Ανεμούριον
Συντεταγμένες: 36°1′27.1″N 32°48′9.0″E / 36.024194°N 32.802500°E
Το Ανεμούριον ήταν αρχαία Ελληνιστική πόλη στην Κιλικία, σημερινή Επαρχία Μερσίν, Τουρκία. Ήταν η πιο νότια πόλη της Ανατολίας, απέχοντας μόλις 64 χλμ. από την Κύπρο.
Ανεμούριον | |
---|---|
Είδος | οικισμός, αρχαιοελληνικός αρχαιολογικός χώρος, αρχαία πόλη και αρχαιολογική θέση |
Γεωγραφικές συντεταγμένες | 36°1′27″N 32°48′9″E |
Διοικητική υπαγωγή | Αναμούρ |
Χώρα | Τουρκία |
Πολυμέσα | |
δεδομένα (π) |
Πρόκειται για την σύγχρονη πόλη Αναμούρ.
Ετυμολογία
ΕπεξεργασίαΗ πόλη πήρε το όνομά της από το ομώνυμο ακρωτήριο. Ετυμολογικά σχετίζεται με την παρουσία έντονων ανέμων, χαρακτηριστικό της περιοχής που οφείλεται στη γεωμορφολογία της.[1] Στον περίπλους του Ψευδοσκύλακα αναφέρονται με το όνομα «Ανεμούριον» η γεωγραφική θέση και η πόλη, ενώ o Τίτος Λίβιος δηλώνει ως Ανεμούριον το ακρωτήριο.[2]
Ιστορία
ΕπεξεργασίαΤο Ανεμούριον ιδρύθηκε από Έλληνες ως λιμάνι υπαγόμενο διοικητικά στη Νάγιδο. Εκτός από την πρώτη γραπτή αναφορά του 4ου αι. π.Χ., δεν υπάρχουν άλλα τεκμήρια για την εποχή της ίδρυσής του. Τα πρώτα υλικά δεδομένα προέρχονται από τις αρχές του 3ου αι. π.Χ. και αφορούν δύο νομίσματα του Δημητρίου Πολιορκητή (294-288 π.Χ.).[3] Η ιστορία της πόλης κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους είναι συγκεχυμένη. Στα τέλη του 4ου αι. π.Χ. ανήκε στις παράλιες μικρασιατικές κτήσεις του Πτολεμαίου Α΄. Η κυριαρχία του Πτολεμαίου στη νότια ακτή της Κιλικίας έληξε το 197 π.Χ. όταν, σύμφωνα με τον Ιερώνυμο, ο Αντίοχος Γ΄ ́κατέλαβε αρκετές πόλεις, ανάμεσά τους και το Ανεμούριον.[4]
Η πόλη καταλήφθηκε από την αρχαία Ρώμη. To 38 μ.Χ, ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Γάιος Καλιγούλας έδωσε την Κιλικία και τμήμα της Λυκαονίας στον υποτελή ηγεμόνα, Αντίοχο Δ΄ της αυτοκρατορίας των Σελευκιδών. Κατά συνέπεια, το Ανεμούριον υπάχθηκε διοικητικά στο ημιαυτόνομο κράτος της Κομμαγηνής που βρισκόταν μεταξύ Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και παρθικού βασιλείου. Με τον Αντίοχο Δ΄ αρχίζει η περίοδος ευημερίας του Ανεμουρίου. Στα πλαίσια της ρωμαϊκής ειρήνης αναδείχθηκε σε σημαντικό λιμάνι της ανατολικής Μεσογείου. Έκοψε για πρώτη φορά τοπικά νομίσματα και αντικατέστησε τη Νάγιδο ως κέντρο της περιοχής αποκτώντας τον έλεγχο της παράκτιας πεδιάδας.[5]
Στη διάρκεια της Ελληνιστικής και Πρώιμης Ρωμαϊκής περιόδου, το Ανεμούριον, λόγω της θέσης του, έγινε πολλές φορές στόχος πειρατών, ενώ διέτρεχε κινδύνους και από τις επιδρομές των γύρω ορεινών φυλών. Μια τέτοια φυλή, από την περιοχή της Κητίδος, πολιόρκησε την πόλη το 51-52 μ.Χ.[6]
Το 72 μ.Χ., ο αυτοκράτορας Βεσπασιανός εκθρόνισε τον Αντίοχο Δ΄ και η πόλη περιήλθε πάλι στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, υπαγόμενη διοικητικά στην επαρχία της Κιλικίας. Η Μέση Αυτοκρατορική περίοδος (2ος-3ος αι. μ.Χ.) είναι η εποχή της ακμής του Ανεμουρίου όπως αποδεικνύουν τα οικοδομικά κατάλοιπα, τα κινητά αρχαιολογικά ευρήματα και ένας μεγάλος αριθμός επιγραφών και τοπικών νομισματικών κοπών. Η ευημερία του Ανεμουρίου ανακόπηκε το 260 μ.Χ., όταν καταλήφθηκε από τους Πέρσες μεγάλο μέρος της Κιλικίας Τραχείας, μετά τη νίκη του Σασσανίδη βασιλιά, Σαπώρη Α΄ επί του αυτοκράτορα Βαλεριανού.[7] Με την αναδιάρθρωση των επαρχιών επί Διοκλητιανού, το Ανεμούριον πέρασε διοικητικά στην επαρχία Ισαυρίας, με κέντρο την Μοψουεστία.[8]
Αρχαιολογικά ευρήματα
ΕπεξεργασίαΤα ερείπια της πόλης αναφέρονται από τον Άγγλο καπετάνιο Φράνσις Μποφόρ ο οποίος εξερεύνησε τα παράλια της νότιας Τουρκίας το 1811-1812.[9] Τα σωζόμενα δημόσια κτήρια αντιπροσωπεύουν τη Μέση Αυτοκρατορική και Πρωτοβυζαντινή περίοδο. Στα κτίσματα της Ρωμαϊκής περιόδου ανήκουν το θέατρο, το ωδείο, η ρωμαϊκή βασιλική και τα συγκροτήματα των θερμών. Τα περισσότερα οικοδομήματα αλλά και τα ταφικά μνημεία της νεκρόπολης κοσμούνταν με τοιχογραφίες και ψηφιδωτά δάπεδα με γεωμετρικά και φυτικά θέματα.[10] Το θέατρο χρονολογείται στο 2ο αι. μ.Χ. Βρίσκεται στις δυτικές παρυφές της πόλης, βόρεια του υδραγωγείου. Σε μικρή απόσταση, στα νοτιοανατολικά του, έχει ανασκαφεί το ωδείο που χρονολογείται στον 3ο αι. μ.Χ. και είχε χρήση βουλευτηρίου. Διαθέτει ημικυκλική ορχήστρα με διάμετρο μήκους 31 μ. και 17 σειρές εδωλίων, χωρητικότητας 800-900 θεατών. Το συνολικό πλάτος του ωδείου είναι 20 μ. Το δάπεδο της ορχήστρας καλυπτόταν με ψηφιδωτό, όπως μαρτυρούν τα σχετικά σπαράγματα. Η σκηνή είχε ξύλινο δάπεδο και απλή, μονώροφη πρόσοψη με μία κεντρική πύλη και δύο πλαϊνές. Μοναδικός είναι ο υπόγειος καμαροσκέπαστος διάδρομος που αναπτύσσεται περιμετρικά στο εσωτερικό του οπού χωρίζεται σε τρία κλίτη. Πρόκειται για ιδιαίτερα πολυτελή κατασκευή την οποία κοσμούν τοιχογραφίες και μωσαϊκά δάπεδα.
Αρκετές ήταν οι εγκαταστάσεις λουτρών, ώστε να καθιστούν το Ανεμούριον τη λουτρόπολη της περιοχής. Ανασκάφηκαν τρεις ρωμαϊκές θέρμες, ενώ μικρότερα συγκροτήματα χρονολογούνται στους πρώτους Χριστιανικούς χρόνους. Το μεγαλύτερο οικοδόμημα, οι κεντρικές θέρμες, χρονολογείται στο α ́ μισό του 3ου αιώνα. Βρίσκεται στα βορειοανατολικά του ωδείου και υδρευόταν, κατά πάσα πιθανότητα, από το δυτικό υδραγωγείο. Το συγκρότημα καταλάμβανε έκταση ενός οικοδομικού τετραγώνου συνολικού μήκους 100 μ., με κατεύθυνση Ανατολικά-Δυτικά.
Επίσης έχουν βρεθεί 4 Χριστιανικές εκκλησίες.[11]
Νεκρόπολη
ΕπεξεργασίαΗ ευημερία και η καλλιτεχνική άνθηση της πόλης αντανακλώνται με μοναδικό τρόπο στη νεκρόπολη που βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα της πόλης. Πρόκειται για το καλύτερα διατηρημένο νεκροταφείο της Ρωμαϊκής Μικράς Ασίας με συνεχή χρήση από τον 1ο ως τον 4ο αι. μ.Χ. Στην περιοχή ανασκάφηκαν 350 τάφοι που ποικίλλουν ως προς την αρχιτεκτονική και τη διακόσμησή τους.[12]
Τα παλαιότερα ταφικά κτίσματα του 1ου αι. μ.Χ. φιλοξενούσαν τρεις ταφές. Είναι απλά, ελεύθερα, καμαροσκεπή οικοδομήματα από πελεκητές πέτρες, χτισμένα πάνω σε βαθμιδωτό πόδιο. Πιο σύνθετοι ήταν οι πλούσιοι οικογενειακοί τάφοι. Εκτός από τον κύριο νεκρικό θάλαμο είχαν προθάλαμο, δευτερεύοντες χώρους και προαύλιο που οριζόταν με περίβολο. Τα μεταγενέστερα ταφικά μνημεία του 3ου αι. μ.Χ. γίνονται ακόμη πιο πολύπλοκα και κάποιες φορές διώροφα. Στους τοίχους διαμορφώνονται μικρές κόγχες και, εκτός από τον κύριο νεκρικό θάλαμο, τα δευτερεύοντα δωμάτια και το προαύλιο, διέθεταν αίθουσα για τις νεκρικές τελετές. Τα περισσότερα κοσμούνταν με ψηφιδωτά δάπεδα και τοιχογραφίες με κυρίαρχα θέματα τα γεωμετρικά μοτίβα, ανθέμια, γιρλάντες, τσαμπιά από σταφύλια και ερωτιδείς.[13]
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ Russel, J., “Anemurium –Eine römische Kleinstadt in Kleinasien” Antike Welt 7, Heft 4 (1976), σελ. 4· Του ιδίου, The mosaic inscriptions of Anemurium (Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften, Wien 1987), σελ. 15.
- ↑ Liv. XXXIII 20,4· Περίπλους του Ψευδοσκύλακα, 102.
- ↑ Russel, J., The mosaic inscriptions of Anemurium (Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften, Wien 1987), σελ. 15.
- ↑ Ιερώνυμος, FGrH 260 F43
- ↑ Hild, F. –Hellenkemper, H., “Anemurion” (ΤΙΒ 5.1, Wien 1990), σελ. 188· Russel, J., The mosaic inscriptions of Anemurium (Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften, Wien 1987), σελ. 15-16.
- ↑ Τάκ., Χρον. XII 55.
- ↑ Maricq, Res gestae 321
- ↑ Ιεροκ. 708, 4· Hild, F. –Hellenkemper, H., “Anemurion” (ΤΙΒ 5.1, Wien 1990), σελ. 188.
- ↑ University of British Columbia Archaeology Magazine
- ↑ Russel, J., “Anemurium –Eine römische Kleinstadt in Kleinasien” Antike Welt 7, Heft 4 (1976), σελ. 6-20.
- ↑ Edwards, Robert W., "Anamur" (2016). The Eerdmans Encyclopedia of Early Christian Art and Archaeology, ed., Paul Corby Finney. Grand Rapids, Michigan: William B. Eerdmans Publishing. σελίδες 55–56. ISBN 978-0-8028-9016-0.
- ↑ Rosenbaum-Alföldi, E., Anamur Nekropolü. The Nekropolis of Anemurium (TTKY Seri VI, 12, Ankara 1971)
- ↑ «The Princeton Encyclopedia of Classical Sites, AACHEN, see AQUAE GRANNI, ANEMURIUM (Eski Anamur) later ISAURIA Rough Cilicia, Turkey». www.perseus.tufts.edu. Ανακτήθηκε στις 9 Δεκεμβρίου 2017.