Ακράτεια ούρων

η ακούσια αποβολή των ούρων όταν το άτομο δεν μπορεί να ελέγξει τους σφιγκτήρες του

Η ακράτεια ούρων είναι η οποιαδήποτε άθελη απώλεια ούρων. Είναι ένα κοινό πρόβλημα και μπορεί να έχει μεγάλες επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής. Η ακράτεια ούρων συνήθως οφείλεται σε κάποιο θεραπεύσιμο αίτιο, αλλά υποαναφέρεται στους γιατρούς.[1] Ο όρος ενούρηση χρησιμοποιείται για να περιγράψει την ακράτεια στα παιδιά, π.χ. νυκτερινή ενούρηση.[2]

Ακράτεια ούρων
ΕιδικότηταΟυρολογία
Ταξινόμηση
ICD-10N39.3-N39.4, R32
ICD-9788.3
DiseasesDB6764
MedlinePlus003142
eMedicinemed/2781
MeSHD014549

Οι πιο κοινοί τύποι ακράτειας είναι η ακράτεια από προσπάθεια (stress) και η επιτακτική ακράτεια ή ακράτεια από έπειξη (urge). Αν αυτές συνυπάρχουν τότε έχουμε ακράτεια μικτού τύπου. Επίσης υπάρχει και η ακράτεια από υπερπλήρωση. Η ακράτεια από προσπάθεια είναι η πιο συχνή, αποτελώντας περίπου το 50% με 70% (ανάλογα με τις επιδημιολογικές μελέτες) των περιπτώσεων ακράτειας ούρων στις γυναίκες[3], ενώ η μικτή με 20-40% και η επιτακτική περίπου 10%[4].

Η ακράτεια από προσπάθεια οφείλεται σε απώλεια της στήριξης της ουροδόχου κύστης και στο γεγονός ότι η σύγκλειση της ουρήθρας είναι ανεπαρκής επειδή κινείται πολύ εύκολα, ως αποτέλεσμα μαιευτικού τραύματος, τοκετών και εγχειρήσεων στην περιοχή (υστερεκτομή, κυστεοκήλη), οι οποίες επηρεάζουν τη σταθερότητα των μυών και των συνδέσμων του πυελικού εδάφους και την μείωση των οιστρογόνων, τα οποία βοηθούν στη σωστή ευθυγράμμιση της ουρήθρας.[5] Επίσης μπορεί να οφείλεται σε ανεπάρκεια του σφικτηριακού μηχανισμού της ουρήθρας, π.χ. εξαιτίας χειρουργικών επεμβάσεων, τραυματισμό ή βλάβη της νεύρωσης του σφικτήρα (χειρουργικές επεμβάσεις, πολυνευροπάθεια του σακχαρώδη διαβήτη, παθήσεις του κατώτερου κινητικού νευρώνα) και ακτινοβολία στην πύελο. Η απώλεια της στήριξης της ουροδόχου κύστης οδηγεί σε διαρροή ούρων με την αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης σε διάφορες φυσιολογικές δραστηριότητες, όπως ο βήχας, το φτέρνισμα, η ανύψωση αντικειμένων, η οποία υπερνικά την πίεση της ουρήθρας.

Η επιτακτική ακράτεια οφείλεται σε αύξηση της δραστηριότητας της κύστης και του εξωστήρα μυ, δημιουργώντας έντονο αίσθημα ανάγκης για ούρηση (έπειξη) με μικρή προειδοποίηση, και χαρακτηρίζεται από μεγάλες απώλειες ούρων. Αίτιά της μπορεί να είναι ουρολοιμώξεις, νεοπλάσματα της ουροδόχου κύστης, υποκυστική απόφραξη (π.χ. στην υπερτροφία του προστάτη), νευρολογικές παθήσεις (πολλαπλή σκλήρυνση, νόσος του Πάρκινσον, εγκεφαλικά επεισόδια, τραυματισμοί της σπονδυλικής στήλης, δισχιδής ράχη) και λίθοι της ουροδόχου κύστης.

Υπάρχουν επίσης και διάφορες τροφές και φάρμακα τα οποία προκαλούν προσωρινή ακράτεια ούρων: αυτά είναι το οινόπνευμα, η καφεΐνη, τα ντεκαφεϊνέ ροφήματα, τα ανθρακούχα ποτά, τα τεχνητά γλυκαντικά, το σιρόπι καλαμποκιού, τρόφιμα με μεγάλες ποσότητες ζάχαρης, μπαχαρικών και οξέων, μεγάλες δόσεις βιταμινών Β και C και αντιυπερτασικά, κατασταλτικά και μυοχαλαρωτικά φάρμακα και ουσίες.[5]

Διάγνωση

Επεξεργασία

Ένα προσεκτικό ιστορικό είναι απαραίτητο για να καθοριστεί το μέγεθος και η συχνότητα της απώλειας ούρων, καθώς μπορεί να υποδείξει το είδος της ακράτειας. Άλλα σημαντικά σημεία είναι η δυσφορία, η χρήση φαρμάκων και ιστορικό πρόσφατων χειρουργείων και ασθενειών. Στο ιστορικό μπορεί επίσης να δοθεί ένα διάγραμμα ή ημερολόγιο ούρησης ώστε να προσδιοριστούν η συνήθειες ούρησης και συνοδά σημεία. Επίσης, μπορεί να εκτιμηθεί η απώλεια ούρων με τη δοκιμασία της πάνας (pad test), όπου μετράται το βάρος της πάνας πριν και μετά αφού φορεθεί για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ώστε να υπολογιστεί αντικειμενικά ο βαθμός απώλειας ούρων. Δοκιμασίες για να προσδιοριστεί η ύπαρξη ακράτειας είναι η δοκιμασία Βαλσάβα, όπου εξετάζεται αν υπάρχει διαρροή ούρων όταν γίνεται εκπνευστική προσπάθεια με κλειστή την επιγλωττίδα με αποτέλεσμα την αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης, η δοκιμασία Μάρσαλ ή Μπόνεϊ, όπου εξετάζεται αν η ακράτεια που προκαλείται με το βήχα διορθώνεται με ανασήκωση του κυστικού αυχένα, η δοκιμασία q-tip, η οποία εξετάζει την κινητικότητα του αυχένα της ουρήθρας (θετική αν η μετατόπιση είναι μεγαλύτερη από 30 μοίρες). Επίσης γίνεται εξέταση για πρόπτωση οργάνων της πυέλου, διερεύνηση για όγκους, και νευρολογική εκτίμηση (ώστε να βρεθεί αν υπάρχει νευρολογικό αίτιο). Εργαστηριακές εξετάσεις περιλαμβάνουν τη γενική ούρων, βιοχημική εξέταση ούρων, κυτταρολογική εξέταση, κυστεοσκόπηση, υπερηχογράφημα και μέτρηση υπολείμματος ούρων.

Ο κύριος διαγνωστικός έλεγχος είναι η ουροδυναμική ανάλυση, η οποία γίνεται όταν οι άλλες μέθοδοι δεν έχουν σαφή συμπεράσματα, στην οποία μετράται η ροή των ούρων κατά την ούρηση. Χαμηλή ροή είναι ενδεικτική υποκυστικής απόφραξης. Με την ουροδυναμική ανάλυση μπορεί να προσδιοριστεί η λειτουργικότητα του εξωστήρα, η αισθητικότητα, χωρητικότητα και ενδοτικότητα της ουροδόχου κύστης και η συνεργασία εξωστήρα και σφικτήρα.

Θεραπεία

Επεξεργασία

Η θεραπεία της ακράτειας ούρων εξαρτάται από το είδος της ακράτειας και τη βαρύτητα των συμπτωμάτων.

Η θεραπεία πρώτης γραμμής της ακράτειας από προσπάθεια είναι μια σειρά ασκήσεων των μυών του πυελικού εδάφους γνωστές ως ασκήσεις Κέγκελ (Kegel).[6] Η ανταπόκριση είναι αργή και έχουν χαμηλή συμμόρφωση. Αλλαγές στο τρόπο ζωής που μπορούν να βοηθήσουν στην ακράτεια είναι η απώλεια βάρους, η διακοπή υπερβολικής λήψης υγρών, η διακοπή του καπνίσματος και του οινοπνεύματος και η αντιμετώπιση της δυσκοιλιότητας. Στην επιτακτική ούρηση μπορούν να γίνουν προσπάθειες να αυξηθεί ο χρόνος που μεσολαβεί ανάμεσα σε δύο ουρήσεις, γνωστές και ως εκπαίδευση της κύστης[6]. Σε περιπτώσεις ακράτειας από υπερπλήρωση μπορεί να γίνει αυτοκαθετηριασμός ώστε να αδειάσει η κύστη.

Η θεραπεία της επιτακτικής ακράτειας ούρων βασίζεται στη φαρμακευτική αγωγή, με τη χορήγηση αντιχολινεργικών φαρμάκων, τα οποία χαλαρώνουν τον εξωστήρα μυ. Τα αντιχολινεργικά φάρμακα χωρίζονται σε δύο κατηγορίες, τα μη εκλεκτικά (οξυβουτινίνη, τολτεροδίνη) και τους εκλεκτικούς αναστολείς των Μ3 υποδοχέων (σολιφενασίνη, νταριφενακίνη). Η χορήγησή του γίνεται ενδοκυστικά. Τα φάρμακα δεν είναι πολύ αποδοτικά και μόνο ένας στους δέκα θα καταφέρει να ελέγξει την ακράτεια με φαρμακευτική αγωγή μόνο, ενώ όλα τα φάρμακα έχουν παρόμοια αποδοτικότητα.[7] Σε περιπτώσεις όπου η θεραπεία δεν είναι ανεκτή, μπορεί να εγχυθεί ενδοκυστικά τοξίνη της αλλαντίασης. Σε ασθενείς με υψηλές ενδοκυστικές πιέσεις και μικρή χωρητικότητα κύστης γίνεται χειρουργική μεγέθυνση της κύστης ή εκτροπή ούρων.

Η χειρουργική θεραπεία της ακράτειας μπορεί να γίνει με την εφαρμογή κολπικής ταινίας ελεύθερης τάσης (tension-free transvaginal tape - TVT), μιας ταινίας από πολυπροπυλένιο κάτω από την ουρήθρα. Η ταινία μπορεί να είναι φτιαγμένη και από άλλα υλικά και έχει ως στόχο να υποβοηθήσει την ουρήθρα να παραμείνει κλειστή, ακόμη και μετά από αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης. Επίσης, μπορεί να γίνει έγχυση διογκωτικών υλικών (τεφλόν, κολλαγόνο, λίπος) στον αυχένα της ουρήθρας, ώστε να κλείσει ο αυλός της και αυξηθεί η αντίσταση της ουρήθρας. Επίσης μπορεί να γίνει και εφαρμογή τεχνητού σφικτήρα. Χρησιμοποιείται κυρίως σε άντρες με προστατεκτομή λόγω καρκίνου του προστάτη ή υπερτροφίας και αποτελείται από ένα δακτύλιο ο οποίος όταν πατηθεί ένα κουμπί κάτω από το δέρμα ξεφουσκώνει, αφήνοντας τα ούρα να εξέλθουν από την κύστη.[8]

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. "Managing Urinary Incontinence Αρχειοθετήθηκε 2012-06-30 στο Wayback Machine.". National Prescribing Service
  2. δείτε [1](Αγγλικά)
  3. S. Hunskaar, E. P. Arnold, K. Burgio, A. C. Diokno, A. R. Herzog, V. T. Mallett (Σεπτέμβριος 2000). «Epidemiology and Natural History of Urinary Incontinence». International Urogynecology Journal 11 (5): 301-319. doi:10.1007/s001920070021. http://link.springer.com/article/10.1007/s001920070021. 
  4. Epidemiology and Natural History of Urinary Incontinence σελ. 180 International Continence Society
  5. 5,0 5,1 «Causes of Urinary incontinence». κλινική Mayo. Ανακτήθηκε στις 9 Ιανουαρίου 2015. 
  6. 6,0 6,1 Qaseem, A; Dallas, P; Forciea, MA; Starkey, M; Denberg, TD; Shekelle, P; for the Clinical Guidelines Committee of the American College of, Physicians (Sep 16, 2014). «Nonsurgical Management of Urinary Incontinence in Women: A Clinical Practice Guideline From the American College of Physicians.». Annals of internal medicine 161 (6): 429–440. doi:10.7326/m13-2410. PMID 25222388. https://archive.org/details/sim_annals-of-internal-medicine_2014-09-16_161_6/page/429. 
  7. Shamliyan, T; Wyman, JF; Ramakrishnan, R; Sainfort, F; Kane, RL (Jun 19, 2012). «Benefits and harms of pharmacologic treatment for urinary incontinence in women: a systematic review.». Annals of internal medicine 156 (12): 861–74. doi:10.7326/0003-4819-156-12-201206190-00436. PMID 22711079. 
  8. «Treatments and drugs». κλινική Μάγιο. Ανακτήθηκε στις 9 Ιανουαρίου 2015.