Αδελαΐδα του Κάτσενελνμπογκεν
Η Αδελαΐδα, γερμ.: Adelheid von Katzenelnbogen (απεβ. Μάιντς, 22 Φεβρουαρίου 1288) [5] [6] από τον Οίκο του Κάτσενελμπογκεν[7] ήταν κόρη του κόμη του Κάτσενελνμπογκεν και με τον γάμο της έγινε κόμισσα του Νάσσαου. Είναι η πρόγονος των μεγάλων δουκών του Λουξεμβούργου.
Αδελαΐδα του Κάτσενελνμπογκεν | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Θάνατος | 22 Φεβρουαρίου 1288[1][2][3] Μάιντς[2][1][4] |
Τόπος ταφής | Μάιντς[1][2][4] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | μοναχή[4] |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Βάλραμ Β΄ του Νάσσαου[2][1][4] |
Τέκνα | Ντήτερ του Νάσσαου[1][2][4] Αδόλφος της Γερμανίας[1][2][4] Richardis of Nassau[2][1][4] Mechtild of Nassau[2][1][4] Imagina of Nassau[1][4] |
Γονείς | Dieter IV of Katzenelnbogen[1][2] |
Θυρεός | |
Βιογραφία
ΕπεξεργασίαΉταν κόρη του Ντήτερ Δ΄ κόμη IV του Κάτσενελνμπογκεν και της Χίλντεγκουντε. [5] [6] [7] [8] Παντρεύτηκε πριν από το 1250 με τον Βάλραμ Β΄ κόμη του Nάσσαου (π.1220 - 24 Ιανουαρίου 1276). Στις 16 Δεκεμβρίου 1255 ο σύζυγός της διαίρεσε την κομητεία του Νάσσαου με τον μικρότερο αδελφό του Όθωνα Α΄, οπότε ο Βάλραμ Β΄ απέκτησε την περιοχή νότια του ποταμού Λαν, που περιείχε το Βήσμπαντεν, το Ίντσταϊν, το Βάιλμπουργκ και το Μπλάιντενστατ. [9]
Από αυτήν την ένωση προήλθαν τα ακόλουθα παιδιά: [6] [7] [10]
- Ντήτερ (π.1250 - Τρηρ, 23 Νοεμβρίου 1307), αρχιεπίσκοπος του Τρηρ 1300-1307.
- Αδόλφος (π.1255 - Γκέλχαϊμ, 2 Ιουλίου 1298), κόμης του Nάσσαου, έγινε βασιλιάς της Γερμανίας (β. 1292-1298).
- Ριχάρδις (απεβ. 28 Ιουλίου 1311), ήταν μοναχή στο μοναστήρι της Αγ. Κλάρας στο Μάιντς και αργότερα στο αβαείο Kλάρενταλ κοντά στο Βήσμπαντεν.
- Mατίλντα (απεβ. νέα).
- Ιμάγκινα (απεβ. πριν από το 1276), μπορεί να παντρεύτηκε τον Φρειδερίκο του Λίχτενμπεργκ.
Ο Βάλραμ απεβίωσε -λέγεται από ψυχική διαταραχή- στις 24 Ιανουαρίου 1276. Ως χήρα, η Aδελαΐδα έγινε μοναχή της Αγ. Κλάρας και διεμενε στο Βήσμπαντεν (το καλοκαίρι) και στο Μάιντς (τον χειμώνα). [10] Πιστεύεται ότι η Aδελαΐδα και η κόρη της Ριχάρδις έζησαν μία πολύ ευσεβή ζωή.
Ο κατάλογος τεθνεώτων του μοναστηριού της Αγ. Κλάρας στο Μάιντς καταγράφει το τέλος τής «Alheidis… comitissa de Nassowe» στο «Non Kal Mar» το 1288 και την ταφή της «στο habitu soror» . [5] [6] Έτσι απεβίωσε στις 22 Φεβρουαρίου 1288 και τάφηκε στο μοναστήρι της Αγ. Κλάρας στο Μάιντς. [7] [10]
Πηγές
Επεξεργασία- Cawley, Charles. Έσση σε: Μεσαιωνικά εδάφη. Μια προοπτική μεσαιωνικών ευγενών και βασιλικών οικογενειών της Ευρώπης .
- Cawley, Charles. Nassau in: Μεσαιωνικά εδάφη. Μια προοπτική μεσαιωνικών ευγενών και βασιλικών οικογενειών της Ευρώπης .
- Αυτό το άρθρο μεταφράστηκε από το αντίστοιχο ολλανδικό Wikipedia άρθρο, από το 2019-10-30.
- Dek, A.W.E. (1970). Genealogie van het Vorstenhuis Nassau (στα Ολλανδικά). Zaltbommel: Europese Bibliotheek.
- Huberty, Michel· Giraud, Alain (1981). l’Allemagne Dynastique. Tome III Brunswick-Nassau-Schwarzbourg (στα Γαλλικά). Le Perreux: Alain Giraud.
- Sauer, Wilhelm (1896). «Graf Walram II. von Nassau». Allgemeine Deutsche Biographie (στα Γερμανικά). Band 40. Leipzig: Duncker & Humblot. σελίδες 778–779.
- Vorsterman van Oyen, A.A. (1882). Het vorstenhuis Oranje-Nassau. Van de vroegste tijden tot heden (στα Ολλανδικά). Leiden & Utrecht: A.W. Sijthoff & J.L. Beijers.
Bιβλιογραφικές αναφορές
Επεξεργασία- ↑ 1,00 1,01 1,02 1,03 1,04 1,05 1,06 1,07 1,08 1,09 1,10 1,11 «Genealogie van het Vorstenhuis Nassau» Europese bibliotheek. Zaltbommel. 1970.
- ↑ 2,00 2,01 2,02 2,03 2,04 2,05 2,06 2,07 2,08 2,09 2,10 Charles Cawley: «Medieval Lands». (Αγγλικά) Charles Cawley, "Medieval Lands", 2006-2020.
- ↑ Wilhelm Karl Isenburg: Europäische Stammtafeln.
- ↑ 4,00 4,01 4,02 4,03 4,04 4,05 4,06 4,07 4,08 4,09 «Het vorstenhuis Oranje-Nassau» Uitgeverij A.W. Sijthoff. Λέιντεν, Ουτρέχτη. 1882.
- ↑ 5,0 5,1 5,2 Cawley (Hessen).
- ↑ 6,0 6,1 6,2 6,3 Cawley (Nassau).
- ↑ 7,0 7,1 7,2 7,3 Dek (1970).
- ↑ Cawley (Hessen) mentions “According to Europäische Stammtafeln, Hildegunde was the possible daughter of Eberhard Graf von Eberstein, but the basis for this speculation is not known”.
- ↑ Huberty, et al. (1981).
- ↑ 10,0 10,1 10,2 Vorsterman van Oyen (1882).