του κόμη Γκόμεθ Ντίαθ της Σαλδάνια [10]
- Oνέκα Γκαρσία, η πρώτη ηγουμένη του μοναστηριού του Σαν χουάν στην Σιγιαπεράλτα και αργότερα ηγουμένη στη Μονή του Σαν Σαλβάδορ δε Όνια. [10]
Στον μύθο
ΕπεξεργασίαΟ Γκαρσία παίζει έναν ρόλο σε δύο θρύλους σχετικά με τη μεσαιωνική Καστίλη. Αυτοί διαδραματίζονται κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του και ενσωματώνουν πτυχές της αυθεντικής ιστορίας, αλλά είναι κυρίως φανταστικού χαρακτήρα. Στο Cantar de los Siete Infantes de Lara (Το τραγούδι των επτά πριγκίπων της Λάρα), ο κόμης Γκαρσία παίζει έναν δευτερεύοντα ρόλο, προσπαθώντας ανεπιτυχώς να επιβάλει μία προσέγγιση μεταξύ των δύο ανταγωνιστικών οικογενειών, εκείνων του Ρούι Βελάθκεθ και της συζύγου του Δόνια Λάμβρα, που λέγεται ότι είναι εξάδελφος του Γκαρσία, και του Γκονθάλο Γκούστοθ και της γυναίκας του Σάντσας. Αυτό αποδεικνύεται ανεπιτυχές, όταν μία περαιτέρω πρόκληση οδηγεί σε κύκλους κλιμακούμενης ανταπόδοσης. [12] Ο ρόλος του σε έναν δεύτερο μύθο είναι πιο ουσιαστικός. Στο La condesa traidora (Η προδοτική κόμισσα), λέει ότι η σύζυγος του Γκαρσία δελεάστηκε από τον Αλμανσόρ, ηγεμόνα της Κόρδοβα, να φιλοδοξήσει να γίνει σύζυγός του και όχι αυτή ενός λιγότερο ισχυρού κόμη. Σχεδίασε το τέλος του συζύγου της, παρέχοντας φτωχή τροφή στο άλογό του. Όταν το ζώο καταρρέει στη μάχη, ο Γκαρσία τραυματίζεται σοβαρά και αποβιώνει ημέρες αργότερα. Αφού ο Αλμανζόρ αναγκάζει τον γιο της, κόμη Σάντσο Γκαρσία, να καταφύγει στο Λανταρόν, η μητέρα του σχεδιάζει και αυτού τον θάνατο. Του έχει ετοιμάσει ένα δηλητηριασμένο ρόφημα, αλλά ο Σάντσο προειδοποιείται και επιμένει να το πιει η μητέρα του. Το κάνει και πεθαίνει, και ο Σάντσο νικάει τον Αλμανζόρ στη μάχη. [13]
Βιβλιογραφικές αναφορές
Επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 «Гарсія I» (Ρωσικά)
- ↑ Faceted Application of Subject Terminology. 49845. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ (Αγγλικά) Lord Byron and his Times. GaFerna995. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ Autoritats UB. a1293439.
- ↑ 5,0 5,1 64218/ava.
- ↑ p15315.htm#i153150. Ανακτήθηκε στις 7 Αυγούστου 2020.
- ↑ 7,0 7,1 7,2 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.
- ↑ 8,0 8,1 Collins 2012, σελ. 254.
- ↑ 9,0 9,1 Torres Sevilla-Quiñones de León 1999, σελ. 215.
- ↑ 10,0 10,1 10,2 10,3 10,4 10,5 Martínez Díez 2005.
- ↑ 11,0 11,1 Salazar y Acha 2006, σελ. 36.
- ↑ Barton 2015, σελ. 137–138.
- ↑ Barton 2015, σελ. 110–111.
Βιβλιογραφία
Επεξεργασία- Barton, Simon (2015). Conquerors, Brides and Concubines: Interfaith Relations and Social Power in Medieval Iberia. Philadelphia: University of Pennsylvania Press.
- Collins, Roger (2012). Caliphs and Kings, 796-1031. ISBN 9781280587498.
- Martínez Díez, Gonzalo (2005). El Condado de Castilla (711-1038): la historia frente a la leyenda (στα Ισπανικά). 2 volumes. Valladolid: Junta de Castilla y León. ISBN 84-9718-275-8.
- Pérez de Urbel, Justo (1979). García Fernández (El conde de las bellas manos) (στα Ισπανικά). Burgos: Diputación Provincial de Burgos. ISBN 8471382350.
- Salazar y Acha, Jaime de (2006). «Urraca. Un nombre egregio en la onomástica altomedieval» (στα ES). En la España medieval (1): σελ. 29–48. ISSN 0214-3038. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-11-18. https://web.archive.org/web/20111118230736/http://www.ucm.es/BUCM/revistas/ghi/02143038/articulos/ELEM0606220029A.PDF.
- Torres Sevilla-Quiñones de León, Margarita Cecilia (1999). Linajes nobiliarios de León y Castilla: Siglos IX–XIII. Salamanca: Junta de Castilla y León, Consejería de educación y cultura. ISBN 84-7846-781-5.