Βασίλισσα Βικτωρία
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Η Βικτωρία (αγγλικά: Victoria, 24 Μαΐου 1819 – 22 Ιανουαρίου 1901) ήταν βασίλισσα του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας και αυτοκράτειρα των Ινδιών. Η περίοδος της βασιλείας της διήρκεσε εξήντα τρία χρόνια και κατείχε τον τίτλο της πλέον μακροχρόνιας στην ιστορία της Γηραιάς Αλβιώνας, ώσπου στις 10 Σεπτεμβρίου 2015 την ξεπέρασε σε χρόνια εξουσίας η Ελισάβετ Β΄ (εβδομήντα χρόνια).
Βικτωρία | |
---|---|
Περίοδος | 20 Ιουνίου 1837 - 22 Ιανουαρίου 1901 |
Στέψη | 28 Ιουνίου 1838 |
Προκάτοχος | Γουλιέλμος Δ΄ |
Διάδοχος | Εδουάρδος Ζ΄ |
Αυτοκράτειρα της Ινδίας | |
Περίοδος | 1 Μαΐου 1876 - 22 Ιανουαρίου 1901 |
Διάδοχος | Εδουάρδος Ζ΄ |
Γέννηση | 24 Μαΐου 1819 Παλάτι του Κένσινγκτον, Αγγλία |
Θάνατος | 22 Ιανουαρίου 1901 (81 ετών) Οικία Όσμπορν, Νήσος Ουάιτ |
Τόπος ταφής | 4 Φεβρουαρίου 1901 Βασιλικό Μαυσωλείο του Φρόγκμορ, Ουίνδσορ |
Σύζυγος | Αλβέρτος της Σαξονίας-Κόμπουργκ & Γκότα |
Επίγονοι | Βικτωρία Εδουάρδος Ζ΄ Αλίκη Αλφρέδος Ελένη Λουίζα Αρθούρος Λεοπόλδος Βεατρίκη |
Πλήρες όνομα | |
Αλεξανδρινή Βικτωρία Γερμανικά: Alexandrina Victoria Αγγλικά: Alexandrine Victoria | |
Οίκος | Οίκος του Αννόβερου |
Πατέρας | Εδουάρδος, Δούκας του Κεντ και του Στράδερν |
Μητέρα | Βικτωρία της Σαξονίας-Κόμπουργκ-Ζάαλφελντ |
Υπογραφή | |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Γενεαλογικά είχε, σχεδόν εξ ολοκλήρου, γερμανική καταγωγή και ήταν η τελευταία εκπρόσωπος στον βρετανικό θρόνο του βασιλικού οίκου του Αννοβέρου. Ο διάδοχός και υιός της, Εδουάρδος Ζ΄, ανήκε στον Οίκο της Σαξονίας-Κοβούργου & Γκότα.
Η Βικτωρία ήταν η πρώτη μονάρχης της Βρετανίας που είδε το όνομά της να δίνεται στη χρονική περίοδο της βασιλείας της ενόσω βρισκόταν ακόμη στη ζωή. Μέσα στο διάστημα, που χαρακτηρίζεται ως Βικτωριανή εποχή, με την έκρηξη της βιομηχανικής επανάστασης και τη σημαντική εδαφική επέκταση της Βρετανικής Αυτοκρατορίας άλλαξαν ριζικά οι οικονομικές και κοινωνικές δομές του Ηνωμένου Βασιλείου.
Μεταξύ των μεγάλων επιτευγμάτων της μοναρχίας της συγκαταλέγονται η θεσμική μεταρρύθμιση προς μια συνταγματικότερη μορφή πολιτεύματος και η επέκταση της Αυτοκρατορίας, η οποία έφτασε στο απόγειο της δύναμής της, διπλασιαζόμενη σε μέγεθος με την προσάρτηση των Ινδιών, της Αυστραλίας, του Καναδά και εδαφών της Αφρικής και του Νότιου Ειρηνικού.
Βιογραφία
ΕπεξεργασίαΤα πρώτα χρόνια
ΕπεξεργασίαΗ Αλεξανδρινή Βικτωρία γεννήθηκε στο Παλάτι του Κένσινγκτον στις 24 Μαΐου 1819 και ήταν το μοναδικό παιδί του Εδουάρδου, Δούκα του Κεντ & Στράθερν (τέταρτου γιου του Γεωργίου Γ΄ του Ηνωμένου Βασιλείου), και της Βικτωρίας της Σαξονίας-Κοβούργου-Ζάαλφελντ. Ο μεγαλύτερος αδερφός του Εδουάρδου, Γεώργιος, Πρίγκηπας της Ουαλίας, είχε και αυτός μόνο μία κόρη, την Καρλόττα, η οποία, όμως, είχε αποβιώσει δύο χρόνια πριν χωρίς απογόνους, δημιουργώντας ιδιαίτερη ανησυχία στη βασιλική οικογένεια λόγω της έλλειψης απογόνων μεταξύ των δεκαπέντε, συνολικά, παιδιών του Γεωργίου Γ΄.
Η βάπτισή της τελέστηκε από τον Τσαρλς Μάννερς-Σάττον, Αρχιεπίσκοπο του Κάντερμπερυ, στις 24 Ιουνίου 1819 στην Αίθουσα του Θόλου στο Κένσινγκτον. Παρά την αρχική επιθυμία των γονιών της να ονομαστεί Γεωργιάνα Καρλόττα Αυγούστα Αλεξανδρινή Βικτωρία, μετά από την παρέμβαση του διαδόχου Γεωργίου, ο οποίος δεν επιθυμούσε να λάβει το δικό του όνομα, αυτό της νεκρής κόρης του ή κάποιο από τη βασιλική οικογένεια- καθώς και το βασιλικό "Αυγούστα"-, κατέληξαν στα ονόματα Αλεξανδρινή Βικτωρία, προκειμένου να τιμήσουν, με το πρώτο, τον Αλέξανδρο Α΄ της Ρωσίας, ο οποίος ήταν ένας από τους αναδόχους, και τον οποίο εκπροσώπησε ο εκ πατρός θείος της, Φρειδερίκος, Δούκας της Υόρκης και του Ώλμπανυ. Νονοί της ήταν επίσης ο Γεώργιος, Πρίγκηπας της Ουαλίας, η εκ πατρός θεία της Καρλόττα, Βασίλισσα της Βυρτεμβέργης (την οποία εκπροσώπησε η αδελφή της, Αυγούστα Σοφία), και εκ μητρός η γιαγιά της, Αυγούστα Ρόυς του Έμπερσντορφ (την οποία εκπροσώπησε η Μαρία, Δούκισσα του Εδιμβούργου).
-
Πορτραίτο της πριγκίπισσας Βικτωρίας σε ηλικία τεσσάρων ετών (1823).
-
Η μητέρα της, Βικτωρία, Δούκισσα του Κεντ.
Ο πατέρας της πέθανε το 1820 σε ηλικία πενήντα δύο ετών από πνευμονία, οκτώ μήνες μετά τη γέννησή της, και έξι μέρες αργότερα κατέληξε και ο παππούς της, Γεώργιος Γ΄, τον οποίο διαδέχθηκε ο Πρίγκιπας της Ουαλίας ως Γεώργιος Δ΄. Ύστερα από αυτούς τους δύο θανάτους η Βικτωρία βρέθηκε δεύτερη στη σειρά διαδοχής του θρόνου έπειτα από τον θείο της Γουλιέλμο Δ΄, καθώς ο Γουλιέλμος δεν είχε επιζήσαντες απογόνους. Μετά τον θάνατο του συζύγου της η μητέρα της Βικτωρίας, Δούκισσα του Κεντ, ανέπτυξε σχέσεις με τον Ιρλανδό αξιωματικό Σερ Τζον Κόνροϋ. Η συμπεριφορά του Κόνροϋ προς τη νεαρή πριγκίπισσα ήταν ιδιαίτερη τρυφερή αναπληρώνοντας έτσι την πατρική απουσία.
Ο συγγραφέας Α. Ν. Ουίλσον, μάλιστα, υποστηρίζει στο βιβλίο του "The Victorians" ότι η σχέση του Κόνροϋ με τη Βικτωρία ήταν πολύ προγενέστερη και πως αυτός ήταν ο πραγματικός πατέρας της Βικτωρίας. Η άποψη αυτή στηρίχθηκε στην εξέταση των οικογενειακών ιατρικών αρχείων και τη διαπίστωση πως η ασθένεια πορφυρία (μια κληρονομική δυσλειτουργία στην ικανότητα μεταβολισμού του οργανισμού) απασχολούσε παλαιότερα τη βασιλική οικογένεια αλλά σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία η βασίλισσα Βικτωρία δεν έπασχε από κάτι παρόμοιο και η δυσλειτουργία αυτή δεν πέρασε στους απογόνους της. Ο Ουίλσον γράφει ακόμα στο βιβλίο του ότι η βασίλισσα Βικτωρία ήταν φορέας της νόσου της αιμορροφιλίας, ασθένεια η οποία δεν καταγράφεται στα ιατρικά αρχεία της μητέρας της ούτε στα ιατρικά στοιχεία δεκαεπτά προγενεστέρων γενεών. Το γεγονός αυτό οδηγεί τον συγγραφέα στο συμπέρασμα ότι κληρονόμησε την αιμορροφιλία από τον Κόνροϋ. Η ασθένεια αυτή πέρασε σε απογόνους της και προκάλεσε το θάνατο στο γιο της, Λεοπόλδο, σε τρία εγγόνια και σε έξι δισέγγονά της, με αποτέλεσμα να μείνει γνωστή ως η "βασιλική ασθένεια".
Τα πρώτα της χρόνια η Βικτωρία μιλούσε μόνο γερμανικά εξ αιτίας της καταγωγής της μητέρας της. Στην ηλικία των τριών άρχισε να διδάσκεται αγγλικά και εν συνεχεία έμαθε ιταλικά, αρχαία ελληνικά, λατινικά και γαλλικά. Επίσημος δάσκαλός της ήταν ο Αιδεσιμότατος Τζορτζ Ντέηβις. Ο φόβος της μητέρας της για πιθανή δολοφονία της Βικτωρίας από τους αδελφούς του πατέρα της, με σκοπό να ανέβουν στη σειρά διαδοχής, οδήγησε σε αυξημένα μέτρα προστασίας της. Ακόμη και στην αίθουσα διδασκαλίας συνοδευόταν πάντα από φρουρό.
Στις 26 Ιουνίου 1830 πέθανε ο Γεώργιος Δ΄ και τον διαδέχτηκε ο αδελφός του, Γουλιέλμος, ενώ η Βικτωρία ονομάστηκε Πριγκίπισσα – Διάδοχος. Η εύθραυστη υγεία του νέου μονάρχη τον έκανε να ανησυχεί για την περίπτωση που η ανιψιά του ανελάμβανε βασιλικά καθήκοντα πριν την ενηλικίωσή της, φοβούμενος την επιρροή του Κόνροϋ επάνω της. Ο ίδιος, μετά τον θάνατο των παιδιών του, δεν είχε νόμιμους διαδόχους, αν και απέκτησε άλλα δέκα νόθα παιδιά με την ερωμένη του Ντοροθία Μπλαντ. Για την αποφυγή του φαινομένου της ακυβερνησίας, το Κοινοβούλιο ψήφισε την "Πράξη περί Αντιβασιλείας του 1831", δια της οποίας θα οριζόταν αντιβασίλισσα η μητέρα της Βικτωρίας, εάν κατά την ανάληψη των καθηκόντων της η δεύτερη δεν είχε συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος.
Άνοδος στον θρόνο
ΕπεξεργασίαΣτις 20 Ιουνίου 1837, είκοσι επτά ημέρες μετά την ενηλικίωση της Βικτωρίας, ο θείος της Γουλιέλμος Δ΄ πέθανε. Το γεγονός της ανήγγειλαν ο Αρχιεπίσκοπος του Κάντερμπερυ και ο αυλάρχης Μαρκήσιος του Κόνυγχαμ, καλώντας τη να αναλάβει την ανώτατη αρχή της Αυτοκρατορίας. Η ίδια σημείωνε στο ημερολόγιό της την ημέρα εκείνη: "Είμαι πολύ νέα και σε πολλά, αν όχι σε όλα, άπειρη αλλά είμαι σίγουρη πως πολύ λίγοι έχουν πιθανότερη αληθινή καλή πρόθεση και περισσότερο αληθινό πόθο να πράξουν ό,τι είναι καλό και δίκαιο, απ’ ότι έχω εγώ".
Η απόδοση του βρετανικού στέμματος στη Βικτωρία έσπασε τη μακροχρόνια παράδοση, που ήθελε τον Βρετανό μονάρχη να αναλαμβάνει και τη διακυβέρνηση του Βασιλείου του Αννόβερου. Αυτή η μικρή μοναρχία κυβερνιόταν βάσει του παλαιού φραγκικού Σαλικού Νόμου, ο οποίος προέβλεπε την ανάρρηση μόνο ανδρών ηγεμόνων. Έτσι, τη διακυβέρνηση ανέλαβε ο θείος της Βικτωρίας, Ερνέστος Αύγουστος Α΄ του Αννόβερου, Δούκας του Κάμπερλαντ.
Η νεαρή Βασίλισσα με την άνοδό της στον θρόνο θέλησε να αποκοπεί από την επιρροή της μητέρας της και του Κόνροϋ. Οι αρχικά τρυφερές της σχέσεις με τον άτυπο πατριό της είχαν ψυχρανθεί, επειδή αντιλήφθηκε την προσπάθειά του να εκμεταλλευτεί τα προνόμια του αξιώματός της. Το μένος της εναντίον του οδήγησε και σε ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της βασιλείας της, όταν κατηγόρησε κάποια κυρία επί των τιμών, που παρουσίαζε συμπτώματα εγκυμοσύνης, ότι είναι παλλακίδα του. Εν τέλει αποδείχθηκε πως η νεαρή κοπέλα έπασχε από θανατηφόρο νόσημα και η Βικτωρία μετάνιωσε για την άκριτη επίθεσή της. Έπειτα από αυτό το γεγονός ο Κόνροϋ διέκοψε τον δεσμό του με τη Βικτωρία και εγκατέλειψε τη χώρα. Αποκλεισμένη από το στενό βασιλικό περιβάλλον παρέμεινε και η μητέρα της Βικτωρίας μέχρι και τη γέννηση της πρώτης εγγονής της. Τότε μόνο, με την κατευναστική παρέμβαση του πρίγκηπα Αλβέρτου, έγινε δυνατό να αποκατασταθούν οι σχέσεις των δύο γυναικών.
Κυρίαρχο πολιτικό κόμμα την περίοδο εκείνη στο Ηνωμένο Βασίλειο ήταν οι Ουίγοι (μετέπειτα Φιλελεύθεροι) και ο πρωθυπουργός Ουίλλιαμ Λαμπ, 2ος Υποκόμης του Μέλμπορν. Έδειξε στη Βασίλισσα πατρική αγάπη, οφειλόμενη εν μέρει στον πρόσφατο χαμό του γιου του, και αυτή τον περιέβαλε από την πρώτη στιγμή με σεβασμό και αφοσίωση. Η συνεργασία τους, όμως, στην κορυφή της εξουσίας δε διήρκεσε για πολύ αδιατάρακτη. Η αδυναμία του Μέλμπορν να αντιμετωπίσει τις ανταρσίες στον Καναδά και την Τζαμάικα οδήγησαν σε παραίτηση την κυβέρνησή του τον Μάιο του 1839 και ο Ρόμπερτ Πηλ, επικεφαλής του κόμματος των Τόρυ (από το 1834 Συντηρητικοί), κλήθηκε να σχηματίσει κυβέρνηση. Τότε ξέσπασε η "Κρίση του Ευναστηρίου", κατόπιν της άρνησης της Βασίλισσας να αποδεχθεί την πρόταση του Πηλ να αποπέμψει όσες βασιλικές ακολούθους ανήκαν πολιτικά στους Ουίγους, αντικαθιστώντας τες με προσκείμενες στους Τόρυ. Η πρόταση έγινε επειδή ο Πηλ έβλεπε πως η κυβέρνηση, που θα σχημάτιζε, θα στηριζόταν σε μειοψηφία στη Βουλή των Κοινοτήτων και χρειαζόταν ένα σημείο εμπιστοσύνης από τη Βικτωρία. Η κρίση κατέληξε στην ανάκληση της παραίτησης του Μέλμπορν και την παραμονή του στην κεφαλή της κυβέρνησης μέχρι το 1841.
Γάμος
ΕπεξεργασίαΟ γάμος της Βικτωρίας ήταν ένα θέμα που απασχολούσε την Αυλή και την οικογένειά της από τη στιγμή της γέννησής της. Ο θείος της, Ερνέστος Αύγουστος του Αννοβέρου, ήλπιζε να παντρευτεί το γιό του, Γεώργιο, όμως ο νεαρός συνομήλικός της Πρίγκηπας τυφλώθηκε σε ηλικία δεκατριών ετών και αυτή η ένωση έμοιαζε απίθανη.
Ήδη από το 1836 ο θείος της Βικτωρίας, Λεοπόλδος Α΄ του Βελγίου, σχεδίαζε το γάμο της με τον επίσης συνομήλικο εξάδελφό της, Αλβέρτο, γιο του Δούκα της Σαξονίας-Κοβούργου & Γκότα. Ο Λεοπόλδος και η αδελφή του κανόνισαν μια επίσκεψη του αδελφού τους, Ερνέστου, με τους δυο γιους του, Ερνέστο και Αλβέρτο, στη Βρετανία. Όμως, ο βασιλιάς Γουλιέλμος Δ΄ αντιπαθούσε τον οίκο του Κοβούργου και προτιμούσε τον Αλέξανδρο των Κάτω Χωρών, δευτερότοκο γιο του Γουλιέλμου, Πρίγκηπα της Οράγγης. Η ίδια η Βικτωρία γνώριζε τα σχέδιά τους και κατέκρινε αυτήν τη περιφορά μνηστήρων. Σύμφωνα με το ημερολόγιό της συμπάθησε πολύ τον Αλβέρτο από την πρώτη στιγμή, ενώ βρήκε τον Αλέξανδρο "πολύ απλό". Μάλιστα, έγραψε στον Λεοπόλδο για να τον ευχαριστήσει που έφερε τον Αλβέρτο κοντά της, αλλά ήταν μόλις δεκαεπτά ετών και το θέμα του γάμου τέθηκε σε αναμονή.
Μετά την άνοδό της στο θρόνο, αναγκάστηκε να μένει στο Μπάκιγχαμ μαζί με τη μητέρα της, όπως όριζαν τα ήθη της εποχής, καθώς οι ανύπαντρες γυναίκες δεν μπορούσαν να μένουν μόνες τους. Παρόλα αυτά της παραχώρησε διαμερίσματα μακριά της γιατί, όπως εκμυστηρεύτηκε στο λόρδο Μέλμπορν, η παρουσία της καταπιεστικής μητέρας της προκαλούσε μια ασφυκτική κατάσταση. Ο Μέλμπορν τη συμπόνεσε αλλά την πληροφόρησε ότι αυτό θα άλλαζε μόνο εάν η Βικτωρία παντρευόταν.
Το 1839 οι δύο πρίγκηπες της Σαξονίας-Κοβούργου & Γκότα επισκέφθηκαν ξανά το Λονδίνο. Εκεί ο Αλβέρτος συναντήθηκε για δεύτερη φορά με τη Βικτωρία και μεταξύ τους δημιουργήθηκε ειδύλλιο, το οποίο μέσα σε πέντε ημέρες από την άφιξή του στο Κάστρο του Ουίνδσορ κατέληξε σε πρόταση της Βασίλισσας να γίνει σύζυγός της. Ο γάμος πραγματοποιήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 1840 στο Βασιλικό Παρεκκλήσι των Ανακτόρων του Αγίου Ιακώβου, ενώ τέσσερις μέρες πριν η Βικτωρία είχε παραχωρήσει στον μέλλοντα σύζυγό της το προνόμιο να προσφωνείται ως η "Αυτού Βασιλική Υψηλότης". Μετά τον γάμο της η βασίλισσα Βικτωρία ενδιαφέρθηκε για την εξακρίβωση του ιδιαιτέρου επωνύμου του συζύγου της μέσα στον ευρύτερο Οίκο του Δουκάτου της Σαξονίας-Κοβούργου & Γκότα. Εκείνη την εποχή το Δουκάτο κυβερνούσε η Δυναστεία των Βέττιν του κλάδου των Ερνεστίνων και η γραμματεία της την πληροφόρησε ότι το επινύμφιο επώνυμό της ήταν Βέττιν.
Ο Αλβέρτος δεν έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής στον βρετανικό λαό και αυτός ήταν ο κύριος λόγος που δεν του παραχωρήθηκε ο τίτλος του Πρίγκηπα Βασιλικού Συζύγου παρά το 1857. Η επιρροή του, όμως, στη Βασίλισσα ήταν τεράστια και παραμέρισε οποιαδήποτε άλλη, συμπεριλαμβανομένης και αυτής του Μέλμπορν, ο οποίος και εγκατέλειψε οριστικά την πρωθυπουργία, κατόπιν της εκλογικής ήττας των Ουίγων το 1841.
Το ζευγάρι απέκτησε εννέα παιδιά, οι γάμοι των οποίων με άλλα μέλη ευρωπαϊκών βασιλικών οίκων υπήρξαν η αιτία να αποδοθεί στη Βικτωρία το προσωνύμιο 'η Γιαγιά της Ευρώπης', καθώς απέκτησε σαράντα δύο εγγόνια και ογδόντα επτά δισέγγονα.
Στις 10 Ιουνίου 1840, ευρισκόμενη μέσα σε ανοιχτή άμαξα μαζί με τον Αλβέρτο και ενώ διένυε την πρώτη εγκυμοσύνη της, δέχθηκε δολοφονική επίθεση από τον δεκαοκτάχρονο Έντουαρντ Όξφορντ στον Λόφο του Συντάγματος (Constitution Hill). Ο νεαρός καταδικάστηκε για εσχάτη προδοσία σε θάνατο, αλλά η ποινή του δεν εκτελέστηκε λόγω παραφροσύνης. Η Βικτωρία δεν τραυματίστηκε από την επίθεση, καθώς οι βολές του επίδοξου δολοφόνου ήταν άστοχες. Το 1842 όμως έγιναν σε βάρος της άλλες τρεις, λιγότερο ή περισσότερο σοβαρές απόπειρες, που οδήγησαν τον Αλβέρτο να προτείνει στα μέλη του Κοινοβουλίου την ψήφιση της "Πράξης περί Εσχάτης Προδοσίας", βάσει της οποίας οιοσδήποτε στόχευε με όπλο τη Βασίλισσα, της επετίθετο, πετούσε εναντίον της οποιοδήποτε αντικείμενο ή εμφάνιζε όπλο παρουσία της με σκοπό να την τρομάξει, καταδικαζόταν σε επτάχρονη φυλάκιση και μαστίγωση.
Οικογένεια
ΕπεξεργασίαΌνομα | Γέννηση | Θάνατος | Οικογένεια |
---|---|---|---|
Βικτωρία | 21 Νοεμβρίου 1840 | 5 Αυγούστου 1901 | παντρεύτηκε το 1858 τον Φρειδερίκο Γ΄ της Γερμανίας, απέκτησαν οκτώ παιδιά. |
Αλβέρτος Εδουάρδος (μετέπειτα Εδουάρδος Ζ΄) | 9 Νοεμβρίου 1841 | 6 Μαΐου 1910 | παντρεύτηκε το 1863 την Αλεξάνδρα, κόρη του Χριστιανού Θ΄ της Δανίας, απέκτησαν έξι παιδιά, ανάμεσά τους ο Γεώργιος Ε΄ του Ηνωμένου Βασιλείου. |
Αλίκη | 25 Απριλίου 1843 | 14 Δεκεμβρίου 1878 | παντρεύτηκε το 1862 τον Λουδοβίκο Δ΄της Έσσης και παρά τω Ρήνω, απέκτησαν επτά παιδιά. |
Αλφρέδος | 6 Αυγούστου 1844 | 31 Ιουλίου 1900 | παντρεύτηκε το 1874 τη Μεγάλη Δούκισσα Μαρία Αλεξάνδροβνα, κόρη του Αλεξάνδρου Β΄ της Ρωσίας, απέκτησαν έξι παιδιά. |
Ελένη | 25 Μαΐου 1846 | 9 Ιουνίου 1923 | παντρεύτηκε το 1866 τον Χριστιανό του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν-Σόντερμπουργκ-Αουγκούστενμπουργκ, απέκτησαν έξι παιδιά. |
Λουίζα | 18 Μαρτίου 1848 | 3 Δεκεμβρίου 1939 | παντρεύτηκε το 1871 τον Τζον Κάμπελ, Μαρκήσιο του Λορν, αργότερα 9ο Δούκα του Αργκάϋλ, δεν απέκτησαν παιδιά. |
Αρθούρος | 1 Μαΐου 1850 | 16 Ιανουαρίου 1942 | νυμφεύτηκε το 1879 τη Λουίζα Μαργαρίτα, κόρη του Φρειδερίκου Καρόλου της Πρωσίας, απέκτησαν τρία παιδιά. |
Λεοπόλδος | 7 Απριλίου 1853 | 28 Μαρτίου 1884 | νυμφεύτηκε το 1882 την Ελένη του Βάλντεκ και Πύρμοντ, απέκτησαν δύο παιδιά. |
Βεατρίκη | 14 Απριλίου 1857 | 26 Οκτωβρίου 1944 | παντρεύτηκε το 1885 τον Ερρίκο της Βαττεμβέργης (εξάδελφο του Λουδοβίκου Δ΄ της Έσσης και παρά τω Ρήνω), απέκτησαν τέσσερα παιδιά. |
Πολιτικές εξελίξεις
ΕπεξεργασίαΤο χρονικό διάστημα της κοινής ζωής της Βικτωρίας με τον Αλβέρτο μέχρι και τον θάνατό του το 1861, υπήρξε αυτό όπου η Βασίλισσα έδειξε το πλέον έντονο ενδιαφέρον για τα ζητήματα της Αυτοκρατορίας. Μετά την ήττα του Μέλμπορν ακολούθησαν οι κυβερνήσεις των Ρόμπερτ Πηλ και του λόρδου Τζον Ράσσελ, μετέπειτα 1ου Κόμη Ράσσελ. Και με τους δύο η Βικτωρία είχε αγαστές σχέσεις. Το 1842 το Χονγκ Κονγκ παραχωρήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο με τη Συνθήκη του Νανκίν κατόπιν της ήττας της Κίνας στον Πρώτο Πόλεμο του Όπιου. Η Βασίλισσα, που είχε υποστηρίξει την πραγματοποίηση του πολέμου, κατανοώντας την εμπορική αξία του οπίου, σχολίαζε σε μία επιστολή της προς τον θείο της, Λεοπόλδο Α΄ του Βελγίου: "Ο Αλβέρτος διασκέδασε τρομερά με το ότι πήρα το νησί (sic) του Χονγκ Κονγκ."
Το 1845 ο Πηλ εναντιώθηκε στους γαιοκτήμονες ανακαλώντας τους "Νόμους περί Δημητριακών", οι οποίοι προστάτευαν τα αγροτικά εισοδήματα με τον περιορισμό των εισαγωγών σιτηρών. Η κίνηση αυτή προκάλεσε τις αντιδράσεις του κόμματος των Ουίγων και μερίδας των Τόρυ και συνέβαλε στον ιρλανδικό λιμό των ετών 1845–1849. Εξαιτίας αυτών των γεγονότων ο Πηλ αναγκάστηκε να παραιτηθεί και τον σχηματισμό κυβέρνησης ανέλαβε ο Τζον Ράσσελ.
Στην πρώτη κυβέρνηση Ράσσελ (1846-1852) συμμετείχε με το χαρτοφυλάκιο του Υπουργού των Εξωτερικών ο Χένρυ Τεμπλ, 3ος Υποκόμης Πάλμερστον, ο οποίος ήρθε σε έντονη αντίθεση με το βασιλικό ζεύγος. Αιτία ήταν η διαφορετική αντίληψη για την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής του Υπουργού και των Ανακτόρων. Ο Πάλμερστον υποστήριζε ότι κύριος στόχος της κυβερνητικής εξωτερικής πολιτικής έπρεπε να είναι η αύξηση της ισχύος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας με κάθε μέσο. Στα πλαίσια αυτής της πολιτικής υιοθετούσε, ορισμένες φορές, πρακτικές που έφερναν σε δύσκολη θέση και αποδυνάμωναν τις ξένες κυβερνήσεις. Η βασίλισσα Βικτωρία και ο πρίγκιπας Αλβέρτος, αφετέρου, θεωρούσαν ότι η βρετανική κυβέρνηση όφειλε να κάνει ό,τι μπορούσε προκειμένου να βοηθήσει τις ευρωπαϊκές βασιλικές οικογένειες έναντι των επαναστατικών ομάδων που υποστήριζαν τον εκδημοκρατισμό.
Αποκορύφωμα της σύγκρουσης των δύο αντιλήψεων άσκησης πολιτικής στάθηκαν δύο περιστατικά. Το πρώτο ήταν η περίπτωση του δον Δαυίδ Πατσίφικο, Εβραιο-Πορτογάλου που είχε λάβει τη βρετανική υπηκοότητα. Η ελληνική κυβέρνηση είχε αρνηθεί να του καταβάλει αποζημίωση για την καταστροφή από τον όχλο του σπιτιού του στην Αθήνα το Πάσχα του 1850 και αυτός απευθύνθηκε για προστασία στη βρετανική κυβέρνηση. Η Βρετανία επιθυμούσε το νησάκι της Σαπιέντζας για ναυτική βάση, θεωρώντας το εξάρτημα της αγγλοκρατούμενης Ζακύνθου, αλλά η Ελλάδα αρνούνταν αυτή την παραχώρηση. Έτσι με αφορμή την υπόθεση Πατσίφικο ο Πάλμερστον διέταξε τον ναύαρχο Παρκ να αποκλείσει το λιμάνι του Πειραιά. Ο αποκλεισμός αυτός κόστισε ιδιαίτερα στο ελληνικό κράτος και λύθηκε στις 15 Απριλίου 1850 με παρέμβαση της Ρωσίας και της Γαλλίας, των οποίων τα συμφέροντα απειλούνταν. Έπειτα από αυτό το περιστατικό η Βικτωρία απέστειλε ένα σημείωμα στον Πρωθυπουργό εκφράζοντας τη δυσαρέσκειά της για τον τρόπο με τον οποίο ο Υπουργός των Εξωτερικών απέφυγε την υποχρέωση να υποβάλει προς έγκριση σε αυτήν τα μέτρα που λάμβανε. Ο Πρωθυπουργός ενεχείρισε στον Πάλμερστον το σημείωμα, όμως αυτός αρνήθηκε να υποβάλει την παραίτησή του, θεωρώντας ως πηγή εξουσίας του τη συνταγματική έγκριση και όχι τη βασιλική δύναμη.
Το δεύτερο περιστατικό αφορούσε το πραξικόπημα του Λουδοβίκου Ναπολέοντα Βοναπάρτη (μετέπειτα αυτοκράτορα Ναπολέοντα Γ΄). Μετά την εκδήλωση του πραξικοπήματος ο Πάλμερστον, χωρίς προηγούμενη κυβερνητική έγκριση, κάλεσε τον Πρεσβευτή της Γαλλίας και δήλωσε την προσωπική του έγκριση στο γεγονός. Όταν πληροφορήθηκε την ενέργειά του ο Πρωθυπουργός του ζήτησε να παραιτηθεί. Ο Πάλμερστον το έπραξε αλλά λίγες εβδομάδες αργότερα συνέβαλε στην πτώση της κυβέρνησης του Ράσσελ και την αντικατάστασή της από τη σύντομη κυβέρνηση του Λόρδου (μετέπειτα Κόμη) Ντέρμπυ.
Το 1851 ο Αλβέρτος διοργάνωσε τη Μεγάλη Έκθεση στο Παλάτι Κρύσταλ (Crystal Palace). Σε αυτήν το κοινό μπορούσε να παρακολουθήσει τα επιτεύγματα της σύγχρονης τεχνολογίας και επιστήμης. Η έκθεση είχε μεγάλη επιτυχία και με τα χρήματα, που συγκεντρώθηκαν, αγοράστηκε έκταση γης στο Κένσινγκτον, όπου χτίστηκαν ιδρύματα και κέντρα για την προαγωγή του πολιτισμού και της τεχνολογίας όπως το Μουσείο Επιστημών, το Αυτοκρατορικό Κολλέγιο Επιστήμης και Τεχνολογίας, το Royal Albert Hall, κ.α. Η κίνηση αυτή είχε σαν αποτέλεσμα την ενδυνάμωση του γοήτρου της μοναρχίας στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Ένα χρόνο αργότερα η Βικτωρία ενθάρρυνε τη δημιουργία κυβέρνησης συνασπισμού υπό τον Τζορτζ Γκόρντον Χάμιλτον, 4ο Κόμη του Αμπερντήν. Παρά την επιτυχία της κυβέρνησης στα εσωτερικά θέματα ο Αμπερντήν δεν κατάφερε να συγκρατήσει το, καθοδηγούμενο από τον Πάλμερστον, πολιτικό ρεύμα, που ήθελε την ανάμιξη της χώρας στον Κριμαϊκό Πόλεμο στο πλευρό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η αντιδημοφιλία αυτού του πολέμου και η κακή διαχείριση των εκστρατευτικών επιχειρήσεων οδήγησαν τον Αμπερντήν στην υποβολή της παραίτησης της κυβέρνησής του. Τον Φεβρουάριο του 1855 ο Πάλμερστον ανέλαβε την πρωθυπουργία. Η αρχικά προβληματική του σχέση με τη Βασίλισσα βελτιώθηκε σταδιακά και μεταξύ τους μπόρεσε να αναπτυχθεί καλή συνεργασία παρά τη μέχρι τέλους συγκεκαλυμμένη προσωπική της αποστροφή προς το πρόσωπό του.
Το 1857 έλαβε χώρα η Ινδική Ανταρσία. Η Ινδία διοικούνταν από την Εταιρία Ανατολικών Ινδιών με τη συνεργασία της βρετανικής κυβέρνησης. Αφορμή για την ανταρσία δόθηκε με την εισαγωγή νέας παρτίδας φυσιγγίων από τον βρετανικό στρατό, που φημολογήθηκε ότι έχουν λιπανθεί με λαρδί. Οποιοσδήποτε Ινδουιστής δάγκωνε την άκρη του φυσιγγίου, όπως επέβαλλε η πρακτική της όπλισης των πυροβόλων, υπέπιπτε σε ιεροσυλία ερχόμενος σε επαφή με το χοιρινό λίπος. Το στράτευμα επαναστάτησε και κατέσφαξε πολλούς Βρετανούς ανώτερους αξιωματικούς και τις οικογένειές τους. Μετά την παύση της ανταρσίας η διοίκηση των Ινδιών υπήχθη απευθείας στην κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου.
Η Χήρα του Ουίνδσορ
ΕπεξεργασίαΤο 1859 ο πρίγκηπας Αλβέρτος έπασχε από έντονους πόνους στο στομάχι, ενώ μια σοβαρή πτώση από άμαξα ένα χρόνο μετά του έφερε μεγάλη ψυχική αναστάτωση. Τον Μάρτιο του 1861 η μητέρα της Βικτωρίας, Δούκισσα του Κεντ, πέθανε έχοντας την κόρη της στο πλευρό της (είχαν ήδη συμφιλιωθεί από τη γέννηση της πριγκίπισσας Βικτωρίας). Τον Νοέμβριο του 1861 ο πρίγκηπας Αλβέρτος ταξίδεψε στο Καίμπριτζ για να μιλήσει στο μεγαλύτερο γιό τους, Αλβέρτο Εδουάρδο, που είχε συνάψει σχέση με μια Ιρλανδή ηθοποιό. Όταν επέστρεψε η υγεία του είχε επιβαρυνθεί σημαντικά. Η αρχική διάγνωση των γιατρών μιλούσε για γρίπη, αλλά σύντομα η εξέλιξη της ασθένειας μετέβαλε τη διάγνωση και στις 9 Δεκεμβρίου τους οδήγησε στον τυφοειδή πυρετό. Στις 14 Δεκεμβρίου 1861 ο Αλβέρτος πέθανε σε ηλικία σαράντα δύο ετών, βυθίζοντας τη Βικτωρία σε μία μακρά περίοδο πένθους.
Από εκείνη τη στιγμή η Βασίλισσα υιοθέτησε τη, χαρακτηριστική μέχρι το τέλος της ζωής της, μαύρη ενδυμασία και απομονώθηκε από τον δημόσιο βίο. Συνέχισε να ασχολείται τυπικά με τις υποθέσεις της Αυτοκρατορίας, αλλά αρνούνταν κάθε δημόσια εμφάνιση στο Λονδίνο, ακόμη και για το άνοιγμα των συνεδριάσεων του Κοινοβουλίου. Τον περισσότερο χρόνο της, πλέον, τον περνούσε στη Σκωτία, στο Κάστρο Μπαλμόραλ. Εκεί συνδέθηκε με πολύ στενή φιλία με έναν από τους αγαπημένους υπηρέτες του Αλβέρτου, τον Σκωτσέζο Τζον Μπράουν. Αυτή η σχέση προκάλεσε σχόλια στη βρετανική κοινωνία, κάνοντας ορισμένους να μιλούν για κρυφό γάμο του Μπράουν και της Βασίλισσας και να αναφέρονται σκωπτικά σε αυτήν ως Κυρία Μπράουν. Μολονότι ένας τέτοιος γάμος δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ, η Βικτωρία έδειξε τη μεγάλη αγάπη που έτρεφε για τον Μπράουν, με την επιθυμία της να τοποθετηθεί στο φέρετρό της εκτός από μία τήβεννο του πρίγκηπα Αλβέρτου και μία τούφα από τα μαλλιά του Μπράουν.
Η αποχή της Βασίλισσας για μεγάλο διάστημα από τα κοινά προκάλεσε την πτώση της δημοτικότητας του μοναρχικού θεσμού και προώθησε την ιδέα της αντικατάστασής του με αβασίλευτη δημοκρατία.
Το 1864 η Βικτωρία παραχώρησε στην Ελλάδα τα Επτάνησα ως δώρο για την ανάδειξη στον ελληνικό θρόνο του ανιψιού της, Γουλιέλμου Γεωργίου της Δανίας. Πίσω από αυτή την κίνηση κρύβονταν, βέβαια, οι λεπτοί χειρισμοί της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής και οι συμφωνίες για εξασφάλιση των συμφερόντων του Ηνωμένου Βασιλείου στη Βαλκανική και την ανατολική Μεσόγειο, τις οποίες είχε αποδεχθεί ο νεαρός μονάρχης.
Το 1867, με την ψήφιση της "Δεύτερης Μεταρρυθμιστικής Πράξης", συντελέστηκε μία από τις μεγαλύτερες μετατροπές του βρετανικού εκλογικού συστήματος με εισήγηση του πρωθυπουργού Έντουαρντ Σμιθ Στάνλεϋ, 14ου Κόμη του Ντέρμπυ.
Το ιρλανδικό πρόβλημα και ύστερες πολιτικές εξελίξεις
ΕπεξεργασίαΗ διάθεση ανεξαρτητοποίησης των Ιρλανδών από το Ηνωμένο Βασίλειο αποτελούσε ένα χρονίζον πρόβλημα της αγγλικής πολιτικής. Η κατάσταση οξύνθηκε κατά τον Μεγάλο Λιμό των ετών 1845 - 1849 όταν τα ανεπαρκή μέτρα για την αντιμετώπισή του από τον πρωθυπουργό Τζον Ράσσελ κόστισαν σε δημοφιλία στη Βασίλισσα. Τότε της αποδόθηκε και ο χαρακτηρισμός η "Βασίλισσα του Λιμού".
Οι σχέσεις μεταξύ της Βικτωρίας και των Ιρλανδών υπηκόων της παρέμειναν κακές σε όλη τη διάρκεια της βασιλείας της. Η άρνησή της να επισκεφθεί την Ιρλανδία για ολόκληρη τη δεκαετία του 1870, ως απάντηση στην απόφαση της Δημοτικής αρχής του Δουβλίνου να μη συγχαρεί τον Πρίγκηπα της Ουαλίας για τον γάμο του και την απόκτηση διαδόχου, βάθυνε περισσότερο το χάσμα. Ακόμη η Βικτωρία αρνείτο κατηγορηματικά την εγκαθίδρυση αντιβασιλείας στο νησί παρά τις εκκλήσεις Βρετανών και Ιρλανδών πολιτικών παραγόντων. Η τελευταία φορά που επισκέφθηκε την Ιρλανδία ήταν ένα χρόνο πριν τον θάνατό της, προκειμένου να καλέσει τους Ιρλανδούς να στρατευθούν στις Βρετανικές ένοπλες δυνάμεις κατά τον Δεύτερο Πόλεμο των Μπόερς. Η επίσκεψή της προκάλεσε εθνικιστικές αντιδράσεις, που καθοδηγούσε ο Άρθουρ Γκρίφιθ, μελλοντικός ιδρυτής της πατριωτικής ιρλανδικής οργάνωσης Σιν Φέιν (Sinn Féin).
Τον Δεκέμβριο του 1868, έπειτα από μία σύντομη πρωθυπουργική θητεία του Μπέντζαμιν Ντισραέλι, Κόμη του Μπήκονσφιλντ, τη διακυβέρνηση ανέλαβε ο ηγέτης των Φιλελευθέρων στη Βουλή των Κοινοτήτων, Ουίλλιαμ Γκλάντστοουν. Η κυβέρνηση του Γκλάντστοουν σχεδίαζε σημαντικές πολιτικές μεταρρυθμίσεις με απαρχές τη διεύρυνση του εκλογικού δικαιώματος, την εισαγωγή της μυστικής ψηφοφορίας και τον περιορισμό της δύναμης του κυρίαρχου σώματος ευγενών, της Βουλής των Λόρδων. Μολονότι αντίθετη στις μεταρρυθμίσεις, η Βικτωρία δεν κατάφερε να εμποδίσει τον δυναμικό Πρωθυπουργό να τις πραγματοποιήσει.
Το 1874 ο Γκλάντστοουν ηττήθηκε στις εκλογές και στην πρωθυπουργία επανήλθε ο Ντισραέλι. Η Βικτωρία έτρεφε μεγάλη συμπάθεια για τον Ντισραέλι και η στήριξή της προς τις πολιτικές του ήταν δεδομένη. Η δυναμική εξωτερική πολιτική και η αύξηση της παρεμβατικότητας της Μεγάλης Βρετανίας χαρακτήρισαν τη δεύτερη θητεία του ως επικεφαλής της κυβέρνησης. Με την εξαγορά της πλειοψηφίας των μετοχών της Διώρυγας του Σουέζ κατάφερε να αποκτήσει τον έλεγχο της πλέον σημαντικής θαλάσσιας διόδου της Μεσογείου ενώ το 1876 με την "Πράξη περί Βασιλικών Τίτλων" προσέφερε στη Βικτωρία τον τίτλο της Αυτοκράτειρας των Ινδιών.
Η παραδοσιακή πολιτική της Αυτοκρατορίας για θαλάσσια κυριαρχία οδήγησε στη στήριξη το 1878 της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έναντι της Ρωσικής στο Συνέδριο του Βερολίνου. Το αντάλλαγμα για τη διάσωση, ουσιαστικά, μετά την ήττα της στον Ρωσο-Τουρκικό πόλεμο, του "μεγάλου ασθενούς των Βαλκανίων", όπως ονομαζόταν τότε η Οθωμανική Αυτοκρατορία, ήταν η παραχώρηση στη Μεγάλη Βρετανία της Κύπρου.
Η εικοσαετία της αποδοχής
ΕπεξεργασίαΟι εκλογές του 1880 επανέφεραν τον Γκλάντστοουν στην εξουσία και σήμαναν την οριστική αποχώρηση από τον πολιτικό στίβο του Ντισραέλι. Και αυτή τη φορά η συνεργασία Γκλάντστοουν και Βικτωρίας υπήρξε προβληματική. Η επιμονή του Πρωθυπουργού στην πολιτική δράση βάσει των ηθικών αξιών και του φιλελευθερισμού δεν μπορούσε να προσαρμοστεί με τις νέες ιμπεριαλιστικές βλέψεις της αυτοκράτειρας, πλέον, Βικτωρίας. Η σχέση τους διερράγη οριστικά όταν ο Γκλάντστοουν πληροφορήθηκε τη μυστική παράδοση εμπιστευτικών εγγράφων από τη Βασίλισσα στον αρχηγό των Συντηρητικών, Μαρκήσιο του Σώλσμπερυ).
Το 1885 σχημάτισε κυβέρνηση ο Μαρκήσιος του Σώλσμπερυ, ο οποίος μοιραζόταν τις επεκτατικές βλέψεις της Βασίλισσας. Η εναλλαγή στην πρωθυπουργία Γκλάντστοουν και Σώλσμπερυ διήρκεσε μέχρι το 1894 οπότε ο πρώτος αποσύρθηκε, παραμένοντας απλό μέλος της Βουλής των Κοινοτήτων, και τον δεύτερο διαδέχθηκε ο Κόμης του Ρόουζμπερυ. Από το 1895 μέχρι και το τέλος της ζωής της Βικτωρίας κυβερνούσε ξανά ο Σώλσμπερυ με την πλήρη στήριξή της.
Το 1887 και το 1897 γιόρτασε το Χρυσό και το Αδαμάντινο, αντίστοιχα, Ιωβηλαίο της ηγεμονίας της. Οι συχνές δημόσιες παρουσίες της και οι συνεχείς επιτυχίες στην εξωτερική πολιτική των κυβερνήσεων του Στέμματος είχαν αυξήσει το κύρος του μοναρχικού θεσμού στη χώρα. Το 1898 το Ηνωμένο Βασίλειο ενεπλάκη στον Δεύτερο Πόλεμο των Μπόερς, του οποίου θερμή θιασώτης ήταν η Βασίλισσα. Στην προσωπική της ζωή αντιμετώπισε μία σειρά θανάτων και ασθενειών παιδιών και εγγονών της, καθώς βίωσε τους θανάτους τριών παιδιών της (Αλίκης, Λεοπόλδου, Αλφρέδου) και έντεκα εγγονιών της (Σιγισμόνδου, Αλεξάνδρου Ιωάννη, Φρειδερίκου, Χαράλδου, Μαρίας, Βλαδίμηρου, Αλβέρτου Βίκτωρα, Αλφρέδου, Χριστιανού Βίκτωρα και δύο θνησιγενών εγγονών).
Ο Ράντγιαρντ Κίπλινγκ έγραψε το 1892 για τη Βικτωρία το ποίημα "Η χήρα στο Ουίνσδορ" (The Widow at Windsor) εξυμνώντας την ευγένεια και την καλοσύνη της.
Το τέλος
ΕπεξεργασίαΤα τελευταία χρόνια της ζωής της υπέφερε από ρευματισμούς και καταρράκτη. Απεβίωσε στις 22 Ιανουαρίου 1901 στο Μέγαρο Όσμπορν σε ηλικία ογδόντα ενός ετών, παρουσία του μεγαλύτερου γιού της, Αλβέρτου Εδουάρδου, και του μεγαλύτερου εγγονού της, Γουλιέλμου Β΄ της Γερμανίας. Η κηδεία της έγινε στις 2 Φεβρουαρίου 1901 στο Παρεκκλήσιο του Αγίου Γεωργίου στο Κάστρο του Ουίνδσορ. Σύμφωνα με τις επιθυμίες της, η κηδεία άρμοζε σε μονάρχη και κόρη στρατιωτικού· κηδεύτηκε με λευκό φόρεμα με το γαμήλιο πέπλο της μαζί με αντικείμενα του Αλβέρτου και του Τζον Μπράουν (μια τούφα από τα μαλλιά του, μια φωτογραφία του και τη βέρα της μητέρας του που της είχε χαρίσει το 1883). Τάφηκε στο Βασιλικό Μαυσωλείο του Φρόγκμορ, δίπλα στον Αλβέρτο, αφήνοντας πίσω της μία αυτοκρατορία, στην οποία ο "Ήλιος ποτέ δεν δύει" και έχοντας ταυτίσει το όνομά της με μία ολόκληρη εποχή (Βικτωριανή εποχή).
Πρόγονοι
ΕπεξεργασίαΑπόγονοι
ΕπεξεργασίαΗ βασίλισσα Βικτωρία έχει αποκτήσει το προσωνύμιο "γιαγιά της Ευρώπης". Είχε 9 παιδιά και 42 εγγόνια και έτσι όπως εξελίχθηκε το γενεαλογικό της δέντρο αυτήν τη στιγμή 5 Ευρωπαίοι μονάρχες είναι απόγονοί της: Κάρολος Γ΄ του Ηνωμένου Βασιλείου, Χαράλδος Ε΄ της Νορβηγίας, Φίλιππος ΣΤ΄ της Ισπανίας, Φρειδερίκος Ι΄ της Δανίας και Κάρολος ΙΣΤ΄ Γουσταύος της Σουηδίας. Από τη βασίλισσα Βικτωρία κατάγονταν και ιστορικά πρόσωπα, όπως ο Γουλιέλμος Β΄ της Γερμανίας, οι Ρουμάνοι βασιλείς Κάρολος Β΄ και Μιχαήλ Α΄ και οι Έλληνες βασιλείς Αλέξανδρος, Γεώργιος Β΄ και Παύλος [1][2].
Προσφωνήσεις και τίτλοι
Επεξεργασία- 24 Μαΐου 1819 - 20 Ιουνίου 1837: Η Αυτής Βασιλική Υψηλότητα Πριγκίπισσα Αλεξανδρινή Βικτωρία του Κεντ[3]
- 20 Ιουνίου 1837 - 22 Ιανουαρίου 1901: Η Μεγαλειότητά της Η Βασίλισσα[3]
- 1 Μαΐου 1876 - 22 Ιανουαρίου 1901: Η Αυτοκρατορική της Μεγαλειότητα Η Βασίλισσα-Αυτοκράτειρα[3]
Ως η εξ ανδρών εγγονή ενός Βασιλιά του Αννόβερου, η Βικτωρία επίσης δημιούργησε τους τίτλους της Πριγκίπισσας του Αννόβερου και της Δούκισσας του Μπράουνσβαϊγκ-Λύννεμπουργκ. Επίσης κράτησε τους τίτλους της Πριγκίπισσας της Σαξονίας-Κοβούργου & Γκότα και της Δούκισσας της Σαξονίας κ.ά. ως σύζυγος του πρίγκηπα Αλβέρτου.[3]
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ «The Grandmother of Europe: Queen Victoria's family ties across the continent». Sky HISTORY TV channel (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 7 Οκτωβρίου 2022.
- ↑ «Queen Victoria's Descendants Hold Almost Every European Throne». Town & Country (στα Αγγλικά). 16 Σεπτεμβρίου 2022. Ανακτήθηκε στις 7 Οκτωβρίου 2022.
- ↑ 3,0 3,1 3,2 3,3 Greg Taylor, Nicholas Economou (2006). The Constitution of Victoria. Federation Press. σελίδες 72–74. ISBN 9781862876125. OCLC 81948853.
Βιβλιογραφία
Επεξεργασία- Walter L. Arnstein, Queen Victoria, Νέα Υόρκη, Palgrave Macmillan, 2003 ISBN 0-333-63806-9
- Aronson Theo, Victoria and Disraeli, The Making of a Romantic Partnership, Νέα Υόρκη, Macmillan Pub Co Inc, 1978 ISBN 0-02-503490-1
- Hibbert Christopher, Queen Victoria in Her Letters and Journals, Νέα Υόρκη, Viking, 1985 ISBN 0-670-80430-4
- E.F. Benson, Queen Victoria, Νέα Υόρκη, Barnes & Noble, 1992 ISBN 0-88029-983-5
- Juliet Gardiner, Queen Victoria, Λονδίνο, Collins & Brown, 1997 ISBN 1-85585-469-4
- Claire Price-Groff, Queen Victoria and nineteenth-century England, Νέα Υόρκη, Benchmark Books, 2003 ISBN 0-7614-1488-6
- Nancy Whitelaw, Queen Victoria and the British Empire, Greensboro, Morgan Reynolds Pub., 2005 ISBN 1-931798-29-X
- Cecil Woodham-Smith, Queen Victoria: her life and times, Λονδίνο, Hamilton, 1972 ISBN 0-241-02200-2